[ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ή ΠΕΡΑ ΑΠ᾽ ΑΥΤΗΝ ]

Στις 16 Ιουλίου

Αφιέρωμα: Αλέξης Πολίτης (1945-2025)
Επιμέλεια: Γιάννης Δημητρακάκης (αναπλ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης)


Συνεργάζονται:

Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, Μαίρη Γριβέα, Γιάννης Δημητρακάκης, Μιχαήλα Καραμπίνη-Ιατρού, Δημήτρης Κηλαϊδίτης, Δημήτρης Ι. Κυρτάτας, Ελένη Κωβαίου, Μαριλίζα Μητσού, Φίλιππος Παππάς, Δημήτρης Περοδασκαλάκης, Άλκη Πολίτη, Νατάσσα Τσαπανίδου

Κι ένα κείμενο του Αλέξη Πολίτη

Τουρίσματα



Μιλώντας για εκδρομές και ταξίδια, είμαστε εθισμένοι να εκθειάζουμε μέρη που επισκεφθήκαμε και εμπειρίες που νομίζουμε ότι αποκομίσαμε. Η βιομηχανία τουριστικών εξορμήσεων δεν πρόκειται να δημοσιοποιήσει πορίσματα από κρυφές σφυγμομετρήσεις, που συνοψίζονται στον εξής δωδεκάλογο:

1. Στα περισσότερα αξιοθέατα είχε τέτοιες ουρές, που δεν καταφέραμε να μπούμε. Ευτυχώς τα θυμόμασταν από φωτογραφίες και βίντεο, που είχε στείλει το ταξιδιωτικό γραφείο ή μπορούσαμε να βρούμε στο διαδίκτυο, όταν ήμασταν συνδεδεμένοι. Τώρα θα λέμε πως τα έχουμε επισκεφθεί.

2. Βγάλαμε άσχημες φωτογραφίες, που συμπληρώνουν επαγγελματικές καρτποστάλ.

3. Στα μουσεία μάς έσπρωχναν να μην καθυστερούμε μπροστά σε διάσημα έργα. Τώρα ξέρουμε ότι η διασημότητα δημιουργεί υποχρεώσεις.

4. Τα κρεβάτια δεν ήταν αναπαυτικά στο ξενοδοχείο, όπως μάθαμε. Εμείς ούτε που τα είδαμε. Στη ρεσεψιόν περιμέναμε να επανέλθει η ηλεκτρονική σύνδεση, που θα επιβεβαίωνε την κράτηση.

5. Για να αποφύγουμε το υπέρβαρο, ένα βαλιτσάκι γεμάτο σουβενίρ το χαρίσαμε στους αχθοφόρους, που βοηθούσαμε να μεταφέρουν τα πράγματά μας, λες και ήταν δικά τους. Αν όλοι εγκατέλειπαν τα δώρα που είχαν αγοράσει, θα είχε σταματήσει η παραγωγή των αντικειμένων αυτών. Οι τουρίστες θα αγόραζαν και θα άφηναν πριν φύγουν το βαλιτσάκι με τα ίδια άχρηστα αντικείμενα.

6. Στο ταξίδι είχαμε την ευκαιρία να πούμε λέξεις και φράσεις, όπως «καλημέρα», «δεν θέλω», «δεν μπορώ», στη γλώσσα των ιθαγενών. Η χρήση ήταν σωστή. Όλοι καταλάβαιναν και απαντούσαν στα αγγλικά.

7. Οι άνθρωποι στα μέρη που επισκεφθήκαμε αγαπούν τους τουρίστες. Προς τιμήν μας είχαν ανάψει μία πυρά, όπου έκαιγαν ό,τι είχαμε αφήσει πίσω μας, πριν επιστρέψουμε στο κρουαζιερόπλοιο.

8. Όλοι οι ταξιδιώτες ήταν χαρούμενοι επιστρέφοντας. Δεν θα άντεχα ούτε μία ώρα μακριά από το σπίτι μου, ακόμη και αν ήμουν άστεγος, δήλωσε ο πιο ενθουσιώδης.

9. Έμπειροι ταξιδιώτες έλεγαν ότι πηγαίνουν εκεί, όπου δίδονται οι πιο χαμηλές βαθμολογίες από προηγούμενους επισκέπτες, με την ελπίδα ότι θα είναι μόνοι.

10. Ο ιδανικός προορισμός είναι το πιο άσχημο μέρος του κόσμου, χωρίς αξιοθέατα, με άγευστο φαγητό και αφιλόξενους κατοίκους.

11. Όλα τα μέρη διαφέρουν τόσο μεταξύ τους, ώστε ίδια να φαίνονται. Ένα ταξίδι μπορεί να επιβεβαιώσει τις χειρότερες προκαταλήψεις.

12. Είναι αδιανόητο το τι μαθαίνει κανείς ταξιδεύοντας. Αρκεί να μη θέλει να μάθει. Καλές διακοπές.

    Ιούλιος 2025

    Με τη μορφή τη βασανιστική

    Ο Νίκος Καββαδίας


    «Οι προσευχές των ναυτικών»

    Οι Γιαπωνέζοι ναυτικοί, προτού να κοιμηθούν,
    βρίσκουν στην πλώρη μια γωνιά που δεν πηγαίνουν άλλοι
    κι ώρα πολλή προσεύχονται, βουβοί, γονατιστοὶ
    μπρος σ᾿ ένα Βούδα κίτρινο που σκύβει το κεφάλι.

    Κάτι μακριὰ ες τα πόδια τους φορώντας νυχτικά,
    μασώντας οι ωχροκίτρινοι μικροί κινέζοι ρύζι,
    προφέρουνε με την ψιλή φωνή τους προσευχές
    κοιτάζοντας μια χάλκινη παγόδα που καπνίζει.

    Οι κούληδες με τη βαριὰ ωχροκίτρινη μορφή
    βαστάν σκυφτοί τα γόνατα κοιτώντας πάντα κάτου,
    κι οι αράπηδες σιγοκουνάν το σώμα ρυθμικά,
    κατάρες μουρμουρίζοντας ενάντια του θανάτου.

    Οι Ευρωπαίοι τα χέρια τους κρατώντας ανοιχτά,
    εκστατικά προσεύχονται γεμάτοι από ικεσία,
    και ψάλλουνε καθολικές ωδές μουρμουριστά,
    που εμάθαν όταν πήγαιναν μικροί στην εκκλησία.

    Και οι Έλληνες, με τη μορφή τη βασανιστική,
    από συνήθεια κάνουνε, πριν πέσουν, το σταυρό τους
    κι αρχίζοντας με σιγανή φωνή «Πάτερ ἡμῶν…»
    το μακρουλό σταυρώνουνε λερό προσκέφαλό τους.

    ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, (από την συλλογή Μαραμπού)


    Δεν ξέρω αν το έχει ξαναγράψει κι άλλος. Δεν θυμάμαι αν το ’χω ξαναγράψει κάπου κι εγώ. Αλλά για μένα το πιο ιδιοφυές επίθετο για τους Έλληνες, ο πιο ακριβής χαρακτηρισμός, υπάρχει στις «Προσευχές των ναυτικών» του Καββαδία, στο τέλος του ποιήματος, όταν ο Καββαδίας περιγράφει και των Ελλήνων ναυτικών την προσευχή πριν τη βραδινή τους κατάκλιση : «Και οι Έλληνες με τη μορφή τη βασανιστική» …

    Δεν λέει βασανισμένη, βασανιστική λέει. Που βασανίζουμε ο ένας τον άλλον με τις φυσιογνωμίες του άκρατου εγωισμού του καθενός μας. Που, αν δεν είναι δικός μας ο άλλος —ή κι όταν δικός μας είναι—, αμέσως το ύφος του μας διώχνει, η ματιά του η στον εαυτό του και μόνο αφιερωμένη, το πρόσωπό του το περιχαρακωμένο κι εχθρικό, το απωθητικότατο. Ίσως μέχρι να γνωριστούμε. Ίσως και μετά από αυτό.

    Ένα επίθετο, ένας κατηγορηματικός προσδιορισμός, ακριβώς στο κέντρο του στόχου, σαν βέλος που σχίζει άλλο βέλος ήδη καρφωμένο εκεί, σαν του Ρομπέν των Δασών στη γλώσσα μια μεγάλη στιγμή. Σαν του Οδυσσέα —κι εκείνου στο τέλος— στο παλάτι του.

    Όχι η βασανισμένη. Η βασανιστική.

    [ Από το ανέκδοτο βιβλίο Νουάρ στιγμές ]