Χάρτης 85 - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2026
https://www.hartismag.gr/hartis-85/eikastika/oi-loghotekhnikes-karikatoyres-toi-nteivint-levin
«Μπορεί να είμαι επικριτικός, αλλά δεν είμαι καταστροφικός». Με αυτά τα λόγια περιέγραφε τη δουλειά του ο Ντέιβιντ Λεβίν, ένας από τους μεγαλύτερους και πιο επιδραστικούς γελοιογράφους του 20ού αιώνα, ο οποίος έχει συχνά περιγραφεί ως ισάξιος του Ονορέ Ντομιέ. Ο ίδιος φρόντιζε να διακρίνει τα έργα του, που δημοσιεύονταν σε εφημερίδες και περιοδικά, από εκείνα του Ντομιέ, έναν αιώνα νωρίτερα, στα οποία χλεύαζε με άγριο τρόπο τα κάθε λογής αξιώματα και την έπαρση. «Ο Ντομιέ και ο κύκλος του επέλεγαν τα θέματα για τις γελοιογραφίες τους ορμώμενοι από πολιτικό θυμό και πάθος για αλλαγή καθεστώτος», σημείωσε ο Λεβίν. «Αντιθέτως, τα θέματα των δικών μου γελοιογραφιών αποτελούν απλά και μόνο αναθέσεις ενός εκδότη».
Γεννημένος το 1926 στο αγαπημένο του Μπρούκλιν, όπου έζησε όλη του τη ζωή, ο Λεβίν περιέγραφε τον εαυτό του ως «ζωγράφο που στηρίζεται οικονομικά από ένα χόμπι – τα σατιρικά σκίτσα». Όπως το είχε θέσει ένας σύγχρονός του, ο συγγραφέας και ποιητής Τζον Απντάικ: «Εκτός από το ότι μας δίνουν την ευχαρίστηση να αναγνωρίζουμε κάθε εικονιζόμενο πρόσωπο στα έργα του, οι πολιτικές γελοιογραφίες του μας παρηγορούν σε μια εποχή επιδεινωμένη και ενδεχομένως απελπισμένη. Μας προσφέρουν την αίσθηση μιας παρατηρητικής παρουσίας, ενός ματιού που πληροφορείται και πληροφορεί, μιας νοημοσύνης που δεν έχει πανικοβληθεί, μιας σατιρικής τέχνης έτοιμης να συμπυκνώσει την ουσία. Σε καιρούς σύγχυσης, ο Λεβίν είναι ένας οξυδερκής μάρτυρας».
Η σπουδαία καριέρα του Ντέιβιντ Λεβίν ως γελοιογράφου και εικονογράφου αποτυπώθηκε σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά, όπως τα New Yorker, Newsweek, Time, Washington Post, Rolling Stone κ.ά. Άρχισε το 1958, όταν ξεκίνησε να δουλεύει στο Esquire δημιουργώντας περισσότερες από χίλιες εικονογραφήσεις και γελοιογραφίες. Πέντε χρόνια αργότερα έκανε το επόμενο σημαντικό βήμα. Την εποχή εκείνη η Μπάρμπαρα Εσπστάιν ίδρυσε το New York Review of Books, που δημιουργήθηκε για να καλύψει το κενό στα ένθετα των εφημερίδων για βιβλία, εξαιτίας μιας απεργίας των τυπογράφων. Η Επστάιν του ζήτησε να σχεδιάσει τα εξώφυλλο του πρώτου τεύχους και αυτό ήταν η αρχή. Ο Λεβίν έγινε μόνιμος συνεργάτης της έκδοσης, δημιουργώντας εκατοντάδες γελοιογραφικά πορτρέτα προσωπικοτήτων από το χώρο της πολιτικής και του πολιτισμού. «Η καρικατούρα που υπερβάλλει απλώς μειώνει την ανταπόκριση των θεατών σε ένα άτομο ως ανθρώπινη ύπαρξη», έλεγε ο ίδιος. «Προσπαθώ πρώτα να κάνω το πρόσωπο πιστευτό. Να δώσω μια άλλη διάσταση σε ένα επίπεδο, κατά τα άλλα, γραμμικό σχέδιο. Τότε οι παραμορφώσεις φαίνονται πιο αποδεκτές».
Σε αυτή την τεράστια πινακοθήκη διάσημων προσώπων διακριτή θέση κατέχει η λογοτεχνία. Από τα σχεδόν 3.800 γελοιογραφικά πορτρέτα που δημιούργησε συνολικά, περισσότερα από 2.000 είναι καρικατούρες διάσημων συγγραφέων και ποιητών. Η οικονομία ήταν η ψυχή του πνεύματός του, καθώς συμπύκνωνε τα χαρακτηριστικά των μεγάλων της πένας, από τη σύγχρονη εποχή μέχρι το απώτατο παρελθόν, σε ένα ευφυές ασπρόμαυρο σκίτσο. Το ξεχωριστό ύφος του, με τα δυσανάλογα κεφάλια των εικονιζόμενων και τα οπτικά ευρήματα που σχολιάζουν το έργο τους, αποτυπώνεται σε αυτές τις καρικατούρες: Ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι γράφει με μια κυριολεκτικά φλεγόμενη πένα, ο Όσκαρ Ουάιλντ γράφει με την πένα δεμένη στο δάκτυλό του, ενώ ο Φραντς Κάφκα κάνει το ίδιο, αλλά με χέρια που έχουν μεταμορφωθεί στα άκρα μιας κατσαρίδας. Από το πυκνό μαλλί του Ντ. Χ. Λόρενς ξεπροβάλλουν δύο γυμνά γυναικεία πόδια και ο αυτόχειρας Τσέζαρε Παβέζε χορεύει με τη μούσα του, που είναι σκελετός. Όσο για το λόρδο Βύρωνα, ο φιλελληνισμός του είναι παραπάνω από προφανής, καθώς «ποζάρει» φορώντας την παραδοσιακή φουστανέλα, με φόντο τον Παρθενώνα.
Ο Ντέιβιντ Λεβίν δεν ήταν τόσο παρατηρητής όσο οραματιστής. Δούλευε κυρίως με φωτογραφίες (για σύγχρονα πρόσωπα), ή γκραβούρες, πίνακες ζωγραφικής και άλλα οπτικά τεκμήρια (για παλαιότερους λογοτέχνες), εξελίσσοντας την κεντρική ιδέα. Σε πρώτη φάση εξέταζε το προσχέδιο του άρθρου που συνδεόταν με το πρόσωπο, μαζί με τα οπτικά βοηθήματα που του έστελναν οι υπεύθυνοι του New York Review of Book. Μέσα σε λίγες μέρες θα παρέδιδε ολοκληρωμένο το σχέδιο, το οποίο περιείχε ένα σημαντικό στοιχείο για τον χαρακτήρα του θέματός του. Σε μια συνέντευξη ο Λεβίν περιέγραψε ως πολυεπίπεδη τη δουλειά του: «Το πρώτο βήμα είναι να μελετήσω το άρθρο που πρόκειται να εικονογραφήσω. Στη συνέχεια ακολουθεί η έρευνα, τόσο σε επίπεδο σκίτσου όσο και σε βιογραφικά στοιχεία. Τέλος, έρχεται η δημιουργική διαδικασία, με όλες τις μεταβλητές της εργασίας, της έμπνευσης και μερικές φορές της τύχης. Ο εξίσου διάσημος συνάδελφός του, Τζουλ Φάιφερ, σχολιάζοντας τα γελοιογραφικά πορτρέτα των διάσημων συγγραφέων και ποιητών, είχε πει: «Τα σκίτσα του είναι προικισμένα με εξαιρετική αντίληψη. Όταν ξεκίνησε την καριέρα του, υπήρχε πολύ λίγη λογοτεχνική καρικατούρα. Ο Λεβίν αναβίωσε με τον τρόπο του την τέχνη». Δύο μέρες πριν την Πρωτοχρονιά του 2010, ο Ντέιβιντ Λεβίν αποχαιρέτησε τον μάταιο και με έλλειψη χιούμορ κόσμο. Οι New York Times αποχαιρέτησαν τον επί μακρόν συνεργάτη τους με την ακόλουθη νεκρολογία: «Τα σκίτσα του Λεβίν δεν ήταν ποτέ ιδιότροπα. Δεν γιόρτασαν ποτέ τη νευρωτική αυτοσυνείδηση, όπως τα σκίτσα του Τζουλ Φάιφερ. Δεν τα έλκυε το μακάβριο, όπως εκείνα του Έντουαρντ Γκόρεϊ. Το έργο του δεν διέθετε τον χιουμοριστικό παραλογισμό της σύγχρονης καθημερινής ζωής. Αλλά τόσο σε στυλ όσο και σε διάθεση, ο Λεβίν ήταν τόσο ξεχωριστός καλλιτέχνης και σχολιαστής όσο κανείς από τους γνωστούς συγχρόνους του. Το έργο του δεν ήταν μόνο πνευματώδες αλλά και σοβαρό, όχι μόνο αιχμηρό αλλά και βαθιά ενημερωμένο. Ήταν απολύτως έντεχνο, τόσο με την εικαστική όσο και με την εγγράμματη έννοια».
_____________
Η εικονογράφηση προέρχεται από το λεύκωμα «Pens and Needles» (Andre Deutsch, 1970)