Χάρτης 85 - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2026
https://www.hartismag.gr/hartis-85/biblia/ena-mithistorima-apeikonisis-mias-simantikis-pleiras-ton-ekselikseon-ston-khwro-tis-aristeras

Με μια σταθερή προσήλωση στη λογοτεχνία πολιτικού περιεχομένου μας έχει συνηθίσει ο Βασίλης Γκουρογιάννης.
Γεννημένος το 1951 σε χωριό των Ιωαννίνων, σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος.
Την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο του βιβλίου την κάνει το 1985 με μια ποιητική συλλογή, αλλά θα είναι το 1992 που με το μυθιστόρημά του «Το ασημόχορτο ανθίζει» θα καθιερώσει την εντελώς δική του ταυτότητα στο χώρο της πεζογραφίας μας.
Μια ταυτότητα όπου κυριαρχεί η σχέση -θέση και αντίθεση- του ατόμου με το ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον. Παράλληλα καλλιεργεί και τα εντελώς δικά του εκφραστικά μέσα -φράσεις αδρές, ματιές ΄λοξές΄ που συχνά ακόμα και την ίδια την υπόσταση της αφηγούμενης ιστορίας επιδιώκουν να ναρκοθετήσουν.
Κάτι τέτοιο συμβαίνει ―στην ουσία είναι το βασικό στοιχείο δόμησης― και στο τελευταίο του αυτό μυθιστόρημα.
Εδώ η αφήγηση εστιάζεται στον τρόπο με τον οποίο ένας ηλικιωμένος Έλληνας κομουνιστής περιγράφει όσα γεγονότα σημάδεψαν τη ζωή τη δική του αλλά και της χώρας του, την πορεία του κόμματος του, την μετεξέλιξη της Σοβιετικής Ένωσης σε μια σύγχρονη όσο και ιδιότυπη καπιταλιστική χώρα.
Μα ο τρόπος αυτής της συνειδητής συγγραφικά αφήγησής είναι ένας «λοξός» τρόπος εξιστόρησης που κάνει τα γεγονότα να αποκτούν μια υπόσταση ειδώλου. Όλα όσα συνέβησαν ―ως ιδωμένα μέσα από ένα ζευγάρι κιάλια― παρατηρούνται και βιώνονται αλλοιωμένα από την ψεύτικη απόσταση, για αυτό και καθόλου εν τέλει αντικειμενικά.
Αν στο προηγούμενο μυθιστόρημά του ―Αναψηλάφηση (2019)― ο Γκουρογιάννης θέλησε να καταγράψει την πλήρη αλλοτρίωση της ελληνικής κοινωνίας, τώρα σκιαγραφεί την αδυναμία μιας μερίδας αριστερών να κατανοήσουν όχι μόνο τα δικά τους λάθη, όχι μόνο τους λόγους αποτυχίας ενός πολιτικού συστήματος, αλλά και το πως όλη αυτή η σύγχυση ανάμεσα στο επιδιωκόμενο όνειρο ενός μέλλοντος και στο τελικά υλοποιημένο παρόν έχει προκαλέσει μια αναταραχή σε επίπεδο κοινωνίας και πολιτικών εκπροσωπήσεων, μια γενικευμένη υστέρηση της αριστερής πολιτικής σκέψης στη χώρα μας.
Οι περιγραφές των απόψεων και των συναισθημάτων του κεντρικού προσώπου -μια γνήσια ενσάρκωση κωμικοτραγικής περσόνας- γίνονται με μια υπόγεια διάθεση σαρκασμού, αλλά και παράλληλα μιας κατανόησης του δράματος ενός ανθρώπου που δεν θέλησε να αποδεχτεί όχι μόνο τη διάψευση των προσδοκιών του, αλλά ούτε και τον μαρασμό των προσωπικών σου σχέσεων.
Όλα ιδωμένα ―όπως και προαναφέρθηκε― μέσα από τους φακούς κιαλιών που υποτίθεται ότι ήταν του στρατηγού Βασίλι Τσουικόφ, νικητή της μάχης του Στάλινγκραντ και τα οποία κιάλια ο κεντρικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος δεν θέλει να αποχωριστεί.
Μόνο που η πόλη πλέον έχει αλλάξει όνομα ― Βόλγκογκραντ, όλοι την ονομάζουν.
Μα και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής αν και παρέμεινε πιστός σε ότι στα νιάτα του είχε πιστέψει, η πίστη του αυτή έμεινε μόνο ως θεωρία. Στην πράξη έζησε ως μεγαλοδικηγόρος, έγραψε βιβλία που πιστεύει πως δεν αναγνωρίστηκε η αξία τους και φτιάχνει μόνος του το μαυσωλείο του, μιας και βαθιά μέσα του γνωρίζει πως έχει βγει -αυτοβούλως;- από τις σελίδες μιας Ιστορίας που ο ίδιος αν και θα μπορούσε να είχε συμμετάσχει στη γραφή της, προτίμησε να παραμείνει εγκιβωτισμένος σε διαψευσμένα όνειρα.
«Τις φωτογραφίες των γονέων του τις έχει από καιρό αποσύρει από το οπτικό του πεδίο, δεν θέλει να αισθάνεται ότι τον βλέπουν, παρότι αυτό είναι μια ψυχολογική φοβία, αντιμαρξιαστική. Έχει επίσης κάποια ενοχλητικά βιβλία σκορπισμένα όπου τύχει, μεταξύ αυτών και το ‘Κιβώτιο’* χρόνια τώρα το έχει μισοδιαβασμένο, το πηγαίνει πολύ αργά, επιφυλακτικά σαν ευαίσθητο πυρομαχικό. Το περιεργάζεται επιφυλακτικά όπως ο πυροτεχνουργός και μετά, για ασφάλεια, το κρύβει μέσα σε μεταλλικό κιβώτιο. Έτσι που πάει, αμφιβάλλει αν ποτέ θα το διαβάσει ολόκληρο.» (σελ. 148)
Τα κιάλια του Βασίλι Τσουικόφ είναι ένα μυθιστόρημα απεικόνισης μιας σημαντικής πλευράς των εξελίξεων στον χώρο της αριστεράς που καθορίζουν το παρόν, σίγουρα και το μέλλον, αυτού του τόπου.