Άγιον Όρος και Κύπρος του Άνθιμου Γαζή

Η Ακα­δη­μία Αθη­νών βρά­βευ­σε πρό­σφα­τα το έρ­γο της Αγιο­ρει­τι­κής Βι­βλιο­θή­κης και οι γνω­ρί­ζο­ντες θα συμ­φω­νή­σουν ότι η βρά­βευ­ση “πά­ει” άξια στο βα­θύ έρ­γο ζω­ής του ιε­ρο­μο­νά­χου Ιου­στί­νου Σι­μω­νο­πε­τρί­τη. Το ευ­χά­ρι­στο γε­γο­νός μου έφε­ρε στον νου ένα ξε­χα­σμέ­νο βι­βλια­ρά­κι που εξέ­δω­σε η Αγιο­ρει­τι­κή Βι­βλιο­θή­κη το 2008, με την ευ­και­ρία των 250 ετών από τη γέν­νη­ση του Άν­θι­μου Γα­ζή. Το εί­χα γρά­ψει με την πα­ρό­τρυν­ση του π. Ιου­στί­νου, με τον οποίο εί­χα ήδη ―μια δε­κα­ε­τία πριν― την “αγα­θή τύ­χη” της συ­νερ­γα­σί­ας για τη δη­μιουρ­γία της Αγιο­ρει­τι­κής Χαρ­το­θή­κης με σει­ρά αξέ­χα­στων έρ­γων, υλι­κών και άυ­λων (βλ. εδώ). Το βι­βλια­ρά­κι έχει τί­τλο Άγιον Όρος και Κύ­προς στον χάρ­τη της Ελ­λά­δος του Άν­θι­μου Γα­ζή (1800). Ήταν μια με­λέ­τη του (μάλ­λον ακό­μα άγνω­στου) χάρ­τη του Γα­ζή με τί­τλο Πί­ναξ Γε­ω­γρα­φι­κός της Ελ­λά­δος, ο οποί­ος τυ­πώ­θη­κε 225 χρό­νια πριν στη Βιέν­νη (βλ. εδώ), τρία μό­λις χρό­νια με­τά από την έκ­δο­ση ―επί­σης στη Βιέν­νη― της πα­σί­γνω­στης Χάρ­τας της Ελ­λά­δος του Ρή­γα Βε­λε­στιν­λή.



Ο Άνθιμος Γαζής στη Βιέννη. Σε σχέδιο του Johann Zitterer, χαραγμένο από τον Carl Hermann Pfeifer, για το“Λεξικόν Ελληνικόν”, τ. Α-Θ, Βενετία: Τύποις Μιχαήλ Γλυκύ, 1809.   Πηγή: Συλλογή Online Μουσείου της Βιέννης. Επεξεργασία: Β.Λ.
Ο Άνθιμος Γαζής στη Βιέννη. Σε σχέδιο του Johann Zitterer, χαραγμένο από τον Carl Hermann Pfeifer, για το“Λεξικόν Ελληνικόν”, τ. Α-Θ, Βενετία: Τύποις Μιχαήλ Γλυκύ, 1809. Πηγή: Συλλογή Online Μουσείου της Βιέννης. Επεξεργασία: Β.Λ.



Επα­νέρ­χο­μαι σε εκεί­νη τη μι­κρή ξε­χα­σμέ­νη έκ­δο­ση της Αγιο­ρεί­τι­κης Βι­βλιο­θή­κης, των 103 σε­λί­δων, με την ευ­και­ρία όχι μό­νο της βρά­βευ­σης, αλ­λά και της τω­ρι­νής επε­τεί­ου των 225 χρό­νων (1800-2025) από την έκ­δο­ση του Πί­να­κα του σπου­δαί­ου λό­γιου κλη­ρι­κού από τις Μη­λιές του Πη­λί­ου (βλ. Χάρ­της#31). Η έμ­φα­ση σε εκεί­νο το βι­βλια­ρά­κι εί­χε δο­θεί στη χαρ­το­γρα­φι­κή απει­κό­νι­ση της χερ­σο­νή­σου του Αγί­ου Όρους στον Πί­να­κα του Γα­ζή, κυ­ρί­ως σε σχέ­ση με την αντί­στοι­χη απει­κό­νι­ση στη Χάρ­τα του Ρή­γα. Τό­τε ανα­δεί­χτη­καν, για πρώ­τη φο­ρά, οι εντυ­πω­σια­κές δια­φο­ρές της απει­κό­νι­σης αυ­τής στους δύο χάρ­τες, ιδιαί­τε­ρα αν λά­βει κα­νείς υπό­ψη τις γε­νι­κό­τε­ρες μορ­φο­λο­γι­κές ομοιό­τη­τές Πί­να­κα Χάρ­τας. Επι­πλέ­ον ―κα­τά μια ευ­τυ­χή τό­τε συ­γκυ­ρία― ανα­λύ­θη­κε η απει­κό­νι­ση της Κύ­πρου στον Πί­να­κα, την οποία ο Άν­θι­μος Γα­ζής ει­σά­γει για πρώ­τη φο­ρά σε ελ­λη­νι­κό χάρ­τη, εντός έν­θε­του πλαι­σί­ου. Ο χαρ­το­γρα­φι­κός συ­σχε­τι­σμός της Κύ­πρου με τον ευ­ρύ­τε­ρο ελ­λη­νι­κό νη­σιω­τι­κό χώ­ρο εμ­φα­νί­ζε­ται τον 16ο αιώ­να και κα­θιε­ρώ­νε­ται από τον 17ο κυ­ρί­ως σε άτλα­ντες. Απει­κο­νί­σεις νη­σιών του Αι­γαί­ου και του Ιο­νί­ου ει­σά­γο­νται σε δια­τεγ­μέ­να έν­θε­τα πλαί­σια ―κα­τά πε­ρι­βάλ­λου­σες ζώ­νες τους― σε χάρ­τες της Κύ­πρου, της Κρή­της και σε ναυ­τι­κούς χάρ­τες, δη­μιουρ­γώ­ντας ένα νοη­τό ιστο­ρι­κό νη­σιω­τι­κό συ­νε­χές της Κύ­πρου, στην Ανα­το­λι­κή Με­σό­γειο, με τα δύο με­γά­λα ελ­λη­νι­κά πε­λά­γη. Το 1707, η Κύ­προς πε­ρι­λαμ­βά­νε­ται στην απει­κό­νι­ση του ευ­ρύ­τε­ρου ελ­λη­νι­κού χώ­ρου σε χάρ­τη του Delisle με τον ρη­τό τί­τλο CARTE DE LA GRÈCE, στη σω­στή γε­ω­γρα­φι­κή της θέ­ση. Αξί­ζει να ση­μειω­θεί ότι, στα “νη­σο­λό­για” ―τα βι­βλία γε­ω­γρα­φί­ας των νή­σων του Αρ­χι­πε­λά­γους― που εμ­φα­νί­ζο­νται την αυ­γή του 15ου αιώ­να, η χερ­σό­νη­σος του Αγί­ου Όρους συμ­με­τεί­χε ως “νή­σος”…

Πί­ναξ και Xάρ­τα

Μια μι­κρή ομά­δα λο­γί­ων στην ελ­λη­νι­κή δια­σπο­ρά της Ευ­ρώ­πης του 18ου αιώ­να και λί­γο με­τά, θα συμ­βά­λει στον μορ­φω­τι­κό εξο­πλι­σμό των Ελ­λή­νων με το αξιο­πρό­σε­κτο γε­ω­γρα­φι­κό και χαρ­το­γρα­φι­κό της έρ­γο (βλ. εδώ). Στο τέ­λος εκεί­νου του ση­μα­ντι­κού ευ­ρω­παϊ­κού αιώ­να εκ­δί­δο­νται στη Βιέν­νη από τους δύο Θεσ­σα­λούς Ρή­γα και Γα­ζή, στα ελ­λη­νι­κά, η Χάρ­τα το 1797 και ο Πί­ναξ το 1800 ― στις μι­σές δια­στά­σεις της Χάρ­τας. Απει­κό­νι­ζαν την Ελ­λά­δα, την ευ­ρύ­τε­ρη Βαλ­κα­νι­κή και τη δυ­τι­κή Μι­κρά Ασία, σε δώ­δε­κα και σε τέσ­σε­ρα ακέ­ραια φύλ­λα αντί­στοι­χα. Και οι δύο χάρ­τες, εί­ναι χα­ραγ­μέ­νοι από τον ίδιο Βιεν­νέ­ζο χα­ρά­κτη Franz Müller ― Φραν­σουά Μήλ­λερ στη Χάρ­τα και Φραν­σοά Μύλ­λερ στον Πί­να­κα.

Ο λι­γό­τε­ρο γνω­στός Πί­ναξ του Γα­ζή βρέ­θη­κε από την αρ­χή στην “σκιά” της Χάρ­τας· δεν απο­τέ­λε­σε αντι­κεί­με­νο εν­δια­φέ­ρο­ντος και ανά­δει­ξης όσο εκεί­νη. Θε­ω­ρή­θη­κε λαν­θα­σμέ­να εί­τε ως “αντί­γρα­φο σε σμί­κρυν­ση” της Χάρ­τας εί­τε ως “επα­νέκ­δο­σή” της από τον Γα­ζή. Εί­ναι τέ­τοια η σύγ­χυ­ση για τη δια­στα­σι­κή σχέ­ση του Πί­να­κα με τη Χάρ­τα ώστε, πα­ρό­τι μι­κρό­τε­ρός της σε φυ­σι­κές δια­στά­σεις και (άρα) σε κλί­μα­κα, να θε­ω­ρεί­ται ότι η Χάρ­τα εί­ναι με­γα­λύ­τε­ρη επει­δή ο Ρή­γας συ­μπε­ριέ­λα­βε τις επι­πε­δο­γρα­φί­ες των ιστο­ρι­κών τό­πων που δεν υπάρ­χουν στον Πί­να­κα…! Το ισχυ­ρί­ζε­ται ο Ch. Reichard το 1808 (βλ. Allgemeine Geographische Ephemeriden, XXV, σελ. 323-331) και το με­τα­φέ­ρει ο Γε­ώρ­γιος Λάιος το 1960 (βλ. Δελ­τί­ον της Ιστο­ρι­κής και Εθνο­λο­γι­κής Εται­ρεί­ας, τόμ. 14, σελ. 306).
Eί­ναι επί­σης αξιο­ση­μεί­ω­το ότι στον συλ­λε­κτι­κό κα­τά­λο­γο γε­ω­γρα­φι­κών, το­πο­γρα­φι­κών και ναυ­τι­κών χαρ­τών της βι­βλιο­θή­κης, στην Πε­τρού­πο­λη, του πρί­γκη­πα Aleksandr Ivanovich Lobanov-Rostovsky ―εκ­δό­θη­κε σε 340 αντί­τυ­πα από τον Firmin Didot στο Πα­ρί­σι το 1823― δύο χάρ­τες, προ­φα­νώς η Χάρ­τα και ο Πί­ναξ, χω­ρίς ανα­φο­ρά στους Ρή­γα και Γα­ζή, εί­ναι κα­τα­χω­ρη­μέ­νοι στους “ει­δι­κούς χάρ­τες” της Οθω­μα­νι­κής αυ­το­κρα­το­ρί­ας, με εμ­φα­νώς λαν­θα­σμέ­νες και αμ­φι­λε­γό­με­νες δια­τυ­πώ­σεις:

(α) Με αριθ­μό κα­τα­λό­γου 1350 ―η Χάρ­τα, ως: GRÈCE (carte de la); daprès les observations les plus récentes, avec les médailles les plus remarquables et les plans des villes principales. 1797, Vienne. 12 feuilles en grec, και
(β) Με αριθ­μό κα­τα­λό­γου 1351 ―ο Πί­ναξ―, ως: GRÈCE (carte de la); dressée daprès les descriptions les plus récentes, par Fr. Th. Müller. 1800, Vienne. 12 feuillets en grec. Cest une réduction de la carte précédente.

Οι δια­τυ­πώ­σεις των κα­τα­χω­ρή­σε­ων εί­ναι ανα­κρι­βείς, διό­τι ήταν αδύ­να­τον η κα­τα­σκευή των δύο χαρ­τών να έγι­νε “d’après les observations les plus récentes” ―δεν εί­ναι το­πο­γρα­φι­κοί οι χάρ­τες―, όπως εί­ναι λαν­θα­σμέ­νη η πε­ποί­θη­ση, στην κα­τα­χώ­ρη­ση (β) για τον Πί­να­κα, ότι “C’est une réduction de la carte précédente”. Επί­σης, στις δύο κα­τα­χω­ρή­σεις, χρη­σι­μο­ποιού­νται οι λέ­ξεις “feuilles” στην (α) και “feuillets” στη (β), οι οποί­ες ανα­φέ­ρο­νται σε δια­φο­ρε­τι­κές δια­στά­σεις χαρ­τιού, άγνω­στες στους μη ει­δι­κούς, με απο­τέ­λε­σμα να πα­ρε­ξη­γεί­ται ο πραγ­μα­τι­κός αριθ­μός των φύλ­λων. Τα προ­βλή­μα­τα αυ­τά εί­ναι συ­νη­θι­σμέ­να στην ενα­σχό­λη­ση με τους πα­λαιούς χάρ­τες, στην οποία συ­να­ντώ­νται “ρέ­κτες” από πο­λύ δια­φο­ρε­τι­κές βα­σι­κές μορ­φω­τι­κές αφε­τη­ρί­ες ― συ­νή­θως τρεις, το il Triello των χαρ­τών… (βλ. Χάρ­της #3).
Το θέ­μα του αριθ­μού των ακέ­ραιων φύλ­λων στα οποία έχουν τυ­πω­θεί οι δύο χάρ­τες (12 η Χάρ­τα, 4 ο Πί­ναξ) απο­τε­λεί ση­μα­ντι­κή αι­τία συγ­χύ­σε­ων. Αυ­τό συμ­βαί­νει, διό­τι πολ­λές φο­ρές τα ακέ­ραια φύλ­λα χαρ­τιού ―στις δια­στά­σεις που διέ­θε­τε η πα­ρα­γω­γή της επο­χής― “κό­βο­νται” σε μι­κρό­τε­ρα, με­τά την εκτύ­πω­σή τους, για να επι­κολ­λη­θούν κα­τάλ­λη­λα σε γά­ζα, διευ­κο­λύ­νο­ντας με το δί­πλω­μα του φύλ­λου, τη χρή­ση, με­τα­φο­ρά και απο­θή­κευ­ση των πο­λύ­φυλ­λων χαρ­τών. Η “κο­πή” απο­τε­λού­σε ―εύ­λο­γα― μια συ­νη­θι­σμέ­νη στρα­τιω­τι­κή πρα­κτι­κή χρή­σης των χαρ­τών, από όπου και δια­δό­θη­κε ευ­ρύ­τε­ρα, δη­μιουρ­γώ­ντας σή­με­ρα τις συγ­χύ­σεις πε­ρί των δια­στά­σε­ων και του σω­στού αριθ­μού φύλ­λων των πο­λύ­φυλ­λων χαρ­τών.
Η ψη­φια­κή συ­γκρι­τι­κή ανά­λυ­ση Πί­να­κα Χάρ­τας, ως ασφα­λέ­στε­ρου τρό­που με­λέ­της, δεί­χνει τις πολ­λές δια­φο­ρές με­τα­ξύ των δύο χαρ­τών. Δεν εί­ναι εύ­κο­λα ανα­γνω­ρί­σι­μες, όπως εί­ναι οι δια­στά­σεις τους και η έλ­λει­ψη στον Πί­να­κα των επι­πε­δο­γρα­φιών ιστο­ρι­κών τό­πων, των νο­μι­σμά­των, των ονο­μά­των ηγε­μό­νων και των σχο­λί­ων, της Χάρ­τας. Ο Πί­ναξ του Γα­ζή εί­ναι εξαρ­χής σχε­δια­σμέ­νος σε δύο φο­ρές μι­κρό­τε­ρη χαρ­το­γρα­φι­κή κλί­μα­κα από ότι η Χάρ­τα. Η αντι­στοι­χία (≘) κλί­μα­κας στη Χάρ­τα, 1 εκ. στον χάρ­τη ≘ περ. 6 χλμ. στην επι­φά­νεια της γης, γί­νε­ται στον Πί­να­κα, 1 εκ. ≘ περ. 12 χλμ. Αξί­ζει να ση­μειω­θεί ότι η κλί­μα­κα του Πί­να­κα εί­ναι ίδια με την κλί­μα­κα των δύο φύλ­λων του χάρ­τη του Delisle με τί­τλο Graeciae Antiquae Tabula Nova (1708 και 1794), ο οποί­ος απο­τε­λεί βα­σι­κό πρό­τυ­πο του Ρή­γα για τη σχε­δί­α­ση της Χάρ­τας.
Σε αντί­θε­ση με τις δια­φο­ρε­τι­κές κλί­μα­κες των δύο χαρ­τών, το “εμ­βλη­μα­τι­κό υπό­μνη­μα” (Cartouche), υπάρ­χει στις ίδιες φυ­σι­κές δια­στά­σεις και στους δύο, αλ­λά με με­ρι­κές θε­με­λιώ­δεις, δια­φο­ρές στον Πί­να­κα του Γα­ζή. Στο Cartouche του Πί­να­κα υπάρ­χουν “στρα­τιω­τι­κές νύ­ξεις” (λόγ­χη, ασπί­δα, πε­ρι­κε­φα­λαία) στη συμ­βο­λι­κή ανα­πα­ρά­στα­ση της (κα­τά τον Γ. Λάιο) “Επι­στή­μης ή Αθη­νάς”, η οποία στη­ρί­ζει το χέ­ρι της σε ασπί­δα με ηρω­ι­κή μορ­φή (Μ. Αλέ­ξαν­δρος;) αντι­κα­θι­στώ­ντας την κε­νή πλά­κα στη Χάρ­τα. Η προ­σθή­κη “σφαί­ρας” στον Πί­να­κα, επί του εγ­χει­ρι­δί­ου της γε­ω­με­τρί­ας, πα­ρα­πέ­μπει στην πα­ρά­δο­ση της γε­ω­γρα­φί­ας και των υδρο­γεί­ων σφαι­ρών των Ελ­λή­νων λο­γί­ων του 18ου αιώ­να ― μή­πως (τώ­ρα) και σε “μπά­λα κα­νο­νιού”; Συ­νο­λι­κά στο Cartouche του Πί­να­κα υπάρ­χουν πέ­ντε δια­φο­ρές, μα­ζί με τα δια­φο­ρε­τι­κά “απο­φθεύγ­μα­τα” στα ανοι­χτά βι­βλία: από την Οδύσ­σεια, στη Χάρ­τα και από τον Αί­α­ντα του Σο­φο­κλή, στον Πί­να­κα ― βλ. εδώ.

Η ψηφιακή διαφάνεια αποκαλύπτει τις πέντε διαφορές στην απεικόνιση της “θεάς” (Επιστήμης ή Αθήνας) στον Πίνακα του Γαζή, ως προς τη Χάρτα του Ρήγα. (1) περικεφαλαία, (2) λόγχη, (3) ασπίδα, (4) σφαίρα, (5) διαφορετικά κείμενα στο βιβλίο. Πηγή: Β.Λ. 2008.
Η ψηφιακή διαφάνεια αποκαλύπτει τις πέντε διαφορές στην απεικόνιση της “θεάς” (Επιστήμης ή Αθήνας) στον Πίνακα του Γαζή, ως προς τη Χάρτα του Ρήγα. (1) περικεφαλαία, (2) λόγχη, (3) ασπίδα, (4) σφαίρα, (5) διαφορετικά κείμενα στο βιβλίο. Πηγή: Β.Λ. 2008.



Στις εξαι­ρέ­σεις της δια­φο­ρε­τι­κής κλί­μα­κας υπά­γο­νται και οι με­τα­φο­ρές από τη Χάρ­τα στον Πί­να­κα, ως έχουν: του ιτα­λι­κού ναυ­τι­κού τύ­που ανε­μο­λο­γί­ου και του επε­ξη­γη­μα­τι­κού κα­τα­λό­γου ―με τί­τλο Εξή­γη­σις των εν τω Χάρ­τη Ση­μεί­ων― των συμ­βό­λων, 19 στην Χάρ­τα και 18 στον Πί­να­κα, στον οποίο έχει αφαι­ρε­θεί το σύμ­βο­λο Οθω­μα­νι­κή δύ­να­μις.
Ση­μα­ντι­κή χαρ­το­γρα­φι­κή δια­φο­ρά Χάρ­τας Πί­να­κα, δύ­σκο­λα ανα­γνω­ρί­σι­μη χω­ρίς ψη­φια­κή επι­στη­μο­νι­κή ανά­λυ­ση, εί­ναι οι δια­φο­ρε­τι­κές στους δύο χάρ­τες προ­βο­λι­κές ιδιό­τη­τες: δηλ. η σχέ­ση του γε­ω­γρα­φι­κού πε­ριε­χο­μέ­νου του χάρ­τη με το πλέγ­μα των με­σημ­βρι­νών (βλ. Χάρ­της #9 και Χάρ­της #10) και των πα­ραλ­λή­λων (του γε­ω­γρα­φι­κού μή­κους και πλά­τους). Εί­ναι το σπου­δαιό­τε­ρο (αλ­λά αφα­νές) απο­δει­κτι­κό της εν­δο­γε­νούς δια­φο­ράς των δύο χαρ­τών. Όπως έχει απο­δεί­ξει η Χρυ­σού­λα Μπού­του­ρα, με­τά από ανά­λυ­ση των προ­βο­λι­κών ιδιο­τή­των των δύο χαρ­τών, η Χάρ­τα “υπο­φέ­ρει” από ασυμ­βα­τό­τη­τα γε­ω­γρα­φι­κού πε­ριε­χο­μέ­νου και πλέγ­μα­τος με­σημ­βρι­νών και πα­ραλ­λή­λων. Ενώ το γε­ω­γρα­φι­κό πε­ριε­χό­με­νο της Χάρ­τας, εί­ναι συμ­βα­τό με του χάρ­τη του Delisle ―από όπου κύ­ριως προ­έρ­χε­ται―, τα πλέγ­μα­τα των με­σημ­βρι­νών και πα­ραλ­λή­λων τους δια­φέ­ρουν. Ο με­σημ­βρι­νός των 46 μοι­ρών στη Χάρ­τα (με αρ­χή στη νή­σο Φέρ­ρο των Κα­να­ρί­ων) διέρ­χε­ται λαν­θα­σμέ­να από την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, ενώ στον χάρ­τη του Delisle ―και όχι μό­νον― διέρ­χε­ται μι­σή μοί­ρα δυ­τι­κά της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης, όπως και στον Πί­να­κα του Γα­ζή υπο­δη­λώ­νο­ντας συμ­βα­τό­τη­τα προ­βο­λι­κών ιδιο­τή­των. Σύμ­πτω­ση των με­σημ­βρι­νών στη Χάρ­τα και τον Πί­να­κα πα­ρα­τη­ρεί­ται στη ζώ­νη του με­σημ­βρι­νού των 42 μοι­ρών, ο οποί­ος διέρ­χε­ται από το μέ­σον του Αγί­ου Όρους, πε­ρί­που στο μέ­σον του Πί­να­κα και της Χάρ­τας.
Δια­φο­ρές στον Πί­να­κα του Γα­ζή, ως προς τη Χάρ­τα, υπάρ­χουν και στα το­πω­νύ­μια όπως έχει ση­μειω­θεί σε πρό­σφα­τες με­λέ­τες μας. Υπάρ­χουν προ­σθή­κες, αλ­λοιώ­σεις και αφαι­ρέ­σεις γε­ω­γρα­φι­κών ονο­μά­των, όπως άλ­λω­στε επι­βάλ­λει ―στις μι­κρό­τε­ρες κλί­μα­κες― ο κα­νό­νας της “χαρ­το­γρα­φι­κής γε­νί­κευ­σης”, γνω­στός από αιώ­νες στη χαρ­το­γρα­φία, τον οποίο εφαρ­μό­ζει στον Πί­να­κα ο Άν­θι­μος Γα­ζής.


Αριστερά: Το νοητό ίχνος του μεσημβρινού των 42 μοιρών (από τη νήσο Φέρρο των Καναρίων) στη Χάρτα. Δεξιά: Το ίχνος του ίδιου μεσημβρινού στον Πίνακα. Και τα δύο ίχνη του μεσημβρινού διέρχονται από την Αθήνα. Πηγή: Β.Λ. 2008.
Αριστερά: Το νοητό ίχνος του μεσημβρινού των 42 μοιρών (από τη νήσο Φέρρο των Καναρίων) στη Χάρτα. Δεξιά: Το ίχνος του ίδιου μεσημβρινού στον Πίνακα. Και τα δύο ίχνη του μεσημβρινού διέρχονται από την Αθήνα. Πηγή: Β.Λ. 2008.
Άγιον Όρος


Εκτός της κλί­μα­κας και των προ­βο­λι­κών ιδιο­τή­των, ο Πί­ναξ δια­φέ­ρει από τη Χάρ­τα και σε άλ­λα, εύ­κο­λα ή δυ­σκο­λό­τε­ρα ανα­γνω­ρί­σι­μα. Για να εντο­πι­στούν απαι­τεί­ται ανε­ξάρ­τη­τη συ­γκρι­τι­κή επι­στη­μο­νι­κή χαρ­το­γρα­φι­κή έρευ­να. Ανά­με­σά τους εί­ναι η εντυ­πω­σια­κή δια­φο­ρο­ποί­η­ση του Πί­να­κα από την Χάρ­τα στην απει­κό­νι­ση της Αθω­νι­κής χερ­σο­νή­σου (του Αγί­ου Όρους) και ―γε­νι­κά― των τριών χερ­σο­νή­σων της Χαλ­κι­δι­κής. Με­γα­λύ­τε­ρες ή μι­κρό­τε­ρες ακτο­γραμ­μι­κές δια­φο­ρές υπάρ­χουν στην απει­κό­νι­ση της Λή­μνου, του Θερ­μαϊ­κού κόλ­που, των ακτών της Μα­γνη­σί­ας και των Σπο­ρά­δων, της Εύ­βοιας και των νή­σων του Ιο­νί­ου, εκτός της Κέρ­κυ­ρας.

Οπτική μέτρηση του υψομέτρου του Άθω, από τη Mύρινα της Λήμνου, από το“ύψος” του Ηλίου δύοντας πίσω από το Άγιον Όρος. Το σχήμα και η μέτρηση στη σελ. 728 του έργου του Αθανασίου Κίρχερ: Ars Magna Lucis et Umbrae, Ρώμη, 1646. Επεξεργασία: Β.Λ.
Οπτική μέτρηση του υψομέτρου του Άθω, από τη Mύρινα της Λήμνου, από το“ύψος” του Ηλίου δύοντας πίσω από το Άγιον Όρος. Το σχήμα και η μέτρηση στη σελ. 728 του έργου του Αθανασίου Κίρχερ: Ars Magna Lucis et Umbrae, Ρώμη, 1646. Επεξεργασία: Β.Λ.



Η ακτο­γραμ­μή της Πε­λο­πον­νή­σου πα­ρου­σιά­ζει γε­νι­κή συμ­μορ­φία στους δύο χάρ­τες, εκτός με­ρι­κών εξαι­ρέ­σε­ων, στο βο­ρειο­δυ­τι­κό άκρο της και στον Μεσ­ση­νια­κό κόλ­πο. Μι­κρές δια­φο­ρές εντο­πί­ζο­νται επί­σης στη δυ­τι­κή ακτο­γραμ­μή της Μαύ­ρης Θά­λασ­σας και με­γα­λύ­τε­ρες στην ανα­το­λι­κή ακτο­γραμ­μή της Προ­πο­ντί­δας, στον κόλ­πο της Νι­κο­μή­δειας. Η ακτο­γραμ­μή της Μι­κράς Ασί­ας εί­ναι γε­νι­κά όμοια στους δύο χάρ­τες.
Για την απει­κό­νι­ση της Αθω­νι­κής χερ­σο­νή­σου ο Γα­ζής επι­λέ­γει δια­φο­ρε­τι­κό πρό­τυ­πο στον Πί­να­κα από εκεί­νο της Χάρ­τας του χα­ρα­κτη­ρι­στι­κού (“πα­ραλ­λη­λό­γραμ­μου”) πρό­τυ­που του Delisle και της σχο­λής του. Στον Πί­να­κα, η χερ­σό­νη­σος του Αγί­ου Όρους απει­κο­νί­ζε­ται πιο “στρογ­γυ­λο­ποι­η­μέ­νη”. Και εδώ, όπως στη Χάρ­τα, η μορ­φή της ιε­ράς χερ­σο­νή­σου εί­ναι επι­λε­κτι­κά με­γεν­θυ­μέ­νη πα­ρα­πέ­μπο­ντας στη δεύ­τε­ρη με­γά­λη γαλ­λι­κή χαρ­το­γρα­φι­κή σχο­λή του 18ου αιώ­να, του d’Anville (με επιρ­ρο­ές από τη σχο­λή Sanson).

Επάνω: Η βέλτιστη προσαρμογή, κατά ομοιότητα, της ακτογραμμής της Χαλκιδικής στη Χάρτα και τον Πίνακα. Κάτω: Η βέλτιστη προσαρμογή, κατά ομοιότητα, της ακτογραμμής της χερσονήσου του Αγίου Όρους στη Χάρτα και τον Πίνακα: (1) Η περιοχή του ακ. Αράπης και οι νησίδες Στυλιάρια. (2) Η δυτική πλευρά της χερσονήσου του Όρους. (3) Η χερσόνησος Πετροβουνίου στον Πίνακα, παρόμοια με του d’Anville. (4) Η επιφανειακή διεύρυνση της νότιοανατολικής ακτογραμμής στον Πίνακα μοιάζει με χαρτογραφικά πρότυπα πτολεμαϊκής και νησολογικής προέλευσης. Πηγή: Β.Λ. 2008.
Επάνω: Η βέλτιστη προσαρμογή, κατά ομοιότητα, της ακτογραμμής της Χαλκιδικής στη Χάρτα και τον Πίνακα. Κάτω: Η βέλτιστη προσαρμογή, κατά ομοιότητα, της ακτογραμμής της χερσονήσου του Αγίου Όρους στη Χάρτα και τον Πίνακα: (1) Η περιοχή του ακ. Αράπης και οι νησίδες Στυλιάρια. (2) Η δυτική πλευρά της χερσονήσου του Όρους. (3) Η χερσόνησος Πετροβουνίου στον Πίνακα, παρόμοια με του d’Anville. (4) Η επιφανειακή διεύρυνση της νότιοανατολικής ακτογραμμής στον Πίνακα μοιάζει με χαρτογραφικά πρότυπα πτολεμαϊκής και νησολογικής προέλευσης. Πηγή: Β.Λ. 2008.



Το με­γε­θυ­μέ­νο σχή­μα του Αγί­ου Όρους ακο­λου­θεί τη μα­κραί­ω­νη χαρ­το­γρα­φι­κή πα­ρά­δο­ση των πτο­λε­μαϊ­κών, με­τα­πτο­λε­μαϊ­κών και πιο πρό­σφα­των χαρ­τών· εμ­φα­νί­ζε­ται και σε νη­σο­λο­γι­κού τύ­που απει­κο­νί­σεις της Αθω­νι­κής χερ­σο­νή­σου του 15ου, 16ου, 17ου αιώ­να και αρ­γό­τε­ρα. Στον Πί­να­κα του Άν­θι­μου Γα­ζή, η ανα­το­λι­κή ακτο­γραμ­μή της χερ­σο­νή­σου εί­ναι λι­γό­τε­ρο ομα­λή από ότι η δυ­τι­κή, η οποία ται­ριά­ζει στην αντί­στοι­χη του d’Anville. Στην ανα­το­λι­κή πλευ­ρά, η απει­κό­νι­ση τεσ­σά­ρων “μι­κρο­χερ­σο­νή­σων” απο­κλί­νει της ομα­λό­τη­τας των απει­κο­νί­σε­ων της επο­χής (Delisle, d’Anville και των σχο­λών τους), ενώ πα­ρά την προς νό­το ελα­φρά με­τά­θε­ση της ακτο­γραμ­μής του Πε­τρο­βου­νί­ου (Αρά­πη), η μορ­φή της πε­ριο­χής πα­ρα­πέ­μπει σε σύγ­χρο­νο χαρ­το­γρα­φι­κό πρό­τυ­πο, πε­ρισ­σό­τε­ρο από κά­θε άλ­λη απει­κό­νι­ση της επο­χής του Πί­να­κα.
Στην Αθω­νι­κή χερ­σό­νη­σο ο Γα­ζής το­πο­θε­τεί 22 το­πω­νύ­μια και 27 σύμ­βο­λα, από τα οποία σύμ­φω­να με τον επε­ξη­γη­μα­τι­κό πί­να­κα των συμ­βό­λων ―Εξή­γη­σις των εν τω Χάρ­τη Ση­μεί­ων― τα 13 ση­μειώ­νο­νται ως Εκ­κλη­σία, 5 ως Χρι­στια­νι­κή δύ­να­μις, 6 ως Χώ­ρα και από ένα ως Πό­λις χω­ρίς τεί­χη και Χω­ρί­ον. Στον Πί­να­κα υπάρ­χουν δια­φο­ρές, ως προς τη Χάρ­τα, στα το­πω­νύ­μια και τα σύμ­βο­λα· οφεί­λο­νται στον πε­ριο­ρι­σμέ­νο χώ­ρο του Πί­να­κα, λό­γω της μι­κρό­τε­ρης κλί­μα­κας και της αφαι­ρε­τι­κής γε­νί­κευ­σης. Αξιο­πρό­σε­κτο εί­ναι το σύμ­βο­λο που συ­νο­δεύ­ει το το­πω­νύ­μιο “Κα­ρυά” στον Πί­να­κα (“Κα­ρυαίς” στη Χάρ­τα) πα­ρα­πέ­μπο­ντας σε οθω­μα­νι­κή “πα­ρου­σία” εκεί: δεν πε­ρι­λαμ­βά­νε­ται στους επε­ξη­γη­μα­τι­κούς πί­να­κες της Χάρ­τας και του Πί­να­κα και εί­ναι δια­φο­ρε­τι­κό του συμ­βό­λου Οθω­μα­νι­κή δύ­να­μις που υπάρ­χει στη Χάρ­τα, αλ­λά όχι στον Πί­να­κα.

Κύπρος


Ο Άν­θι­μος Γα­ζής εί­ναι ο πρώ­τος που απει­κο­νί­ζει σε έν­θε­το πλαί­σιο την Κύ­προ ―και Σι­κε­λία σε χάρ­τη της Ελ­λά­δας (σε ελ­λη­νι­κή γλώσ­σα) με ανε­ξάρ­τη­τες προ­βο­λι­κές ιδιό­τη­τες και με προ­φα­νή τα ιστο­ρι­κά γε­ω­γρα­φι­κά εθνι­κά συμ­φρα­ζό­με­να. Η έντα­ξη της Κύ­πρου και της Σι­κε­λί­ας σε έν­θε­τα πλαί­σια εί­ναι μια ήδη γνω­στή τε­χνι­κή στην ευ­ρω­παϊ­κή χαρ­το­γρα­φία των προη­γού­με­νων αιώ­νων για την έντα­ξη απο­μα­κρυ­σμέ­νων νή­σων και νη­σιω­τι­κών συ­μπλεγ­μά­των στο κύ­ριο γε­ω­γρα­φι­κό πα­ρά­θυ­ρο του χάρ­τη. Στον Πί­να­κα η Κύ­προς εί­ναι σχε­δια­σμέ­νη σε περ. 2.3 φο­ρές μι­κρό­τε­ρη κλί­μα­κα (1 εκ. στον χάρ­τη ≘ περ. 27.5 χλμ. στην επι­φά­νεια της γης) από την κλί­μα­κα του Πί­να­κα και η Σι­κε­λία σε περ. 1.3 φο­ρές με­γα­λύ­τε­ρη (1 εκ. ≘ περ. 15.5 χλμ.).
Το σχή­μα της κυ­πρια­κής ακτο­γραμ­μής στον Πί­να­κα εί­ναι ιδιό­μορ­φο, συρ­ρι­κνω­μέ­νο κα­τά το γε­ω­γρα­φι­κό μή­κος και διευ­ρυ­μέ­νο κα­τά το πλά­τος· φαί­νε­ται μια πα­ρέμ­βα­ση οφει­λό­με­νη στον πε­ριο­ρι­σμέ­νο σχε­δια­στι­κό χώ­ρο. Τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ακρω­τή­ρια της Με­γα­λο­νή­σου (εκτός του Απ. Αν­δρέα) δεν απο­δί­δο­νται με τις έντο­νες απο­λή­ξεις τους στη θά­λασ­σα, αλ­λά ως ήπιες εξάρ­σεις της ακτο­γραμ­μής ενταγ­μέ­νες σε μια “δα­ντε­λω­τή” μορ­φή. Η προ­σε­κτι­κή με­λέ­τη του σχή­μα­τος της Κύ­πρου του Πί­να­κα απο­δει­κνύ­ει ομοιό­τη­τα με το σχή­μα της στον τρί­φυλ­λο χάρ­τη της Ευ­ρώ­πης του d’Anville, του 1760, σε κλί­μα­κα 1 εκ. στον χάρ­τη ≘ περ. 28 χλμ στην επι­φά­νεια της γης, πο­λύ κο­ντά στην κλί­μα­κα της Κύ­πρου του Γα­ζή.
Με την εφαρ­μο­γή του βέλ­τι­στου προ­βο­λι­κού με­τα­σχη­μα­τι­σμού της κυ­πρια­κής ακτο­γραμ­μής στον Πί­να­κα και στον d’Anville, προ­κύ­πτει η σχε­δια­στι­κή ομοιό­τη­τα των δύο απει­κο­νί­σε­ων απο­κα­λύ­πτο­ντας την κα­τά το μή­κος σχε­δια­στι­κή συρ­ρί­κνω­ση του σχή­μα­τος της Κύ­πρου στον Πί­να­κα, αρ­χι­κά δά­νειο από τον d’Anville. Πα­νο­μοιό­τυ­πο χάρ­τη της Κύ­πρου του d’Anville χρη­σι­μο­ποιεί το 1764 ο Bellin, με πυ­κνό­τε­ρη θε­μα­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο, ενώ πε­ρί­που συγ­γε­νές σχή­μα ακτο­γραμ­μής πα­ρα­τη­ρού­με στον χάρ­τη της Κύ­πρου του Drummond, δέ­κα χρό­νια πριν τον χάρ­τη του d’Anville.
Στον χάρ­τη του d’Anville ανα­γρά­φο­νται 39 το­πω­νύ­μια, ένα­ντι 38 στον Πί­να­κα (δύο με δι­πλές ονο­μα­σί­ες). Πα­ρά τις 12 κοι­νές ονο­μα­σί­ες ―όχι πά­ντα σε χω­ρι­κή αντι­στοι­χία στους δύο χάρ­τες― οι δια­φο­ρές εί­ναι με­γά­λες. Σε μια πρώ­τη προ­σέγ­γι­ση ο Πί­ναξ φαί­νε­ται το­πω­νυ­μια­κά πλου­σιό­τε­ρος, με ανα­γρα­φή 11 ακρω­τη­ρί­ων και 3 πο­τα­μών, όμως εί­ναι ευ­διά­κρι­τα τα προ­βλή­μα­τα στη χω­ρι­κή τα­ξι­θέ­τη­ση ση­μα­ντι­κών πό­λε­ων: π.χ. η “Λε­μι­σός” και η “Λάρ­να­κα” το­πο­θε­τού­νται στη γει­το­νιά της Πά­φου· η “Αμ­μό­χο­στος” στα ελ­λη­νι­κά το­πο­θε­τεί­ται αλ­λού και στη γε­ω­γρα­φι­κή της θέ­ση γρά­φε­ται “Φα­μο­γό­στα”. Τα σύμ­βο­λα εί­ναι 7, συμ­βα­τά με τα άλ­λα του Πί­να­κα: Πό­λις με τεί­χη:

“Λευ­κο­σία”· Πό­λις οπού ήτον το πά­λαι με τεί­χη: “Κων­στα­ντία”· Πό­λις χω­ρίς τεί­χη: “Φα­μα­γό­στα”· Χώ­ρα: “Χύ­τρος”, “Κού­ρον”, “Αμα­θούς”, “Τρι­μη­θούς”· Χω­ρί­ον: “Λάρ­να­κα”, “Ύφορ­μον”, “Κύ­τιον”, “Αμ­μό­χο­στος”, “Καρ­πα­σία” και 3 σύμ­βο­λα της ίδιας κα­τη­γο­ρί­ας χω­ρίς συ­νο­δευ­τι­κή ονο­μα­σία· Εκ­κλη­σία: “Σταυ­ρός / Όλυ­μπος όρ.” (“S.​ta Croce”, στον d’Anville)· Χρι­στια­νι­κή δύ­να­μις, σε συν­δυα­σμό με το σύμ­βο­λο Χω­ρί­ον: “Χύ­τρος” (“Citria”, στον d’Anville).

Επάνω: Η Κύπρος του Γαζή. Μέσον: Η Κύπρος του d’Anville (1760). Κάτω: Το αποτέλεσμα δύο διαδοχικών βέλτιστων προσαρμογών της ακτογραμμής στον Πίνακα στην αντίστοιχη του d’Anville, πρώτα κατά “συμμορφία” και μετά κατά“προβολικότητα”. Πηγή: Β.Λ. 2008.
Επάνω: Η Κύπρος του Γαζή. Μέσον: Η Κύπρος του d’Anville (1760). Κάτω: Το αποτέλεσμα δύο διαδοχικών βέλτιστων προσαρμογών της ακτογραμμής στον Πίνακα στην αντίστοιχη του d’Anville, πρώτα κατά “συμμορφία” και μετά κατά“προβολικότητα”. Πηγή: Β.Λ. 2008.



Επι­λε­γό­με­να

Ο Πί­ναξ του Άν­θι­μου Γα­ζή, μα­ζί με τον δεύ­τε­ρο (πα­γκό­σμιο) χάρ­τη Άτλας ή Χάρ­της πε­ριέ­χων πί­να­κας της Υδρο­γεί­ου..., τυ­πω­μέ­νο επί­σης στη Βιέν­νη το 1800 ―με χα­ρά­κτη τον σπου­δαίο Schindelmayer, βλ. εδώ και εδώ― και το υπό­λοι­πο συγ­γρα­φι­κό του γε­ω­γρα­φι­κό – χαρ­το­γρα­φι­κό έρ­γο, τον κα­τα­τάσ­σει στην κο­ρυ­φή του μι­κρού, αλ­λά ση­μα­ντι­κού, κύ­κλου των Ελ­λή­νων λο­γί­ων που συ­νέ­βαλ­λαν με αντί­στοι­χο έρ­γο στην ενί­σχυ­ση του πνευ­μα­τι­κού απο­θέ­μα­τος του νέ­ου ελ­λη­νι­σμού.
Ο Πί­ναξ, ως χαρ­το­γρα­φι­κό έρ­γο, εί­ναι σχε­δόν άγνω­στος σε σχέ­ση με τη Χάρ­τα, η οποία έχει απο­τε­λέ­σει αντι­κεί­με­νο εκτε­τα­μέ­νων με­λε­τών κυ­ρί­ως από την οπτι­κή των αν­θρω­πι­στι­κών – πο­λι­τι­κών επι­στη­μών και των ιδε­ών. Πρό­σφα­τα, η επι­στη­μο­νι­κή χαρ­το­γρα­φι­κή έρευ­να απο­κά­λυ­ψε πε­ρισ­σό­τε­ρα άγνω­στα θέ­μα­τα σχε­τι­κά με τη Χάρ­τα (π.χ. την ύπαρ­ξη των δύο τύ­πων της και πα­ραλ­λα­γών τους, το 2008), θέ­το­ντας επι­πλέ­ον νέα ερω­τή­μα­τα σχε­τι­κά με τη χαρ­το­γρα­φι­κή της σύ­ντα­ξη και πα­ρα­γω­γή. Η ενα­σχό­λη­ση με τον Πί­να­κα εί­ναι δυ­σα­νά­λο­γα πε­ριο­ρι­σμέ­νη. Αυ­τό ίσως να οφεί­λε­ται σε δύο κυ­ρί­ως λό­γους: στον πε­ριο­ρι­σμέ­νο αριθ­μό αντι­τύ­πων που έχει σω­θεί ―όπως και του πα­γκό­σμιου Άτλα­ντα ή Χάρ­τη― και στην από πα­λιά δια­δε­δο­μέ­νη “βε­βαιό­τη­τα” ότι ο Πί­ναξ δεν εί­ναι πα­ρά ένα αντί­γρα­φο της Χάρ­τας, μια “επα­νέκ­δο­σή” της σε “σμί­κρυν­ση”. Ο πρώ­τος λό­γος δυ­σκό­λε­ψε τη χαρ­το­γρα­φι­κή με­λέ­τη του, ενώ ο δεύ­τε­ρος υπο­βί­βα­ζε το έρ­γο σε επί­πε­δο που δεν θα άξι­ζε τον κό­πο μιας εμ­βά­θυν­σης per se…
Η σύγ­χρο­νες εξε­λί­ξεις των νέ­ων ψη­φια­κών τε­χνο­λο­γιών, όπως εφαρ­μό­ζο­νται τα τε­λευ­ταία χρό­νια στο σπου­δαίο από­θε­μα της πα­γκό­σμιας χαρ­το­γρα­φι­κής κλη­ρο­νο­μιάς, επέ­τρε­ψε, ανά­με­σα σε πολ­λά άλ­λα, την ανά­δει­ξη και του χαρ­το­γρα­φι­κού έρ­γου του Γα­ζή, όπως άλ­λω­στε και του Ρή­γα: διευ­κό­λυ­νε την επι­στη­μο­νι­κή χαρ­το­γρα­φι­κή έρευ­να δια­θέ­το­ντας ομοιο­τυ­πι­κά ψη­φια­κά αντί­γρα­φα υψη­λής ανά­λυ­σης των πρω­τό­τυ­πων αντι­τύ­πων, ενώ με την εφαρ­μο­γή των ανα­λυ­τι­κών ψη­φια­κών με­θό­δων απο­κά­λυ­ψε πολ­λές λαν­θα­σμέ­νες εκτι­μή­σεις του πα­ρελ­θό­ντος για με­γά­λα χαρ­το­γρα­φι­κά ιστο­ρι­κά έρ­γα. Έτσι, απο­δεί­ξα­με ότι ο Πί­ναξ του Γα­ζή, αν και πνευ­μα­τι­κά κα­τα­γό­με­νος από τη Χάρ­τα, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα απο­τε­λεί έναν ιδιαί­τε­ρο και ξε­χω­ρι­στό χάρ­τη, με τα δι­κά του χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, που τον κα­θι­στούν κά­θε άλ­λο πα­ρά “αντί­γρα­φο” (σε “σμί­κρυν­ση”) της Χάρ­τας.
Με­ρι­κά από αυ­τά προ­βάλ­λο­νται εδώ, τα οποία σε συν­δυα­σμό με όσα έχουν γρα­φεί και για άλ­λα με­τα­γε­νέ­στε­ρα χαρ­το­γρα­φι­κά έρ­γα του Άν­θι­μου Γα­ζή (βλ. Χάρ­της#31), υπεν­θυ­μί­ζουν ότι η με­λέ­τη του γε­ω­γρα­φι­κού “νοη­τού δι­πό­λου” της ιε­ράς “νή­σου” του Αγί­ου Όρους στο βό­ρειο άκρο του Αι­γαί­ου και της ιστο­ρι­κής “γλυ­κεί­ας” νή­σου Κύ­πρου στο ανα­το­λι­κό άκρο της Με­σο­γεί­ου, όπως απει­κο­νί­ζο­νται στον τό­σο λί­γο γνω­στό Πί­να­κα της Ελ­λά­δας του Άν­θι­μου Γα­ζή, ήταν κά­τι πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο από μια ad hoc “πε­ριέρ­γεια” εκεί­νο το μα­κρι­νό 2008…




ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Ε. Λι­βιε­ρά­τος, Η Χάρ­τα του Ρή­γα, τα δύο (συν) πρό­σω­πα: μια άλ­λη ανά­γνω­ση του χάρ­τη. Βι­βλιο­θή­κη & Κέ­ντρο Πλη­ρο­φό­ρη­σης AΠΘ, σελ. 120. Θεσ­σα­λο­νί­κη, 2017, ISBN 978-960-243-707-0.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: