Χάρτες στην εποχή της Επανάστασης του 1821

Χάρτες στην εποχή της Επανάστασης του 1821

Το εντυ­πω­σια­κό χαρ­το­γρα­φι­κό πε­ριε­χό­με­νο της πε­ρί­φη­μης επι­στο­λής του Κα­πο­δί­στρια στον Λο­βέρ­δο στα τέ­λη του 1827, με το αί­τη­μα επεί­γου­σας χαρ­το­γρα­φι­κής συν­δρο­μής για το έρ­γο του από τη Γαλ­λία, οδη­γεί σε εύ­λο­γα σχε­τι­κά ερω­τή­μα­τα. Πε­ρί των χαρ­τών της επο­χής με­ρι­κές δε­κα­ε­τί­ες πριν το ’21 και μέ­χρι την άφι­ξη του Όθω­να (ας την πού­με επο­χή του ’21). Άρα­γε τί εί­δους χάρ­τες απει­κό­νι­ζαν τό­τε την Ελ­λά­δα; Ποιό το πε­ριε­χό­με­νό τους; Εί­χε προη­γη­θεί εδα­φι­κή απο­τύ­πω­ση για αυ­τές της απει­κο­νί­σεις; Και αν υπήρ­χαν, ήταν δια­θέ­σι­μες ευ­ρύ­τε­ρα; σε τί κλί­μα­κες που κα­θο­ρί­ζουν τις χαρ­το­γρα­φι­κές χρή­σεις από το μέ­γε­θος της σμί­κρυν­σης του πε­ριε­χο­μέ­νου τους; (στα πα­ρα­κά­τω δεν θα ανα­φέ­ρε­ται η αριθ­μη­τι­κή κλί­μα­κα αλ­λά η πιο εύ­λη­πτη της αντι­στοί­χη­σης του 1 εκ. στον χάρ­τη σε χι­λιο­με­τρι­κή από­στα­ση στο έδα­φος). Χρη­σι­μο­ποιού­σαν χάρ­τες στις πο­λε­μι­κές επι­χει­ρή­σεις τους οι Έλ­λη­νες το ’21, μέ­χρι τον ερ­χο­μό του Κα­πο­δί­στρια; Και με­τά; Οι απα­ντή­σεις στα ερω­τή­μα­τα γί­νο­νται ακό­μη πιο εν­δια­φέ­ρου­σες αν προ­στε­θεί στο χαρ­το­γρα­φι­κό μας ζη­τού­με­νο η πρω­ταρ­χι­κή έγνοια του Κυ­βερ­νή­τη για την απο­τύ­πω­ση, απει­κό­νι­ση και τεκ­μη­ρί­ω­ση των εθνι­κών γαιών, ένα επεί­γον δια­κύ­βευ­μα του ελεύ­θε­ρου βί­ου των Ελ­λή­νων για τη γη τους από τό­τε μέ­χρι σή­με­ρα. Αυ­τή η έγνοια συ­μπε­ρι­λάμ­βα­νε τον γε­ω­γρα­φι­κό κα­θο­ρι­σμό των πρώ­των συ­νό­ρων, επί χάρ­του και εδά­φους, και έβρι­σκε την προ­σω­πο­ποί­η­σή της στον χαρ­το­γρά­φο μη­χα­νι­κό Peytier (1793-1864), τον έναν από τους τέσ­σε­ρις πρώ­τους αξιό­λο­γους αξιω­μα­τι­κούς των τε­χνι­κών όπλων που έστει­λε η Γαλ­λία στον Κα­πο­δί­στρια, στις αρ­χές του 1828, για την υπο­στή­ρι­ξη του έρ­γου του –εκ του μη­δε­νός– σε χώ­ρα κα­θη­μαγ­μέ­νη και έρη­μη.

Εί­ναι εμ­φα­νές ότι οι χάρ­τες της επο­χής του ’21, με απει­κο­νί­σεις του ελ­λα­δι­κού χώ­ρου, έχουν έντο­νο γαλ­λι­κό χαρ­το­γρα­φι­κό απο­τύ­πω­μα. Αντα­να­κλά το ιστο­ρι­κό γε­ω­πο­λι­τι­κό εν­δια­φέ­ρον της Γαλ­λί­ας για τον ελ­λα­δι­κό χώ­ρο και ιδιαί­τε­ρα για το Αι­γαίο και την Πε­λο­πόν­νη­σο. Η συ­χνή ανα­φο­ρά της Γαλ­λί­ας στα χαρ­το­γρα­φι­κά συ­ζη­τού­με­να της επο­χής του ’21 δεν εί­ναι ού­τε τυ­χαία ού­τε επι­λε­κτι­κή, για τη χώ­ρα που πρώ­τη ει­σή­γα­γε και επέ­βα­λε, λί­γο με­τά τα μέ­σα του 17ου αιώ­να, τη χαρ­το­γρά­φη­ση και τους χάρ­τες στις υπο­θέ­σεις του κρά­τους στο πλαί­σιο της πο­λι­τι­κής του Κολ­μπερ­τι­σμού στην οι­κο­νο­μία και θά­λασ­σα (ιδιαί­τε­ρα στη Με­σό­γειο). Η πο­λι­τι­κή αυ­τή ανέ­πτυ­ξε και ανέ­δει­ξε τη χαρ­το­γρα­φία σε επι­στη­μο­νι­κό και στρα­τιω­τι­κό δια­κύ­βευ­μα στρέ­φο­ντας τη γε­ω­γρα­φι­κή και χαρ­το­γρα­φι­κή έμ­φα­ση των Γάλ­λων και στον ελ­λα­δι­κό χώ­ρο στους επό­με­νους δύο αιώ­νες. Αυ­τό βέ­βαια ως μέ­ρος του εν­δια­φέ­ρο­ντός τους για το μέλ­λον της αυ­το­κρα­το­ρί­ας των Οθω­μα­νών, όπως φαί­νε­ται από την ιστο­ρι­κά ση­μα­ντι­κή χαρ­το­γρά­φη­ση του Αρ­χι­πε­λά­γους στα τέ­λη του 17ου αιώ­να –τους χει­ρό­γρα­φους χάρ­τες των Raseau και Pétré ανέ­δει­ξε πρό­σφα­τα η Βι­βλιο­θή­κη του ΑΠΘ– μέ­χρι τον πρώ­το επι­στη­μο­νι­κό χάρ­τη που εκ­δό­θη­κε το 1852 και απει­κο­νί­ζει το σύ­νο­λο του τό­τε ελ­λη­νι­κού βα­σι­λεί­ου. Στο εν­διά­με­σο πε­ρι­λαμ­βά­νο­νται πολ­λά γαλ­λι­κά ονό­μα­τα που ασχο­λή­θη­καν με τη γε­ω­γρα­φία και τη χαρ­το­γρα­φία του θα­λάσ­σιου και ηπει­ρω­τι­κού ελ­λη­νι­κού χώ­ρου πριν το 1821, γνω­στά στη βι­βλιο­γρα­φία.

Ο λόγιος γεωγράφος Barbié du Bocage σε πίνακα του Westermayr
Ο λόγιος γεωγράφος Barbié du Bocage σε πίνακα του Westermayr

Από τις αρ­χές του 1800 και με­τά ανα­ζω­πυ­ρώ­νε­ται το γαλ­λι­κό χαρ­το­γρα­φι­κό εν­δια­φέ­ρον για τον ελ­λα­δι­κό χώ­ρο. Ήταν τέ­λη Ιου­λί­ου του 1802, μό­λις τρεις μή­νες με­τά τη Συν­θή­κη της Αμιέ­νης που έδι­νε τέ­λος στους πρώ­τους με­τα-επα­να­στα­τι­κούς πο­λέ­μους της Γαλ­λί­ας (1792-1802), όταν οι γε­ω­γρά­φοι μη­χα­νι­κοί της χαρ­το­γρα­φι­κής στρα­τιω­τι­κής υπη­ρε­σί­ας (του πε­ρί­φη­μου Dépôt de la Guerre) έστει­λαν μια ση­μα­ντι­κή έκ­θε­ση στην τρι­με­λή Υπα­τεία –επι­κε­φα­λής της ο ιδιαί­τε­ρα εν­δια­φε­ρό­με­νος για χάρ­τες Να­πο­λέ­ων. Στην έκ­θε­ση οι χαρ­το­γρά­φοι του Dépôt έδι­ναν το­πο­γρα­φι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες «πε­ρί της εδα­φι­κής ασφά­λειας της Ελ­λά­δας». Μπο­ρού­με να ισχυ­ρι­στού­με ότι το χαρ­το­γρα­φι­κό αυ­τό εν­δια­φέ­ρον του Dépôt εξη­γεί­ται από δύο στοι­χεία: α) την άδο­ξη δί­χρο­νη γαλ­λι­κή εν­σω­μά­τω­ση των Επτα­νή­σων και απέ­να­ντι ακτών, με­τά τη Συν­θή­κη του Κά­μπο Φόρ­μιο το 1797 και την πτώ­ση της Γα­λη­νο­τά­της και β) το βρε­τα­νι­κό εν­δια­φέ­ρον για την πε­ριο­χή του Ιο­νί­ου όπως φαί­νε­ται από την ει­δι­κή, στρα­τιω­τι­κού-ανα­γνω­ρι­στι­κού τύ­που, απο­στο­λή από τους Βρε­τα­νούς στην Πε­λο­πόν­νη­σο του Leake (1777-1860), στις αρ­χές του 1802, για τη συλ­λο­γή γε­ω­γρα­φι­κών-στρα­τη­γι­κών δε­δο­μέ­νων και πλη­ρο­φο­ριών, πριν τη Συν­θή­κη της Αμιέ­νης και με­τά την ισχυ­ρή ρω­σι­κή πα­ρου­σία στο Ιό­νιο.

Οι τρεις νέ­οι γαλ­λι­κοί νο­μοί που ιδρύ­θη­καν το 1797 στο Ιό­νιο ήταν της Κέρ­κυ­ρας/Corcyre με έδρα την Κέρ­κυ­ρα, της Ιθά­κης/Ithaque με έδρα το Αρ­γο­στό­λι και της Θά­λασ­σας-Αι­γαίο/Mer-Egée με έδρα τη Ζά­κυν­θο. Γρή­γο­ρα όμως, με­τά από ισχυ­ρή ρω­σι­κή επέμ­βα­ση (1798-1799) και εκ­δί­ω­ξη των Γάλ­λων ιδρύ­θη­κε η ημι-ανε­ξάρ­τη­τη Επτά­νη­σος Πο­λι­τεία το 1802, με πρά­ξη που εν­σω­μα­τώ­θη­κε στη Συν­θή­κη της Αμιέ­νης. Ο ικα­νός Βρε­τα­νός στρα­τιω­τι­κός μη­χα­νι­κός και αρ­χαιο­δί­φης Leake, γνω­στός για την οχύ­ρω­ση των Δαρ­δα­νε­λί­ων και δια­πλε­κό­με­νος στην επι­χεί­ρη­ση «απαλ­λο­τρί­ω­σης» των μαρ­μά­ρων του Παρ­θε­νώ­να, επα­νέρ­χε­ται για με­γα­λύ­τε­ρο διά­στη­μα στην Πε­λο­πόν­νη­σο και ανα­το­λι­κή Στε­ρεά για χαρ­το­γρα­φι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα με­τα­ξύ του 1804 και 1810. Οι Βρε­τα­νοί έβλε­παν τον Να­πο­λέ­ο­ντα να στρέ­φε­ται δρι­μύ­τε­ρος στην Αδρια­τι­κή και στο Ιό­νιο και σχε­δί­α­ζαν την από­κρου­ση μιας πι­θα­νής από­βα­σης των Γάλ­λων στην Πε­λο­πόν­νη­σο. Ο χάρ­της του Leake δη­μο­σιεύ­ε­ται το 1830, σε κλί­μα­κα 1 εκ. του χάρ­τη να αντι­στοι­χεί σε περ. 6 χλμ. στο έδα­φος, αλ­λά ανή­κει στην πε­ρί­ο­δο της πριν με­ρι­κές δε­κα­ε­τί­ες δρα­στη­ριό­τη­τάς του εκεί.

Η δί­χρο­νη πα­ρου­σία των Γάλ­λων χαρ­το­γρά­φων στους τρεις νο­μούς που ίδρυ­σαν το 1797-1799 ως συ­νέ­χεια του γαλ­λι­κού κρά­τους στα νη­σιά του Ιο­νί­ου, την Κέρ­κυ­ρα και Λευ­κά­δα με τα γύ­ρω τους μι­κρό­τε­ρα νη­σιά, την Κε­φαλ­λο­νιά και Ιθά­κη, τη Ζά­κυν­θο με τις Στρο­φά­δες και τα Κύ­θη­ρα με τα Αντι­κύ­θη­ρα, αλ­λά και το Βου­θρω­τό, Πάρ­γα, Πρέ­βε­ζα, Βό­νι­τσα και τον Αστα­κό στις απέ­να­ντι ακτές, άφη­σε μι­κρό αλ­λά εν­δια­φέ­ρον το­πο­γρα­φι­κό και χαρ­το­γρα­φι­κό έρ­γο. Υπάρ­χουν πα­ρα­δείγ­μα­τα του έρ­γου αυ­τού που χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν από το Dépôt αρ­γό­τε­ρα όπως και κτη­μα­το­λό­για, π.χ. της Βό­νι­τσας του 1798 που δια­βά­ζου­με στο αρ­χείο του στρα­τιω­τι­κού χαρ­το­γρά­φου Lapie (1777-1850). Ο Lapie εί­ναι ένας από τους τρεις πλέ­ον αντι­προ­σω­πευ­τι­κούς χαρ­το­γρά­φους με ελ­λη­νι­κό εν­δια­φέ­ρον, μα­ζί με τον γε­ω­γρά­φο και λό­γιο Barbié du Bocage (1760-1825) και τον νε­ό­τε­ρο στρα­τιω­τι­κό χαρ­το­γρά­φο Peytier, τον οποίο η οι­κο­νο­μία της αξιο­λό­γη­σης θα μπο­ρού­σε να συ­γκρα­τή­σει, ως κύ­ριο εκ­πρό­σω­πο της γαλ­λι­κής χαρ­το­γρα­φί­ας της επο­χής του ’21.

Λεπτομέρειες της περιοχής της Πιάδας (τόπου της Α΄ Εθνοσυνέλευσης, 12/1821-1/1822) στους δύο χάρτες της Πελοποννήσου του Bocage των αρχών του 19ου αι. (1801 και 1808). Πηγή: Gallica-BnF – Επεξεργασία: CartoGeoLab ΑΠΘ, 2021.
Λεπτομέρειες της περιοχής της Πιάδας (τόπου της Α΄ Εθνοσυνέλευσης, 12/1821-1/1822) στους δύο χάρτες της Πελοποννήσου του Bocage των αρχών του 19ου αι. (1801 και 1808). Πηγή: Gallica-BnF – Επεξεργασία: CartoGeoLab ΑΠΘ, 2021.

Η πρό­νοια των χαρ­το­γρά­φων του Dépôt το 1802, για την ανά­γκη πα­ρα­γω­γής ενός ενη­με­ρω­μέ­νου χάρ­τη της Πε­λο­πον­νή­σου, πε­ριο­χής γε­ω­πο­λι­τι­κού δια­κυ­βεύ­μα­τος για τις δια­φαι­νό­με­νες πο­λε­μι­κές εξε­λί­ξεις, ανα­φέ­ρε­ται στο πα­ρω­χη­μέ­νο του πε­ριε­χο­μέ­νου των πα­λαιό­τε­ρων υπαρ­χό­ντων χαρ­τών που θα μπο­ρού­σαν όμως να χρη­σι­μο­ποι­η­θούν ως βά­σεις για τη σύ­ντα­ξη ενός νέ­ου ενη­με­ρω­μέ­νου χάρ­τη. Η έκ­θε­ση του Dépôt προς την Υπα­τεία κά­νει πρώ­τα λό­γο για κά­ποιους βε­νε­τι­κούς χάρ­τες του Μο­ριά «της επο­χής των Βε­νε­τών εκεί». Πρό­κει­ται, προ­φα­νώς, για τους χάρ­τες των αρ­χών του 18ου αιώ­να τους οποί­ους συ­νέ­τα­ξαν οι Βε­νε­τοί στρα­τιω­τι­κοί μη­χα­νι­κοί ανε­ξάρ­τη­τα από το βε­νε­τι­κό κτη­μα­το­λό­γιο. Δύο χει­ρό­γρα­φοι χάρ­τες τις Πε­λο­πον­νή­σου του 1707 –άγνω­στοι μέ­χρι πρό­σφα­τα– ση­μα­ντι­κής ακτο­γραμ­μι­κής μορ­φι­κής ακρί­βειας, με εξαί­ρε­ση τη «δύ­σβα­τη» για τους Βε­νε­τούς (και όχι μό­νο) πε­ριο­χή της Μά­νης! Εί­ναι χάρ­τες σε με­γά­λη κλί­μα­κα για την επο­χή τους (1 εκ. στον χάρ­τη αντι­στοι­χεί σε περ. 2,5 χλμ. στο έδα­φος) και μάλ­λον πα­ρέ­μει­ναν απόρ­ρη­τοι μέ­χρι την πτώ­ση της Γα­λη­νο­τά­της. Εί­ναι πο­λύ πι­θα­νόν οι χαρ­το­γρά­φοι του Dépôt να εί­δαν και με­λέ­τη­σαν τους χάρ­τες αυ­τούς στη Βε­νε­τία, όταν ο Να­πο­λέ­ων πα­ρα­βλέ­πο­ντας τις εντο­λές του Διευ­θυ­ντη­ρί­ου για τον χει­ρι­σμό της αμ­φί­θυ­μης Γα­λη­νο­τά­της, κα­τέ­λα­βε την πό­λη τον Νο­έμ­βριο του 1796 και λε­η­λά­τη­σε τον στό­λο της και το Αρ­σε­νά­λι. Η Βε­νε­τία πα­ρα­δό­θη­κε στους Γάλ­λους τον Μάιο του 1797 και με τη Συν­θή­κη του Κά­μπο Φόρ­μιο πα­ρα­χω­ρή­θη­κε στην Αυ­στρία τον Οκτώ­βριο του ίδιου χρό­νου με τους Αυ­στρια­κούς να την κα­τα­λαμ­βά­νουν τον Ιού­νιο του 1798. Επα­νήλ­θε σε γαλ­λι­κή τρο­χιά την πε­ρί­ο­δο 1806-1814, για να ξα­να­πε­ρά­σει στους Αυ­στρια­κούς με­τά την πτώ­ση του Να­πο­λέ­ο­ντα και για μι­σό αιώ­να, μέ­χρι το 1866. Δεν εί­ναι γνω­στό αν τους βε­νε­τι­κούς χάρ­τες του Μο­ριά, για τους οποί­ους γρά­φουν στην Υπα­τεία το 1802 οι χαρ­το­γρά­φοι του Dépôt, με­τέ­φε­ραν οι Αυ­στρια­κοί από τη Βε­νε­τία στη Βιέν­νη την πε­ρί­ο­δο 1798-1806 ή με­τά το 1814, διό­τι εκεί βρί­σκο­νται σή­με­ρα, στα πο­λε­μι­κά της αρ­χεία. Το σπου­δαιό­τε­ρο όμως που επι­ση­μαί­νουν οι Γάλ­λοι χαρ­το­γρά­φοι για τους βε­νε­τι­κούς χάρ­τες εί­ναι τα «ένα στα δέ­κα» λαν­θα­σμέ­να το­πω­νύ­μια. Πα­ρό­μοια προ­βλή­μα­τα πα­ρου­σί­α­ζαν και οι πα­λαιό­τε­ροι γαλ­λι­κοί χάρ­τες της Πε­λο­πον­νή­σου, της γε­νε­α­λο­γί­ας των χαρ­τών του d’Anville (1697-1782), κο­ρυ­φαί­ου χαρ­το­γρά­φου του 18ου αιώ­να, όπως ήταν ο χάρ­της του Leclerc του 1785.

Όμως, κα­τά το Dépôt, εί­χε έλ­θει πλέ­ον ο και­ρός για ένα νέο χάρ­τη εφό­σον με­τα­γε­νέ­στε­ρες απο­στο­λές Γάλ­λων και άλ­λων Ευ­ρω­παί­ων προ­σέ­φε­ραν νέα κα­λύ­τε­ρα γε­ω­γρα­φι­κά δε­δο­μέ­να με οδοι­πο­ρι­κά, με­τρή­σεις και πε­ρι­γρα­φές, όπως εκεί­να της απο­στο­λής του ανή­συ­χου δι­πλω­μά­τη και ελ­λη­νι­στή Choiseul-Gouffier (1752-1817), δια­θέ­σι­μα στο γαλ­λι­κό υπουρ­γείο Εξω­τε­ρι­κών. O Gouffier τα­ξί­δε­ψε νε­α­ρός το 1776, λί­γα χρό­νια με­τά τα Ορ­λο­φι­κά, στις ακτές του Αι­γαί­ου, του Μο­ριά και στις Κυ­κλά­δες. Τον συ­νό­δευ­σε ο διά­ση­μος και έμπει­ρος Chabert (1724-1805), πα­θια­σμέ­νος αστρο­νό­μος, υδρο­γρά­φος και χαρ­το­γρά­φος των ακτο­γραμ­μών και ο ικα­νός αρ­χι­τέ­κτο­νας-αρ­χαιο­λό­γος και μη­χα­νι­κός-χαρ­το­γρά­φος Foucherot (1776-1813). Ο Gouffier κυ­κλο­φο­ρεί από το 1778 σε φυλ­λά­δια και με­τά σε τό­μους τις εντυ­πώ­σεις του από την Ελ­λά­δα, με τις ση­μα­ντι­κές –και για την υπό­θε­ση του Φι­λελ­λη­νι­σμού– τα­ξι­διω­τι­κές του εμπει­ρί­ες με ει­κο­νο­γρα­φή­σεις και χάρ­τες. Ο πρώ­τος τό­μος εκ­δί­δε­ται το 1782 και ο δεύ­τε­ρος σε δύο μέ­ρη, το 1809 και το 1822. Το έρ­γο του Gouffier για την Ελ­λά­δα εί­χε επι­πλέ­ον ση­μα­σία για­τί ανα­δεί­κνυε ευ­ρύ­τε­ρα το δια­κύ­βευ­μα του Αι­γαί­ου ως μεί­ζον γε­ω­πο­λι­τι­κό ζή­τη­μα στις σχέ­σεις με­τα­ξύ της οθω­μα­νι­κής και ρω­σι­κής αυ­το­κρα­το­ρί­ας, αλ­λά και της Ευ­ρώ­πης γε­νι­κό­τε­ρα, δε­δο­μέ­νης και της επιρ­ρο­ής που άσκη­σε η μα­κρά προ­νο­μιού­χος πα­ρα­μο­νή του κο­ντά στη ρω­σι­κή Αυ­λή (1792-1802), με­τά την πρε­σβευ­τι­κή του θη­τεία στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη (1784-1791). Για την εκτέ­λε­ση του έρ­γου ενός νέ­ου χάρ­τη της Πε­λο­πον­νή­σου, ο ίδιος ο Να­πο­λέ­ων, ως πρώ­τος Ύπα­τος, ανέ­θε­σε τη διεύ­θυν­ση της κα­τα­σκευ­ής του στον Bocage, ελ­λη­νι­στή και «πλέ­ον μορ­φω­μέ­νο πε­ρί την ελ­λη­νι­κή το­πο­γρα­φία», μο­να­δι­κό και κα­λύ­τε­ρο μα­θη­τή του d’Anville. Το υπουρ­γείο των Εξω­τε­ρι­κών κλή­θη­κε να δώ­σει γε­ω­γρα­φι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες από τα αρ­χεία του και κα­θο­ρί­στη­κε ο προ­ϋ­πο­λο­γι­σμός του έρ­γου με την ιδιαί­τε­ρη αμοι­βή του Bocage. Η προ­θε­σμία για την ολο­κλή­ρω­σή του χάρ­τη; μό­λις τρεις μή­νες «εν όψει των πο­λι­τι­κών γε­γο­νό­των»! Το έρ­γο πολ­λών, γνω­στών και άγνω­στων, συ­νέ­βα­λε στο πρό­γραμ­μα σύ­ντα­ξης του νέ­ου αυ­τού χάρ­τη της Πε­λο­πον­νή­σου των αρ­χών του 19ου αιώ­να, όπως τα στρα­τιω­τι­κής στό­χευ­σης τα­ξι­διω­τι­κά κεί­με­να του Γάλ­λου προ­ξέ­νου στη Θεσ­σα­λο­νί­κη Feris (1765-1836) –γνω­στού ως Beaujour– τα οποία χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν για έναν πρό­χει­ρο χει­ρό­γρα­φο συ­νο­δευ­τι­κό χάρ­τη του Bocage του 1801. Επί­σης, εν­σω­μα­τώ­θη­καν οι το­πι­κές απο­τυ­πώ­σεις του Foucherot και οι απει­κο­νί­σεις του Fauvel (1753-1838), αξιο­ποι­ή­θη­καν οι το­πο­γρα­φι­κές ερ­γα­σί­ες του μη­χα­νι­κού Vallongue, του 1798, στην εκτε­τα­μέ­νη επι­κρά­τεια του γαλ­λι­κού νο­μού της Ιθά­κης/Ithaque και όσες πα­λαιό­τε­ρες απει­κο­νί­σεις κρί­θη­καν χρή­σι­μες, όπως του Να­βα­ρί­νου του μη­χα­νι­κού υδρο­γρά­φου Verguin του 1735, των Δαρ­δα­νε­λί­ων του Coronelli και βε­νε­τι­κά το­πο­γρα­φι­κά σχέ­δια του 1697, που βρέ­θη­καν στη Βε­νε­τία το 1796. Ο νέ­ος χάρ­της απο­δό­θη­κε σε «δια­τέ­μνου­σα κω­νι­κή χαρ­το­γρα­φι­κή προ­βο­λή» κα­τά τα κρα­τού­ντα στη γαλ­λι­κή χαρ­το­γρα­φία της επο­χής και σε κλί­μα­κα 1 εκ. στο χάρ­τη να αντι­στοι­χεί σε περ. 5 χλμ. στο έδα­φος. Οι έν­θε­τες επι­πε­δο­γρα­φί­ες πε­ριο­χών ιδιαί­τε­ρου εν­δια­φέ­ρο­ντος απει­κο­νί­στη­καν σε με­γα­λύ­τε­ρες κλί­μα­κες (στρα­τη­γι­κοί τό­ποι και το­πο­θε­σί­ες, πό­λεις, πε­ρά­σμα­τα και θα­λάσ­σια στε­νά, αγκυ­ρο­βό­λια και λι­μέ­νες). Το πλέγ­μα των με­σημ­βρι­νών και πα­ραλ­λή­λων σχε­διά­στη­κε από τις αστρο­νο­μι­κές με­τρή­σεις και τους γε­ω­με­τρι­κούς υπο­λο­γι­σμούς του Chabert, μα­ζί με δια­θέ­σι­μες αστρο­νο­μι­κές με­τρή­σεις του μο­να­χού, δι­πλω­μά­τη, αστρο­νό­μου και πε­ρι­η­γη­τή Beauchamp (1752-1801).

4.	Χάρτης της Ελλάδας σε λεπτομέρεια του πίνακα του Cogniet, 1835 που απεικονίζει τον στρατηγό Maison. Wikipedia Commons – Επεξεργασία: CartoGeoLab ΑΠΘ, 2021
4. Χάρτης της Ελλάδας σε λεπτομέρεια του πίνακα του Cogniet, 1835 που απεικονίζει τον στρατηγό Maison. Wikipedia Commons – Επεξεργασία: CartoGeoLab ΑΠΘ, 2021

Ένας νέ­ος χάρ­της εί­χε γεν­νη­θεί από νέ­ες γε­ω­γρα­φι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες και επε­ξερ­γα­σί­ες της επο­χής του –των αρ­χών του 19ου αιώ­να. Το πε­ριε­χό­με­νό του απει­κό­νι­ζε μέ­ρος του ελ­λα­δι­κού χώ­ρου με ση­μα­ντι­κή γε­ω­πο­λι­τι­κή ση­μα­σία για τις Με­γά­λες Δυ­νά­μεις της επο­χής. Ο μο­νό­φυλ­λος χάρ­της του Μο­ριά του Bocage, πα­ρέ­μει­νε για χρό­νια απόρ­ρη­τος και χα­ρά­χθη­κε στις αρ­χές του 1808 για να πα­ρου­σια­στεί στον αυ­το­κρά­το­ρα πλέ­ον Να­πο­λέ­ο­ντα στο με­σο­διά­στη­μα των πο­λέ­μων του. Μπο­ρεί να θε­ω­ρη­θεί ως ο πρώ­τος νέ­ος της επο­χής του ’21 που απει­κο­νί­ζει την πε­ριο­χή και τα το­πω­νύ­μια όπου θα επι­κρα­τή­σει η Ελ­λη­νι­κή Επα­νά­στα­ση και θα ορι­στεί η επι­κρά­τεια του νέ­ου κρά­τους. Όμως και αυ­τός, όπως όλοι οι προη­γού­με­νοι της Πε­λο­πον­νή­σου και του ευ­ρύ­τε­ρου ελ­λα­δι­κού χώ­ρου, ήταν ημι-επι­στη­μο­νι­κός. Το υπό­βα­θρο-βά­ση της σύ­ντα­ξης αυ­τού του εί­δους χαρ­τών δεν απο­τε­λού­σε ένα ενιαίο και ομοιο­γε­νές σύ­νο­λο συ­στη­μα­τι­κών και συμ­βα­τών με­τα­ξύ τους επι­στη­μο­νι­κών γε­ω­δαι­τι­κών και το­πο­γρα­φι­κών με­τρή­σε­ων που χα­ρα­κτη­ρί­ζουν την επι­στη­μο­νι­κή χαρ­το­γρά­φη­ση. Στη­ρί­ζο­νταν σε ετε­ρο­γε­νή δε­δο­μέ­να δια­φο­ρε­τι­κών τυ­πο­λο­γιών και προ­ε­λεύ­σε­ων, όπως οι δια­δε­δο­μέ­νες ση­μεια­κές αστρο­νο­μι­κές με­τρή­σεις για τον προσ­διο­ρι­σμό του γε­ω­γρα­φι­κού στίγ­μα­τος (του πλά­τους και μή­κους), τα επι­πε­δο­με­τρι­κά σχέ­δια το­πο­θε­σιών, οι εμπει­ρι­κές και απο­σπα­σμα­τι­κές το­πο­γρα­φι­κές εκτι­μή­σεις, τα οδοι­πο­ρι­κά (γε­ω­γρα­φι­κές πε­ρι­γρα­φές πε­ρι­η­γη­τών, δι­πλω­μα­τών και στρα­τιω­τι­κών), τα σχέ­δια με έμπει­ρο ελεύ­θε­ρο χέ­ρι –τα croquis– οι επε­ξερ­γα­σμέ­νοι πα­λαιό­τε­ροι χάρ­τες και άλ­λες πλη­ρο­φο­ρί­ες, από το πλή­θος που συ­νέ­λε­γαν τό­τε οι κά­θε τύ­που εν­δια­φε­ρό­με­νοι σε πε­ριό­δους ει­ρή­νης και πο­λέ­μων. Χρή­σι­μο πα­ρά­δειγ­μα, για να κα­τα­λά­βει κα­νείς τη μη­χα­νι­κή της σύ­ντα­ξης των ημι-επι­στη­μο­νι­κών χαρ­τών του ελ­λα­δι­κού χώ­ρου (και όχι μό­νον) εί­ναι οι φά­κε­λοι-συλ­λο­γές τέ­τοιων δε­δο­μέ­νων που φυ­λάσ­σο­νται στην Eθνι­κή Βι­βλιο­θή­κη της Γαλ­λί­ας (BnF) κα­τα­χω­ρη­μέ­νοι με τα ονό­μα­τα των d’Anville και Bocage, για διά­φο­ρες γε­ω­γρα­φι­κές πε­ριο­χές. Ανα­φέ­ρο­νται στις πε­ριό­δους πριν την εφαρ­μο­γή της επι­στη­μο­νι­κής χαρ­το­γρά­φη­σης της Πε­λο­πον­νή­σου, η οποία έγι­νε από τα τέ­λη της τρί­της δε­κα­ε­τί­ας του 19ου αιώ­να και μέ­χρι τα μέ­σα του. Το υλι­κό για τον ελ­λα­δι­κό χώ­ρο, που χρη­σι­μο­ποιεί­ται για τη σύ­ντα­ξη των ημι-επι­στη­μο­νι­κών χαρ­τών πε­ρι­γρά­φε­ται λε­πτο­με­ρώς από τον Bocage στο εκτε­τα­μέ­νο ει­σα­γω­γι­κό κεί­με­νό του για τα Τα­ξί­δια του Νε­α­ρού Ανά­χαρ­ση στην Ελ­λά­δα (1788), το διά­ση­μο έρ­γο του Barthélemy (1716-1795), ση­μα­ντι­κό έναυ­σμα του Φι­λελ­λη­νι­σμού στην Ευ­ρώ­πη. Με βά­ση τέ­τοια δε­δο­μέ­να κα­τα­σκευά­ζο­νται οι αντι­προ­σω­πευ­τι­κοί γαλ­λι­κοί ημι-επι­στη­μο­νι­κοί χάρ­τες του ελ­λα­δι­κού χώ­ρου της επο­χής του ’21 που υπο­γρά­φουν ο Bocage –τους απο­κα­λεί ημι-το­πο­γρα­φι­κούς– και ο Lapie το 1822 και 1826. Όσο για την κλί­μα­κα (τη σμί­κρυν­ση), που όλο ξε­φεύ­γει της προ­σο­χής μας ως το φά­ντα­σμα των χαρ­τών, πρέ­πει να ση­μειω­θεί ότι –κα­τά κα­νό­να– στους ημι-επι­στη­μο­νι­κούς χάρ­τες του ελ­λα­δι­κού χώ­ρου της επο­χής του ’21, το 1 εκ. στην επι­φά­νειά τους αντι­στοι­χεί σε περ. 4, 5, 6 έως 8 χλμ. στο έδα­φος. Αυ­τές εί­ναι οι κλί­μα­κες μέ­χρι την το­μή της επι­στη­μο­νι­κής γαλ­λι­κής χαρ­το­γρά­φη­σης του 1828-1832 και μέ­χρι το 1852, των γε­ω­γρά­φων μη­χα­νι­κών του Peytier, που απέ­φε­ρε τους πο­λύ­φυλ­λους επι­στη­μο­νι­κούς χάρ­τες του νέ­ου ελ­λη­νι­κού κρά­τους σε κλί­μα­κα 1εκ. στον χάρ­τη να αντι­στοι­χεί σε 2 χλμ. στο έδα­φος. Η δια­φο­ρά εί­ναι με­γά­λη, αν συ­νυ­πο­λο­γί­σει κα­νείς και την ακρί­βεια της επι­στη­μο­νι­κής χαρ­το­γρά­φη­σης, την εξέ­λι­ξη της γε­ω­δαι­τι­κής και το­πο­γρα­φι­κής με­θο­δο­λο­γί­ας και με­τρο­λο­γί­ας.

Στα γαλ­λι­κά ονό­μα­τα της επο­χής του ’21, με χαρ­το­γρα­φι­κή ανα­φο­ρά, πρέ­πει να προ­στε­θεί και του γνω­στού πο­λυ­μα­θούς για­τρού, πε­ρι­η­γη­τή και δι­πλω­μά­τη Pouqueville (1770-1838). Τα γε­ω­γρα­φι­κά του κεί­με­να πε­ρί του ελ­λα­δι­κού και ευ­ρύ­τε­ρου χώ­ρου, με χάρ­τες πε­ριο­χών και τό­πων, απο­τέ­λε­σαν ση­μα­ντι­κές πη­γές για τις χαρ­το­γρα­φι­κές απει­κο­νί­σεις της επο­χής του ’21, με­τά τον χάρ­τη του Bocage του 1808, μα­ζί με το­πο­γρα­φι­κές επι­πε­δο­γρα­φί­ες ιστο­ρι­κών το­πο­θε­σιών, π.χ. την Τρι­πο­λι­τσά –τη συ­να­ντά­με αρ­γό­τε­ρα στα απο­μνη­μο­νεύ­μα­τα του Raybaud (1795-1894), ως χάρ­τη του 1821. Έχου­με λοι­πόν εδώ τη σχέ­ση με­τα­ξύ γε­ω­γρα­φι­κών-ιστο­ρι­κών κει­μέ­νων και χαρ­το­γρα­φί­ας-χαρ­τών, όπως στον χάρ­τη του λι­γό­τε­ρου γνω­στού Palma, κλί­μα­κας 1 εκ. στον χάρ­τη να αντι­στοι­χεί σε περ. 4,5 χλμ. στο έδα­φος, που τυ­πώ­θη­κε στην Τερ­γέ­στη το 1811. Πη­γές του εί­ναι κεί­με­να του Pouqueville και υψη­λό­βαθ­μων Γάλ­λων αξιω­μα­τι­κών, όπως ο χαρ­το­γρά­φος μη­χα­νι­κός Guilleminot (1774-1840) και ο Tromelin (1771-1842). Ο δεύ­τε­ρος ήταν επι­κε­φα­λής τάγ­μα­τος στις επι­χει­ρή­σεις στη Δαλ­μα­τία το 1809 και δια­κρί­θη­κε στην πλέ­ον πο­λύ­νε­κρη μέ­χρι τό­τε μά­χη του Να­πο­λέ­ο­ντα (στο Βά­γκραμ) με τη νί­κη επί της Αυ­στρί­ας, δέ­κα μό­λις χι­λιό­με­τρα βο­ρειο­α­να­το­λι­κά της Βιέν­νης. Με­τά τη νί­κη αυ­τή ακο­λού­θη­σε η σχε­δόν τρί­χρο­νη γα­μή­λια ει­ρή­νη του Να­πο­λέ­ο­ντα με τη Βιέν­νη. Ήταν η πε­ρί­ο­δος που ση­μα­το­δό­τη­σε την αρ­χή του τέ­λους του με την κα­τα­στρο­φι­κή ει­σβο­λή στη Ρω­σία το 1812, την οδυ­νη­ρή ήτ­τα στη Λει­ψία το 1813 και το ορι­στι­κό τέ­λος του στο Βα­τερ­λό το 1815. Εκεί ο Tromelin, ως διοι­κη­τής της τε­λευ­ταί­ας τα­ξιαρ­χί­ας στο πε­δίο της μά­χης, ήταν αυ­τός που ζή­τη­σε από τον Ου­έλ­λιγ­κτον τα τα­ξι­διω­τι­κά έγ­γρα­φα για την ανα­χώ­ρη­ση του Να­πο­λέ­ο­ντα από την Ευ­ρώ­πη. Ο ίδιος, τον Αύ­γου­στο του 1828 –μή­να της από­βα­σης των στρα­τευ­μά­των του Maison στην Πε­λο­πόν­νη­σο– δη­μο­σιεύ­ει, υπο­γρά­φο­ντας ως Τ, ένα εν­δια­φέ­ρον στρα­τιω­τι­κό οδοι­πο­ρι­κό πό­νη­μα αντι­με­τώ­πι­σης της οθω­μα­νι­κής κρί­σης νό­τια του Δού­να­βη με συ­γκε­κρι­μέ­νες προ­τά­σεις και για το ελ­λη­νι­κό ζή­τη­μα. Στη μι­κρή αυ­τή έκ­δο­ση πε­ρι­γρά­φει με λέ­ξεις έναν χάρ­τη, νό­τια του Δού­να­βη και τα σύ­νο­ρα ενός ευ­ρύ­χω­ρου κρά­τους της Ελ­λά­δας, υπό την αι­γί­δα της Γαλ­λί­ας, Βρε­τα­νί­ας και Αυ­στρί­ας.

Κο­ντά στο 1821 και πριν την ίδρυ­ση του κρά­τους, ο Lapie συ­νε­χί­ζει τη γαλ­λι­κή χαρ­το­γρα­φι­κή «κυ­ριαρ­χία» στις απει­κο­νί­σεις του ελ­λα­δι­κού χώ­ρου, με τους δύο σπου­δαί­ους γνω­στούς χάρ­τες του, τον πο­λύ­φυλ­λο του 1822 και τον τε­τρά­φυλ­λο του 1826. Και οι δύο φαί­νε­ται να δια­σταυ­ρώ­νο­νται με άλ­λους δύο αξιο­ση­μεί­ω­τους πο­λύ­φυλ­λους αυ­στρια­κούς στρα­τιω­τι­κούς χάρ­τες της ίδιας πε­ριό­δου (ο ένας ως συ­νέ­χεια του άλ­λου) και με­γά­λης ακτο­γραμ­μι­κής ομοιό­τη­τας με τους χάρ­τες του Lapie. Χαρ­το­γρά­φος τους εί­ναι ο Weiss (1791-1858) λι­γό­τε­ρο γνω­στός στην Ελ­λά­δα από ότι ο Lapie. Τον άγνω­στο μέ­χρι σή­με­ρα –όχι μό­νο στην Ελ­λά­δα– πρώ­το χάρ­τη που υπο­γρά­φει ο Weiss το 1823 ελ­πί­ζου­με να ανα­δεί­ξου­με το 2021 στο ΑΠΘ, ενώ ο δεύ­τε­ρος του 1829 έγι­νε πε­ρισ­σό­τε­ρο γνω­στός κυ­ρί­ως λό­γω του χαρ­το­γρα­φι­κού του από­η­χου από την με­τέ­πει­τα χρή­ση του στον Κρι­μαϊ­κό Πό­λε­μο ως ενη­με­ρω­μέ­νη βρε­τα­νι­κή επα­νέκ­δο­ση.

Ποιά όμως ήταν η σχέ­ση των Ελ­λή­νων με τους χάρ­τες της επο­χής του ’21 και μέ­χρι την ίδρυ­ση του κρά­τους; Εί­ναι βέ­βαιο ότι οι μορ­φω­μέ­νοι και οι ευ­κα­τά­στα­τοι Έλ­λη­νες της ευ­ρω­παϊ­κής Δια­σπο­ράς και των με­γά­λων κέ­ντρων της οθω­μα­νι­κής αυ­το­κρα­το­ρί­ας εί­χαν από νω­ρίς επα­φή με τη γε­ω­γρα­φία και με ιστο­ρι­κούς χάρ­τες στις σπου­δές τους (κυ­ρί­ως στη Γαλ­λία, Γερ­μα­νία, Ιτα­λία) αλ­λά και από την εύ­πο­ρη ευ­ρω­παϊ­κή τους ζωή γε­νι­κό­τε­ρα. Ήταν χάρ­τες σε σμί­κρυν­ση σε­λί­δας βι­βλί­ου, λυ­τοί μο­νό­φυλ­λοι ή δί­φυλ­λοι κά­πως με­γα­λύ­τε­ρων δια­στά­σε­ων –σε μι­κρές πά­ντα κλί­μα­κες– χω­ρίς λε­πτο­μέ­ρειες, ιδιαί­τε­ρα κα­τά το δεύ­τε­ρο μι­σό του 18ου αιώ­να. Τό­τε υπήρ­ξε η άνο­δος της χρή­σης της ει­κο­νο­γρά­φη­σης συ­νο­δευ­τι­κής των κει­μέ­νων, η οπτι­κο­ποί­η­σης της γνώ­σης και η διά­δο­ση των ει­κό­νων και γρα­φη­μά­των ως ισχυ­ρών μέ­σων οπτι­κής εκλα­ΐ­κευ­σης στα εκ­παι­δευ­τι­κά εγ­χει­ρί­δια, στους άτλα­ντες, στα φυλ­λά­δια των επι­στη­μο­νι­κών εται­ρειών και των εγκυ­κλο­παι­δειών. Σε αυ­τό το νέο πε­ρι­βάλ­λον πλη­ρο­φό­ρη­σης και γνώ­σης μέ­σω οπτι­κών γρα­φη­μά­των (όπως εί­ναι και οι χάρ­τες) εντάσ­σο­νται ως λό­για έρ­γα άλ­λης γε­νε­α­λο­γί­ας η δω­δε­κά­φυλ­λη Χάρ­τα του Ρή­γα και ο τε­τρά­φυλ­λος Πί­ναξ του Γα­ζή στο τέ­λος του αιώ­να της ει­σβο­λής των ει­κό­νων. Δεν συ­νέ­βαι­νε βέ­βαια το ίδιο με τους στρα­τιω­τι­κούς χάρ­τες που ως απόρ­ρη­τοι δεν ήταν γνω­στοί στο κοι­νό. Αυ­τοί ήταν με­γα­λύ­τε­ρης κλί­μα­κας, κα­τά κα­νό­να λυ­τοί, γε­ω­με­τρι­κά ακρι­βέ­στε­ροι, πο­λύ­φυλ­λοι και εκτυ­πω­μέ­νοι (όταν δεν ήταν χει­ρό­γρα­φοι) σε τυ­πο­ποι­η­μέ­να φύλ­λα, η σύν­θε­ση των οποί­ων δη­μιουρ­γού­σε τον ενιαίο χάρ­τη. Οι οπλαρ­χη­γοί του ’21, πρέ­πει να εί­χαν συ­να­ντή­σει και λό­γιους χάρ­τες, από τους μορ­φω­μέ­νους που ήλ­θαν στην Ελ­λά­δα, αλ­λά και στρα­τιω­τι­κούς, απο­σπά­σμα­τα ή αντι­γρα­φές τους που θα χρη­σι­μο­ποί­η­σαν για τον σχε­δια­σμό των επι­χει­ρή­σε­ων και στα πε­δία των μα­χών, απε­λευ­θε­ρω­τι­κών και εμ­φυ­λί­ων, εφό­σον οι πε­ρισ­σό­τε­ροι εί­χαν έλ­θει και σε επα­φή με τους πο­λυά­ριθ­μους Φι­λέλ­λη­νες. Αυ­τοί οι ξέ­νοι, κυ­ρί­ως στρα­τιω­τι­κοί, όπως π.χ. ο Fabvier και πολ­λοί άλ­λοι, ως χαρ­το­γρα­φι­κά έμπει­ροι εί­ναι αδύ­να­τον να μην έφε­ραν μα­ζί τους χάρ­τες. Αλ­λά και ποιος θα μπο­ρού­σε άρα­γε να ισχυ­ρι­στεί ότι ο Κο­λο­κο­τρώ­νης δεν θα εί­χε δει και χρη­σι­μο­ποι­ή­σει χάρ­τες, ήδη από τη νε­α­νι­κή ναυ­τι­κή του εμπει­ρία και τη θη­τεία του στον βρε­τα­νι­κό στρα­τό στη Ζά­κυν­θο μέ­χρι τον βαθ­μό του ταγ­μα­τάρ­χη, ή ότι δεν θα εί­χε βρει να φέ­ρει μα­ζί του χάρ­τες για τον Αγώ­να. Όμως, που­θε­νά δεν φαί­νε­ται χάρ­της στα ζω­γρα­φι­κά έρ­γα που τον απει­κο­νί­ζουν –όπως άλ­λω­στε και των άλ­λων Ηρώ­ων του ’21– ού­τε έστω ως «δια­κο­σμη­τι­κό» όπλο του πο­λέ­μου. Θα μπο­ρού­σε βέ­βαια κά­ποιος να ισχυ­ρι­στεί σο­βα­ρά ότι οι αγω­νι­στές του ’21, επει­δή πο­λε­μού­σαν στη γη τους, χρη­σι­μο­ποιού­σαν μνη­μο­νι­κούς χάρ­τες και δεν τους ήταν απα­ραί­τη­τοι οι κα­νο­νι­κοί. Η μό­νη δια­δε­δο­μέ­νη ζω­γρα­φι­κή απει­κό­νι­ση με­γά­λης μορ­φής του ’21 με χάρ­τη εί­ναι του Μαυ­ρο­κορ­δά­του στο έρ­γο του Hess που επι­βλέ­πει (με γυα­λιά) την οχύ­ρω­ση του Με­σο­λογ­γί­ου κα­τά την πρώ­τη πο­λιορ­κία του 1822. Ίσως επει­δή να ήταν γνω­στό στον ζω­γρά­φο ότι ο Μαυ­ρο­κορ­δά­τος εί­χε σπου­δά­σει στη Γε­νεύη την οχυ­ρω­μα­τι­κή, όπου η γνώ­ση και χρή­ση χαρ­τών και το­πο­γρα­φι­κών επι­πε­δο­γρα­φιών ήταν υπο­χρε­ω­τι­κή. Έμπει­ροι με χάρ­τες του θα­λάσ­σιου χώ­ρου θα ήταν χω­ρίς αμ­φι­βο­λία και οι πλοί­αρ­χοι των πε­ρισ­σό­τε­ρων από τα 615 ελ­λη­νι­κά κα­ρά­βια από όλο το Αι­γαίο, με­γά­λων και μι­κρών, οπλι­σμέ­νων και άο­πλων, όπως κα­τα­γρά­φει τους αριθ­μούς τους για το 1813 ο Pouqueville και με­τα­φέ­ρει με έμ­φα­ση ο Weiss στον πρώ­το χάρ­τη του, του 1823. Όμως ού­τε και οι ναυ­τι­κοί Ήρω­ες του ’21 απει­κο­νί­ζο­νται ζω­γρα­φι­κά με χάρ­τες. Αντί­θε­τα σε πολ­λές άλ­λες χώ­ρες της επο­χής το ζω­γρα­φι­κό θέ­μα στρα­τιω­τι­κών με χάρ­τες εί­ναι συ­νη­θι­σμέ­νο και δη­μο­φι­λές, όπως π.χ. στο πορ­τρέ­το του στρα­τη­γού Maison (1771-1840) αρ­χη­γού της γαλ­λι­κής εκ­στρα­τεί­ας στην Πε­λο­πόν­νη­σο, έρ­γο του Cogniet στις Βερ­σα­λί­ες (1835), δια­κρί­νε­ται με ευ­κρί­νεια χάρ­της με τί­τλο την Ελ­λά­δα.

Δεν συ­να­ντού­με συ­χνά ιστο­ριο­γρα­φι­κές ανα­φο­ρές για το θέ­μα της χρή­σης χαρ­τών από τους Έλ­λη­νες της επο­χής του ’21. Εν­δε­χο­μέ­νως για­τί θε­ω­ρεί­ται άνευ εν­δια­φέ­ρο­ντος. Από την ξέ­νη βι­βλιο­γρα­φία εντο­πί­σα­με δύο που αξί­ζει να επι­ση­μαν­θούν. Η πρώ­τη, του 1826, του Dufour, μα­θη­τή του Lapie, μας πλη­ρο­φο­ρεί ότι Έλ­λη­νες ναυ­τι­κοί στο Αι­γαίο ναυ­μα­χούν και πυρ­πο­λούν τα πλοία των Οθω­μα­νών χρη­σι­μο­ποιώ­ντας χάρ­τη του δα­σκά­λου του ...vaut-on connoitre dans quelles eaux et su quelles plages les enfans de la Grèce régénérée joignent, attaquent et brûlent les vaisseaux des Ottomans, if faut consulter l’Archipel dressé par M. Le chevalier Lapie... Στη δεύ­τε­ρη, του 1827, ο Quérard ση­μειώ­νει ότι ο απόρ­ρη­τος, για πολ­λά χρό­νια, μο­νό­φυλ­λος χάρ­της της Πε­λο­πον­νή­σου του Bocage (1802), που εκ­δό­θη­κε το 1808, χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε στις επι­χει­ρή­σεις του Αγώ­να στο Μο­ριά ...aujourd’hui elle sert à faire la guerre dans cette contrée..., χω­ρίς άλ­λες λε­πτο­μέ­ρειες.

Αλ­λά πώς ήταν άρα­γε οι πέ­ντε χάρ­τες της ημι-επι­στη­μο­νι­κής γε­νε­α­λο­γί­ας πριν τη σύ­ντα­ξη του πρώ­του επι­στη­μο­νι­κού χάρ­τη της Πε­λο­πον­νή­σου και νή­σων του Peytier, που άρ­χι­σε το 1828 και εκτυ­πώ­θη­κε το 1832; Ο μο­νό­φυλ­λος χάρ­της του Bocage (1808), ο πο­λύ­φυλ­λος και ο τε­τρά­φυλ­λος του Lapie (1822 και 1826) και οι πο­λύ­φυλ­λοι του Weiss (1823 και 1829) και ποια ήταν τα ιστο­ρι­κά και χαρ­το­γρα­φι­κά συμ­φρα­ζό­με­νά τους;

_____________

Χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν ως βι­βλιο­γρα­φία:

Ε. Λι­βιε­ρά­τος. Χαρ­το­γρα­φι­κές Πε­ρι­πέ­τειες της Ελ­λά­δας 1821-1919. Αθή­να, ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, 2009. ISBN 978-960-201-194-2.H. Berthaut. Les Ingénieurs Géographes Militaires 1624-1831. Paris, Service Géographique de l’Armée, 1902. Πη­γή: Gallica-BnF.  
Ε. Λι­βιε­ρά­τος. Αρ­χι­πέ­λα­γος 1685-1687 στους Χάρ­τες του Λου­δο­βί­κου ΙΔ΄. Θεσ­σα­λο­νί­κη, Βι­βλιο­θή­κη & Κέ­ντρο Πλη­ρο­φό­ρη­σης ΑΠΘ, 2018. ISBN 978-960-243-708-7.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: