Χάρτης 77 - ΜΑΪΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-77/metafrash/ta-koinelia-alla-poiimata
___________
Ο Jericho Brown γεννήθηκε το 1976 στο Shreveport της Λουιζιάνα. Από μικρός κατάλαβε πως η γλώσσα μπορεί να είναι ταυτόχρονα προσευχή και όπλο, καταφύγιο αλλά και τρόπος να διεκδικήσεις τον χώρο σου στον κόσμο. Σπούδασε λογοτεχνία και δημιουργική γραφή και σταδιακά άρχισε να διαμορφώνει τη δική του ποιητική φωνή, μια φωνή βαθιά προσωπική, αλλά και άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία των Μαύρων, τη σεξουαλικότητα, την πίστη και την επιβίωση. Το 2011 διαγνώστηκε με HIV, ένα γεγονός που δεν κρύβει, αλλά αντίθετα τοποθετεί μέσα στην ποίησή του, αντιμετωπίζοντάς το ως μέρος της αλήθειας του. Στο έργο του, το σώμα δεν είναι απλώς ένας τόπος επιθυμίας, αλλά και μνήμης, πόνου, επιβίωσης. Το ποιητικό του ντεμπούτο, Please (2008), τιμήθηκε με το American Book Award και τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο ιδιαίτερους ποιητές της γενιάς του. Στη δεύτερη συλλογή του, The New Testament (2014), εξερευνά τη μαύρη ταυτότητα, τη θρησκεία και την εσωτερικευμένη ομοφοβία, αποσπώντας το Anisfield-Wolf Book Award. Το 2019, η συλλογή The Tradition απέσπασε το Βραβείο Πούλιτζερ για την ποίηση, καθιστώντας τον έναν από τους σημαντικότερους ποιητές της εποχής μας. Η ποίησή του είναι άμεση, σωματική, γεμάτη μουσικότητα, πόθο και οργή. Πειραματίζεται με τις φόρμες, δημιουργώντας ακόμη και τη δική του, το "duplex", έναν συνδυασμό σονέτου, γκαζάλ και μπλουζ. Σήμερα, εκτός από ποιητής, είναι καθηγητής δημιουργικής γραφής, χρησιμοποιώντας τη διδασκαλία του για να στηρίξει και να εμπνεύσει νέες φωνές. Για εκείνον, η ποίηση δεν είναι απλώς τέχνη—είναι τρόπος να υπάρχεις, να θυμάσαι, να αντέχεις.
Τα κουνέλια
Τα τσάκωσα
Σε ζευγάρια στο γρασίδι
Καθώς έστριβα στο δρομάκι του σπιτιού μου
Μετά από μια βραδιά με μόνο μουσική,
Και ποτό στα όρθια
Γιατί πιστεύω πως όταν στέκομαι
Φαίνομαι ομορφότερος. Θα έπρεπε να πω ψέματα. Να πω
Πως συμβόλιζαν την επιθυμία μου
Να πηδήξω και να
Πηδηχτώ καθώς έτρεχαν να κρυφτούν
Στις πιο σκοτεινές γωνιές
Εκείνου που πληρώνω, αλλά έχω κουραστεί
Να ισχυρίζομαι πως υπάρχει ομορφιά εκεί
Που υπάρχει μόνο αλήθεια: τα κουνέλια
Με άκουσαν να πλησιάζω και είπαν
Κίνδυνος σε όποια γλώσσα
Τους εμποδίζει να δημιουργήσουν
Περισσότερα. Θα έπρεπε να πω πως
Έτσι αντιλαμβανόμουν κι εγώ τον εαυτό μου
ως κίνδυνο, μηχανή
σε ρελαντί, μα σκέφτηκα
Επιδρομή. Τώρα φοβάμαι
Πως ποτέ κανείς δεν θα μ’ αγαπήσει—
Μικρές, γούνινες ομορφιές
Γαμιούνται στην αυλή μου κι εγώ,
Θυμάμαι όλα όσα
Ξεφορτώθηκα. Και ό,τι ακόμα ζει
και πρέπει να φύγει.
Ο ιός
Με αποκαλούν μη ανιχνεύσιμο, δεν μπορώ να σκοτώσω
Τους ανθρώπους που αγγίζεις, και δεν μπορώ
Να θολώσω τη θέα σου
Προς τις συκιές*
που φύτεψες
Έξω απ’ το παράθυρο, που σημαίνει
Πως δεν μπορώ να σκοτώσω τις συκιές, μα το θέλω.
Τις θέλω νεκρές, και θέλω εγώ
Να τις σκοτώσω. Θέλω
Να προσέξεις ότι είμαι ακόμα εδώ
Ακριβώς κάτω από το δέρμα σου και μέσα
Σε κάθε όργανο
Με τον τρόπο που ο θυμός κατοικεί σε έναν άνδρα
Που μελετά την ιστορία του έθνους του.
Αφού δεν μπορώ να σε αφήσω
Νεκρό, θα
Σε ερεθίζω. Κοίτα. Κοίτα
Ξανά: δείξε μου τώρα
Το χρώμα των φύλλων**
σου.
* Στο πρωτότυπο ο ποιητής χρησιμοποιεί την λέξη ‘’pansies’’ που σημαίνει πανσέδες. Η σημασία είναι διττή, καθώς αυτό το λουλούδι αυτό χρησιμοποιείται κοροϊδευτικά, ως χαρακτηρισμός προς τους ομοφυλοφίλους.
** Στο πρωτότυπο ο ποιητής χρησιμοποιεί την φράση ‘’the color of your flowers’’ ως σύνδεση με τους πανσέδες.
Νυχτερινή Βάρδια
Όταν με αγγίζουν, με ψηλαφίζουν, με παρατηρούν,
Σκέφτομαι τον εαυτό μου σαν πίνακα.
Ο καλλιτέχνης δουλεύει χωρίς να τον νοιάζει η έλλειψη ύπνου.
Γίνομαι όμορφος. Ποτέ δεν τρώω. Κάποτε έβγαινα με έναν τύπο που με φώναζε Σνακ,
Μεταμεσονύχτιο Σνακ για την ακρίβεια. Τον υπηρετούσα γιατί με πλήγωνε
Με μια βία που μπέρδευα για επιθυμία. Με παρατούσε σε ένα δωμάτιο
Του μισοσκότεινου σπιτιού του ενώ εκείνος σκούπιζε ή δίπλωνε τα
Ρούχα. Όταν σε δουλεύουν για τόσο καιρό, ποτέ δεν ξέρεις
Εάν έχεις τελειώσει. Η μπογιά στεγνώνει. Τα μεσάνυχτα έχουν πολλά χρώματα.
Το μαύρο είναι μονάχα ένα.*** Ο άντρας που με χρωμάτισε καλύτερα
Με έκανε να μοιάζω λίγο
Με αγγαρεία. Πώς είναι το έτοιμος
Στα γαλλικά; Πώς σχεδιάζεις έναν άντρα στη νυχτερινή βάρδια;
Σεκιουριτάς σε μουσείο για τυφλούς, τρώει για να μείνει
Ξύπνιος. Έχει χορτάσει τόσο, που δεν χρειάζεται να φάει ξανά ποτέ.
Και το φεγγάρι απομακρύνεται.
***Στο πρωτότυπο ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τα χρώματα μαύρο και μπλε. Η φράση ‘’black and blue’’ χρησιμοποιείται όταν κάποιος γίνεται «μαύρος στο ξύλο».
Μείνε
It was restful, learning nothing necessary.
Gwendolyn Brooks
Όλη την ημέρα, έμεινα ακίνητος μόνο για να το σκέφτομαι—
Το σώμα σου πάνω στο δικό μου, εκείνη την
Έλλειψη αέρα ανάμεσά μας – ζεστή αλλά ξεκούραστη
Ενώ καθόμουν στο κέντρο του κρεβατιού της μάθησής μου,
Με το στόμα ανοιχτό, χωρίς να αγγίζω τίποτα,
Η μνήμη μου ο μόνος απαραίτητος ήχος.
___________
Τα παραπάνω ποιήματα είναι από την τρίτη συλλογή του Jericho Brown Tradition (Βραβείο Πούλιτζερ για την ποίηση).