Χάρτες μεταξύ σατιρικής τέχνης και ιδεολογικής επιρροής {2}

Opicinus De Canistris, Παγκόσμιος χάρτης (1296-1300)
Opicinus De Canistris, Παγκόσμιος χάρτης (1296-1300)

————————————————————
( ΔΕΥ­ΤΕ­ΡΟ ΚΑΙ ΤΕ­ΛΕΥ­ΤΑΙΟ ΜΕ­ΡΟΣ )
————————————————————

Ο πα­λα­βός μο­να­χός των χαρ­τών

Οι σα­τι­ρι­κοί χάρ­τες δεν εί­ναι απο­κλει­στι­κό προ­ϊ­όν του 19ου αιώ­να, κα­τά τον οποίο ανα­δεί­χτη­καν και έγι­ναν δη­μο­φι­λείς. Η ιστο­ρία τους –εν­δια­φέ­ρου­σα και ιδιαί­τε­ρα σύν­θε­τη κα­τά την τε­χνι­κή, την τέ­χνη και το πε­ριε­χό­με­νό τους, αλ­λά και για τις ξε­χω­ρι­στές ανα­γνω­στι­κές ικα­νό­τη­τες που απαι­τούν στη δια­χρο­νία τους– κα­λύ­πτει ένα ευ­ρύ διά­στη­μα πα­ρου­σί­ας του εί­δους, του­λά­χι­στον επτά αιώ­νων μέ­χρι τις μέ­ρες μας. Η χρή­ση των ανα­μορ­φω­μέ­νων χαρ­τών ως μέ­σων σα­τι­ρι­κής αλ­λη­γο­ρί­ας, για να με­τα­φέ­ρει τον κρι­τι­κό κοι­νω­νι­κό και πο­λι­τι­κό σχο­λια­σμό, απο­κτά μιαν «άλ­λη» διά­στα­ση που αξί­ζει το εν­δια­φέ­ρον και την προ­σο­χή μας. Από την ανε­πα­νά­λη­πτη «αι­ρε­τι­κή» απει­κό­νι­ση του Opicinus de Canistris, του τέ­λους του 13ου αιώ­να, μέ­χρι τις αν­θρω­πό­μορ­φες και ζω­ό­μορ­φες απει­κο­νί­σεις του 16ου και από τις ιδε­ο­λο­γι­κές και πο­λι­τι­κές εθνι­κές αντι­πα­ρα­θέ­σεις, που θα αλ­λά­ξουν την Ευ­ρώ­πη τον 17ο, 18ο και κυ­ρί­ως τον 19ο αιώ­να, μέ­χρι την ανά­δει­ξη της σα­τι­ρι­κής σκι­τσο­γρα­φί­ας σε υψη­λή τέ­χνη της επο­χής μας. Προ­άγ­γε­λος των εξαι­ρε­τι­κά ιδιό­τυ­πων με­τα­φο­ρι­κών αυ­τών χαρ­τών εί­ναι το χαρ­το­γρα­φι­κό έρ­γο του ιδιόρ­ρυθ­μου μο­να­χού de Canistris από την Πα­βία, του «πα­λα­βού των χαρ­τών». Στα τέ­λη του 13ου αιώ­να σχε­δί­α­σε κά­τι σαν μα­γι­κή ει­κό­να, αν­θρω­πό­μορ­φους χάρ­τες της Ευ­ρώ­πης γύ­ρω από τη Με­σό­γειο με πο­λύ τολ­μη­ρές θρη­σκευ­τι­κές και γε­ω­γρα­φι­κές ανα­φο­ρές, κα­θώς και ηθι­κές πα­ρα­βο­λές, ανα­φέ­ρο­ντας μά­λι­στα, ανά­με­σα στα λί­γα το­πω­νύ­μια που σχο­λιά­ζο­νται στον χάρ­τη του -και με ιδιαί­τε­ρο νό­η­μα– και τη Θεσ­σα­λο­νί­κη! Εί­ναι αναμ­φί­βο­λα ένας σα­τι­ρι­κός χάρ­της στο στε­ρε­ό­τυ­πο πλαί­σιο της επο­χής του, με­γά­λης αλ­λη­γο­ρι­κής δύ­να­μης και ιδε­ο­λο­γι­κής ανα­τρο­πής. Επι­πλέ­ον, πα­ρου­σιά­ζει εξαι­ρε­τι­κό εν­δια­φέ­ρον, εφό­σον προ­σο­μοιά­ζει στο χαρ­το­γρα­φι­κό πρό­τυ­πο των πορ­το­λά­νων ναυ­τι­κών χαρ­τών, πα­ρά στα τό­τε κυ­ρί­αρ­χα ακό­μη χρι­στια­νι­κά χαρ­το­γρα­φι­κά πρό­τυ­πα των Orbis Terrarum (ΟΤ) ή των πα­ραλ­λα­γών τους, που ο μο­να­χός αυ­τός πε­ρι­φρο­νεί προ­κλη­τι­κά υπέρ των ναυ­τι­κών χαρ­τών, των πο­λύ εγ­γύ­τε­ρων στην απει­κό­νι­ση της γε­ω­γρα­φι­κής «αλή­θειας» απ’ ό,τι οι χάρ­τες ΟΤ.

Ο Opicinus de Canistris επι­τί­θε­ται στα ση­μα­ντι­κά εκ­κλη­σια­στι­κά και­κοι­νω­νι­κά γε­γο­νό­τα της επο­χής του, στη Δύ­ση και στην Ανα­το­λή, ανα­μορ­φώ­νο­ντας τον κυ­ριαρ­χού­ντα τό­τε πορ­το­λά­νο ναυ­τι­κό χάρ­τη-υπό­βα­θρο σε αν­θρω­πο­μορ­φι­κή απει­κό­νι­ση. Η με­σο­γεια­κή ακτο­γραμ­μή του πορ­το­λά­νου χάρ­τη δια­τη­ρεί­ται για να δια­γρά­ψει την αν­θρω­πο­μορ­φία της γε­ω­γρα­φι­κής απει­κό­νι­σης, σχη­μα­τί­ζο­ντας το ζεύ­γος ενός μο­να­χού και μιας ελευ­θε­ριά­ζου­σας γυ­ναί­κας με τολ­μη­ρή στά­ση και εμ­φά­νι­ση. Ο μο­να­χός και η γυ­ναί­κα προ­σεγ­γί­ζουν σω­μα­τι­κά στην εγ­γύ­τη­τα της Ιβη­ρι­κής με τη δυ­τι­κή αφρι­κα­νι­κή ακτή της Με­σο­γεί­ου, ενώ η ακτο­γραμ­μή της Ιτα­λι­κής χερ­σο­νή­σου το­νί­ζει, ως ανα­μόρ­φω­ση, την αι­σθη­σια­κή τολ­μη­ρό­τη­τα μιας «ανή­συ­χης» γυ­ναι­κεί­ας στά­σης απέ­να­ντι στον «ακί­νη­το», απα­θή μο­να­χό. Η αλ­λη­γο­ρι­κή στά­ση της γυ­ναί­κας ενι­σχύ­ει, ως ανεν­δοί­α­στη πα­ρο­μοί­ω­ση, τη γε­ω­γρα­φι­κή θέ­ση της Βε­νε­τί­ας. Η θέ­ση της κο­σμι­κής πό­λης ανα­μορ­φω­μέ­νη στο σώ­μα της γυ­ναί­κας παίρ­νει μία «άλ­λη» ηθι­κή έν­νοια. Και όλα αυ­τά στο πλαί­σιο της επο­χής, όπου οι Εκ­κλη­σί­ες –και στη Δύ­ση και στην Ανα­το­λή– ανα­τα­ράσ­σο­νται ιδε­ο­λο­γι­κά και η κυ­ριαρ­χία της αγο­ράς και του εμπο­ρί­ου με­τα­σχη­μα­τί­ζουν τον με­σο­γεια­κό κό­σμο, προ­δια­γρά­φο­ντας τις μελ­λο­ντι­κές οι­κο­νο­μι­κές αλ­λα­γές που θα φέ­ρει η θά­λασ­σα και η επι­χει­ρη­μα­τι­κή ισχύς των λι­μα­νιών της. Πρό­κει­ται για έναν χάρ­τη στη δια­χρο­νι­κή κο­ρυ­φή του εί­δους, για μια με­γα­λειώ­δη αφε­τη­ρία, που διευ­ρύ­νει προς τα πί­σω το χρο­νι­κό πε­δίο εξέ­λι­ξης των σα­τι­ρι­κών χαρ­τών, με όποια έν­νοια και όποια βα­θύ­τε­ρα συμ­φρα­ζό­με­να δώ­σει κα­νείς στον όρο.

Χάρτες μεταξύ σατιρικής τέχνης και ιδεολογικής επιρροής   {2}


Το γλύ­κι­σμα των βα­σι­λέ­ων και η που­τί­γκα με δα­μά­σκη­να

Από την Ανα­γέν­νη­ση μέ­χρι τη με­γά­λη να­πο­λε­ό­ντεια ανα­τα­ρα­χή της Ευ­ρώ­πης στα τέ­λη του 18ου και τις αρ­χές του 19ου αιώ­να, έχου­με τη συ­νέ­χεια εξαι­ρε­τι­κών πα­ρα­δειγ­μά­των του εί­δους της σα­τι­ρι­κής χαρ­το­γρα­φί­ας. Πά­ντα με ανα­φο­ρά στις χαρ­το­γρα­φι­κές εξε­λί­ξεις, που εί­ναι πια πυ­κνές και γρή­γο­ρες, με την ώθη­ση που έδω­σαν στη χαρ­το­γρα­φι­κή τε­χνο­λο­γία και απει­κο­νι­στι­κή οι Με­γά­λες Ανα­κα­λύ­ψεις, η αυ­ξα­νό­με­νη επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα που ανα­πτύ­χθη­κε γύ­ρω τους και οι εξε­λί­ξεις στις επι­στή­μες. Στη δια­δε­δο­μέ­νη βι­βλιο­γρα­φία ανα­φέ­ρο­νται συ­χνά ως εμ­βλη­μα­τι­κά και δη­μο­φι­λή πα­ρα­δείγ­μα­τα δύο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κές πε­ρι­πτώ­σεις σα­τι­ρι­κών σχε­δί­ων, με χαρ­το­γρα­φι­κή ανα­φο­ρά, της πε­ριό­δου με­τά τα μέ­σα του 18ου αιώ­να μέ­χρι τη να­πο­λε­ό­ντεια κυ­ριαρ­χία. Πα­ρό­τι δια­φο­ρε­τι­κής τε­χνο­τρο­πί­ας και πε­ριε­χο­μέ­νου, ανή­κουν και τα δύο στην οι­κο­γέ­νεια των σα­τι­ρι­κών χαρ­τών.

Η πρώ­τη πε­ρί­πτω­ση, του σχε­δόν τε­λευ­ταί­ου τε­τάρ­του του 18ου αιώ­να, έχει ως κε­ντρι­κή ει­κό­να-δια­κύ­βευ­μα έναν χάρ­τη, που όμως δεν απο­τε­λεί αυ­τός το αντι­κεί­με­νο της σα­τι­ρι­κής πα­ρέμ­βα­σης. Αντί­θε­τα, τα πε­ρι­βάλ­λο­ντα πρό­σω­πα των ασχο­λού­με­νων με τον χάρ­τη, δη­λα­δή με τη γε­ω­γρα­φι­κή ανα­πα­ρά­στα­ση σ’ αυ­τόν, εί­ναι εκεί­να που υφί­στα­νται το σα­τι­ρι­κό πο­λι­τι­κό σχό­λιο του δη­μιουρ­γού της απει­κό­νι­σης: οι τρεις ισχυ­ροί ηγε­μό­νες, ο Φρει­δε­ρί­κος Β΄ της Πρω­σί­ας, ο Ιω­σήφ Β΄ των Αψ­βούρ­γων και η Με­γά­λη Αι­κα­τε­ρί­νη της Ρω­σί­ας. Οι τρεις που χρη­σι­μο­ποιούν τον απλω­μέ­νο χάρ­τη για να απο­φα­σί­σουν την (πρώ­τη) δια­νο­μή της Πο­λω­νί­ας ως άλ­λο επι­δόρ­πιο, κα­τά την ευαι­σθη­σία του Γάλ­λου δη­μιουρ­γού της σα­τι­ρι­κής ει­κό­νας Nicolas Noël Le Mire. Εξού και ο τί­τλος του: «Το γλύ­κι­σμα των βα­σι­λέ­ων». Το σα­τι­ρι­κό συμ­φρα­ζό­με­νο της ει­κό­νας συ­μπλη­ρώ­νε­ται με τον εκ­θρο­νι­σμέ­νο βα­σι­λιά της Πο­λω­νί­ας Πο­νια­τόφ­σκι να προ­στα­τεύ­ει το ετοι­μόρ­ρο­πο στέμ­μα του. Εδώ ο Le Mire σα­τι­ρί­ζει το γε­γο­νός ακό­μη και με τον τί­τλο, ως λο­γο­παί­γνιο, εφό­σον πα­ρα­πέ­μπει στο όνο­μα πα­ρα­δο­σια­κού γλυ­κί­σμα­τος για τον εορ­τα­σμό των Επι­φα­νί­ων και της εν­θύ­μη­σης των Τριών Μά­γων (Les Rois Mages), που προ­σφέ­ρουν «στέμ­μα» ως δώ­ρο στο Θείο Βρέ­φος. Το συ­γκε­κρι­μέ­νο γλύ­κι­σμα έχει μα­κρά ιστο­ρι­κή δια­δρο­μή, συν­δε­δε­μέ­νη με το θρη­σκευ­τι­κό εορ­τα­σμό που προ­έ­βλε­πε και την ανα­ζή­τη­ση του «τυ­χε­ρού» στον κορ­μό του (φα­σό­λι εν προ­κει­μέ­νω), όπως εί­ναι γνω­στό στη μα­γει­ρι­κή πα­ρά­δο­ση της Προ­βη­γκί­ας και γε­νι­κά της Νό­τιας Γαλ­λί­ας, όπου το όνο­μα του γλυ­κί­σμα­τος στην το­πι­κή διά­λε­κτο πα­ρα­πέ­μπει σε «κο­ρώ­να», στο «στέμ­μα» των Τριών Μά­γων, όπως το δι­κό του, το οποίο ο άτυ­χος Πο­νια­τόφ­σκι μά­ταια προ­στα­τεύ­ει από τους τρεις ισχυ­ρούς βα­σι­λείς. Το ενο­χλη­τι­κό αυ­τό χα­ρα­κτι­κό, με τις πολ­λα­πλές σα­τι­ρι­κές αλ­λη­γο­ρί­ες έντο­νου πο­λι­τι­κού και θρη­σκευ­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα, δεν μπο­ρού­σε πα­ρά να προ­κα­λέ­σει ισχυ­ρές αντι­δρά­σεις. Μέ­χρι και τη γλώσ­σα του σώ­μα­τος των τριών ηγε­μό­νων σχο­λιά­ζει δη­κτι­κά ο Le Mire, τον απο­κλί­νο­ντα αντι­κρι­στό τρό­πο που στέ­κο­νται ο Φρει­δε­ρί­κος και ο Ιω­σήφ και την ιδιαί­τε­ρη –δι­δα­κτι­κή– στά­ση της Αι­κα­τε­ρί­νης. Το έρ­γο κα­τα­στρά­φη­κε από τη λο­γο­κρι­σία, αφή­νο­ντας για την ιστο­ρία με­ρι­κά μό­νο δείγ­μα­τα, χά­ρη στην εκτί­μη­ση που έτρε­φε για τον Le Mire ο αρ­χη­γός της αστυ­νο­μί­ας Antoine de Sartine, ίσως και λό­γω της κα­τα­γω­γής του, νο­τί­ως των Πυ­ρη­ναί­ων, πε­ριο­χή όπου το «γλύ­κι­σμα των βα­σι­λέ­ων» ήταν επί­σης δη­μο­φι­λές!

Η δεύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση εί­ναι η κλα­σι­κή γε­λοιο­γρα­φία του γνω­στού Άγ­γλου σκι­τσο­γρά­φου James Gillray, «Η που­τί­γκα με δα­μά­σκη­να σε κίν­δυ­νο», των αρ­χών του 19ου αιώ­να, όταν ο Να­πο­λέ­ων κυ­ριαρ­χού­σε στην Ευ­ρώ­πη. Το εμ­φα­νές γε­ω­πο­λι­τι­κό συμ­φρα­ζό­με­νο του σκί­τσου εί­ναι ο κίν­δυ­νος της οι­κου­μέ­νης από μία αγ­γλο­γαλ­λι­κή συμ­φω­νία δια­νο­μής της γης. Ο Να­πο­λέ­ων γευ­μα­τί­ζει με τον πρω­θυ­πουρ­γό Ουί­λιαμ Πιτ, τε­μα­χί­ζο­ντας με πε­ρισ­σή όρε­ξη την υδρό­γειο –που­τί­γκα με δα­μά­σκη­να– ο Πιτ τους ωκε­α­νούς με μα­χαι­ρο­πί­ρου­να ευ­γε­νώς, και ο Κορ­σι­κα­νός την Ευ­ρώ­πη με το ξί­φος... Η σά­τι­ρα εδώ δεν αρ­κεί­ται στην πο­λι­τι­κή αλ­λη­γο­ρία, όπως στον συμ­βο­λι­σμό της ακύ­ρω­σης των δη­μο­κρα­τι­κών αρ­χών της Γαλ­λι­κής Επα­νά­στα­σης, που ακο­λου­θεί πλέ­ον τα ιμπε­ρια­λι­στι­κά-δια­νε­μη­τι­κά πρό­τυ­πα των αντα­γω­νι­στών της, αλ­λά προ­χω­ρά σε μορ­φι­κές απο­κα­θη­λώ­σεις του κύ­ρους των κο­ρυ­φαί­ων ηγε­τών της επο­χής, οι οποί­οι πα­ρου­σιά­ζο­νται εδώ ως δύο συν­δαι­τυ­μό­νες, σε στά­σεις, μορ­φα­σμούς και βου­λι­μι­κές συ­μπε­ρι­φο­ρές κοι­νών λαϊ­κών αν­θρώ­πων. Η ανα­μόρ­φω­ση των γε­ω­γρα­φι­κών ει­κό­νων των χαρ­τών σε μορ­φές αν­θρώ­πων και ζώ­ων κα­θιε­ρώ­νει τον αν­θρω­πο­μορ­φι­σμό και ζω­ο­μορ­φι­σμό στο χαρ­το­γρα­φι­κό σα­τι­ρι­κό εί­δος και θα εί­ναι ο Gillray εκεί­νος που θα δη­μιουρ­γή­σει εξαι­ρε­τι­κά καλ­λι­τε­χνι­κά πα­ρα­δείγ­μα­τα, τα οποία σύ­ντο­μα θα απο­κτή­σουν με­γά­λη διά­δο­ση και δη­μο­φι­λία.

Χάρτες μεταξύ σατιρικής τέχνης και ιδεολογικής επιρροής   {2}
ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: