Χάρτης 79 - ΙΟΥΛΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-79/diereynhseis/arthoir-kestler-to-eptaimero-ton-epistimonon
Ο Άρθουρ Κέστλερ (1905-1983) έγινε διάσημος από το περίφημο μυθιστόρημά του Το Μηδέν και το Άπειρο (Darkness at Noon, 1940) όπου περιέγραφε τη σκληρότητα του ολοκληρωτισμού. Αργότερα, πέρα από τη λογοτεχνία, επιδόθηκε σε μια δοκιμιακή επιστημολογία με πνευματοκρατικές, ίσως και μυστικιστικές φιλοδοξίες. Ιδιαίτερα επιτέθηκε στον επιστημονικό ντετερμινισμό και τον μπιχεβιορισμό και αντί για τον επιστημονικιστικό αναγωγισμό, πρότεινε ένα είδος ολισμού. Χαρακτηριστικά από αυτή την άποψη είναι τα έργα του Ο Γιόγκι και ο Κομισάριος (1945) και, κυρίως, Το φάντασμα στη μηχανή (1967). Τις ανησυχίες του για την κατάσταση της επιστήμης και τα προβλήματα της ανθρωπότητας περιέγραψε και στο μυθιστόρημά του The Call-Girls: A Tragicomedy with a Prologue and Epilogue (Τα κολ-γκερλ. Μια τραγικωμωδία με πρόλογο και επίλογο, 1972).
Το μυθιστόρημα αφηγείται μια επιστημονική συνάντηση σ’ ένα χωριό των Άλπεων στην Ελβετία. «Call Girls» αποκαλεί ο Κέστλερ τους επιστήμονες που τρέχουν από συνέδριο σε συνέδριο και η συμμετοχή τους είναι τρόπος ζωής και εθισμός. Τώρα, όμως, οι συνθήκες της πρόσκλησης είναι κάπως διαφορετικές. Το συνέδριο που εξιστορεί ο Κέστλερα φορά στις ηθικές υποχρεώσεις των επιστημόνων να επηρεάσουν πολιτικά υπέρ της σωτηρίας της ανθρωπότητας. Οι καιροί είναι κρίσιμοι. Το προηγούμενο που επικαλείται ο διοργανωτής είναι η επιστολή του Άλμπερτ Αϊνστάιν στον Αμερικανό Πρόεδρο υπέρ της επίσπευσης του προγράμματος ατομικής ενέργειας των ΗΠΑ ώστε να προληφθούν οι αντίστοιχες προσπάθειες του ναζιστικού κράτους. Τους συνέδρους φιλοξενεί ένα μοντέρνο αρχιτεκτονικά Kongresshaus και ένα Ίδρυμα για την προώθηση της ειρήνης μεταξύ των εθνών. Σε πέντε ημέρες (εκτός από τις ημέρες προσέλευσης και αναχώρησης) θα γίνουν οι ανακοινώσεις των συνέδρων με θέμα το πρόβλημα του σύγχρονου κόσμου και οι πιθανές λύσεις του. Τους επιστήμονες προσέχουν ένας αποτελεσματικός επιστάτης, ο Γκούσταβ, και δυο σερβιτόρες, η Χάνσι και η Μίντζι, πρόθυμοι και οι τρεις τους να εξυπηρετήσουν, ακόμη και ερωτικά (άλλοτε πραγματικά, άλλοτε φαντασιακά).
Ο καθηγητής που προσκαλεί τους υπόλοιπους είναι ένας Αμερικάνος, ο Νικολάι Σολόβιεφ, που συνοδεύεται από τη σύζυγό του Κλερ η οποία τον υποστηρίζει στα άγχη του, ενώ προσπαθεί να διατηρήσει την ανεξαρτησία της από την ισχυρή προσωπικότητά του. Ο τίτλος που δίνει στο συνέδριο («Προσεγγίσεις στην Επιβίωση») είναι χαρακτηριστικός της αγωνίας του Σολόβιεφ. Η εναρκτήρια ομιλία του εκφράζει τους φόβους του: η παρούσα ιστορική εποχή είναι χωρίς προηγούμενο, τα διαθέσιμα όπλα είναι μαζικής καταστροφής και ο έλεγχός τους δεν μπορεί να είναι απόλυτος. Ο κόσμος, εξάλλου, έχει σμικρύνει λόγω της ταχύτητας και πυκνότητας των συγκοινωνιών και επικοινωνιών. Οι πόροι επιβίωσης, αντίστοιχα, μειώνονται δραστικά, οι πόλεις μεγαλώνουν υπερβολικά, κάνοντας τους κατοίκους τους να ασφυκτιούν, η μόλυνση του φυσικού περιβάλλοντος εξαπλώνεται, οι ιδεολογικές και εθνοτικές αντιπαραθέσεις οξύνονται, ο κίνδυνος αυτό-καταστροφής του ανθρώπινου είδους είναι πραγματικός. Οι στόχοι του συνεδρίου απέναντι στη συγκεκριμένη δραματική κατάσταση είναι η κατανόηση της ανθρώπινης ιδιομορφίας, η διάγνωση του παρόντος και η διερεύνηση πιθανών λύσεων.
Η εναρκτήρια αυτή ομιλία συνάντησε ήδη διαφορετικές και αντίθετες μεταξύ τους αντιδράσεις εκ μέρους των συνέδρων, ανάλογα με τον χαρακτήρα, την κοσμοθεωρία τους και την θέση ευθύνης που ίσως κατέχουν. Η επόμενη ημέρα ξεκίνησε με την ανακοίνωση του Όρας Γουίνταμ με τίτλο «Η επανάσταση στο λίκνο της». Η ανθρώπινη γέννηση υποστηρίζει ο Γουίνταμ είναι ιδιαίτερα οδυνηρή, σωματικά και ψυχολογικά. Ο ανώδυνος για τα μωρά τοκετός κάνει ώστε τα παιδιά μεγαλώνοντας να εμφανίζουν ισχυρότερη οξυδέρκεια. Η βελτίωση, λοιπόν, της ατομικής ευφυίας είναι η λύση στο πρόβλημα της ανθρωπότητας. Η αντίρρηση στη θέση του είναι πως έτσι οδηγούμαστε στην παραγωγή μικρομέγαλων, ώριμων πριν την ώρα τους παιδιών, δηλαδή σε μια μορφή ευγονικής. Το πρόβλημα της ανθρωπότητας δεν είναι μόνο αυτό της απόδοσης του εγκεφάλου, του απαντούν. Μια άλλη αντίρρηση είναι ότι ο κίνδυνος δεν έρχεται από την ευφυία του ανθρώπου αλλά από τα δολοφονικά ένστικτά του τα οποία χρησιμοποιούν τις διανοητικές δυνάμεις του για το κακό, από απληστία ή σε αναζήτηση της ηδονής.
Αργότερα, ο ποιητής του συνεδρίου, ο Ρεμόν Πετιζάκ, έδειξε το αντιμεταθετό των εννοιών της αγάπης και του μίσους. Το μίσος ενάντια σε έναν απροσδιόριστο εχθρό, το «Σύστημα», θα έφερνε την παγκόσμια αγάπη. Πρόκειται για το σύστημα του δυτικού πολιτισμού του οποίου η κοινωνική υφή θα πρέπει να χαλαρώσει μέσα από πράξεις τελετουργικής βίας, ένα είδος «τέχνης για την τέχνη» της βίας. Έτσι, τα θεμέλια της εν λόγω κοινωνικής ύφανσης θα γίνουν μόνο παρελθόν και μνήμη. Η αντίδραση στις θέσεις του Πετιζάκ τού θυμίζει ότι η στάση του είναι αυτή των Ρώσων μηδενιστών στους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι. Ο ποιητής, ωστόσο, αρνείται τον συσχετισμό και απαιτεί μια ριζοσπαστική νεωτερικότητα χωρίς ξεκάθαρο σκοπό η οποία θα επιτρέψει την απαλλαγή από την παθολογία της ανθρωπότητας. Στο τέλος της ημέρας, έγινε η ανάγνωση ενός μηνύματος του προέδρου των ΗΠΑ προς τους συνέδρους όπου τους διαβεβαίωνε ότι η αγωνία τους είναι και δική του.
Την επομένη, ο Ότο Φον Χάλντερ επανέλαβε τη γνωστή θέση των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης: Ο άνθρωπος είναι ένα δολοφονικό ον, που φονεύει ακόμη και άτομα του είδους του, παραβαίνοντας τον νόμο της ζούγκλας. Οι δολοφονικές αυτές τάσεις εκφράζουν μια γενο-αυτοκτονία. Αν το συγκεκριμένο γεγονός αγνοηθεί, δεν υπάρχει διέξοδος. Στη θέση της αναρχίας του Πετιζάκ, ο Χάλντερ προτείνει ένα σχέδιο: η ανθρώπινη επιθετικότητα να γίνει τελετουργική, να αναλώνεται σε συμβολικές κινήσεις και ο homo homicidus να μετατραπεί σε homo ludens. Πρόκειται για κάτι που παρατηρούμε και στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, είπε. Όμως, αυτό που προτείνει είναι ακόμη πιο τολμηρό: η εγκατάλειψη κάθε κανόνα ευγένειας, κάθε ορθολογικής συμπεριφοράς, για μια ζωή χωρίς αναστολές, όχι μόνο στο ατομικό επίπεδο αλλά και με μαζικό τρόπο. Κάθε χρόνο θα παίζονται πολεμικά παιχνίδια και με το τέλος της εποχής του μίσους, δεν θα έχει απομείνει σθένος για άλλη βία. Οι αντιδράσεις που ξεσηκώθηκαν υποστήριξαν ότι η ύπαρξη δολοφονικών ενστίκτων δεν μπορεί να αποδειχθεί επιστημονικά.
Το ίδιο απόγευμα πήρε τον λόγο η Χάριετ Έπσομ. Η ομιλία του Χάλντερ, είπε, δεν ήταν παρά μια μεταφορά παραδειγμάτων της ζωολογίας: θηρευτής, θύμα, τελετουργική πάλη, υπεράσπιση του οικείου χώρου. Όλα όσα χρειάζονται ώστε να αγνοηθεί η ανθρωπινότητα του ανθρώπου. Οι φυλές των ανθρώπων, υποστήριξε η Έπσομ, είναι εκ φύσεως ειρηνικές και η επιθετικότητα δεν είναι παρά το αποτέλεσμα του άγχους. Δεν υπάρχει τίποτε το φυσικό στη βία, αυτή προκαλείται μόνο όταν το άγχος υπερβεί ένα κρίσιμο όριο. Ο μαζικός φόνος ―ο πόλεμος― δεν είναι αποτέλεσμα ενστίκτου αλλά εκείνων των ιδεολογιών που επικαλούνται την χωρίς εγωισμό εμπιστοσύνη του ατόμου σε αυτές. Η αφοσίωση είναι που γεννά το κακό. Η αντίρρηση του Χάλντερ, που εκδηλώθηκε αμέσως, υπήρξε ότι η αφοσίωση δεν είναι παρά καλυμμένη επιθετικότητα, ωστόσο η Έπσομ συνέχισε να αμφισβητεί τις ενστικτώδεις ρίζες του πολέμου. Οι πόλεμοι γίνονται για λέξεις, είπε. Η ομάδα απορροφά το άτομο, εκμεταλλευόμενη τα αισθήματα αλληλεγγύης του, και το μεταλλάσσει σε όργανο των ιδεολογικών αντιπαραθέσεών της.
Ο Γουίνταμ αναρωτήθηκε για τις ρίζες της ευπιστίας του ανθρώπου, αυτό που η Έπσομ ονομάζει αλληλεγγύη. Η βρεφική ηλικία και η πρώιμη παιδική, λόγω της πλήρους εξάρτησης από τους γονείς, ευθύνονται για την ταύτιση και τον αφανισμό του ατόμου μέσα στην ομάδα. Ωστόσο, η λύση δεν είναι η αλλαγή συνθήκης της εξάρτησης αλλά η αναίρεσή της. Μόνο έτσι αποφεύγεται το δολοφονικό ένστικτο κατά Χάλντερ ή το αίσθημα του ανήκειν κατά Έπσομ. Η τελευταία αντέτεινε ότι το πρόβλημα δεν είναι αυτό μιας λογικής επιλογής. Η γλώσσα φέρνει την πλήρη ευθύνη για την επιθετικότητα, είναι το δηλητήριο που καταστρέφει το ανθρώπινο είδος. Η γλώσσα δεν είναι επικοινωνία, είναι κατακερματισμός· δεν είναι κατανόηση αλλά διαχωρισμός, χωρίς έναν κοινό τρόπο επικοινωνίας. Ο κόσμος, έτσι, δεν εμφανίζεται ως το κοινόν των ανθρώπων.
Την επόμενη ημέρα, ο καθηγητής Μπερτς έκανε ανακοίνωση υπό τον τίτλο «Η τεχνολογία της συμπεριφοράς». Ο Μπερτς υποστήριξε ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά υπακούει σε κάποιους βασικούς νόμους όπως οι συμπεριφορές των ποντικών ή των περιστεριών. Ο προγραμματισμός της συμπεριφοράς θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικός στα σχολεία, είπε. Η αντίδραση των άλλων συνέδρων συνέκλινε στο ότι ο Μπερτς δεν πρότεινε τίποτε άλλο παρά το αντίθετο του ανθρωπομορφισμού – ένα είδος ζωομορφισμού – για τον άνθρωπο. Η ανακοίνωση θεωρήθηκε αποτυχημένη.
Αργότερα η διάλεξη του καθολικού μοναχού Κάσπαρι δεν πήγε πολύ καλύτερα. Το μοναχικό τάγμα στο οποίο ανήκε ήταν αφιερωμένο στη μυστική θεωρία του Θεού. Η συνείδηση, είπε ο Κάσπαρι, έχει μικρή δύναμη απέναντι στα αισθήματα και τους νευρικούς ερεθισμούς. Από τη δεκαετία του 1960 και μετά, δόθηκε η δυνατότητα, με διάφορα μηχανήματα, να ελέγχει κανείς τα ανακλαστικά του. Πολλοί μυστικιστές στο παρελθόν, εξάλλου, ήταν σε θέση να εντείνουν τη δραστηριότητα του εγκεφάλου. Ορισμένα πειράματα προσπάθησαν να συνδυάσουν τα δυο φαινόμενα. Παρατηρήσεις έδειξαν μια μεγαλύτερη ικανότητα του νου να επιδρά αλλά και να μεταβάλλει το περιβάλλον, έτσι που να μπορούμε να μιλούμε για μια επικράτηση του πνεύματος επί της ύλης. Δεν πρόκειται, συνέχισε ο μοναχός, για ισχυρισμούς αλλά για αποδείξεις ― αν και η επαναληπτικότητα των φαινομένων στα πειράματα δεν ήταν εγγυημένη. Αυτό αποδείχθηκε το αδύναμο σημείο της ανακοίνωσης. Τα πειράματα δεν μπόρεσαν να καταλήξουν με απόλυτα αποδεικτικό τρόπο, του είπαν. Όπως το εξέφρασε κάποιος, επρόκειτο για έναν κυβερνητικό μυστικισμό. Ωστόσο, παρατηρήθηκε, μεγάλοι ερευνητικοί θεσμοί στη Δύση και την Ανατολή επιδίδονται σε παρόμοια πειράματα και εξ άλλου, η ιστορία των επιστημών δεν είναι πάντα αδιαχώριστη από μια ρητορική της πειθούς. Έτσι, η επιστήμη φαίνεται να εμπεριέχει ένα σκοτεινό σημείο, θα λέγαμε μάλιστα μυστικιστικό. Όμως, αυτή η θέση δεν έτυχε της γενικής αποδοχής των συνέδρων. Τι είναι, ωστόσο, η επιστήμη χωρίς ένα γενικευτικό βλέμμα, χωρίς την επιθυμία μιας κοσμοθεωρίας;
Ο τρίτος στη σειρά να μιλήσει, ο Μπρούνο Καλέσκι, ένας επιστήμονας με κυβερνητική θέση χρειάστηκε να αναχωρήσει για υπηρεσιακούς λόγους. Η διεθνής κατάσταση χειροτέρευε και οι Αμερικανοί πολίτες ανακαλούνταν από διάφορα σημεία του κόσμου.
Η τελευταία ημέρα του συνεδρίου ήταν αφιερωμένη στην ανακοίνωση του νευροχειρουργού Τσέζαρε Βαλέντι. Αυτός ξεκίνησε με μια φιλοφρόνηση προς τον μοναχό Κάσπαρι. Η προσωπική του δουλειά, ωστόσο, διευκρίνισε, δεν στόχευε στην ανύψωση των συνειδησιακών δεδομένων σε μια ανώτερη σφαίρα. Ο ίδιος υποπτευόταν πως μια ψυχοπαθολογία ήταν ενδημική στο ανθρώπινο είδος. Η ανακοίνωσή του περιελάμβανε την επίδειξη μιας συσκευής ηλεκτρικού ερεθισμού του εγκεφάλου. Μέσω της συσκευής, είπε, είναι δυνατόν να ελέγχεται η εγκεφαλική δραστηριότητα και οι κινήσεις του ατόμου που δέχεται τα ερεθίσματα. Ακολούθησε η προβολή ενός σύντομου φιλμ με τον τίτλο «Η εξημέρωση ενός δικτάτορα». Το φιλμ έδειχνε με ποιο τρόπο ο αρχηγός μιας ομάδας πιθήκων, ο Νέρων, με την εν λόγω συσκευή σταμάτησε να είναι φόβητρο και απειλή για τους άλλους πιθήκους. Στη συνέχεια του πειράματος, δόθηκε η δυνατότητα μερικού ελέγχου της συσκευής από τα άλλα άτομα της ομάδας και μια πιθηκίνα, η Ντολόρες, έμαθε πώς να προκαλεί στον Νέρωνα εκείνα τα ερεθίσματα, που τον έκαναν να έχει μια υποταγμένη συμπεριφορά. Έτσι, αυτή και οι υπόλοιποι πίθηκοι απαλλάχθηκαν από τις απειλές του. Το συγκεκριμένο πείραμα έδειξε πως μια συσκευή οδήγησε μια ομάδα στην απελευθέρωση από την τυραννία.
Ως μια επιπλέον απόδειξη, ο νευροχειρουργός κάλεσε τη βοηθό του Μις Κάρεϊ για μια επίδειξη. Η βοηθός, παλαιά ασθενής του, χάρη στην τοποθέτηση ηλεκτροδίων έγινε το ενεργούμενο του γιατρού. Παρόλη την επίδειξη, η ανακοίνωση συνάντησε τη συνηθισμένη αντίδραση. Αμφισβητήθηκε η δυνατότητα πλήρους κατανόησης της λειτουργίας του εγκεφάλου. Ο Βαν Χάλντερ είχε ισχυρές αμφιβολίες κατά πόσο τα δολοφονικά ένστικτα του ανθρώπου μπορούν να εξημερωθούν με ηλεκτρόδια. Η Έπσομ ρώτησε αν η υποταγή σε ιδεολογίες, που η ίδια υπέδειξε, μπορεί να μπλοκαριστεί με ηλεκτρόδια. Ο Μπερτς κατέκρινε τη διάκριση μεταξύ λογικής και αισθήματος. Ο ποιητής Πετιζάκ έκλεισε το στόμα του μ’ ένα σελοτέιπ ως συμβολική διαμαρτυρία χωρίς προφανή ερμηνεία. Ο Γουίνταμ αμφισβήτησε τη θεραπευτική απόδοση της μεθόδου. Ο μοναχός θεώρησε το όλο ζήτημα επίφοβο.
Η ανταπάντηση του Βαλέντι υπήρξε ότι η νευροφυσιολογία θα δώσει σύντομα τις πλήρεις και κατάλληλες απαντήσεις. Στο μέλλον, η σωτηρία του είδους θα εξερτάται από μια αρμόζουσα φαρμακευτική αγωγή που θα χορηγείται σε όλους γενικά. Σε αυτό το σημείο ο Χάλντερ έκανε το λάθος να τον διακόψει και η Μις Κάρεϊ, υπερευαίσθητη και απόλυτα αφοσιωμένη στον γιατρό της, αποφάσισε να αντιδράσει. Με τη βελόνα πλεξίματός της (γιατί έπλεκε συνεχώς) επιτέθηκε, όχι στον Χάλντερ, αλλά στη γυναίκα του Σολόβιεφ, την Κλερ, και την τραυμάτισε στο μπράτσο. Ακολούθησε πανικός, έδωσαν τις πρώτες βοήθειες στην τραυματισμένη και έσυραν έξω την Μις Κάρεϊ. Το δραματικό επεισόδιο υπήρξε το πρελούδιο στην ασυμφωνία των συνέδρων με την οποία έληξε άδοξα το συνέδριο. Η επόμενη ημέρα ήταν ημέρα αναχώρησης.
Παρ’ όλη την έλλειψη καταληκτικών συμπερασμάτων και κοινών προτάσεων για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, ορισμένες διαστάσεις του προβλήματος έγιναν πολύ εμφανείς στον Σολόβιεφ. Ο άνθρωπος σκιαγραφήθηκε καθ’ όλο το συνέδριο ως ασθενής, ως γελοιότητα της φύσης και ως υλικό πειραματισμού. Οι δυνάμεις κοινωνικής συνοχής φάνηκαν να αποσυντίθεται από τις νευρωτικές οικογένειες, τον τριμπαλισμό, τον πόλεμο και τη γενοκτονία. Η γλώσσα δεν οδηγεί παρά σε αδιέξοδους δογματισμούς και οι θετικές μεθοδολογίες της μελέτης του ανθρώπου δείχθηκαν βαθιά εσφαλμένες. Ο άνθρωπος είναι συνάμα ένδοξο και τερατώδες ον και η διττότητα αυτή γεννά τον φόβο για ένα προσεχές και σύντομο τέλος του ανθρώπινου είδους. Η βιομηχανική, η γενετική μηχανική, εμφανίζεται ως μια δυνατότητα επιβίωσης αλλά ο άνθρωπος ως αντικείμενο πειραματισμού οδηγεί σε μια σχιζοφυσιολογία. Η ίδια η γενετική μοιάζει να στηρίζεται σε λανθασμένες αναλογίες, στην ελαφρότητα ή την απελπισία. Η scala naturae που εκθείαζε την υψηλή θέση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο μοιάζει να αναστρέφεται. Ο άνθρωπος είναι ένα τεχνητό παράγωγο χωρίς αυθεντικότητα. Οι χαμένες ευκαιρίες της ανθρωπότητας συνοψίζονται στην ευχή: «αν μόνο είχε γίνει εκείνο ή το άλλο…». Η νεωτερικότητα καταλήγει σε σιωπή και υποταγή απέναντι στην ισχύ, ενώ η ιστορία δεν είναι παρά μια αφαίρεση. Τα αστέρια και η φαντασία μας δεν οδηγούν παρά σε μια αδυναμία αντίδρασης.
Η αφήγηση του συνεδρίου πλαισιώνεται από έναν πρόλογο με τίτλο «Η παρεξήγηση» και έναν επίλογο, «Οι Χίμαιρες». Ο πρόλογος διηγείται την πορεία του Θεανθρώπου προς τον Γολγοθά, κάτω από το βάρος του σταυρού, και τη συνείδησή του πως το μαρτύριό του θα γίνει παραβολή και αφετηρία για περισσότερο πόνο και αίμα. Ο επίλογος μιλάει για την ψυχοθεραπεία ενός εμμονικού που πιστεύει ότι καταδιώκεται από Χίμαιρες, τα αρχαία τέρατα. Ο ασθενής υπερασπίζεται τις ψευδαισθήσεις του ως τη μόνη πραγματικότητα αλλά παρακαλεί τον γιατρό να έχει λιγότερο συνείδηση αυτής. Από το παράθυρο του ιατρείου παρατηρεί μια παρέλαση από Χίμαιρες στον δρόμο. Στο τέλος, και ο ίδιος δεν ξέρει αν είναι Χίμαιρα. Οι αλληγορίες αυτές πλαισιώνουν το αποτυχημένο συνέδριο που αφηγείται ο Κέστλερ.