Λού­ης Τί­κας (Ηλί­ας Σπα­ντι­δά­κης)


κα­θώς μη­τέ­ρες έτρε­χαν γύ­ρω από τα αντί­σκη­να, αρ­πά­ζο­ντας παι­διά,
ξε­φεύ­γο­ντας από σφαί­ρες. Ένα χά­ος αν­θρώ­πων σε κί­νη­ση, κραυ­γές
αν­δρών να οδη­γη­θεί η μά­χη μα­κριά από τις πυ­κνά στη­μέ­νες σκη­νές.
Οπλι­σμέ­νοι απερ­γοί πυ­ρο­βο­λού­σαν από ρά­γες και βα­γό­νια τρέ­νων
και γέ­φυ­ρες, σκο­πεύ­ο­ντας προς τα στρα­τό­πε­δα των στρα­τιω­τών
και νό­τια όπου δύο οπλο­πο­λυ­βό­λα ρι­πές άδεια­ζαν ενα­ντί­ον τους


Ο κα­ταυ­λι­σμός των απερ­γών

Οι στί­χοι από το αφη­γη­μα­τι­κό ποί­η­μα «Ludlow» του Ντέι­βιντ Μέι­σον (David Mason) πα­ρα­πέ­μπουν στην κο­ρύ­φω­ση της εξέ­γερ­σης και κα­τα­στο­λής στις 20 Απρι­λί­ου 1914 στα αν­θρα­κω­ρυ­χεία της πο­λι­τεί­ας του Κο­λο­ρά­ντο, στη σφα­γή στο Λά­ντλο­ου, όπως έχει ονο­μα­στεί το εμ­βλη­μα­τι­κό αυ­τό γε­γο­νός στην ιστο­ρία του αμε­ρι­κα­νι­κού ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, που συ­νέ­βα­λε στην κα­θιέ­ρω­ση οκτά­ω­ρης ερ­γα­σί­ας και στην εφαρ­μο­γή νο­μο­θε­σί­ας για την παι­δι­κή ερ­γα­σία.
Η προη­γού­με­νη ημέ­ρα ήταν Κυ­ρια­κή του Ορ­θό­δο­ξου Πά­σχα, που εί­χαν γιορ­τά­σει οι­κο­γέ­νειες των απερ­γών, με­τα­ξύ των οποί­ων ήταν Έλ­λη­νες, Με­ξι­κα­νοί, Σκω­τσέ­ζοι και Ιτα­λοί. Σε ση­μείο που εμπό­δι­ζε απερ­γο­σπά­στες να προ­σέλ­θουν, εί­χαν στή­σει έναν κα­ταυ­λι­σμό σε αντί­σκη­να, με ελ­λη­νι­κό φούρ­νο και κα­φε­νείο. Εί­χαν προ­βλέ­ψει ότι, με­τά την κή­ρυ­ξη της απερ­γί­ας στις 23 Σε­πτεμ­βρί­ου 1913, οι εται­ρεί­ες που εκ­με­ταλ­λεύ­ο­νταν τα ορυ­χεία, με προ­ε­ξάρ­χου­σα την οι­κο­γέ­νεια Ροκ­φέ­λερ, θα τους εκ­δί­ω­καν από την πό­λη ερ­γα­τι­κών κα­τοι­κιών. Σε ερ­γο­δο­τι­κά κα­τα­στή­μα­τα μό­νο μπο­ρού­σαν να εξαρ­γυ­ρώ­σουν κου­πό­νια με τα οποία πλη­ρώ­νο­νταν. Να ψω­νί­ζουν από όποιο κα­τά­στη­μα θέ­λουν ήταν ένα από τα αι­τή­μα­τα των απερ­γών, όπως και το να πη­γαί­νουν σε για­τρό της επι­λο­γής τους και όχι σε για­τρούς της εται­ρεί­ας.


Τώ­ρα εκεί υπάρ­χει μια πό­λη-φά­ντα­σμα. Στο μέ­ρος όπου έγι­νε η σφα­γή, το συν­δι­κά­το αν­θρα­κω­ρύ­χων της Αμε­ρι­κής ύψω­σε ένα μνη­μείο από γρα­νί­τη, όπου έχουν χα­ρα­χθεί ονό­μα­τα νε­κρών. Ο βαν­δα­λι­σμός του μνη­μεί­ου το 2003 επι­βε­βαιώ­νει ότι πρό­κει­ται για ζω­ντα­νή ιστο­ρία. Ανα­σκα­φές από αρ­χαιο­λό­γους έχουν σε με­γά­λο βαθ­μό επα­λη­θεύ­σει μαρ­τυ­ρί­ες των απερ­γών για τα γε­γο­νό­τα.
Η Εθνο­φρου­ρά του Κο­λο­ρά­ντο, που ζή­τη­σαν να στα­λεί οι εται­ρεί­ες των αν­θρα­κω­ρυ­χεί­ων, και ένο­πλοι τους οποί­ους εί­χαν προ­σλά­βει άρ­χι­σαν τη Δευ­τέ­ρα εκεί­νη να πυ­ρο­βο­λούν ενα­ντί­ον του κα­ταυ­λι­σμού των απερ­γών, κά­ποιοι από τους οποί­ους αμύ­νο­νταν με όπλα που εί­χαν νό­μι­μα αγο­ρά­σει. Η μά­χη κρά­τη­σε όλη την ημέ­ρα. Πολ­λοί σώ­θη­καν δια­φεύ­γο­ντας στους γύ­ρω λό­φους, ιδί­ως όταν το σού­ρου­πο ένα εμπο­ρι­κό τρέ­νο στα­μά­τη­σε στις ρά­γες με­τα­ξύ των δύο πλευ­ρών. Γυ­ναί­κες και παι­διά σε λα­γού­μια κά­τω από τις τέ­ντες πνί­γη­καν από τους κα­πνούς, όταν οι εθνο­φρου­ροί έβα­λαν φω­τιά στον κα­ταυ­λι­σμό. Τις δέ­κα επό­με­νες ημέ­ρες αν­θρα­κω­ρύ­χοι οπλί­στη­καν και έκα­ναν επι­θέ­σεις σε ερ­γο­δο­τι­κά κα­τα­στή­μα­τα, με δε­κά­δες νε­κρούς, στο πιο αι­μα­τη­ρό ίσως επει­σό­διο αυ­τού του εί­δους στην αμε­ρι­κα­νι­κή ιστο­ρία.

H κη­δεία του Λ. Τί­κα


Σε ηγέ­τη των απερ­γών εί­χε ανα­δει­χθεί ο Louis Tikas (Ηλί­ας Σπα­ντι­δά­κης), που εί­χε με­τα­να­στεύ­σει από την Κρή­τη, όπου γεν­νή­θη­κε το 1886. Αμε­ρι­κα­νός πο­λί­της έγι­νε το 1910. Γνώ­ρι­ζε κα­λύ­τε­ρα αγ­γλι­κά από άλ­λους με­τα­νά­στες, που βοη­θού­σε στις συ­ναλ­λα­γές τους και στην απο­στο­λή εμ­βα­σμά­των στις οι­κο­γέ­νειές τους. Επι­διώ­κο­ντας εκε­χει­ρία, εί­χε πα­ρα­μεί­νει στον κα­ταυ­λι­σμό. Ενώ τον κρα­τού­σαν, ένας από τους επι­κε­φα­λής της Εθνο­φρου­ράς του τσά­κι­σε το κε­φά­λι με μια κα­ρα­μπί­να που έσπα­σε στα δύο. Στον δο­λο­φό­νο επι­βλή­θη­κε αρ­γό­τε­ρα πει­θαρ­χι­κή επί­πλη­ξη. Με σφαί­ρα στην πλά­τη, το πτώ­μα του Τί­κα και δύο ακό­μη απερ­γών πα­ρέ­μει­ναν τρεις ημέ­ρες δί­πλα στις ρά­γες των τρέ­νων που περ­νού­σαν.

Επι­γρα­φή στο χω­ριό Λού­τρα Ρε­θύ­μνου


Ο συγ­γρα­φέ­ας του μυ­θι­στο­ρή­μα­τος Ο βα­σι­λιάς άν­θρα­κας, Άπτον Σίν­κλερ στά­θη­κε σε πο­λυ­ή­με­ρη σιω­πη­λή δια­μαρ­τυ­ρία έξω από τα γρα­φεία των Ροκ­φέ­λερ στη Νέα Υόρ­κη με­τά τα γε­γο­νό­τα στο Λά­ντλο­ου. Το 1944 ο Γού­ντι Γκά­θρι έγρα­ψε ένα τρα­γού­δι για τη σφα­γή. Ακου­γό­ταν στις δια­δη­λώ­σεις τη δε­κα­ε­τία του 1960 στην Αμε­ρι­κή. Στα ελ­λη­νι­κά έχει με­τα­φρα­στεί το βι­βλίο για τον Τί­κα του ιστο­ρι­κού Ζή­ση Πα­πα­νι­κό­λα. Έχουν γυ­ρι­στεί και αξιό­λο­γα ντο­κι­μα­ντέρ [Βλ.π.χ. εδώ]. Ο Λού­ις Τί­κας πρω­τα­γω­νι­στεί στο «μυ­θι­στό­ρη­μα σε [4800] στί­χους» του ανα­νε­ω­τή της αφη­γη­μα­τι­κής ποί­η­σης Ντέι­βιντ Μέι­σον (Ουά­σινγ­κτον 1954), που υπήρ­ξε «διαφ­νο­στε­φής ποι­η­τής» του Κο­λο­ρά­ντο, πο­λι­τεία με την οποία συν­δέ­ε­ται η οι­κο­γέ­νειά του, και κα­θη­γη­τής σε πα­νε­πι­στή­μιό της, πριν με­τα­κο­μί­σει στην Τα­σμα­νία.