Χάρτης 81 - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2025
https://www.hartismag.gr/hartis-81/tehnasmata/ola-toi-kairoy
Ο σοφός Ελιέζερ σηκώθηκε και πήγε να δει την αφίσα με τη φωτογραφία των δύο δέντρων της Μονής Αρετίου που είχε μόλις αναρτηθεί στον τοίχο. Την κοίταξε απρόσεχτος και αφηρημένος, σκεφτόταν μάλλον τα τρία ποιήματα, το μικρό διήγημα και το μικροδιήγημα που του είχα δώσει, ως συνήθως, για να τα διαβάσει και να εκφέρει γνώμη. Ήμουν, όμως, ήδη της γνώμης πως δεν είχε προσέξει κάτι στίχους, εν είδει λεζάντας, κάτω από την αφίσα. Είπε:
―Πάντα έχουν βάρος και βαρύτητα του Θεού τα πράματα, ακόμη και τα μη θεάρεστα. Όμως σταματάω εδώ… Γιατί, όπως μάλλον θα γνωρίζεις, όλα αυτά, τα περί θρησκείας, για κάποιους είναι βαριά, για κάποιους άλλους βαρετά. Έχε το στο νου σου. Οι τρεις ματιές και οι τρεις στάσεις απέναντι στη θρησκεία, την πίστη και την απιστία, έτσι όπως τις περιγράφεις, μου φέρνουν στο νου τη συμπεριφορά των λουομένων όταν βγαίνουν από τη θάλασσα: Κάποιοι κάνουν ντουζ φορώντας το βαρύ απ’ το νερό μπανιερό για να το ξεπλύνουν, κάποιοι αλλάζουν πρώτα και ντύνονται, μόλις βγουν από τη θάλασσα, ή και στο σπίτι, και ξεπλένουν μετά το μαγιό, κάποιοι το απλώνουν να στεγνώσει δίχως ξέπλυμα, ασχέτως του πότε το βγάζουν.
Στράβωσα. Ήταν πλέον προφανές πως δεν είχε δει τη λεζάντα στο κάτω μέρος της αφίσας. Είπα:
―Για να έχουμε, όμως, καλό ρώτημα, τι είναι τελικά πιο σωστό, μπανιερό ή μαγιό;
Αγρίεψε προς στιγμή, τον τσαντίζανε το σοφό οι ειρωνείες. Αμέσως μετά απομακρύνθηκε από την αφίσα σκεφτικός και κρυφογελώντας!
1. Στις εποχές της απιστίας
εκτός από τα συχνά κερατώματα και
τις οικονομικές ατασθαλίες
πολλών λειτουργών
του δημόσιου συμφέροντος
έχει παρατηρηθεί και το εξής:
Αν τύχει κι αρχίσουν να πληθαίνουν
ξαφνικά οι ανθρώπινες θηριωδίες
αλλά και οι τραγωδίες της φύσης
―Φαιά πανούκλα, Νταχάου, Βιετνάμ,
Γάζα, Σεισμός της Λισαβώνας…―
σιγά-σιγά πληθαίνουν κι όσοι
είναι έτοιμοι να κηρύξουν
πως «(ο) Θεός δεν υπάρχει»!
Ως άθεοι εμφανίζονται
και πονηρά κινούνται,
άνθρωποι φίλοι του Θεού
και συνεργοί κρυφοί του
―δε φταίει ο Παντοδύναμος,
εφόσον δεν υπάρχει…
Λουφάζει αυτός, προσμένει.
Να φτιάξουνε τα πράγματα.
Να ηρεμήσουν τα πνεύματα.
Ποτέ δε λείψαν οι πιστοί
ούτε οι fans κι οι groopies.
2. Από το πρώτο βήμα του
ήξερε κιόλας πως δεν κερδίζεις
την Ουράνιο Βασιλεία,
(πόσω μάλλον την επίγεια…)
μόνο με ένα φακελάκι
στον καντηλανάφτη.
Τον λάδωσε όμως κρυφά,
ενόσω έσβηνε τα καντήλια
όταν πρωτοπάτησε σε εκκλησία.
Γιατί από από κάπου
πρέπει να αρχίζει κανείς.
3. Κάθε εποχή
έχει κι αυτούς που δεν ξέρουν
πίστη τι είναι ή δεν είναι,
κι αδιαφορούν να το μάθουν.
Σταυροκοπιούνται όμως,
αν βρεθούν σε εκκλησία,
γονατίζουν ευλαβικά
αν βρεθούν σε τζαμί,
διαλογίζονται ακίνητοι
αν βρεθούν σε παγόδα,
ατενίζουν τη φλόγα
αν βρεθούν σε ναό της φωτιάς.
Χαρά τους κι αγαλλίαση
των γύρω τους η πίστη.
Όποιοι κι αν είναι αυτοί.
(Δεν το λένε συνήθως στους πιστούς,
μην και τους κάνουν να ζηλέψουν).
Αν ζούσε σε αιγαιοπελαγίτικο νησί θα ‘χε το παρατσούκλι «Η Οδηγήτρα»
Η σύντροφος του διάσημου ϡ ―έχουμε γράψει για δαύτον*― ήταν διάσημη κριτικός λογοτεχνίας. Χάρη στις τηλεπαθητικές ιδιότητες του συντρόφου της μάθαινε, άκρες-μέσες, τα συγγραφικά σχέδια των σημαντικότερων εν ζωή λογοτεχνών της χώρας, ενόσω αυτά γυρόφερναν, άυλα ακόμη, στο μυαλό τους. Απλώς ως πλοκές, χαρακτήρες, τόποι και χρόνοι. Πριν έχουν την τύχη (;) να υλοποιηθούν και να γίνουνε βιβλία. Έγραφε μάνι-μάνι κριτικές για τα μελλοντικά αυτά υποθετικά ευπώλητα και τις παρουσίαζε στους εκδότες. Ατζέντισσα τρόπον τινά… Τους έλεγε πως είχε διαβάσει τα βιβλία σε μια πρώτη τους μορφή, πως της τα δίνανε έτσι οι συγγραφείς, έτσι, για να τους πει μια γνώμη… Και άμα άρεσε κάποιο από αυτά σε έναν εκδότη, τον διαβεβαίωνε πως θα τα κανονίσει να δοθεί σε αυτόν το περί ου ο λόγος βιβλίο. Με το αζημίωτο βέβαια…
(Την εμπιστεύονταν οι εκδότες συνήθως, ξέρανε πως ο καλός της συναγελαζόταν με το λογοτεχνικό συνάφι…) Πήγαινε μετά στον αντίστοιχο συγγραφέα και του έλεγε πως ο περί ου ο λόγος εκδότης έψαχνε να εκδώσει σύντομα κάποιο βιβλίο «πάνω κάτω ως εξής όσον αφορά πλοκή, χαρακτήρες, τόπο και χρόνο». Χαρούμενος και κατάπληκτος ο συγγραφέας της έλεγε: «Μα μες στο μυαλό μου είναι αυτός ο εκδότης; Τηλεπάθεια…». Ακόμη κι αν δεν είχε όντως κάτι τέτοιο στο μυαλό του, πράγμα που συνέβαινε συχνά. (Την εμπιστεύονταν οι συγγραφείς συνήθως, ξέρανε πως συναγελαζόταν με το εκδοτικό συνάφι…) Και αυτή τους έλεγε πως θα τα κανονίσει έτσι ώστε, όταν με το καλό ολοκληρωθεί το βιβλίο, να το αγοράσει ο περί ου ο λόγος εκδότης. Με το αζημίωτο βέβαια… Ο συγγραφέας έπεφτε με τα μούτρα στη δουλειά, ολοκλήρωνε το μελλοντικό ευπώλητο μάνι-μάνι. Η σύντροφος του ϡ, κριτικός στο επάγγελμα όπως είπαμε, έγινε σχετικά εύπορη μάνι-μάνι, συναγωνιζόμενη τον χαρισματικό, όπως έχουμε γράψει, σύντροφό της. Την εκτιμούσαν και την αγαπούσαν συγγραφείς και εκδότες, έγινε ζωντανός θρύλος με τα χρόνια. Θρύλος που ταξίδεψε πίσω-μπρος στο χρόνο. Κυκλοφόρησε μάλιστα πως, χάρη σε λογοτεχνικό της προξενιό, είχε είχε εκδοθεί ένα μυθιστόρημα που είχε ενέπνευσε τον δραματουργό στη συγγραφή του πολύκροτου θεατρικού έργου Άσε κάτω το καμτσίκι σου, έστω και αν το θεατρικό είχε πρωτοπαιχτεί κάποια χρόνια πριν την εμφάνισή της στα γράμματα...
Την αγαπούσαν και την εκτιμούσαν συγγραφείς και εκδότες, νιώθανε πως τους οδηγούσε. Κι όμως δε μου ’ρχεται στο νου το όνομά της. ΚΟΙΤΑ ΝΑ ΔΕΙΣ, ΔΕ ΜΟΥ ’ΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΤΩΡΑ…
Μια αποτυχία χωρίς πολλή σημασία
Οι εκατό πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο συγκέντρωσαν τα άχρηστά τους: παλιά παπούτσια, τσάντες, στυλό, καπέλα, σώβρακα, γραβάτες… Θα κάνανε ένα μεγάλο μπαζάρ, για να τα βγάλουν σε πλειστηριασμό, έχουν αξία αντικειμενική τα άχρηστα των δισεκατομμυριούχων, κι έχουν ακόμη μεγαλύτερη αξία ως memorabilia. Χρήσιμα για πολλούς. Δεν ήταν άπληστοι αυτοί οι εκατό, τα έσοδα θα πήγαιναν για φιλανθρωπικούς, για έργα ευποιίας. Δεν βρέθηκαν όμως πολλοί να καταβάλουν το αντίτιμο, τα άχρηστα των πάμπλουτων είναι πανάκριβα. Τους μείνανε αμανάτι. Τα κράτησαν λοιπόν, δεν τα πέταξαν. Κάτι τέτοιο θα ήταν αντιοικολογικό.
Πλησίασα και διάβασα πάλι τη λεζάντα κάτω από τη φωτογραφία με τα δύο δέντρα:
«Και των σπασμένων κλώνων οι καρποί σαν των άλλων θα ήταν».
Και, σαν από επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, κατάλαβα γιατί κρυφογελούσε ο σοφός Ελιέζερ. «Πόσοι το λένε μαγιό και πόσοι μπανιερό το ένδυμα μπάνιου; Και πώς κατανέμονται με βάση την ηλικία, το φύλο, το επάγγελμα, την έμφυλη ταυτότητα, το χρώμα των ματιών, των μαλλιών και του δέρματος κλπ κλπ». Να ένα ωραίο θέμα για ένα διεπιστημονικό διδακτορικό! Έτσι βιοποριζόταν ο σοφός, πουλώντας θέματα για διδακτορικά. Το είχε κρυφό, αλλά μου το είχε πει η σύντροφός του. (Καλά να ‘μαστε, θα τη γνωρίσουμε κι αυτή). Αποκαλύπτοντάς μου και κάποια θέματα, πωληθέντα ήδη, προφανώς. Όπως «Ποιο θα ήταν το κυρίαρχο θέμα των αναρτήσεων στο fb αν οι γάτες δεν ήταν κατοικίδια; Σε συνάρτηση με την ηλικία, φύλο, το επάγγελμα, την έμφυλη ταυτότητα, το χρώμα των ματιών, των μαλλιών και του δέρματος κλπ κλπ». Και 2-3 ακόμη, ανάλογα.