Χάρτης 81 - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-81/poiisi-kai-pezografia/laidi-makveth-ninemia
Λαίδη Μάκβεθ
Έφερνες το βιολί στον ώμο σου, μόλις ξυπνούσες, σα να σήκωνες τη μέρα που χάραζε. Πρώτα ρούφαγες τις νότες, ύστερα τον καπνό. Έβαζες το Τρίτο Πρόγραμμα στο ραδιόφωνο κι εγώ το γυρνούσα στο Δεύτερο. Έκανες πως δεν σε πείραζε. Μου 'λεγες πάλι εκείνη την ιστορία για τη Λαίδη Μάκβεθ του Σοστακόβιτς, με την ίδια λάμψη στα μάτια. Έκανα πως δεν την ήξερα. Συνδεθήκαμε ποτέ; Μια λέξη μεγάλωνε μέσα σου, φούσκωνε κάτω απ’ το δέρμα και σου έφραζε τα σπλάχνα, αργά σου τραγάνιζε τα κόκαλα. Ξεσηκώθηκα ένα πρωί κι άνοιξα τ’ αμπαρωμένα παραθυρόφυλλα. Είχες δίκιο, σιγοπαραδέχτηκες. Άραγε τώρα τ’ ανοίγεις ή ακόμα φυλάγεσαι απ’ το φως; Προσπαθήσαμε. Μοιραστήκαμε λίγη σιωπή, ιδρώτα και αλάτι. Δεν συνδεθήκαμε ποτέ. Άλλωστε, ούτε εσύ μπορείς να σταθείς έξω απ’ αυτό το ποίημα νηφάλιος ούτε εγώ σκαμπάζω από παρτιτούρες.
Νηνεμία
Αποσύρθηκες νωρίς. Στην αταραξία των αποσιωπητικών βρήκες την παντοτινή σου κλίνη. Οι λέξεις σου έγιναν καπνός στα φουγάρα των πλοίων, σφραγισμένα μπουκαλάκια που χάθηκαν στη θάλασσα. Ως μια πομπή από ήχους, έτσι σε γνώρισα: στο τρίξιμο μιας πόρτας, το σφύριγμα του ελληνικού στο μπρίκι, τις κασέτες με τα λαϊκά, τις πρωινές ειδήσεις, ύστερα τις βραδινές˙ στο κομμάτιασμα του ξύλου που σήμαινε την αρχή του καλοκαιριού, όταν σκάλιζες και μπογιάτιζες τη θλίψη σου στην πίσω αυλή. Κίτρινα πηδάλια και πράσινα κατάρτια, μπλε και κόκκινα πανιά, λες κι αυτομόλησαν από παιδικές ζωγραφιές κι αγκυροβόλησαν στα ράφια του σαλονιού και της κουζίνας σου. Το σπίτι θύμιζε λιμάνι έρημο και ξεχασμένο. Εσύ τον πρώτο και μόνο μηχανικό ενός απόπλου που αναβλήθηκε επ’ αόριστον – ποιος ξέρει την πνοή τίνος ανέμου νοσταλγώντας.