Χάρτης 81 - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-81/diereynhseis/skorpies-eikones-apo-ti-ghnorimia-moi-me-tin-kiki-dimoila
Την Κική Δημουλά πρωτογνώρισα ως ποιήτρια μόλις το 1990, όταν διάβασα το Έρεβος που κυκλοφόρησε από τις καλαίσθητες Εκδόσεις «Στιγμή». Την πρώτη έκδοση (1956) της εμβληματικής αυτής συλλογής θα ήταν παράλογο να την ήξερε ένα παιδάκι οκτώ χρόνων που ζούσε εν αγνοία του τη μετακατοχική δυστοπία σε ένα αποκομμένο από τον έξω κόσμο ορεινό χωριό της Ανατολικής Κρήτης. Μου έκανε εντύπωση η επιλογή μιας ομηρικής λέξης που δηλώνει το σκοτάδι του κάτω κόσμου, τον Άδη, για να τιτλοφορήσει την πρώτη στην ουσία ποιητική της συλλογή μια μόλις εικοσιπεντάχρονη ποιήτρια. Από τότε καρφώθηκε στο μυαλό μου η ιδέα ότι η ποίηση της είναι «ερεβώδης». Η μετέπειτα λαμπρή ποιητική της πορεία, με εντυπωσιακά διευρυμένη οπτική γωνία και θεματική, ενίσχυσε τη θέση μου ότι κατ’ εξοχήν γνώρισμα της ποιητικής της ρώμης είναι οι τολμηρές και άκρως επικίνδυνες καταδύσεις της στα αβυσσαλέα βάθη του ωκεανού της γλώσσας τις οποίες, συνειδητά ή μη, αποκρύπτουν τα ήρεμα νερά των στίχων της σε ένα πρώτο σημειωτικό επίπεδο. Οι τρικυμίες γίνονται αντιληπτές στο δεύτερο μετασημειωτικό επίπεδο, ενώ στο τρίτο ξεσηκώνονται θύελλες. Έτσι ερμηνεύεται εν μέρει η σκοτεινή, μυστηριακή και μυστηριώδης, τελικά τόσο αινιγματική, γεμάτη φιλοσοφημένες εκπλήξεις ποίηση της Δημουλά.
Ένα δεύτερο γνώρισμα του ποιητικού της οίστρου είναι το δέος που με πλημμυρίζει βλέποντας σε πολλούς στίχους της να χορεύουν προκλητικά λυγερόκορμες λέξεις οδεύοντας άφοβα στο χείλος του γκρεμού και καθώς μετεωρίζονται πάνω στο αβυσσαλέο χάσμα, βρίσκουν τη δύναμη να πιαστούν από τις ρίζες ολάνθιστου ευωδιαστού θυμαριού, που τόλμησε να φυτρώσει εκεί, και να σωθούν την τελευταία στιγμή, αναπηδώντας. Καθώς αλλάζουν πορεία, μετασχηματίζονται σε φευγαλέα πουλιά της μνήμης φτερουγίζοντας με ασυνήθιστη χάρη στον αέρα ή τον αφρό των κυμάτων.
Το 2000 ο Νικόλαος Ματσανιώτης, Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών, στην πρώτη συζήτηση που είχα μαζί του για τη σύνταξη ενός νεοελληνικού λεξικού, όταν άρχισα να του απαριθμώ λέξεις γεμάτες εκφραστική ζωντάνια, με διέκοψε απαγγέλοντάς μου στίχους της Κικής Δημουλά. Μου διηγήθηκε ότι του πρόσφερε ένας φίλος του δυο τρεις ποιητικές συλλογές της, τις διάβασε έκπληκτος μονορούφι. Τον επόμενο χρόνο της απονεμήθηκε το Αριστείο της Τάξης των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών. Το 2002 ζήτησε να τη δει από κοντά. Η Δημουλά πήγε στο γραφείο του στην Ακαδημία με μεγάλη περίσκεψη. Όταν της ανακοίνωσε ότι θα προκηρυχθεί η έδρα της ποίησης και της πρότεινε να υποβάλει υποψηφιότητα, αλλάζοντας χρώμα από ταραχή και συγκίνηση, η συνεσταλμένη ποιήτρια του είπε ότι αυτό δεν γίνεται γιατί δεν έχει πτυχίο πανεπιστημίου και ότι το Αριστείο που της απένειμε η Ακαδημία την προηγούμενη χρονιά ήταν ήδη υπερβολικά ανέλπιστο και ανεκτίμητο δώρο. Η επίμονη άρνησή της δεν ήταν αποτέλεσμα σκηνοθετημένης επίπλαστης ευγένειας, αλλά έκφραση ειλικρινών αισθημάτων. Τα υψηλά αξιώματα την άφηναν αδιάφορη. Όταν αυτά ήρθαν και τη βρήκαν, δεν επηρέασαν ούτε στο ελάχιστο την ενάρετη και ασκητική βιοτή της.
Στη μνήμη μου κρατώ αναλλοίωτες πολλές εικόνες και σκηνές από τις συναντήσεις μας. Η πρώτη και καλύτερη ήταν η ημέρα υποδοχής της στην Ακαδημία Αθηνών στις 11 Νοεμβρίου 2003. Κοίταζα την «ερίτιμη Κυρία», όπως την αποκαλούσε ο κεντρικός ομιλητής, ο Ακαδημαϊκός Βασίλειος Πετράκος, όταν έλεγε: «Η χρήση του μεγάλου λεκτικού πλούτου της νέας ελληνικής σας προφυλάσσει από τη γλωσσική μονοτονία. Η ποίησή σας είναι σοβαρή, κάποτε σκυθρωπή, ποίηση εσωτερικής ζωής, ποίηση όπου ο άνθρωπος αναζητώντας τον εαυτό του προσπαθεί να τον διασώσει». Προς το τέλος της ομιλίας του ανέφερε: «Όταν διαβάζω τα ποιήματά σας, μου έρχεται στο νου ο στίχος του Αλεξανδρινού: ‘Πάντοτε ωραία και μουσικά τα ελληνικά σου είναι’». Και στις δύο περιπτώσεις, εμφανώς αμήχανη, είχε χαμηλώσει το βλέμμα της.
Αρκετές από τις σημειώσεις που κρατούσα τότε, νομίζω ότι δεν θα ξεθωριάσουν ποτέ: «Σαν ματσάκι από λέξεις η ποίηση. Σαν μια εκδρομή μακριά από την πυκνοκατοικημένη γλώσσα. Σαν μια φωλιά φυγής η ποίηση. Ο παρηγορητικός χρόνος. Όταν φεύγει μας αφήνει το τηλέφωνό του. Απαντάει πάντα η στενογράφος του: η μνήμη. Ποτέ ο ίδιος. Η μνήμη: Αφανής ψυχοθεραπεύτρια. Το λίγο αντί του πολύ, το σταθερό αιτούμενο της ποίησης». Τη στιγμή που μιλούσε για τις «γκρεμισμένες ωραιότητες που δόθηκαν αντιπαροχή για να στεγαστεί η αναπόλησή τους», αντέδρασα με ένα πικρό χαμόγελο γιατί, κάτοικος της Κυψέλης, όπως και η ποιήτρια, περπατώντας στους δρόμους της, γεμάτους αρχοντικά, έκανα τις ίδιες σκέψεις, με απελπιστική όμως πεζότητα.
Στις 16 Δεκεμβρίου 2009 η Ακαδημία Αθηνών οργάνωσε Ημερίδα αφιερωμένη στον Κωστή Παλαμά με την ευκαιρία συμπλήρωσης 150 ετών από τη γέννηση του εθνικού μας ποιητή. Είχα τη σπάνια τύχη να είμαι ομιλητής δίπλα στον Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο και την Κική Δημουλά. Τη συνάντησα στην αίθουσα των Ακαδημαϊκών μισή ώρα πριν από την έναρξη της εκδήλωσης. Ήταν μόνη. Λίγο πιο πέρα πήρε το μάτι μου την κόρη της Έλση, το φύλακα άγγελό της. Έντονα αγχωμένη, κάπνιζε αρειμανίως. Άραγε θα τα καταφέρω; Μου είπε. Μαγεύετε τον κόσμο, όταν μιλάτε, της απάντησα. Το ίδιο θα συμβεί και απόψε. Με κοίταξε κατάματα ρωτώντας με: «Αν δεν σας αρέσει η ομιλία μου, θα μου το πείτε;». Και βέβαια, ανταπάντησα. Όταν ανέβηκε στο βήμα, ξεκινώντας με τον παλαμικό στίχο, που ήταν και ο τίτλος της ομιλίας της, «Τάχα θα ξανασυναντηθούμε κάποτε;» το ακροατήριο κρεμόταν κυριολεκτικά από τα χείλη της. Με τρεμάμενη φωνή, αναλογιζόμενη τους «Καημούς της λιμνοθάλασσας», και με θρησκευτική ευλάβεια, ανακαλώντας στη μνήμη της την «Ασάλευτη ζωή» και τη μορφή του, άρχισε να του λέει: «Γνωρίζω ότι ξύπνησες τους ασάλευτους τρόπους του λόγου από το λήθαργο της κοινοτοπίας, βουτώντας τους στα καινούργια νερά των καινοτομιών με συνηχήσεις, παρηχήσεις και άλλα εύρυθμα δαιμόνια, εμφυσώντας στην οκνηρή στασιμότητα των εκφραστικών μέσων, αυτή την έξοχη, ζωογόνο αποκοτιά της μεταφορικότητας».
Η ερωτική εξομολόγηση που έκανε στον Παλαμά με τόση εκφραστικότητα, χάρη και ευγένεια ψυχής, ήταν η ωραιότερη θεατρική παράσταση που είδα στη ζωή μου, χωρίς να παίζει θέατρο η μοναδική κεντρική ηρωίδα. Ήταν ένας βαθύτατα φιλοσοφημένος μονόλογος πειθαρχημένος στους αισθητικούς κανόνες της αληθινά μεγάλης ποίησης.
Ύστερα από πολλή ώρα, όταν της έσφιξε το χέρι και ο τελευταίος θαυμαστής της, την πλησίασα και της είπα χαμηλόφωνα: «Κυρία Δημουλά, μη μου πείτε ότι δεν καταλάβατε ότι άθελά σας κλέψατε την παράσταση στην αποψινή Ημερίδα. Όλη σας η ομιλία ήταν σκέτη ποίηση». Δεν με ξάφνιασε το αδιάφορο χαμόγελό της. Πράγματι, καθώς την άκουγα να διαβάζει το κείμενο, είχα συχνά την αίσθηση ότι απήγγελλε ποιήματά της.
Στις 3 Νοεμβρίου 2014 έγινε στην Ακαδημία Αθηνών η επίσημη παρουσίαση του Χρηστικού Λεξικού της Νεοελληνικής γλώσσας. Η Κική Δημουλά κατέφθασε πρώτη με την αγαπημένη της κόρη Έλση και την εγγονή της Ιωάννα. Καθώς με είδε αγχωμένο, με πλησίασε και μου είπε «Θα πάνε όλα καλά». Η εκδήλωση ξεκίνησε με την άφιξη του τότε υπουργού Πολιτισμού Κωνσταντίνου Τασούλα ο οποίος κατευθύνθηκε προς την ποιήτρια και τη χαιρέτησε με θαυμασμό. Τα χρόνια που γραφόταν το Λεξικό την ενημέρωνα τακτικά για την πορεία των σχετικών ερευνών. Την εντυπωσίαζαν οι μικρές λέξεις και ο τρόπος που τις αντιμετωπίζει ο λεξικογράφος. Στον εισιτήριο λόγο της στην Ακαδημία Αθηνών ανέφερε:* «Γράφουμε για ένα ίσως. Για να τιμήσουμε αυτή την αμερόληπτη λέξη, που κρατάει τις ίδιες αποστάσεις από το ναι όσο και από το όχι». Στην τελευταία της ποιητική συλλογή Άνω τελεία (2016: Ίκαρος, σσ. 37-38) το ποίημα με τον εύγλωττο τίτλο «Ύμνος στη λέξη ίσως» αποτελεί εγκώμιο της μικρής αυτής λέξης που δηλώνει κατά τους λεξικογράφους το πιθανό, τους διαφεύγει όμως ότι «κατέστησε της αβεβαιότητας/τη δυναστεία πιο κραταιή ακόμα…». Συχνά επαινούσε το Χρηστικό λεξικό, αγόραζε μάλιστα κατά διαστήματα αρκετά αντίτυπα και τα δώριζε σε φιλικά της πρόσωπα. Κάποτε της είχα πει: Εσείς, αληθινή ποιήτρια, βάζετε στο περιθώριο εμάς τους λεξικογράφους, όταν γράφετε λήμματα-ποιήματα, όπως το ίσως. Μας λέτε με το δικό σας μοναδικό τρόπο ότι εκφράζει τη μυστηριώδη ύπαρξη του ανεξακρίβωτου, την οποία μπορεί να εντοπίσει μόνο το ραντάρ ακριβείας της γνήσιας ποιήτριας που στοχάζεται με ιδιαίτερη διεισδυτικότητα και αναστοχάζεται με ειλικρίνεια και κριτική διάθεση.
Τη Δευτέρα 15 Απριλίου 2019 η Πανελλαδική Οργάνωση Γυναικών «Παναθηναϊκή». Παράρτημα Ν. Ψυχικού, πραγματοποίησε λαμπρή εκδήλωση προς τιμήν της ποιήτριας στην Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλινών. Ήταν η τελευταία της δημόσια εμφάνιση. Στην εισήγησή μου, με τίτλο «Πέντε λανθάνοντα ποιήματα της Κικής Δημουλά», έδειξα ότι στην ομιλία της για τον Κωστή Παλαμά υπάρχουν αυθύπαρκτα ποιήματα εγκατεσπαρμένα αρμονικά στην κειμενική ροή, γεγονός το οποίο εξέπληξε και την ίδια την ποιήτρια. Η διάχυτη ποιητικότητα στο δοκιμιακό της έργο μου έκανε εντύπωση από παλιά.
Στις 22 Φεβρουαρίου 2020 η καρδιά της ποιήτριας σταμάτησε να χτυπά. Ένιωσα τον ίδιο άφατο πόνο που βίωσα όταν έχασα τη μεγάλη μου αδελφή. Τρεις μέρες αργότερα έγινε η πάνδημη εξόδιος ακολουθία της. Ήταν τα πιο πικρά γενέθλια της ζωής μου. Τον επικήδειο που θα εκφωνούσα τον δημοσίευσα, όπως θα ήθελε και η ίδια, χωρίς να τον πάρει είδηση κανείς, σαν ανάλαφρο αεράκι που σιγοκλαίει το δειλινό περνώντας μέσα από τις έρημες καλαμιές.**
Συναναστρεφόμενος εκατοντάδες πνευματικούς ανθρώπους, Έλληνες και ξένους, περισσότερο από μισό αιώνα, δεν διστάζω ούτε μία στιγμή να πω ότι η Κική Δημουλά ήταν για μένα, όπως και για χιλιάδες θαυμαστές της, φωτεινή εξαίρεση. Αν θα μπορούσαν να είχαν καταγραφεί οι τηλεφωνικές συνομιλίες που είχα μαζί της επί μία εικοσαετία, σε στιγμές λύπης και χαράς, μεταφυσικής αγωνίας και προβληματισμού, θα αποτελούσαν μεγάλης αξίας μαρτυρίες γνήσιας προφορικής επικοινωνίας μιας προσωπικότητας που συμμετείχε με ειλικρίνεια και πόνο ψυχής στα βάσανα και τα προβλήματα του άλλου. Έχοντας η ίδια ζήσει το φθόνο και την υπονόμευση, ήξερε να αντιμετωπίζει με στωικότητα και αυτοσαρκασμό τις αλλόκοτες συμπεριφορές. Εκτός των άλλων, η γενναιοδωρία της αποτυπώνεται στην πλουσιότατη αλληλογραφία της η οποία αξίζει να δει κάποτε το φως της δημοσιότητας. Υπήρξε χαρίεσσα με τη μενάνδρεια σημασία της λέξης, όπως χαρίεντα είναι και τα έργα της. Η Κική Δημουλά καταυγάζει το αστραποβόλο πνευματικό της φως στα σκοτεινά ερέβη που μας περιζώνουν κι ας θεωρούσε η ίδια ότι η ποίηση βοηθά όσο ένα «κεράκι αφτούμενο», για να θυμηθούμε τον Ερωτόκριτο, που σιγοκαίει σε ερημικό ξωκλήσι. Η Κική Δημουλά ξεχωρίζει τώρα στους ασφοδελούς λειμώνες του Ομήρου ως ένα σπάνιο, ανεξερεύνητο ακόμα είδος ολόλευκης, ή, αν θέλετε, ολοκόκκινης παιώνιας.
Θαυμάζω ανυπόκριτα την Κική Δημουλά για τις ευφάνταστες γλωσσικές και νοηματικές ανατροπές που επέφερε στη νεοελληνική ποίηση αναδεικνύοντας ιδιοφυώς με υψιπετή ανοίγματα το επίγειο και ταπεινό. Η γλώσσα της προσεγγίζει τα όρια της απόλυτης καθαρότητας. Τα ερμηνευτικά προβλήματα της ποίησής της επιλύονται όχι με την αποσαφήνιση της έννοιας μεμονωμένων λέξεων, αλλά με την κατανόηση των απρόβλεπτων συνδυασμών που εφευρίσκει η ποιήτρια για να υφάνει το λόγο της, επιλέγοντας ασυνήθιστα χρώματα και ανακαλύπτοντας νέα σχήματα και σχέδια. Δεν είναι τυχαίο ότι στον μυθιστοριογράφο Ηλιόδωρο (3ος-4ος μ.Χ. αι.) ποιήτρια είναι η υφάντρια. Την πανάρχαια τέχνη της υφαντικής του λόγου εξάσκησε η Δημουλά με αταλάντευτη επιμονή και περισσή φροντίδα, αφήνοντας ανεξίτηλη τη σφραγίδα της ιδιοφυίας της.
Παροιμιώδης έχει μείνει η φιλάνθρωπη δοτικότητα και η ανεπιτήδευτη σεμνότητά της. Τον Μάρτιο του 2014 κυκλοφόρησε η ποιητική της συλλογή Δημόσιος καιρός. Μου την πρόσφερε με φυσική συστολή. Τα καταληκτικά αφιερωματικά της λόγια επιβεβαιώνουν τη δύναμη της πένας της, όπως και την αγνή, ευαίσθητη και άδολη ψυχή της: «Σας ευχαριστώ που με τιμάτε με την εξαπατημένη εκτίμησή σας».
_______________
Ομιλία που έγινε στις 21 Μαρτίου 2025 στο Φανάρι, στην ανακαινισμένη ιστορική «Πατριαρχική Αστική Σχολή Μαρασλή» στο πλαίσιο του Διεθνούς Μαθητικού Συνεδρίου Λογοτεχνίας με θέμα: «Κική Δημουλά - Η ποιήτρια», το οποίο πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη, Ζωγράφειο Λύκειο, 19-23 Μαρτίου 2025. Βλ. «Μια μέρα με την Κική Δημουλά»,
* Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, Τεύχος Β΄, Αθήνα 2003, σ. 81. Βλ. και την αυτοτελή έκδοση, Ο φιλοπαίγμων μύθος, 2003: Ίκαρος.
** «Βαρύτονο πένθος. Ο δοκιμιακός λόγος της Κικής Δημουλά», εφ. Ιεράπετρα 21ος αιών, αρ.. φ. 1097, 27.2.20, σ. 11.