Η εσωτερική ζωή σε κίνδυνο

Ο Μαξ Ζακόμπ ζωγραφισμένος από τον Μοντιλιάνι
Ο Μαξ Ζακόμπ ζωγραφισμένος από τον Μοντιλιάνι

Όταν ακούω να ανα­φέ­ρε­ται το όνο­μα του ποι­η­τή Μαξ Ζα­κόμπ, μου έρ­χο­νται στο νου οι «Συμ­βου­λές σ’ έναν νέο ποι­η­τή», συ­μπλη­ρω­μα­τι­κές ίσως των αντί­στοι­χων του Γερ­μα­νού Ράι­νερ Μα­ρία Ρίλ­κε, που κι αυ­τές σφρά­γι­σαν με κά­ποιο τρό­πο την ποι­η­τι­κή, αλ­λά και φυ­σι­κή μου, νε­ό­τη­τα. Και τα δύο βι­βλία, αλ­λά κυ­ρί­ως το πρώ­το το διά­βα­σα, ως προ­ϊ­όν μιας συ­νά­ντη­σης, πα­ρά­με­τρο κι αυ­τή μιας τύ­χης, όπως συμ­βαί­νει συ­νή­θως στη ζωή, για τις συ­να­ντή­σεις εν γέ­νει με τους αν­θρώ­πους, τους ζώ­ντες, αλ­λά και τα έρ­γα, δη­λα­δή και τους τε­θνε­ώ­τες, ή τους μα­κρι­νούς. Ωστό­σο αυ­τή η τύ­χη δεν αφο­ρά πα­ρά ένα μέ­ρος αυ­τών των συ­να­ντή­σε­ων, για­τί υπάρ­χει κι ένα άλ­λο μέ­ρος που έχει ήδη δια­μορ­φω­θεί μέ­σα μας σαν μια προ­διά­θε­ση, η οποία επεν­δύ­ε­ται, όπως λέ­νε συ­χνά, με τη μορ­φή ενός προ­κα­θο­ρι­σμού.
Οι πρώ­τες λέ­ξεις αυ­τού του μι­κρού βι­βλί­ου, που το διά­βα­σα την πρώ­τη φο­ρά στα ελ­λη­νι­κά στην πο­λύ ωραία με­τά­φρα­ση του Αντώ­νη Φω­στιέ­ρη έλε­γαν τα εξής: «Θα ανοί­ξω ένα σχο­λείο εσω­τε­ρι­κής ζω­ής, και θα γρά­ψω στην πόρ­τα: σχο­λή τέ­χνης.» Πρό­κει­ται για μια φρά­ση που μου φαί­νε­ται πα­ρα­δειγ­μα­τι­κή, επει­δή ται­ριά­ζει και στις «δύο όχθες» όπου κυ­λά­ει το ρυά­κι της ζω­ής μου, στις δύο δρα­στη­ριό­τη­τες που το νε­ρό τρώ­ει τα χώ­μα­τά τους, την ποί­η­ση και την ψυ­χα­νά­λυ­ση. Αλ­λά επί­σης, και κυ­ρί­ως για­τί η εσω­τε­ρι­κή ζωή βρί­σκε­ται, στις μέ­ρες μας, εν κιν­δύ­νω: σε με­γά­λο κίν­δυ­νο.

Διά­γου­με μια ιστο­ρι­κή πε­ρί­ο­δο, μιας κρί­σης του πο­λι­τι­σμού, μιας βα­θιάς κρί­σης, εξαι­τί­ας των τε­χνο­λο­γι­κών με­τα­βο­λών και των με­τα­μορ­φώ­σε­ων που την δια­τρέ­χουν· την δια­περ­νούν με τρό­πο ανα­σκο­λο­πι­στι­κό, την ανα­δια­μορ­φώ­νουν, αλ­λά­ζο­ντας όχι μό­νον τη μορ­φή αλ­λά, όπως συμ­βαί­νει σε ανά­λο­γες πε­ρι­πτώ­σεις, και την ίδια την ου­σία της ζω­ής. Αυ­τή δια­τυ­πώ­νε­ται πλέ­ον κυ­ρί­ως με όρους οι­κο­νο­μι­κούς και μας κα­τα­κλύ­ζει το ανά­λο­γο λε­ξι­λό­γιο, άγνω­στο μέ­χρι τώ­ρα έξω από τους κύ­κλους των ει­δι­κών, ει­σά­γο­ντάς μας σε έναν λα­βύ­ριν­θο αγο­ρών, χρη­μα­τι­στη­ρί­ων και οι­κο­νο­μι­κών συ­στη­μά­των, όπου το χρή­μα από δια­με­σο­λα­βη­τής αξιών, έχει πλέ­ον μια αξία κα­θε­αυ­τό, γί­νε­ται αυ­τό το ίδιο «αγα­θό» που αγο­ρά­ζε­ται και πω­λεί­ται. Κι αυ­τό συμ­βαί­νει με έναν τρό­πο η πο­λυ­πλο­κό­τη­τα του οποί­ου ξε­περ­νά­ει και εκεί­νους οι οποί­οι ασχο­λού­νται απο­κλει­στι­κά με αυ­τό ως αντι­κεί­με­νο. Ωστό­σο όλο αυ­τό δεν εί­ναι πα­ρά μια πρό­σο­ψη που τεί­νει να κρύ­βει τη με­γά­λη ανα­τα­ρα­χή του σύγ­χρο­νου αν­θρώ­που, που σε έναν αποϊ­ε­ρο­ποι­η­μέ­νο κό­σμο, όπου συ­χνά η κα­τα­στρο­φή υπό ποι­κί­λες εκ­δο­χές παίρ­νει το πά­νω χέ­ρι, έχει χά­σει κά­θε εί­δος πυ­ξί­δας, κά­θε προ­σα­να­το­λι­σμό ως προς το από πού ανα­τέλ­λει και πού δύ­ει όχι ο ήλιος, αλ­λά η ζωή η ίδια. Αυ­τό ση­μαί­νει πως ο άν­θρω­πος δυ­σφο­ρεί όταν πρό­κει­ται να ζή­σει, να ζή­σει μέ­σα του, να ζή­σει κα­θ’ εαυ­τός, να μη χα­θεί στην εξω­τε­ρι­κό­τη­τα, στη δυ­νη­τι­κό­τη­τα που προ­σφέ­ρουν πλέ­ον αφει­δώς οι ει­κό­νες, να ζή­σει στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και με ό,τι αυ­τή ση­μαί­νει, με­τα­ξύ άλ­λων στο πε­ρα­τό και στο με­τρή­σι­μο. Για­τί τα άλ­λα ονό­μα­τα που μπο­ρεί να πά­ρει η εσω­τε­ρι­κή ζωή εί­ναι «ψυ­χι­κή ζωή», ή «εσω­τε­ρι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα». Ο Μαξ Ζα­κόμπ για να εξη­γή­σει τι εν­νο­εί με τον χα­ρα­κτη­ρι­σμό «εσω­τε­ρι­κή ζωή» γρά­φει: «Ερευ­νεί­στε τον εαυ­τό σας. Αυ­τό ονο­μά­ζε­ται στο­χα­σμός, ανα­στο­χα­σμός, κοι­τάξ­τε τον εαυ­τό σας ενώ ζει, δεί­τε τη ζωή των άλ­λων. Αυ­τή εί­ναι η εσω­τε­ρι­κή ζωή.» Κι αυ­τό επα­νέρ­χε­ται στα λό­για του, ένας σύγ­χρο­νος από­η­χος από τον Μάρ­κο Αυ­ρή­λιο κι από τους Στω­ι­κούς, από τους προ­σω­κρα­τι­κούς ακό­μα.

Αλ­λά αυ­τό λεί­πει από τον άν­θρω­πο στις μέ­ρες μας: να σκύ­ψει πραγ­μα­τι­κά πά­νω από τον εαυ­τό του και τους άλ­λους. Αυ­τό από τη μία τον κά­νει εντε­λώς αδια­φα­νή και αδιά­βρο­χο, κι από την άλ­λη τον ισο­πε­δώ­νει, σαν να χά­νει την τρί­τη διά­στα­ση, εκεί­νη του βά­θους (αλ­λά και του ύψους) και να πε­ριο­ρί­ζε­ται κα­τά πλά­τος, κα­τά μή­κος, σε μια επι­φά­νεια που δεν μπο­ρεί καν να ονο­μα­στεί έτσι ελ­λεί­ψει της ανα­φο­ράς στην τρί­τη, στην κά­θε­τη διά­στα­ση. Αλ­λά αυ­τή η ζωή δεν θα μπο­ρού­σε να συ­νε­χι­στεί χω­ρίς αυ­τή την τρί­τη διά­στα­ση που, αν την κα­ταρ­γή­σου­με, χά­νε­ται και η τέ­ταρ­τη: η διά­στα­ση του χρό­νου.

Η εν λό­γω φρά­ση λοι­πόν του Μαξ Ζα­κόμπ, μια δε­κα­πε­ντα­ριά λέ­ξεις όλες κι όλες, μας μι­λά­ει για εκεί­νο που απο­τε­λεί την πιο με­γά­λη ανά­γκη του και­ρού μας, την πιο με­γά­λη ανα­γκαιό­τη­τα για τον ση­με­ρι­νό άν­θρω­πο, να ξα­να­βρεί δη­λα­δή αυ­τό που του απο­δί­δει την ίδια την αν­θρώ­πι­νή του διά­στα­ση: τις σκέ­ψεις, τα συ­ναι­σθή­μα­τα, τα όνει­ρα, τις ανα­μνή­σεις, τις ίδιες τις φα­ντα­σιώ­σεις του, όλα όσα συ­νι­στούν μια εσω­τε­ρι­κή ζωή με τους κρα­δα­σμούς, τις αλή­θειες και τα ψέ­μα­τά της, και μέ­σω αυ­τού επο­μέ­νως μια σχο­λή τέ­χνης. Μια σχο­λή τέ­χνης που όταν δεν την έχει ανοί­ξει κα­νείς από μό­νος του, με τη βο­ή­θεια και με την πα­ρα­κί­νη­ση κά­ποιων άλ­λων πά­ντο­τε αρ­χι­κά, χρειά­ζε­ται να την εγκαι­νιά­σει συ­χνά με την ίδια την ανά­γνω­ση, αυ­τό το σχο­λείο της μο­να­ξιάς σε επι­κοι­νω­νία με εκεί­νον και εκεί­νους που βρί­σκο­νται πί­σω από ένα βι­βλίο, που συ­νή­θως γί­νε­ται, μα­ζί με άλ­λες μορ­φές τέ­χνης, η κα­τ’ εξο­χήν πη­γή της εσω­τε­ρι­κής ζω­ής. Κι υπάρ­χει αυ­τό το πα­ρά­δο­ξο, η εσω­τε­ρι­κή ζωή να πη­γά­ζει αρ­χι­κά απ’ έξω, από το εξω­τε­ρι­κό αυ­τό στοι­χείο του λό­γου που βρί­σκε­ται εί­τε στον αέ­ρα της σχέ­σης και της επι­κοι­νω­νί­ας με τους άλ­λους, εί­τε στην ατμό­σφαι­ρα –κυ­ριο­λε­κτι­κά μι­λώ­ντας– των βι­βλί­ων. Αυ­τή εί­ναι η κα­τοι­κη­μέ­νη μο­να­ξιά των βι­βλί­ων, κα­τοι­κη­μέ­νη από τους άλ­λους, για­τί τα βι­βλία εί­ναι τρό­πον τι­νά μπα­τα­ρί­ες ζω­ής. Κι ο Μαξ Ζα­κόμπ, που τέ­λειω­σε τη ζωή του σε στρα­τό­πε­δο, ένα ακό­μη θύ­μα της να­ζι­στι­κής λαί­λα­πας, ένας εβραί­ος σο­φός ποι­η­τής, συ­νε­χί­ζει ως εξής: «Αυ­τό που κά­νει με­γά­λο έναν για­τρό ή έναν ποι­η­τή, δεν εί­ναι ο αριθ­μός των βι­βλί­ων που έχει δια­βά­σει, αλ­λά η ποιό­τη­τα της εσω­τε­ρι­κής ζω­ής: ο με­τα­βο­λι­σμός της γνώ­σης και η έρευ­να.» Αλ­λά αυ­τή η έρευ­να μας πη­γαί­νει πιο πέ­ρα δια του με­τα­βο­λι­σμού όσων έχου­με προ­σλά­βει, εί­τε τα ονο­μά­σου­με πα­ρά­δο­ση εί­τε νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τα. Κι αυ­τή η έρευ­να, στη σχέ­ση των πα­ρα­λη­φθέ­ντων με τα νέα δε­δο­μέ­να της επο­χής, της κά­θε επο­χής μπο­ρεί να μας φέ­ρει στην ανα­ζή­τη­ση του αν­θρώ­πι­νου, χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό του οποί­ου απο­τε­λεί η ίδια η εσω­τε­ρι­κή ζωή. Αυ­τή κα­θο­δη­γεί, σε αντι­δια­στο­λή με την προ­έ­λευ­σή της, με την απου­σία της όσο και με τη φτώ­χεια ή τον πλού­το της, όσα μας πε­ρι­βάλ­λουν αλ­λά και το μέλ­λον τους. Το δι­κό μας μέλ­λον επί­σης μέ­σα στο δι­κό τους.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: