Χάρτης 81 - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-81/komiks/oi-kinighoi-tis-khamenis-lezantas
Έναν αιώνα ζωής συμπλήρωσε φέτος το New Yorker. Το γνωστό Αμερικανικό περιοδικό συνεχίζει να γράφει ιστορία με ρεπορτάζ, κριτική και σχολιασμό διεθνών πολιτικών και κοινωνικών ζητημάτων, σύγχρονη μυθοπλασία και ποίηση σε πρώτη δημοσίευση, καθώς και διάφορες στήλες που δίνουν το στίγμα του, ενώ πολλοί συνεργάτες στη μακρά εκδοτική πορεία του έχουν κερδίσει σημαντικά βραβεία, μεταξύ των οποίων το Νομπέλ και το Πούλιτζερ. Περίοπτη θέση σε αυτό το ξεχωριστό περιβάλλον κατέχουν οι γελοιογραφίες, οι οποίες αποτελούν πολυσύχναστο σημείο συνάντησης του αναγνωστικού κοινού με τα σκίτσα που δημοσιεύονται ―εν αφθονία― στις σελίδες του. Το σλόγκαν του New Yorker, άλλωστε, είναι: «Ιστορίες που έχουν σημασία. Το χιούμορ που χρειάζεσαι». Η σύνδεση των αναγνωστών με τις γελοιογραφίες του περιοδικού ενισχύεται περισσότερο στην προτελευταία σελίδα, όπου κάθε εβδομάδα δημοσιεύεται μια γελοιογραφία, σκόπιμα χωρίς λόγια. Οι αναγνώστες καλούνται να επινοήσουν και να στείλουν στο περιοδικό τη λεζάντα που λείπει, διεκδικώντας τη διάκριση της καλύτερης μεταξύ χιλιάδων συμμετοχών. Η επιτυχία που γνώρισε η συγκεκριμένη σελίδα, από το 2005 που ξεκίνησε, έγινε αφορμή για τη δημιουργία μιας αμφίδρομης σχέσης μεταξύ του «παθητικού» αναγνώστη και της δημοσιευόμενης ύλης. Μια ιδιότυπη συνεργασία που αντιστρέφει τη συνήθη διαδρομή, μεταφέροντας τη φαντασία και το χιούμορ των αναγνωστών εντός των σελίδων.
Η φετινή επέτειος είναι διπλή, καθώς εκτός από το ένα αιώνα εκδοτικής ζωής του περιοδικού εορτάζεται και το τεταρτημόριό του: τα 25 χρόνια λειτουργίας του διαγωνισμού λεζάντας.
Από την ίδρυσή του, το New Yorker ήταν γνωστό για τις γελοιογραφίες που δημοσίευε, φτιαγμένες από το πενάκι ―και, πλέον, το ποντίκι― γνωστών σκιτσογράφων. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη ότι ο πρωτότυπος διαγωνισμός αποτέλεσε μια από τις πιο επιτυχημένες εφαρμογές.
Ο διαγωνισμός «γεννήθηκε» το 1999 ως ένθετο στην ετήσια έκδοση του New Yorker με τις καλύτερες γελοιογραφίες της χρονιάς, και επαναλαμβανόταν κάθε χρόνο μέχρι το 2004. Το 2005, με δεδομένη την αύξηση της δημοτικότητας της σελίδας, οι τότε υπεύθυνοι αποφάσισαν να διοργανώσουν το διαγωνισμό σε εβδομαδιαία βάση. Αποδείχθηκε μια πολύ καλή ιδέα, αφού το κοινό ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό και χιουμοριστικό οίστρο: Περισσότεροι από τετρακόσιες χιλιάδες αναγνώστες έχουν πάρει μέρος στο διαγωνισμό μέχρι σήμερα, υποβάλλοντας πάνω από ένα εκατομμύριο λεζάντες. Το μόνο πρόβλημα ήταν τα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια: Με δεδομένο ότι η γελοιογραφία του διαγωνισμού δημοσιεύεται στο τεύχος της Δευτέρας και η προθεσμία υποβολής συμμετοχών λήγει τα μεσάνυχτα της Κυριακής, οι υπεύθυνοι δεν πρόφταιναν να δημοσιεύσουν το όνομα του νικητή στο αμέσως επόμενο τεύχος. Η λύση δόθηκε με τη δημιουργία ενός κλιμακωτού συστήματος, στο οποίο κάθε διαγωνισμός ολοκληρώνεται σε τρεις φάσεις. Την πρώτη εβδομάδα δημοσιεύεται η γελοιογραφία χωρίς λόγια, συγκεντρώνονται οι λεζάντες και επιλέγονται οι τρεις καλύτερες από μέλη της συντακτικής επιτροπής. Ακολουθεί, την επόμενη εβδομάδα, η δημοσίευση των τριών λεζαντών που ξεχώρισε η ομάδα. Στην τρίτη και τελευταία φάση, οι αναγνώστες (συμμετέχοντες και μη στο διαγωνισμό) ενεργοποιούνται ξανά, αυτή τη φορά για να ψηφίσουν την καλύτερη από τις τρεις. Η λεζάντα που λαμβάνει το μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψήφων (μία ψήφος ανά άτομο και μία ψήφος ανά διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου) δημοσιεύεται μαζί με τη γελοιογραφία και το όνομα του νικητή ή της νικήτριας. Με ανάλογο τρόπο παρουσιάζονται σε κάθε τεύχος τα τρία στάδια του διαγωνισμού που βρίσκεται σε εξέλιξη: Στην κορυφή της σελίδας δημοσιεύεται η καινούρια γελοιογραφία χωρίς λεζάντα, κάτω αριστερά οι τρεις καλύτερες λεζάντες της προηγούμενης γελοιογραφίας και κάτω δεξιά το όνομα του νικητή με τη λεζάντα που νοηματοδότησε το «βουβό» σκίτσο.
Πώς λειτουργεί όμως, η πίσω όψη αυτού του νομίσματος; Οι σκιτσογράφοι, με άλλα λόγια, που προσφέρουν γελοιογραφίες τους στο παιχνίδι της χαμένης λεζάντας; Ο σκιτσογράφος Feggo, από τους σταθερούς συνεργάτες του New Yorker τα τελευταία χρόνια, απάντησε και εξ ονόματος των υπολοίπων συναδέλφων του οι οποίοι συμμετέχουν στο μηχανισμό του διαγωνισμού: «Συνήθως, οι γελοιογραφίες που δίνουμε είναι κανονικές, με λεζάντα, και υποβάλλονται με την προοπτική να δημοσιευτούν στις σελίδες της τρέχουσας ύλης. Από εκεί και πέρα, ο υπεύθυνος συντάκτης με τους βοηθούς του επιλέγουν κάποιες, αφαιρούν τη λεζάντα τους και τις εντάσσουν το διαγωνισμό. Παλαιότερα, ο Μπομπ Μάνκοφ, συντάκτης γελοιογραφιών μέχρι το 2017, ζητούσε να του πηγαίνουμε σκίτσα χωρίς λόγια, που προορίζονταν εξαρχής για το διαγωνισμό. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον για εμάς να βλέπουμε τις αναπάντεχες εκδοχές της αρχικής μας ιδέας από «συνεργάτες» που ούτε καν τους γνωρίζουμε. Να πω εδώ ότι οι υπεύθυνοι, αρχικά συνήθιζαν να διαβάζουν όλες τις λεζάντες που υποβάλλονταν. Αργότερα, λόγω του αυξανόμενου αριθμού συμμετοχών και του τεράστιου όγκου δουλειάς που προέκυψε, εφαρμόστηκε ένα πρόγραμμα αλγορίθμων που βοήθησε τους κριτές να μην τρελαθούν. Αναφορικά με τους νικητές, παλαιότερα συνήθιζαν να τους απονέμουν τυπωμένη τη γελοιογραφία με τη νικητήρια λεζάντα τους. Αυτό αποδείχτηκε αρκετά πολύπλοκο, καθώς αρκετοί ζούσαν σε άλλες χώρες. Έτσι, το βραβείο σήμερα είναι να έχεις την τιμή να δεις στο New Yorker το όνομά σου και τη λεζάντα σου στη θέση του νικητή».
Είναι πολλοί, μέχρι σήμερα, οι τροπαιούχοι του διαγωνισμού. Ελάχιστοι όμως εκείνοι που κατάφεραν να επαναλάβουν το κατόρθωμα περισσότερες της μιας φοράς. Και, μέχρι στιγμής, ένας ο πολυνίκης. Το όνομά του είναι Λάρι Γουντ, ζει στο Σικάγο, και μας αιφνιδίασε με τις επαγγελματικές του ιδιότητες: Δίδασκε για 22 χρόνια το μάθημα για το δίκαιο της στέγασης και της φτώχειας στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σικάγο, ενώ τώρα είναι εποπτικός δικηγόρος της Legal Action Chicago, του μεγαλύτερου παρόχου δωρεάν αστικών νομικών υπηρεσιών των Μεσοδυτικών πολιτειών σε άτομα που ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Αποδεικνύεται ότι εκτός από ακτιβιστής νομικός, είναι και άνθρωπος με ανεξάντλητα αποθέματα χιούμορ, αφού έχει κατακτήσει οκτώ φορές το τρόπαιο του διαγωνισμού και έχει φτάσει άλλες δεκατέσσερις στο γύρο των φιναλίστ. «Το μυστικό μου είναι εν μέρει η επιμονή», λέει ο ίδιος. «Άρχισα να υποβάλλω λεζάντες το 2005, αλλά παρέμενα βαθιά απογοητευμένος σχεδόν δύο χρόνια. Τελικά, είδα μία λεζάντα μου να κερδίζει για πρώτη φορά σε ένα τεύχος του 2007, αλλά και πάλι η συνέχεια δεν ήταν εύκολη. Παρόλο που εξακολούθησα να στέλνω λεζάντες σε εβδομαδιαία βάση, υπήρξαν περίοδοι αγρανάπαυσης χωρίς διακρίσεις, στη διάρκεια των οποίων μελέτησα τρόπους για βελτιώσω τις λεζάντες. Αν κρίνω από τις βραβεύσεις, μάλλον βρήκα τη σωστή συνταγή η οποία βασίζεται στις ακόλουθες 10 εντολές:
≈ Προσδιορίστε σωστά το χαρακτήρα της γελοιογραφίας που φαίνεται να μιλάει και, επομένως, παραδίδει τη “γραμμή” που θα χρησιμεύσει στη λεζάντα σας.
≈ Βεβαιωθείτε ότι η λεζάντα σας είναι συνεπής με τις εκφράσεις των χαρακτήρων.
≈ Δώστε μια εξήγηση. Οι περισσότερες γελοιογραφίες που δημοσιεύονται είναι αλλόκοτες χωρίς τα λόγια τους. Η λεζάντα σας πρέπει να παρέχει νόημα στην εικόνα, συχνά με τη συμφιλίωση δύο διαφορετικών πλαισίων αναφοράς.
≈ Διαλέξτε τις λέξεις σας προσεκτικά, καταργώντας όσες είναι περιττές.
≈ Μην αρκεστείτε στο να είστε απλώς έξυπνοι, προσπαθήστε να είστε αστείοι.
≈ Αποφύγετε το προφανές αστείο.
≈ Μη χρησιμοποιείτε θαυμαστικό, εκτός κι αν ο χαρακτήρας φωνάζει.
≈ Προσπαθήστε να υποβάλετε μια λεζάντα που θα λέει μια ιστορία και θα εξηγεί πώς οι χαρακτήρες βρέθηκαν στην κατάσταση στην οποία βρίσκονται.
≈ Μην αγνοείτε τίποτα σημαντικό. Προσπαθήστε να αντιμετωπίσετε όλα όσα συμβαίνουν στη γελοιογραφία. Αυτό, φυσικά, δεν είναι κανόνας, επειδή ορισμένες υπέροχες λεζάντες αιφνιδιάζουν, εστιάζοντας σε μια φαινομενικά ασήμαντη λεπτομέρεια.
≈ Μη θάβετε την τελευταία ατάκα. Η λεζάντα σας πρέπει να τελειώνει με μια λέξη ή φράση που εκπλήσσει τον αναγνώστη και δίνει αναπάντεχο νόημα στη γελοιογραφία.