Χάρτης 80 - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-80/klimakes/o-aleksandros-sto-paraskinio-toi-ghrafein-tἡn-ghῆn
1.
Η μεγάλη εξέλιξη της Χαρτογραφίας από τους Ελληνιστικούς χρόνους και μετά οφείλει πολλά στην Εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μια εξέλιξη, η οποία αποτελεί σημαντική καμπή στη χαρτογραφική απεικονιστική, θεωρία και πράξη. Διάφοροι χαρτογράφοι της Αναγέννησης και των επόμενων αιώνων απεικόνισαν την τεράστια γεωγραφική έκταση στην οποία εξαπλώθηκε το “στρατιωτικό θαύμα” της Εκστρατείας του Αλέξανδρου και της βραχύβιας αυτοκρατορίας του στην Ασία.
Οι χαρτογράφοι είναι διακεκριμένοι του 16ου αιώνα, όπως ο Αβραάμ Ορτέλιους, 1527-1598, ο οποίος στον ιστορικό του άτλαντα, το Πάρεργον, συμπεριέλαβε τον χάρτη Alexandri Magni Macedonis Expeditio, μεγάλης μελλοντικής επιρροής, όπως και άλλοι τον αιώνα αυτόν, π.χ. οι Σεμπάστιαν Μίνστερ, 1488-1552, Τζιρόλαμο Ρουσέλι, 1500-1566, Γεράρδος Μερκάτορ, 1512-1594, Τζοντόκους Χόντιους, 1563-1612, Φιλίπ Κλιούβερ, 1580-1622. Αργότερα, τον 18ο αιώνα, ο Μπουργκινιόν Ντ’Ανβίλ, 1697-1782 και τον 19ο ο “γνωστός” μας Χάινριχ Κίπερτ, 1818-1899 (βλ. εδώ). Αλλά και άλλοι, στον 20ό αιώνα, επανήλθαν στον Αλέξανδρο σε παγκόσμιους ιστορικούς άτλαντες ―μεγάλης κυκλοφορίας― σημαντικών ιδρυμάτων: π.χ. ο Άτλας της Παγκόσμιας Ιστορίας των Times, οι ιστορικοί χάρτες του National Geographic και στις αρχές του 21ου αιώνα ο Άτλας Barrington του Ελληνικού και Ρωμαϊκού Κόσμου, με την επιμέλεια του Ρίτσαρντ Τάλμπερτ ― σε ψηφιακή μορφή από το 2013.
Αυτοί οι χάρτες αποτελούν πολύ ενδιαφέροντα χαρτογραφικά ενθυμήματα ενός ένδοξου ―ευρωπαϊκού τελικά― ιστορικού-γεωγραφικού γεγονότος, όπως είναι η Εκστρατεία στην Ασία, παραπέμποντας στον Μέγα Αλέξανδρο, ένα (σχεδόν) “θεϊκό” πρόσωπο της προσφιλούς, στην αναγεννησιακή (και μετα-αναγεννησιακή) Ευρώπη, ελληνικής ιστορίας. Η παραπομπή αυτή γίνεται, συμβολικά και μεταφορικά, στις επικίνδυνες γεωπολιτικές απειλές που αντιμετώπιζε η Ευρώπη από τον 16ο αιώνα και μετά, από μια ασιατική δύναμη, την Οθωμανική επεκτατική αυτοκρατορία. Κορυφαίες επεκτατικές εκδηλώσεις κατά ξηρά και θάλασσα αποτελούν οι πολιορκίες της Βιέννης το 1529 και το 1683 και η Ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571. Στη δράση και τα κατορθώματα του Αλέξανδρου στην Ανατολή επιθυμούσαν φιλόδοξα (και φιλάρεσκα) να “προσομοιάσουν” τις όποιες δικές τους δράσεις και κατορθώματα ισχυροί ηγεμόνες της εποχής και σε αυτό το κλίμα σπουδαίοι ζωγράφοι (κυρίως) και άλλοι καλλιτέχνες προσέφεραν τα υψηλά έργα της τέχνης τους (βλ. εδώ και εδώ).
2.
Οι χάρτες με περιεχόμενο τη γεωγραφία της Εκστρατείας του Αλέξανδρου, από τον 16ο αιώνα και μετά, δεν μπορούν παρά να ιδωθούν ως προϊόντα ενός ευρωπαϊκού γεωπολιτικού, πολιτιστικού και ηγεμονικού κλίματος, μέσα στο οποίο δημιουργήθηκαν και τα άλλα, τα σχετικά με τον Αλέξανδρο έργα Τέχνης της περιόδου εκείνης. Οι χάρτες σχετίζονται με την πολύ συγκεκριμένη ισχυρή συμβολική ανάδειξη του Αλέξανδρου στην Τέχνη, στο περιβάλλον εξουσίας των ισχυρών ηγεμόνων και των επιρροών τους. Είναι παράγωγα της περιβάλλουσας ιδεολογίας και συνέπεια μιας θαυμαστικής ιδεαλιστικής προσπάθειας “προσομοίωσης” στον Αλέξανδρο και στα επιτεύγματά του. Σημαντικές ευρωπαϊκές προσωπικότητες κολακεύονται ή φαντασιώνονται με τις “προσομοιώσεις” αυτές, άμεσες ή έμμεσες.
Ο πάπας (Βοργίας) Αλέξανδρος Στ΄, 1431–1503, είναι πολύ πιο πιθανό να επέλεξε το παπικό του όνομα για προσωπικούς συμβολικούς και στρατηγικούς λόγους, παρά για λόγους συνδεόμενους με επιθυμητή συνέχεια ιστορικών ―αξιομνημόνευτων― επιτευγμάτων των προηγούμενων πέντε συνωνύμων του, αιώνες πριν, ως είθισται… Ερμηνείες νέων μελετητών, εξετάζοντας την ιστορική συγκυρία της ισπανικής του προέλευσης (την περίοδο των Μεγάλων Ανακαλύψεων) τον χαρακτήρα του και τους επεκτατικούς οικογενειακούς του σχεδιασμούς, κλίνουν προς την υπόθεση η επιλογή του παπικού ονόματος να σχετίζεται με συμφραζόμενα της φήμης του Μακεδόνα στρατηλάτη.
Πάντως η στενή ημερολογιακή σχέση της επιλογής του παπικού ονόματος “Αλέξανδρος”, από τον Ισπανό Ροδρίγο Βοργία, μόλις περίπου δέκα ημέρες αφότου ο Κολόμβος είχε σαλπάρει από την Ισπανία προς τον Ατλαντικό, τον Αύγουστο του 1494, αναζητώντας τους νέους δυτικούς ωκεάνιους δρόμους προς την Ασία δεν επιβεβαιώνεται από τις μέχρι τώρα διαθέσιμες πηγές… Όμως παραμένει το γεγονός ότι στην παγκόσμιων διαστάσεων ιστορική γεωπολιτική διένεξη Πορτογαλίας – Ισπανίας (βλ. Χάρτης #10 και Χάρτης #48), για τον διαμοιρασμό των ωκεανών ο πάπας Αλέξανδρος Στ΄ συνέδεσε το όνομά του με λύση τύπου “γόρδιου δεσμού” όπως αποτελεί η λεγόμενη “Αλεξανδρινή γραμμή” ―της Συνθήκης Τορδεσίλας (1494)― που μάλλον έκλινε υπέρ των Ισπανών…
Ο Ναπολέων Βοναπάρτης, μαζί με τη θρυλική εμμονή του για τους χάρτες, θαύμαζε επίσης βαθύτατα τον Αλέξανδρο! Ο πίνακας του Άλμπρεχτ Άλτντορφερ “Η Μάχη του Αλέξανδρου στην Ισσό”, αποτελεί αναπάντεχη αλλά αδιάψευστη μαρτυρία. Κοσμούσε από το 1800, ως πολύτιμο βαυαρικό λάφυρο, τα παρισινά διαμερίσματα του Κορσικανού, μέχρι το 1815 όταν επεστράφη στο Μόναχο μετά την πτώση του.
Νωρίτερα, ο Λουδοβίκος ΙΔ΄, 1638–1715, φαίνεται να επηρεάζεται ―ως Βασιλιάς Ήλιος αυτός― από τον Μακεδόνα στρατηλάτη, τουλάχιστον κατά την οπτική ρητορική (Χάρτης #38) των συμβόλων και εικόνων που δημιουργεί. Αυτό δείχνει το έργο του Σαρλ Λε Μπρεν, 1619–1690, μόνιμου ζωγράφου στην βασιλική αυλή, αλλά και η ομοιότητα δύο συμβόλων: του δεκαεξάκτινου Ήλιου των Μακεδόνων και του Αλέξανδρου με τον δεκαεξάκτινο Ήλιο που επέλεξε ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ για να συμβολίσει τη μακρά βασιλεία του. Το εύγλωττο παράδειγμα της “παρουσίας” του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Εκστρατείας του στην Αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ΄ αναπαρίσταται με έμφαση στη “βασιλική” ζωγραφική του Σαρλ Λε Μπρεν.
Τα παραπάνω παραδείγματα (χαρακτηριστικά από πολλά διαθέσιμα) εντάσσονται στο πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να σχολιαστούν και αξιολογηθούν οι μετά τον 15ο αιώνα χάρτες που απεικονίζουν τον γεωγραφικό χώρο της Εκστρατείας του Αλέξανδρου και τεκμηριώνουν χαρτογραφικά (με τοπωνύμια και σύμβολα) τα ιστορικά συμφραζόμενά του. Ως “μεταφορικές υπενθυμίσεις” του παλαιότερου θριάμβου της ελληνικής, δηλαδή ευρωπαϊκής, ισχύος στην Ανατολή, παραπέμποντας στην οθωμανική απειλή της περιόδου που απασχολούσε τότε σοβαρά την Ευρώπη.
Οι χάρτες αυτοί δεν φέρουν, καμία πληροφορία χαρτογραφικού τύπου ή ιστορική βάση σχετικά με τα όσα προσέφερε στη χαρτογραφία η Εκστρατεία του Αλέξανδρου. Μερικές φορές, λανθασμένα, ερμηνεύονται ―από τον συλλεκτισμό (βλ. Χάρτης #3)― ως οι μοναδικοί φορείς προβολής της συμβολής της Εκστρατείας του Αλεξάνδρου στη χαρτογραφία και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό συνολικά.
Όμως η συμβολή της Εκστρατείας είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό από τους αναγεννησιακούς χάρτες που απεικονίζουν τον γεωγραφικό χώρο ανάπτυξής της: Συνέβαλε στην κεφαλαιώδη ώθηση που έδωσε στη χαρτογραφία και την εξέλιξή της, κατά την Ελληνιστική και την μετέπειτα περίοδο, μέχρι τη σύνταξη της Γεωγραφικής Υφήγησης του Κλαύδιου Πτολεμαίου ―της Γεωγραφίας του―, από την οποία προέκυψαν μετέπειτα οι χάρτες. Αυτή λοιπόν η συμβολή της Εκστρατείας του Αλέξανδρου στη χαρτογραφία αξίζει περιγραφής και προβολής. Είναι ευρύτερα άγνωστη, αλλά σημαντική· όχι μόνο για τις ελληνικές αναφορές της, αλλά και για τον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτισμό.
3.
Στο χρονικό διάγραμμα της εξέλιξης της Ελληνικής χαρτογραφίας, η οποία καλύπτει περίπου επτά αιώνες, από τον 6ο π.Χ. των Ιώνων ―Μιλησίων― μέχρι τον 4ο π.Χ. αιώνα, την Ελληνιστική περίοδο (4ο και 3ο αιώνα π.Χ.) και την Ελληνορωμαϊκή περίοδο, από τον 2ο αιώνα π.Χ. και μέχρι τον Κλαύδιο Πτολεμαίο (μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ.), η Εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου ―περίπου στο ενδιάμεσο― μαζί με το παγκόσμιο γεωπολιτικό του σχέδιο, ορίζουν την απαρχή μιας νέας εποχής για τη χαρτογραφία (βλ. εδώ).Οι ιδέες μεγάλων Ελλήνων φιλοσόφων περί της γης και της απεικόνισής της, όπως εξελίχθηκαν από τους Ίωνες και στους επόμενους λίγους αιώνες (5ο και 4ο π.Χ.), αλλά και η σαφής τεκμηρίωση ενός ευρύτερου εθισμού των Ελλήνων με τη χαρτογραφία και τους χάρτες δείχνουν ότι υπήρχε η βάση για τις σχετικές εξελίξεις αμέσως μετά. Από ότι θα προέκυπτε από την Εκστρατεία του Αλέξανδρου και στη συνέχεια από τους διαδόχους του στις δυναστείες τους. Στις περιοχές του διαμοιρασμού των κατακτήσεων του Αλεξάνδρου αναδείχθηκαν μεγάλα Ελληνιστικά μορφωτικά κέντρα, όπως της Αλεξάνδρειας και της Περγάμου. Αναπτύχθηκαν γύρω από τις περίφημες και κάποτε ανταγωνιστικές μεταξύ τους Βιβλιοθήκες, οι οποίες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην προώθηση και επέκταση της γεωγραφικής γνώσης και της χαρτογραφίας. Άλλωστε ο Κλαύδιος Πτολεμαίος ―Αιγύπτιος κατά την καταγωγή, Έλληνας κατά τη γλώσσα, παιδεία και το έργο και Ρωμαίος κατά την υπηκοότητα― “βιβλιοθηκονόμος” υπήρξε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Ο Αλέξανδρος (356–323 π.Χ) ζει στην εποχή που υπάρχει ήδη στον Ελληνικό κόσμο η εμπειρία των χαρτών. Το πιστοποιεί ―μόλις περίπου εβδομήντα πέντε χρόνια νωρίτερα― ο Αριστοφάνης με την περί της χαρτογραφίας και των συναφών της συνομιλία του Στρεψιάδη με τον Μαθητή στις πάντα ―και σήμερα― επίκαιρες Νεφέλες (423 π.Χ.). Ο Αλέξανδρος γνωρίζει από τον δάσκαλό του Αριστοτέλη, 384–322 π.Χ., ότι (από τις τέσσερις Αριστοτέλειες αποδείξεις) η γη είναι σφαιρική και η θέση ενός τόπου στην επιφάνειά της προσδιορίζεται με γωνιακές παρατηρήσεις του έναστρου ουρανού και του ήλιου και μετρήσεις αποστάσεων, από τόπο σε τόπο. Έχει διδαχθεί ότι η κατοικημένη επιφάνεια της γήινης σφαίρας (η Οικουμένη) είναι σχετικά “μικρή” εκτεινόμενη κυρίως κατά τη Δύση και Ανατολή, περιορισμένη από τον Ωκεανό, αντίστοιχα μέχρι τις Ηράκλειες Στήλες και μέχρι “ολίγον” πέραν του Ινδού ποταμού. Οι γνώσεις δυτικά της Οικουμένης προς τον Ωκεανό ήταν περισσότερες από ότι οι γνώσεις προς τον Ωκεανό ανατολικά. Ίσως αποτελούσε και αυτό ένα από τα γεωγραφικά διακυβεύματα του Αλέξανδρου, για την προς ανατολάς Εκστρατεία, πέραν των γεωπολιτικών. Το όραμα της εξερεύνησης της Οικουμένης ανατολικά πέραν του Αιγαίου, και η προσδοκία της συνάντησής του με τον Ωκεανό, εκεί στην Ανατολή, που αυτός θα έβλεπε πρώτος των Ελλήνων.
Η λανθασμένη αντίληψη περί μιας μικρότερης έκτασης Οικουμένης, από ότι ήταν στην πραγματικότητα (τη συναντάμε δεκαοκτώ αιώνες αργότερα και στην ωκεάνια περιπέτεια του Κολόμβου στα δυτικά) ίσως να έφερε την αντίδραση του μακεδονικού στρατεύματος να αρνηθεί την πορεία ανατολικά στο άγνωστο, πέραν του Ινδού ποταμού, προς τον “αόρατο” Ωκεανό στην Ανατολή…
4.
Όπως φαίνεται από τα παράπλευρα των πολεμικών αποτελέσματα, η Εκστρατεία του Αλέξανδρου, ήταν κατάλληλα προετοιμασμένη, εκτός των στρατιωτικών, (και) για τη συλλογή χαρτογραφικού τύπου δεδομένων: πολυθεματικά γεωμετρικά, φυσικά και ανθρωπογενή στοιχεία κατανεμημένα κατά σημεία, γραμμές, επιφάνειες και όγκους. Προϋπάρχουσες γεωγραφικές θεωρίες, περί του σχήματος και του μεγέθους της γης, θα ελεγχθούν και θα βελτιωθούν από τη χρήση ποιοτικών, ποσοτικών και αριθμητικών γεωγραφικού τύπου παρατηρήσεων και από μετρήσεις γεωμετρικών μεγεθών στην ξηρά και τη θάλασσα. Θα αναδειχτεί έτσι το παράλληλο, του στρατιωτικού, διεπιστημονικό κεφάλαιο της Εκστρατείας ως πρότυπο, το οποίο ακολουθεί είκοσι αιώνες αργότερα ο Ναπολέων, μέγας θαυμαστής του Αλεξάνδρου ―και της χαρτογραφίας―, στην Expédition της Αιγύπτου το τέλος του 18ου αιώνα. Το ίδιο πρότυπο θα ακολουθήσουν αργότερα οι Γάλλοι, ακαδημαϊκοί και στρατιωτικοί απεσταλμένοι, στην Πελοπόννησο την τρίτη και τέταρτη δεκαετία του 19ου αιώνα (Χάρτης #26, Χάρτης #28).
Όμως, όπως ήταν φυσικό, η συλλογή αυτών των δεδομένων (ως προς τις ιδιότητες και την αξιοπιστία τους) ακολουθούσε τις απαιτήσεις και τις αυξανόμενες και ασύμμετρες δυσκολίες του στρατιωτικού και πολιτικού σκέλους της Εκστρατείας. Η συλλογή των δεδομένων χαρτογραφικού ενδιαφέροντος δεν θα ήταν δυνατόν να αποτελέσει τότε τη βάση μιας συστηματικής χαρτογράφησης, δημιουργώντας νέες θεωρητικές γνώσεις χαρτογραφικής απεικονιστικής. Όταν μάλιστα τα σχέδια του Αλέξανδρου δεν ευδοκίμησαν, για την ανατολική έξοδο στον Ωκεανό, επέστρεψε στη Βαβυλώνα από τρεις δρόμους: έναν θαλάσσιο-παράκτιο (ο περίπλους του Νεάρχου), έναν νότιο υποστηρικτικό του περίπλου και έναν βόρειο.
Τα δεδομένα πεδίου που συλλέχθηκαν κάλυπταν έναν ευρύ μεν γεωγραφικό χώρο μεταξύ του Αιγαίου, της μεγάλης Ταυρικής οροσειράς με τις Κάσπιες Πύλες, του Ινδού ποταμού και του Ινδικού ωκεανού, ο οποίος τότε θεωρείτο ως το “άνοιγμα” της Ερυθράς θάλασσας προς τα νότια. Δεν κάλυψαν όμως την έκταση μέχρι το ανατολικό όριο του Ωκεανού, όπως ήταν το απώτερο όραμα του Αλέξανδρου και έχουν δείξει με επιμέλεια οι John Harley, 1932-1991 και David Woodward, 1942-2004, βασιζόμενοι σε συναφές και πλούσιο υλικό της σημαντικής ελληνίστριας Germaine Aujac, 1923- .
Αυτά τα δεδομένα, με όποιον τρόπο και σε όποια έκταση συλλέχθηκαν, χρησιμοποιήθηκαν για την αμέσως μετά ανάπτυξη της μεθόδου επιβεβαίωσης της θεωρίας με μετρήσεις. Χαρακτηριστική της συμβολής των Ελλήνων, η μέθοδος θα αποτελέσει το κύριο χαρακτηριστικό των χαρτογραφικών διαδικασιών του επόμενου 3ου αιώνα π.Χ., σε ένα εντατικό εργαστηριακό “περιβάλλον βιβλιοθήκης”, όπως αυτό της Αλεξάνδρειας. Εκεί όπου εξειδικευμένοι βιβλιοθηκονόμοι ―λόγιοι, επιστήμονες και συνδυασμοί τους― συγκεντρώνουν τα υπάρχοντα χειρόγραφα, τα καταλογογραφούν, τα αντιγράφουν και μερικές φορές τα επικαιροποιούν, ακόμα και “συμπληρώνουν”. Σε αυτό άλλωστε το περιβάλλον είναι αναμενόμενο να μεταφέρθηκαν δεδομένα και επεξεργασίες σύγχρονων και μεταγενέστερων της Εκστρατείας χρόνων, για να ενσωματωθούν σε ένα σύνολο, μαζί με άλλα δεδομένα άλλων περιοχών της τότε γνωστής Οικουμένης, των τριών παλαιών ηπείρων, της Ευρώπης, της Ασίας και της Κίνας.
Το θέμα των διορθώσεων, της επικαιροποίησης, των αλλοιώσεων ή άλλων “επεμβάσεων”, τα οποία έγιναν στις βιβλιοθήκες, σε δεδομένα που συλλέχθηκαν και καταγράφηκαν στο πεδίο είναι κάτι που πρέπει να συνυπολογιστεί στην ολοκληρωμένη συζήτηση περί της μεταφοράς των χαρτογραφικών πληροφοριών σε ενιαίο απεικονιστικό περιβάλλον.
5.
Ο 4ος αιώνας π.Χ., στο μέσον του οποίου ζει και δρα ο Αλέξανδρος, παρουσιάζει σημαντικά ονόματα, που συμβάλουν στην εξέλιξη της χαρτογραφίας και της απεικονιστικής της. Ανάμεσά τους οι Εύδοξος, 407-355 π.Χ και Αριστοτέλης, καθώς και οι σύγχρονοι ναυσιπλόοι Πυθέας, 380-310 π.Χ. και Νέαρχος, 360-300 π.Χ. Όλοι δημιουργούν σημαντικό θεωρητικό και εμπειρικό έργο, βασικό για τις μετέπειτα προόδους της χαρτογραφίας. Ιδιαίτερα ο Πυθέας, με τους περίπλους του από τη Μασσαλία στις εκτός των Ηρακλείων Στηλών βόρειες ακτές του Ωκεανού, πραγματοποιεί στο δυτικό άκρο της τότε Οικουμένης αυτό που δεν κατορθώνει να ολοκληρώσει ο Αλέξανδρος στο ανατολικό, πέραν του Ινδού.
Είναι αξιοσημείωτη η χρονική σύμπτωση του περίπλου του Πυθέα προς τα βορειοδυτικά άκρα της Οικουμένης με τους γεωγραφικούς σχεδιασμούς του Αλέξανδρου στα ανατολικά. Βρίσκονται στην ίδια λογική, της συλλογής δεδομένων πεδίου, ποσοτικού και αριθμητικού τύπου, προς επιβεβαίωση και βελτίωση των θεωρητικών γεωγραφικών προτύπων που είχαν ήδη αναπτυχθεί. Αυτή η σύμπτωση οδήγησε μερικούς σύγχρονους μελετητές σε επεξεργασμένες σκέψεις για πιθανή ένταξη των πλόων του Πυθέα σε οργανωμένους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς συμβατούς με το παγκόσμιο όραμα του Αλέξανδρου, κατά την ενδιαφέρουσα μελέτη του Roger Dion, 1896-1981.
O Στράβων, 64 π.Χ.-24 μ.Χ., ως “λόγιος”, ήταν γενικά καχύποπτος έως αρνητικός στην ποσοτική και αριθμητική προσέγγιση της Ελληνιστικής χαρτογραφίας. Αμφισβητεί την αξιοπιστία των περιγραφών του Πυθέα, σε αντίθεση με τους “επιστήμονες” Δικαίαρχο, 375/350-285 π.Χ, Ερατοσθένη, 276-194 π.Χ. και Ίππαρχο, 190-120 π.Χ. ― σύνηθες άλλωστε αυτό, ανά τους αιώνες… Όμως σύγχρονοι μελετητές της χαρτογραφίας, όπως ο Roberto Almagià, 1884-1962 (με αναφορά μάλιστα στο σχετικό έργο του Κωνσταντίνου Σφυρή, το 1917) αποδίδουν, με αποδεικτικό τρόπο, ιδιαίτερη αξία στο έργο και τα δεδομένα του Μασσαλιώτη ναυσιπλόου, επιβεβαιώνοντας τους Ερατοσθένη και Ίππαρχο.
Ο Δικαίαρχος ―μαθητής και αυτός του Αριστοτέλη― ορίζει το ορθογώνιο σύστημα αναφοράς της γεωγραφικής θέσης των τόπων, βάζοντας χωρική τάξη στην περιγραφή της γνωστής Οικουμένης (το περίφημο ελληνικό γράφειν την γην λόγου και εικόνας). Κάθε τόπος προσδιορίζεται στην επιφάνεια της γης με την απόστασή του από δύο νοητούς άξονες ορθογώνια τεμνόμενους στη Ρόδο: Ο ένας απέχει 36 μοίρες από τον Ισημερινό της υδρογείου και ονομάζεται Διάφραγμα: ο γεωγραφικός παράλληλος της Ρόδου και των Ηράκλειων Στηλών, στο δυτικό άκρο της Μεσογείου· ο άλλος, ονομαζόμενος Κάθετος ―ένας πρώιμος “κεντρικός” γεωγραφικός μεσημβρινός―, τέμνει ορθογώνια το Διάφραγμα.
Με βάση τα επίπεδα ακριβείας των μετρητικών δυνατοτήτων του 4ου αιώνα π.Χ. ο Δικαίαρχος τοποθετούσε τη νοητή διέλευση της Καθέτου όχι μόνο από τη Ρόδο, αλλά και από την Αλεξάνδρεια προς Νότο και από τη Λυσιμάχεια προς Βορρά κοντά στη Βυζαντίδα παλιά αποικία των Μεγαρέων ― όπου μετέπειτα η Κωνσταντινούπολη. Ταξιθετεί τους γνωστούς τότε τόπους στο σύστημα των αξόνων Διαφράγματος–Καθέτου με βάση τις αποστάσεις τους από αυτούς, δηλαδή τις αποστάσεις από τη Ρόδο κατά Ανατολή–Δύση και Βορρά–Νότο.
Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει παρά μόνο με την επεξεργασία διαθέσιμων δεδομένων μετρήσεων: από αστρονομικές παρατηρήσεις με τον Γνώμονα, βασικό και ευρύτατα διαδεδομένο σκιοθηρικό όργανο της αρχαιότητας και από τις αποστάσεις και προσανατολισμένες διευθύνσεις μεταξύ των τόπων, τις οποίες παρείχαν οι εξειδικευμένοι βηματιστές και ημεροδρόμοι
(βλ. εδώ και εδώ), οι τοπογράφοι της εποχής· τους συναντάμε συχνά στη μετέπειτα ιστορική εξέλιξη της χαρτογραφίας, όπως τους είχαμε πρωτοσυναντήσει και στο ομώνυμο επιφανές σώμα του στρατεύματος του Αλέξανδρου. Δηµιουργείται έτσι, ήδη από τον Δικαίαρχο, ή έννοια της οργανωµένης ταξιθέτησης τόπων, ως προς ορισµένη γεωµετρική–γεωγραφική αναφορά (αυτό που ονοµάζουµε σήµερα γεωαναφορά). Τη µέθοδο αυτή της συστηµατικής ταξιθέτησης των τόπων της γνωστής Οικουµένης θα επεκτείνουν ο Ερατοσθένης και (αργότερα) ο Ίππαρχος δηµιουργώντας έτσι το σύστηµα της γεωαναφοράς, µε βάση τους ορθογώνια τεµνόµενους µεσηµβρινούς και παράλληλους της γήινης σφαίρας.
Σπουδαίο ρόλο σε αυτή τη διαδικασία της συλλογής γεωµετρικών δεδοµένων και της ταξιθέτησής τους φαίνεται ότι έπαιξαν µετά την Εκστρατεία του Αλέξανδρου ―το δεύτερο µισό του 4ου αιώνα π.Χ. ― πολλοί “Ανώνυµοι”. Ήταν σχετικοί µε το αντικείµενο και είτε συµµετείχαν στην Εκστρατεία των Μακεδόνων και των συµµάχων τους στην Ασία, είτε την συνάντησαν στα µέρη τους, είτε διδάχθηκαν από αυτήν. Οι “Ανώνυµοι” που συνέβαλαν ―πολλαπλασιαζόµενοι― στην πρόοδο της χαρτογραφίας και των συναφών της, γύρω από την περίοδο της Εκστρατείας, βρέθηκαν διασκορπισµένοι στα διάφορα ελληνιστικά επιστηµονικά κέντρα της εποχής και στη φιλόξενη για τα γράµµατα και τις επιστήµες Αλεξάνδρεια των τριών πρώτων Πτολεµαίων: του Σωτήρος, 367-282 π.Χ., του Φιλάδελφου, 309-246 π.Χ. και του Ευεργέτου, 284-222 π.Χ., στην οποία δεν πρέπει να ξεχνιέται και η παρουσία του Ευκλείδη, 350-270 π.Χ.
6.
Το πεδίο είναι πλέον εύφορο για τους σπουδαίους της χαρτογραφίας του επόµενου 3ου αιώνα π.Χ., του γεωµέτρη των κωνικών τοµών Απολλώνιου, ~265-190 π.Χ., συνεργάτη τωνµαθητών του Ευκλείδη στην Αλεξάνδρεια, του Ερατοσθένη, 276-194 π.Χ. (εισηγητή ανάµεσα στα άλλα και της λέξης γεωγραφία), µετακλητού από την Αθήνα από τον τρίτο Πτολεµαίο ―τον Ευεργέτη―, τον σπουδαίο σφαιροποιό (βλ. Χάρτης #65) και κοσµογράφο Κράτη, ~220-140 π.Χ., στην Πέργαµο, ανταγωνίστρια της Αλεξάνδρειας και βέβαια τον Αρχιµήδη, 287-212 π.Χ., στη Σικελία, “συνοµιλητή” του Ερατοσθένη.
Στην άνθιση της νέας εποχής στην Αλεξάνδρεια συνυπάρχουν η σύνθεση θεωρίας και πράξης, η διεπιστηµονικότητα, πολυθεµατικότητα, η εµπειρική έρευνα, η κινητικότητα των γνώσεων που, για πρώτη φορά στην Ιστορία, χαρακτήριζε το µορφωτικό σκέλος της Εκστρατείας του Αλεξάνδρου, παράλληλο του πολύ γνωστότερου στρατιωτικού. Τότε συντάσσει ο Ερατοσθένης τον χάρτη του, επιµήκη και µε σύστηµα αναφοράς της ταξιθέτησης των γνωστών τόπων της τότε Οικουµένης, εκείνο του Δικαίαρχος. Τον 2ο αιώνα π.Χ. ο Ίππαρχος ολοκληρώνει στη Ρόδο τη µεγάλη περίοδο της χαρτογραφικής µεταρρυθµιστικής εποχής που άνοιξε η Εκστρατεία. Συντάσσει και αυτός χάρτη µε καινοτοµίες στο σύστηµα αναφοράς της ταξιθέτησης των τόπων.
Ο δυναµισµός και η νέα αντίληψη για την απόκτηση της γνώσης των ορίων της Οικουµένης, µέσα από την άµεση και πραγµατική εποπτεία του κόσµου συνδέεται µε την ορµή του “καινούργιου” που φέρνει ο Αλέξανδρος. Παράλληλα µε το στρατιωτικό διακύβευµα, υπάρχει τώρα η έξοδος σε ένα εντελώς διαφορετικό µέλλον, στο οποίο καθιερώνεται πλέον η ισοτιµία της θεωρητικής σκέψης µε την επιστηµονική δύναµη των δεδοµένων, την εµπειρία των µηχανικών µετρήσεων και των αριθµητικών υπολογισµών. Αυτό δείχνουν τα αµέσως µετά τον Ίππαρχο παραδείγµατα του Μηχανισµού των Αντικυθήρων, µεταξύ του τέλους του 1ου και των αρχών του 3ου αιώνα π.Χ., και της κατασκευής µετρητικών µηχανισµών του Ήρωνα, τον 1ο αιώνα µ.Χ. στην Αλεξάνδρεια.
7.
Στους δυόµιση αιώνες µετά τον Αλέξανδρο, συσσωρεύονται χαρτογραφικά δεδοµένα και επεξεργασίες της Ελληνιστικής περιόδου (βλ. εδώ), σχετικά µε τη γεωµετρία της γήινης σφαιρικής επιφάνειας, τη φυσική και τον “λόγο” του χώρου. Τον 2ο αιώνα µ.Χ. θα κορυφωθεί στην Αλεξάνδρεια η συγκέντρωση, τακτοποίηση, ταξινόµηση όλων εκείνων των δεδοµένων που θα αποτελέσουν το σώµα µιας νέας χαρτογραφίας που εµπεριέχεται στο µείζονα έργο Γεωγραφική Υφήγησις του Κλαύδιου Πτολεµαίου ή απλά Γεωγραφία του. Εκεί θα περιγραφεί µε κείµενα και αριθµούς (συντεταγµένες) η επιφάνεια της γης, όπου εκτείνεται η γνωστή µέχρι τότε Οικουµένη. Το γράφειν την γην της αρχαιότητας έχει ολοκληρωθεί και στις βασικές αρχές και προτάσεις της Γεωγραφίας θα στηριχθεί µέχρι σήµερα η χαρτογραφία και η καθιέρωση της έννοιας, καθιέρωσης και ύπαρξης του δυτικού ευρωπαϊκού τύπου εδαφικού κράτους από τον 17ο αιώνα µέχρι σήµερα (βλ. Χάρτης #70). Αυτό θα γίνει µετά από την ενδιάµεση γνωριµία (και µερική χρήση) του έργου από τους Άραβες τον 8ο αιώνα, την πλήρη λεκτική και απεικονιστική αποκάλυψή του από τους Βυζαντινούς τα τέλη του 13ου αιώνα και τη µεταφορά της από αυτούς, έναν αιώνα αργότερα, στη Φλωρεντία (βλ. εδώ).
Από εκεί θα αρχίσουν, από τις αρχές του 15ου αιώνα, οι σχεδιασµοί της ναυτικής (ατλαντικής) ευρωπαϊκής Δύσης για τη διεύρυνση της Οικουµένης. Αυτή τη φορά προς τα δυτικά του Ωκεανού (βλ. εδώ). Τα χαρτογραφικά αποτελέσµατα της Εκστρατείας του Αλέξανδρου απορροφήθηκαν άµεσα ή έµµεσα τους επόµενους αιώνες υπέρ της χαρτογραφικής σκέψης, θεωρίας και πράξης. Στους Ελληνιστικούς χρόνους που ακολούθησαν συναντάµε σπουδαίους επιστήµονες µε σηµαντικές χαρτογραφικές ιδέες και έργα, όπως οι Δικαίαρχος, Ερατοσθένης, Κράτης και Ίππαρχος· µαζί και τεχνουργούς µετρητικών µηχανισµών. Αργότερα στο γράφειν την γην, διαλόγων, αριθµών και σχηµάτων προστίθενται οι Ποσειδώνιος, 135 π.Χ.-51 µ.Χ., Στράβων, 64 π.Χ.-24 µ.Χ., Διονυσίος ο Περιηγητής, ~100-150+ µ.Χ. και Μαρίνος, ~70-130 µ.Χ.
Στην περίοδο του Αντονίνιου κοσµοπολιτισµού της Ρωµαϊκής αυτοκρατορίας, κυρίως του Αντωνίνου του Ευσεβούς, 86-161 µ.Χ., διαδόχου του Αδριανού, οι συνθήκες ήταν ώριµες για την “αµαλγαµοποίηση” όλων των προηγούµενων και πρόσφατων γνώσεων στην Αλεξάνδρεια, από τον Κλαύδιο Πτολεµαίο, ~100-150 µ.Χ. (βλ. εδώ). Στην κορυφαία Γεωγραφία
του ολοκληρώνεται η όποια απήχηση και αντήχηση υπήρξε στη Χαρτογραφία από τα αποτελέσµατα της δεκαετούς Εκστρατείας του Αλέξανδρου στην Ανατολή και των άλλων που ακολούθησαν στην Ελληνιστική περίοδο και µετά.