Χάρτης 79 - ΙΟΥΛΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-79/biblia/vioghrafwntas-ton-neaniko-dimara-erghasia-apokatastasis-se-kala-perivallonta
Σημαντικός διανοούμενος ο Κ. Θ. Δημαράς, σφράγισε με τη συγγραφική του παρουσία έξι δεκαετίες. Πρωτοπόρος νεοελληνιστής, εξέδωσε στα 1948 την Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας κι έγινε ο πρώτος σημαντικός συγγραφέας σ’ αυτό το πεδίο. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι παραμένει ο πιο σημαντικός, όσες ακόμη Ιστορίες της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας κι αν γράφτηκαν έκτοτε. Ποια είναι τα ιδιαίτερα γνωρίσματα εκείνου του έργου; Ας εστιάσουμε σε δύο: τη θεμελίωση τόσο της ιστορίας των ιδεών για τα ελληνικά ζητήματα, όσο και της μελέτης του νεοελληνικού διαφωτισμού και συνακόλουθα του έργου λογίων όπως ο Αδαμάντιος Κοραής. Καθώς σταδιακά η μελέτη του νεοελληνικού διαφωτισμού καθιερώνεται εμπλουτίζοντας ευρύτερα τη νεοελληνική παιδεία, θα μπορούσα να πω ότι και μόνο με τα παραπάνω, το στίγμα του διανοούμενου Δημαρά καθίσταται διακριτό ακόμη και σε περιβάλλοντα περισσότερο διευρυμένα από ένα στενά φιλολογικό.
Του Αλέξη Πολίτη του άρεσε να διανθίζει συχνά πυκνά τις αφηγήσεις του με τα λόγια του Δημαρά, που υπήρξε δάσκαλός του. Ακούγοντάς τον, αναπτύσσαμε ένα αίσθημα οικειότητας για τον μεγάλο ιστορικό, όπως συμβαίνει (και συμβαίνει, βέβαια, σπάνια κάτι τέτοιο) όταν ένας δικός σου άνθρωπος ενισχύει μέσα σου ως μεσολαβητής την ανθρώπινη πλευρά ενός μεγάλου διανοητή, τον οποίο διαφορετικά θα τον ήξερες μόνο μελετώντας το έργο του. Έτσι έγινε και αρκετοί από εμάς που βρεθήκαμε στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, συμπεριλαμβανομένου του Γιάννη Δημητρακάκη, είχαμε την τύχη να ακούμε από τον Αλέξη Πολίτη ιστορίες για τον Δημαρά, σαν ο τελευταίος να ήταν ο παππούς μας.
Ανεξάρτητα από το αν ανήκει κανείς στο λεγόμενο «ευρύ» ή σε ένα εξειδικευμένο, φιλολογικό αναγνωστικό κοινό, το βιβλίο του Γιάννη Δημητρακάκη προσφέρει πολλά, φωτίζοντας τη διαμόρφωση της σκέψης του διακεκριμένου νεοελληνιστή στον γαλλικό Μεσοπόλεμο. Ο καλαίσθητος τόμος με την υποδειγματική επιμέλεια των εκδόσεων Σοκόλη, κάνει ακόμη πιο ευχάριστη τη μελέτη. Η αλήθεια όμως είναι ότι όσο περισσότερα γνωρίζει κανείς για τη συμβολή του Δημαρά, τόσο περισσότερο ωφελείται από τις έξι μελέτες του βιβλίου, το οποίο ―με όρους κινηματογραφικής αφήγησης―, θα το χαρακτήριζα ένα prequel στην πνευματική βιογραφία του Δημαρά.
Βασιζόμενο σε μεθόδους πρόσφορες για ένα prequel, το βιβλίο επιχειρεί μια ανατροπή της καθιερωμένης εικόνας του νεοελληνιστή. Ο κεντρικός του άξονας συνίσταται σε μια θέση γνώριμη στους μαθητές του Δημαρά και τους νεοελληνιστές που είναι εξοικειωμένοι με το έργο του,1 αλλά ελάχιστα τεκμηριωμένη μελετητικά: ότι ο θεμελιωτής της μελέτης του νεοελληνικού διαφωτισμού υπήρξε στη νεότητά του «ένας αντιμοντέρνος, ένας πολέμιος του νεωτερικού κόσμου, βρίσκεται στους “αντίποδες του Διαφωτισμού” και καταφάσκει στη “μεσαιωνική θεοκρατία”».
Αναλυτικότερα, το βιβλίο παρουσιάζει τον νεανικό Δημαρά να αποτιμά αρνητικά τον αρχαιοελληνικό κλασικό πολιτισμό και τον κυρίαρχο σ’ αυτόν ορθολογισμό, ενώ παράλληλα να ασκεί κριτική στην ευρωπαϊκή νεωτερικότητα για την έμφαση που έδωσε στην υλική διάσταση της ζωής, υποστηρίζοντας τον υπερβατικό χριστιανικό λόγο και την πνευματικότητά του. Ακόμη, καθώς για τον νεαρό διανοούμενο, ο Μεσαίωνας αντιπροσωπεύει τη μοναδική ιστορική φάση στην Ευρώπη όπου η ύλη υποτάχθηκε στο πνεύμα, στο υπεραισθητό και στο αιώνιο, η αξιοποίηση των αρχών του μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης προς θεραπεία του εφήμερου και φθαρτού χαρακτήρα της αστικής δημοκρατίας.
Μεθοδολογικά πετυχημένη είναι η επιλογή του συγγραφέα, σε δύο από τα έξι κεφάλαια, οι θέσεις του Δημαρά να παρουσιάζονται μέσα από τη διαλογική αντιπαράθεσή του με δύο Έλληνες συνομιλητές. Στις σελίδες του τρίτου κεφαλαίου, τέλη της δεκαετίας του ’20 και αρχές του ’30, ο Δημήτριος Σίμος Μπαλάνος, καίτοι πανεπιστημιακός καθηγητής Θεολογίας, αποδεικνύεται υποστηρικτής ενός φιλελεύθερου και μεταρρυθμιστικού χριστιανισμού, που του επιτρέπει, για παράδειγμα, να αποφαίνεται θετικά για τον Κοραή, τη στιγμή που ο Δημαράς ζητά «να αποστρέψουμε τα μάτια μας και τη σκέψη μας» από τον Κοραή, «για να στραφούμε προς τις χριστιανικές πηγές και αξίες».2
Ακόμη περισσότερο περιπετειώδης είναι η ανάπτυξη της διαλογικής του διαφωνίας με τον Γ. Θεοτοκά, καθώς εκκινεί από το στάδιο της αντιπαράθεσης για τον νεωτερικό κόσμο και τις ουμανιστικές αξίες, των οποίων ο Θεοτοκάς είναι υποστηρικτής, και περνά, μεταπολεμικά, στη σύγκλιση. Ωστόσο, ακόμη και το τελευταίο στάδιο οδηγεί τους δύο συνομιλητές σε εκ νέου αποκλίνουσες διαδρομές, καθώς ο Θεοτοκάς, στρεφόμενος πλέον στον χριστιανισμό, καταλήγει στην αφετηρία της ιδεολογικής διαδρομής του Δημαρά, τη στιγμή που ο τελευταίος την έχει απαρνηθεί.
Από τα λόγια του Δημαρά που διέσωζε ο Αλέξης Πολίτης ήταν και η φράση: «πρέπει να ξέρουμε δέκα για να γράφουμε ένα». Ο Δημητρακάκης έχει φυσική ροπή σε αυτή τη μέθοδο δουλειάς και από μια τέτοια πειθαρχία, αποδεικνύεται ο καταλληλότερος για να αναδείξει και να αναλύσει ένα ζήτημα που ήταν εγνωσμένο αλλά όχι επαρκώς φωτισμένο: γνωρίζαμε ότι ο Δημαράς σε όλο τον Μεσοπόλεμο παρακολουθεί στενότατα τη γαλλική πνευματική ζωή. Ο Δημητρακάκης αποκαθιστά αρμοδίως το πυκνό δίκτυο των Γάλλων συνομιλητών του.
Αποδίδει επαρκώς την ατμόσφαιρα πνευματικής αναταραχής που επικρατούσε στο Παρίσι: με την αμφισβήτηση του υπάρχοντος πολιτισμικού συστήματος τόσο από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία όσο και από πολλούς διανοούμενους που έβλεπαν τον πολιτισμό της νεότερης εποχής σε βαθιά παρακμή, να οδεύει προς το τέλος του. Όλοι ετούτοι αναζητώντας μια νέα κοσμοαντίληψη και ένα νέο κοινωνικό σύστημα που θα απορρίπτει ταυτόχρονα τον υλιστικό κομμουνισμό, ο οποίος επίσης βρίσκεται σε αντιπαράθεση με την κεφαλαιοκρατία, οργανώνονται σε διάφορα κινήματα και ομίλους, εκδίδουν περιοδικά. Ξεχωρίζει ο Γάλλος καθολικός θεολόγος Ζακ Μαριτέν, γνωστός για την αντίθεσή του στη Μεταρρύθμιση και την αναγνώριση της υπεροχής του πνευματικού, ο υπερασπιστής του χριστιανικού Μεσαίωνα Ρενέ Γκενόν, η εθνικιστική Action Française με ηγέτη τον Σαρλ Μοράς για τον οποίο η στροφή στην πολιτική σηματοδότησε μια απομάκρυνση από τη λογοτεχνική κριτική. Ξεχωρίζουν ακόμη ο νεαρός Ντανιέλ-Ροπς με τον ανατρεπτικό καθολικισμό του, ο Βέλγος Ρέιμοντ ντε Μπέκερ, ο Ερνέστος Ψυχάρης και ο Σαρλ Πεγκί με το βαθύ αποτύπωμά του στην ομάδα των «Αντικομφορμιστών» Άγγλων Προτεσταντών. Στο βάθος, η διαμορφωτική επιρροή του έργου του Ρώσου φιλοσόφου Νικολάι Μπερντιάγιεφ, έμμεσα και οι απόψεις για την παρακμή του δυτικού πολιτισμού του Όσβαλντ Σπένγκλερ.
Την ιδεολογική μετατόπιση του Δημαρά, τοποθετεί ο συγγραφέας προς το τέλος της δεκαετίας του 1930, όταν με τη θετική αποτίμηση της κλασικής Ελλάδας, επιχειρείται μια προσπάθεια σύνδεσης του ελληνισμού με τον χριστιανισμό. Έως το 1945, θα έχει συντελεστεί και η θετική αποτίμηση του Διαφωτισμού, παρέκκλιση από τις ορθές αρχές του οποίου θα θεωρήσει τελικά ο Δημαράς την άνοδο του φασισμού και τον πόλεμο. Έτσι, με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, τερματίζεται οριστικά η εκ μέρους του αμφισβήτηση της νεωτερικότητας.
Γάλλοι είναι και οι (εκ του μακρόθεν) συνομιλητές του Δημαρά που τον οδηγούν σε βασικότατες παραδοχές για τη λογοτεχνία και την κριτική. Συγκεκριμένα, ο Σαιντ Μπεβ, η διαρκής σχέση του οποίου με τον Δημαρά αναλύεται εμπεριστατωμένα στο πέμπτο κεφάλαιο του βιβλίου. Μάλιστα, βάσει αυτής της σχέσης, προετοιμάζεται, κατά τον Δημητρακάκη, και η μετέπειτα επιφυλακτική στάση του Δημαρά απέναντι στην αισθητική κρίση.
Μετρώντας ο Αλέξης Πολίτης σε δύο χιλιάδες εξήντα έξι τις, επί πενήντα πέντε και πλέον χρόνια, δημοσιευμένες στον Τύπο επιφυλλίδες του Δημαρά, τον συνέκρινε με τον ακαταπόνητο Γάλλο.3 Μπορεί ο τελευταίος να είχε κατά πολύ εκτενέστερο επιφυλλιδικό έργο, αλλά κάτι έχει να μας πει μια τέτοια σύγκριση για το είδος του διανοούμενου που ήθελε να είναι και ο Δημαράς. Είμαι σε θέση να ξέρω ωστόσο, ότι για τον Δημητρακάκη, κατά τα χρόνια της δικής του παραμονής στο Παρίσι, η διαπίστωση της εντονότατης απήχησης του Σαιντ Μπεβ στον Δημαρά, αποτέλεσε ένα είδος έκπληξης. Γιατί μπορεί ο Σαιντ Μπεβ να υπήρξε ο θεμελιωτής της νεότερης λογοτεχνικής κριτικής, αλλά αυτή η εξέλιξη είχε συντελεστεί στον προηγούμενο αιώνα. Στο Παρίσι της εποχής του Δημαρά, με την έκρηξη του θεωρητικού λόγου, μια τέτοια προσήλωση στην παραδοσιακή λογοτεχνική κριτική δε συνιστούσε μια ακόμη de facto εκδήλωση ενός «αντιμοντέρνου» διανοούμενου;
Πιθανότατα, η συνέχεια της μελέτης της πνευματικής διαμόρφωσης του Δημαρά, κατά τη μεταπολεμική περίοδο, θα εξακολουθούσε να αποδίδει γαλλικά περιβάλλοντα συνομιλητών. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να φωτίσει περισσότερο τη σύγκλιση της λογοτεχνικής ιστορίας και της ιστορίας των ιδεών στη βάση του αντίστοιχου λανσονικού μοντέλου. Αλλά κάτι τέτοιο θα ήταν υπόθεση μιας νέας ερευνητικής διαδρομής.
Για τον Δημαρά, όπως συνέβη και με τον συγγραφέα του βιβλίου, αλλά και με τον Αλέξη Πολίτη, οι διαδρομές της σκέψης διαμορφώθηκαν, εν πολλοίς, στο Παρίσι. Επιστρέφοντας ο Γιάννης Δημητρακάκης από το δικό του ταξίδι, είχε στις βαλίτσες του τα δικά του ερεθίσματα, τις δικές του αφορμές για να κατανοήσει και να αντιληφθεί την πνευματική διαμόρφωση του Δημαρά. Καταπιάστηκε με τούτη τη μελέτη, έχοντας προηγούμενα διανύσει άλλες διαδρομές. Και ερχόμενος στο Ρέθυμνο, εργάστηκε επί μακρόν συνομιλώντας για τον Δημαρά με τον πλέον καίριο συνομιλητή, τον Αλέξη Πολίτη. Συγκροτήσαν έτσι, από κοινού, ένα μέρος απ’ ό,τι ο Αλέξης ονόμαζε «καλά περιβάλλοντα». Κάπως έτσι, η μελέτη του Γιάννη Δημητρακάκη ωρίμασε στο περιβάλλον της επιστημονικής μας κοινότητας με τρόπο που συνιστά πλέον ένα κεφάλαιο στην κατηγορία: η νεοελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και τον ευχαριστούμε γι’ αυτό.
______________
Το κείμενο βασίζεται σε ομιλία που εκφωνήθηκε στην εκδήλωση «Εκδόσεις, ιστορία και κριτική της λογοτεχνίας» του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, η οποία ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Αλέξη Πολίτη και πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο, στις 5 Μαΐου 2025.
1. Μαριλίζα Μητσού, «Φιλοσοφικά φροντίσματα του Κ. Θ. Δημαρά (1926-1940)», στο Τ. Σκλαβενίτης (επιμ.), Επιστημονική συνάντηση στη μνήμη του Κ. Θ. Δημαρά, Αθήνα, Κ.Ν.Ε.-Ε.Ι.Ε., 1994, 54-55.
2. Αντλώ τη φράση από το Φ. Ηλιού, «Οι ασέβειες του ιστορικού», στο Τ. Σκλαβενίτης (επιμ.), ό.π., 33.
3. Αλέξης Πολίτης, «Η εβδομαδιαία παρουσία του», στο Τ. Σκλαβενίτης (επιμ.), ό.π., 153.