Μπούνκερ

{8 λεπτά}
Μπούνκερ

Τα απο­λι­θω­μέ­να κό­πρα­να των πα­ρα­θε­ρι­στών δεν τον ενο­χλούν, ού­τε τα σκου­πί­δια. Ο χει­μώ­νας απο­νευ­ρώ­νει οσμές και χρώ­μα­τα. Από την ορ­θο­γώ­νια θυ­ρί­δα δια­τρέ­χει μ’ ένα βλέμ­μα την πα­ρα­λία του Χά­ρα­κα. Bρί­σκει πως τα μπούν­κερ πα­ρέ­χουν πε­ριο­ρι­σμέ­νη ορα­τό­τη­τα όπως ο πυρ­γί­σκος ενός υπο­βρυ­χί­ου.

———— ≈ ————

Γύ­ρω στις 15 Φε­βρουα­ρί­ου του 1944, πά­νω κά­τω στη γιορ­τή του Αγί­ου Βα­λε­ντί­νου, ξε­βρά­ζο­νταν ολό­γυ­ρα εκα­το­ντά­δες πτώ­μα­τα. Σαν τις μα­ρί­δες στο τη­γά­νι· όπως εί­πε τό­τε ένας κά­τοι­κος της πε­ριο­χής. Τον συγ­γρα­φέα ή – πό­σο μάλ­λον – τον ιστο­ρι­κό που θα έγρα­φε μια τέ­τοια πα­ρο­μοί­ω­ση, τον διορ­θώ­νου­με· όμως αυ­τή εί­ναι η ει­κό­να που ήρ­θε στο μυα­λό του αυ­τό­πτη μάρ­τυ­ρα: πως κου­φά­ρια ξε­βρά­ζο­νταν σαν τις μα­ρί­δες στο τη­γά­νι. Τρεις μέ­ρες νω­ρί­τε­ρα – στις 12 Φε­βρουα­ρί­ου 1944 – το ατμό­πλοιο Oria εί­χε προ­σα­ρά­ξει στη νή­σο Πά­τρο­κλο ή Γαϊ­δου­ρο­νή­σι. Στα αμπά­ρια του βρί­σκο­νταν έγκλει­στοι πε­ρί­που 4.115 Ιτα­λοί αιχ­μά­λω­τοι των Γερ­μα­νών, αλ­λο­τι­νές φρου­ρές της Λέ­ρου και της Ρό­δου που θα κα­τέ­λη­γαν στα να­ζι­στι­κά στρα­τό­πε­δα. Την ημέ­ρα εκεί­νη στην πε­ριο­χή του Σου­νί­ου οι άνε­μοι έφτα­ναν τα 11 μπο­φόρ. Το φορ­τη­γό πλοίο συ­νό­δευαν τρία αντι­τορ­πι­λι­κά. Η νηο­πο­μπή εί­χε ήδη γλυ­τώ­σει από την επί­θε­ση βρε­τα­νι­κών πλοί­ων κο­ντά στην Κω και από την επί­θε­ση ενός υπο­βρυ­χί­ου κο­ντά στην Αστυ­πά­λαια. Βυ­θί­στη­κε λί­γα μό­λις μί­λια από τον προ­ο­ρι­σμό του, το λι­μά­νι του Πει­ραιά. Ει­κά­ζε­ται πως το τι­μό­νι δεν υπά­κου­σε λό­γω κα­κο­και­ρί­ας και υπερ­βο­λι­κού φορ­τί­ου. Η βο­ή­θεια έκα­νε δυό μέ­ρες να φτά­σει. Οι επι­ζώ­ντες ήταν λί­γοι, κυ­ρί­ως μέ­λη του πλη­ρώ­μα­τος. Στις 14 Φε­βρουα­ρί­ου το πλοίο βυ­θί­στη­κε ολο­σχε­ρώς. Από το κομ­μέ­νο κύ­τος τα πτώ­μα­τα των αιχ­μα­λώ­των διέρ­ρε­αν για εβδο­μά­δες και για μή­νες ακό­μη, ένα πε­ρίσ­σευ­μα της Ιστο­ρί­ας. Η Oria εί­ναι μια πό­λη στην πε­ριο­χή της Απου­λί­ας.

Μπούνκερ

Τό­σο εί­ναι απορ­ρο­φη­μέ­νος από τη δυ­στυ­χία του ώστε μέ­νει ανέγ­γι­χτος από τη δυ­στυ­χία των άλ­λων. Τυ­χαία μό­νον κά­τι τον τρα­βά από τον εαυ­τό του και συμ­βαί­νει πά­ντο­τε σε μέ­ρη σαν κι αυ­τό.

———— ≈ ————

Σε από­στα­ση με­ρι­κών δε­κά­δων μέ­τρων με­τρά τέσ­σε­ρα ακό­μη κε­λύ­φη από σκυ­ρό­δε­μα ευ­θυ­γραμ­μι­σμέ­να με το δι­κό του. Διεκ­δι­κούν κι αυ­τά τον έλεγ­χο του ορί­ζο­ντα πε­ριο­ρί­ζο­ντάς τον από μέ­σα. Μοιά­ζουν αδια­πέ­ρα­στα κι αδά­μα­στα από τον χρό­νο. Τό­νοι μαύ­ρα φύ­κια μα­ζεύ­ο­νται στα πα­ρά­ξε­να θε­μέ­λια τους. Η θά­λασ­σα θέ­λει να τα πά­ρει. Για­τί δεν χά­νο­νται, για­τί δεν φεύ­γουν οι στοι­χειώ­δεις αυ­τές κα­τα­σκευ­ές των αλ­λο­τι­νών κα­τα­κτη­τών; Δεν έχουν εχθρό να πε­ρι­μέ­νουν, ού­τε κα­νέ­ναν να προ­στα­τεύ­ουν. Μοιά­ζουν με συ­στά­δα από τυ­χαία γράμ­μα­τα ενός αλ­φά­βη­του που δεν έχει τί­πο­τα να πει. Τα φύ­κια έξω κι οι σκέ­ψεις μέ­σα. Η θά­λασ­σα πο­λιορ­κεί τα μπούν­κερ κι εκεί­νος τον εαυ­τό του.

———— ≈ ————

Αφο­πλι­σμέ­να και πα­ρα­βια­σμέ­να τα μπούν­κερ του Χά­ρα­κα στέ­κο­νται ανί­κα­να να αντι­στα­θούν στον πά­σα ένα. Η πρό­σβα­ση εί­ναι ελεύ­θε­ρη σε ό,τι σή­μαι­νε άλ­λο­τε κίν­δυ­νο και απει­λή· την ίδια ώρα που πάρ­κα και ακτές της Ατ­τι­κής γε­μί­ζουν πε­ρι­φρά­ξεις. Όμως η αχρη­στία τους εί­ναι πλα­σμα­τι­κή. Μι­σο­χω­μέ­να στην άμ­μο εί­τε ως ενιαίο σώ­μα με τα βρά­χια επι­τε­λούν στο έπα­κρο τη βα­σι­κή απο­στο­λή των μπούν­κερ, που εί­ναι να περ­νούν απα­ρα­τή­ρη­τα. Τα κα­λο­καί­ρια τα κρύ­βει η ξε­γνοια­σιά των κο­λυμ­βη­τών και τον χει­μώ­να η ερη­μιά.

Μπούνκερ

Σε ένα κλα­σι­κό βι­βλίο ο Πολ Βι­ρι­λιό πα­ρα­τη­ρεί πως τα μπούν­κερ μοιά­ζουν με συν­δυα­σμό υπο­βρυ­χί­ου και τε­θω­ρα­κι­σμέ­νου οχή­μα­τος· αλ­λά ότι η ιδιαι­τε­ρό­τη­τά τους μάλ­λον έγκει­ται σε μιαν μορ­φή υβρι­δι­σμού πιο ορ­γα­νι­κή. Τα μπούν­κερ αφο­μοιώ­νο­νται στο το­πίο προ­σεγ­γί­ζο­ντας την ομοιο­γέ­νεια και την αδια­τά­ρα­κτη συ­μπά­γεια ενός μο­νό­λι­θου. Εί­ναι κε­λύ­φη που ακό­μη κι όταν ανα­τρα­πούν ή γε­μί­σουν ρηγ­μα­τώ­σεις στέ­κο­νται απέ­να­ντι στη θά­λασ­σα λες κι εί­ναι ικα­νά να κρα­τούν μα­κριά ό,τι σε βρί­σκει από τα βά­θη.

———— ≈ ————

Τα εκα­το­ντά­δες πτώ­μα­τα των Ιτα­λών που ξε­βρά­στη­καν εκεί­νες τις μέ­ρες του 1944 εντα­φιά­στη­καν στην πα­ρα­λία του Χά­ρα­κα σε αυ­το­σχέ­διους μα­ζι­κούς τά­φους. Οι Γερ­μα­νοί έφε­ραν άλ­λους Ιτα­λούς αιχ­μα­λώ­τους για να κά­νουν τη δου­λειά. Στη θά­λασ­σα οι ψα­ρά­δες της πε­ριο­χής έβρι­σκαν κου­φά­ρια για και­ρό. Έπει­τα το ναυά­γιο ξε­χά­στη­κε. Δύ­τες βε­βαιώ­νουν πως ο βυ­θός εί­ναι σπαρ­μέ­νος με κα­ρα­βά­νες και αν­θρώ­πι­να μέ­λη.

———— ≈ ————

Ο Βι­ρι­λιό ξε­κί­νη­σε να με­λε­τά τις θη­ριώ­δεις κα­τα­σκευ­ές του γερ­μα­νι­κού Atlantikwall μό­λις δέ­κα χρό­νια με­τά το τέ­λος του πο­λέ­μου. Κά­ποιες έχουν ελ­κυ­στι­κά γυ­ναι­κεία ονό­μα­τα χα­ραγ­μέ­να στις ει­σό­δους (BARBARA, KAROLA) και δια­θέ­τουν πολ­λά επί­πε­δα θυ­μί­ζο­ντας να­ούς των Αζ­τέ­κων. Εν πα­ρό­δω ο Βι­ρι­λιό ση­μειώ­νει την ψυ­χο­λο­γι­κή επί­δρα­ση των έρη­μων μπούν­κερ στον σύγ­χρο­νο επι­σκέ­πτη. Νιώ­θει κα­νείς μέ­σα τους μια νε­κρι­κή ακαμ­ψία, πι­θα­νό­τα­τα αυ­τήν που τα μπούν­κερ πά­σχι­ζαν να κρα­τή­σουν απέ­ξω. Ο άν­θρω­πος συν­θη­κο­λο­γεί σαν φρού­ριο που κα­ταρ­ρέ­ει, έγρα­ψε ο Ερνστ Γιούν­γκερ.

Μπούνκερ


Τα μπούν­κερ της Ατ­τι­κής ακτο­γραμ­μής εί­ναι κα­τα­φα­νώς λι­γό­τε­ρο εντυ­πω­σια­κά από τα με­γα­θή­ρια του Ατλα­ντι­κού που με­λέ­τη­σε ο Βι­ρι­λιό. Αλ­λά ακρι­βώς γι’ αυ­τόν τον λό­γο εί­ναι και πιο πε­τυ­χη­μέ­να. Ονό­μα­τα ή άλ­λα δια­κρι­τι­κά δεν έφε­ραν πο­τέ. Το βλέμ­μα των πε­ρα­στι­κών εί­ναι αφη­μέ­νο τό­σο και­ρό επά­νω τους που δεν το αι­σθά­νο­νται καν, όπως όταν αφή­νεις το χέ­ρι σου στο γό­να­το μιας κο­πέ­λας κι εκεί­νη παύ­ει να το αι­σθά­νε­ται. Άλ­λω­στε αυ­τά τα ση­μεία μιας πα­ρο­δι­κής κα­τά­κτη­σης δεν προ­κά­λε­σαν αυ­θόρ­μη­τες εκ­δη­λώ­σεις έχθρας, όπως εκεί­να του Ατλα­ντι­κού, ού­τε ερέ­θι­σαν το επι­στη­μο­νι­κό εν­δια­φέ­ρον. Ως και το νο­μι­κό κα­θε­στώς τους πα­ρα­μέ­νει άδη­λο, οι δε αρ­χές της πο­λι­τεί­ας έχουν σο­βα­ρό­τε­ρα θέ­μα­τα να ασχο­λη­θούν από τη χαρ­το­γρά­φη­ση και τη διά­σω­σή τους. Τα μπούν­κερ της Ατ­τι­κής χά­νο­νται από τον ορί­ζο­ντα του πα­ρα­τη­ρη­τή αδι­ή­γη­τα και άδεια. Πα­ρό­λο που εί­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο κλει­στο­φο­βι­κά από ένα υπο­βρύ­χιο. Σε κά­ποια ίσα που μπο­ρείς να κου­νη­θείς· λες και προ­στα­σία πα­ρέ­χει εντέ­λει μό­νον ο εντοι­χι­σμός σου.

———— ≈ ————

Μπή­κε στο αυ­το­κί­νη­το. Ώρα να φεύ­γει. Πι­θα­νόν μια επι­θυ­μία να δει αν­θρώ­πους. Αλ­λά να πά­ει πού; Εί­ναι Δευ­τέ­ρα 15 Φε­βρουα­ρί­ου 2021. Ανα­μέ­νε­ται χιο­νιάς στην Ατ­τι­κή. Κα­θο­δόν κά­νει μια σύ­ντο­μη στά­ση στο μνη­μείο για το ναυά­γιο του Oria. Στή­θη­κε μό­λις το 2014 απέ­να­ντι από τον Πά­τρο­κλο. Το προ­σπερ­νού­σε τό­σα χρό­νια χω­ρίς πο­τέ να ανα­ρω­τη­θεί. Άλ­λω­στε απο­φεύ­γει τα μνη­μεία γε­νι­κώς, η κα­τα­να­γκα­στι­κή μνή­μη δεν μοιά­ζει με μνή­μη. Όμως αυ­τό το μνη­μείο επι­δρά αλ­λιώ­τι­κα επά­νω του και δεν βρί­σκει τον λό­γο. Οι με­γά­λες πλά­κες θυ­μί­ζουν μο­νό­λι­θους. Μια κα­ρα­βά­να βρί­σκε­ται αφη­μέ­νη στο πλάι. Εί­ναι το πρώ­το μνη­μείο με το οποίο συν­δέ­ε­ται. Ίσως επει­δή τον πε­ρί­με­νε στην άκρη ενός δρό­μου τα­χεί­ας κυ­κλο­φο­ρί­ας.

Μπούνκερ


Στο Πα­λαιό Φά­λη­ρο οι λι­γο­στοί πε­ρι­πα­τη­τές του φά­νη­καν πολ­λοί. Και η πα­ρου­σία τους αδύ­να­μη ως συ­νή­θως. Η θά­λασ­σα ήταν ήρε­μη. Κά­θι­σε απο­κα­μω­μέ­νος στον Φλοί­σβο. Πα­ρό­λο που εί­χε με­γα­λώ­σει στην πε­ριο­χή, πρό­σε­ξε τώ­ρα ότι το κτί­ριο-σύμ­βο­λο μοιά­ζει με θη­ριώ­δες μπούν­κερ.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: