Όταν απλώσουν τα κύματα…θα μπω ξανά να κολυμπήσω

Μου πα­ρήγ­γει­λε μα­γιό απ' την Πό­λη. Εγώ της βρή­κα κά­τι στα νέα της μέ­τρα. Τα αι­σθη­τά κομ­ψό­τε­ρά της. Διαι­σθη­τι­κά επέ­λε­ξα το κα­τάλ­λη­λο μέ­γε­θος για κεί­νη. Χω­ρίς το άγ­χος μελ­λο­ντι­κής αξιο­ποί­η­σης της συ­νο­δευ­τι­κής κάρ­τας αλ­λα­γής, αφού επι­στρο­φή στην Πό­λη δεν έπαι­ζε πλέ­ον. Η νέα αφε­τη­ρία μάς ήθε­λε να κο­λυ­μπά­με στα ίδια Ευ­βοιώ­τι­κα νε­ρά, μες στα μπλε μας μα­γιό. Εκεί­νης με τις κά­θε­τες ρί­γες, εμέ­να με τα ακα­νό­νι­στα σχή­μα­τα. Και ν' αριθ­μού­με με παι­δι­κό εν­θου­σια­σμό τα κα­θυ­στε­ρη­μέ­να μπά­νια του Ιού­λη, που’ χα­με στε­ρη­θεί, κα­θέ­νας για τους δι­κούς του λό­γους.
Ο Αύ­γου­στος κύ­λι­σε σε ρυθ­μούς αθε­ρά­πευ­τα κο­λυμ­βη­τι­κούς. Δεν της αρ­κού­σε να μπαί­νει στο νε­ρό και να αγκυ­ρο­βο­λεί πλάι σε συ­νο­μή­λι­κες λουό­με­νες, κά­ποιες κα­μου­φλα­ρι­σμέ­νες πί­σω από ηλιο­α­πω­θη­τι­κές κα­πε­λα­δού­ρες. Της άρε­σε ολο­έ­να να βα­θαί­νει κο­λυ­μπώ­ντας, σα να προ­κα­λού­σε τις αγύ­μνα­στες αντο­χές της. M’ ακό­μη κι όταν ξε­μά­κραι­νε από τα ρη­χά οι αντο­χές της δεν την πρό­δι­δαν, ολο­έ­να και βα­θύ­τε­ρα πή­γαι­νε. Νέ­ες δυ­νά­μεις ανα­κά­λυ­πτε στην πο­ρεία για να τι­θα­σεύ­ει τον υδά­τι­νο φό­βο της.
Κι όταν η αδρε­να­λί­νη της ερ­χό­ταν στα ίσα θα’ παιρ­νε την από­φα­ση να κα­λο­θέ­σει το μπλε μα­γιό, α λα Τουρκ., ανα­νε­ώ­νο­ντας το ρα­ντε­βού με τα θα­λάσ­σια μπά­νια για την επό­με­νη χρο­νιά. Πα­ρέ­μει­νε ωστό­σο ρεμ­βα­στι­κή θε­α­τής να πα­ρα­κο­λου­θεί δια­κρι­τι­κά την κα­θη­με­ρι­νή μου συ­νή­θεια, εκτός σε­ζόν. Επι­κρο­τώ­ντας το δι­κό μου ζή­λο. Τον τε­λευ­ταίο και­ρό μά­λι­στα έδει­χνε συμ­φι­λιω­μέ­νη με την ανά­γκη μου να εξα­φα­νί­ζο­μαι με το πο­δή­λα­το, πά­ντα την ίδια ώρα της μέ­ρας από κο­ντά της, χά­ριν της τολ­μη­ρής πρω­το­βου­λί­ας.

Μολύβι σε χαρτόνι, 2022

Μολύβι σε χαρτόνι, 2022

Μολύβι σε χαρτόνι, 2022

Η με­τά­βα­ση στη χει­με­ρία επο­χή έγι­νε ανώ­μα­λα και για τους δυο μας. Το χει­μω­νιά­τι­κο πλέ­ον σκη­νι­κό δεν της άφη­νε πε­ρι­θώ­ρια ονει­ρο­πό­λη­σης δί­πλα στην αγα­πη­μέ­νη της Αρ­τα­κεία κο­λυμ­βή­θρα. Της πρό­σφε­ρε απλά ένα δυ­να­τό κί­νη­τρο να επι­ζη­τά δια­κα­ώς ένα θερ­μό­τε­ρο ήλιο. Όσο για μέ­να, η θά­λασ­σα του Νο­έμ­βρη μου στε­ρού­σε τα Κυ­ρια­κά­τι­κα ρε­πό. Για να με ετοι­μά­σει για ένα νέο άθλο. Αυ­τόν της κο­λύμ­βη­σης σε νέα νε­ρά. Όχι τα γνώ­ρι­μα, όπου ήξε­ρα να τι­θα­σεύω τις απλω­τές μου, όσο τα ρεύ­μα­τα πή­γαι­ναν αντί­θε­τα. Έμα­θα ξαφ­νι­κά να κο­λυ­μπώ σε νε­ρά που δεν εί­χαν βά­θος, μή­τε χρώ­μα, μή­τε συ­γκε­κρι­μέ­νη σύ­στα­ση. Βί­ω­σα τη με­τά­βα­ση στ’ αντί­κρυ, έτσι απ' το που­θε­νά. Κι εί­δα πώς εί­ναι η γεύ­ση της άλ­λης όχθης. Βρέ­θη­κα νο­ε­ρά κι εκεί.


Όλο κοι­τάς τ’ αντί­κρυ

Ένα ανυ­πό­μο­νο βή­μα τη φο­ρά,
μέ­χρι να βγεις απέ­να­ντι
κι ο δρό­μος χω­ρίς τα­χύ­τη­τα να πλη­σιά­ζει.
Πό­σο και­ρό να προ­νο­ή­σεις για το επό­με­νο;
Πώς να ζυ­γί­σεις το χρό­νο αλ­λιώς;
Κι εσύ διαρ­κώς φλερ­τά­ρεις με τους Πα­ρά­δει­σους, απ’ τ' αντί­κρυ.
Τη σύ­γκρου­ση γλί­τω­σες, που δεν έρ­χε­ται
Ο ίλιγ­γος ξώ­φαλ­τσα την προ­σπερ­νά
Κι εσύ τον αγνο­είς αμέ­ρι­μνος.
Φυ­λάς τα νώ­τα σου, κα­θό­λου,
μην τύ­χει και πα­ρα­συρ­θείς
απ' το γνω­στό περ­πά­τη­μά σου;
Κοι­τάς λο­ξά, πα­ρά μπρο­στά;
Kαι μη γνοια­στείς! Kαι μη βια­στείς!
'Έρ­χε­ται τ' ανέλ­πι­στο καλ­πά­ζο­ντας,
τη σι­γου­ριά σου να δια­πε­ρά­σει στα ξυ­στά.
Τ’ ανέ­με­λο άγ­γιγ­μα να κά­νει νιά­σι­μο,
το ανέγ­γι­χτο μέ­λη­μα θε να ξε­στρώ­σει τα στρω­τά.

Γιώρ­γος Κε­βρε­κί­δης, Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, 6/2/2016


Τέσ­σε­ρα χρό­νια έχουν πε­ρά­σει από κεί­νο το χει­μώ­να που ήταν σαν το πιο κρύο ψέ­μα που ‘χω ακού­σει. Που θέ­λη­σα να ξε­γε­λά­σω χά­ριν ανα­ζή­τη­σης κά­ποιων Αλ­κυο­νί­δων ημε­ρών στη ζωή μου. Έκτο­τε υπάρ­χω και ως χει­με­ρι­νός κο­λυμ­βη­τής. Στα πα­γω­μέ­να νε­ρά γί­νο­νται τα ξε­κα­θα­ρί­σμα­τα με το συ­ναί­σθη­μα. Αυ­τό της πί­κρας, του θυ­μού, της αγω­νί­ας, του φό­βου. Μπαί­νω στην πα­γω­μέ­νη θά­λασ­σα με χα­μη­λές θερ­μο­κρα­σί­ες κι όταν έχει χιό­νια τρι­γύ­ρω. Και μό­λις βγω τρέ­χω με γορ­γό βή­μα προ­σπα­θώ­ντας να εμπο­δί­σω την κρυο­πλη­ξία.
Δο­κι­μά­ζο­μαι όταν θέ­λω να εξη­γή­σω κά­τι βά­σει λο­γι­κής. Το κο­λύ­μπι με βοη­θά να απλω­θώ όσο πιο ανοι­χτά γί­νε­ται. Χρη­σι­μο­ποιώ­ντας τα άκρα ως μο­χλούς κί­νη­σης προς τα μπρος. Κι ο κορ­μός ν ’α­κο­λου­θεί. Όταν ξε­κι­νά η δια­δι­κα­σία αυ­τή πα­ράλ­λη­λα το ζε­στό σώ­μα βιώ­νει την ψυ­χρο­λου­σία. Δια­μαρ­τυ­ρό­με­νο αλ­λά συγ­χρό­νως συ­νερ­γα­ζό­με­νο.

Μολύβι σε χαρτί, 2022
Μολύβι σε χαρτί, 2022
Λάδι σε καμβά, 2022
Λάδι σε καμβά, 2022

Για δευ­τε­ρό­λε­πτα βί­ω­σα το τα­ξί­δι, το απευ­χό­με­νο. Κι εί­δα τη γλύ­κα του. Χω­ρίς ευ­γέ­νειες, μες στην ωμό­τη­τα μιας άγριας φύ­σης. Που ει­σέ­βα­λε ορ­μη­τι­κά στο συ­γυ­ρι­σμέ­νο μου κου­βού­κλιο, αυ­τό που απέ­κλειε ως τώ­ρα τις δυ­νά­μεις της φύ­σης. Μα η φύ­ση εί­ναι ασυ­γκρά­τη­τη, θέ­λει να σπά­σει τους φραγ­μούς που θέ­τει ο άν­θρω­πος. Η φύ­ση δεν εξη­με­ρώ­νε­ται, όσο κι αν ο άν­θρω­πος πά­ει να μι­μη­θεί εξευ­γε­νι­σμέ­να πρό­τυ­πα. Η αν­θρώ­πι­νη φύ­ση εί­ναι ανι­σόρ­ρο­πη. Κι απ' την ανι­σορ­ρο­πία της προ­κα­λεί το θαύ­μα.
Ένα θαύ­μα συ­ντε­λεί­ται όταν συ­να­ντιού­νται ισόρ­ρο­πες με ανι­σόρ­ρο­πες τά­σεις. Στα δύ­σκο­λα η φύ­ση δί­νει το πα­ρόν. Σε κα­λεί να εντα­χθείς στο ανι­σόρ­ρο­πο πε­ρι­βάλ­λον της. Ο νους δε δί­νει πά­ντα σω­στές οδη­γί­ες για να σε προ­στα­τέ­ψει απ’ την ανε­ξέ­λεγ­κτη μα­νία της φύ­σης. Ο εγκέ­φα­λος αν­θί­στα­ται σε μια ολο­έ­να εκ­φυ­λι­ζό­με­νη κα­τά­στα­ση. Οι νευ­ρώ­νες του εγκε­φά­λου μας αγω­νί­ζο­νται να μπει έλεγ­χος σε μια χα­ώ­δη κα­τά­στα­ση.
Η στά­ση μου στα πράγ­μα­τα, όπως εξε­λί­χθη­καν, πα­ρα­μέ­νει κυ­νι­κά στα­θε­ρή. Η ζωή με δυ­σκο­λί­ες περ­νά από γνώ­ρι­μες φά­σεις. Στο άκου­σμα ενός προ­δια­γε­γραμ­μέ­νου τέ­λους το δια­μαρ­τυ­ρη­μέ­νο σώ­μα αδυ­να­τεί να συμ­βι­βα­στεί με την ωμή αλή­θεια.
Γι’ αυ­τό ξε­κί­νη­σα να προ­πο­νού­μαι, για ν’ αντέ­ξω στα δύ­σκο­λα. Τα γε­γο­νό­τα με θω­ρά­κι­σαν με λι­γό­τε­ρο συ­ναί­σθη­μα. Και πε­ρισ­σό­τε­ρη ψυ­χρή λο­γι­κή. Η ωμή λο­γι­κή έγι­νε σύμ­μα­χός μου. Δεν υπήρ­χε πε­ρι­θώ­ριο συ­ναι­σθη­μα­τι­σμών. Το σώ­μα που πα­λεύ­ει μες στα πα­γω­μέ­να νε­ρά της θά­λασ­σας μα­θαί­νει ν’ απω­θεί αρ­νη­τι­κές σκέ­ψεις που του δη­μιουρ­γούν οι συν­θή­κες. Το αρ­νη­τι­κό συ­ναί­σθη­μα πα­ρα­μέ­νει μέ­χρι να εξο­μα­λυν­θεί η σχέ­ση πά­λης με την απει­λή. Τό­τε η απει­λή αμ­βλύ­νε­ται. Και τη θέ­ση της παίρ­νει η αντο­χή. Η αν­θε­κτι­κό­τη­τα στην κα­κου­χία. Προ­τί­μη­σα το πα­γω­μέ­νο νε­ρό μπας και βρω απα­ντή­σεις στο θα­να­τι­κό χτύ­πη­μα, που με βρή­κε εις δι­πλούν. Την ανά­γκη μου εί­χα μοι­ρα­στεί κι όταν οι άν­θρω­ποί μου βρί­σκο­νταν ακό­μη εν ζωή. Γνώ­ρι­ζαν για τη θα­λάσ­σια δια­φυ­γή μου.

Μολύβι σε χαρτί, 2022
Μολύβι σε χαρτί, 2022

Οι άν­θρω­ποι επα­να­λαμ­βά­νουν όσα έκα­ναν οι προ­κά­το­χοί τους, εί­ναι μέ­ρος της συ­νέ­χειάς μας. Όταν εκλεί­ψει η πα­ρου­σία των τω­ρι­νών κά­ποιος θα βρε­θεί γυ­ρεύ­ο­ντας ν’ απο­τυ­πώ­σει τις χα­ρές που βιώ­σα­με κά­πο­τε εμείς, ν’ απο­λαμ­βά­νει τα ίδια πράγ­μα­τα της ζω­ής, Κα­λή ώρα!
Τρία νε­α­ρά αγό­ρια αιω­ρού­νται βα­στα­ζό­με­να από το γυά­λι­νο πέ­τα­σμα μας πι­σί­νας. Εκεί­να μες στο νε­ρό, εγώ μπρο­στά από το πέ­τα­σμα να τα κοι­τώ. Μα­ζί και ο ενή­λι­κας προ­παι­δευ­τής που με­ρι­μνά για τις ασφα­λείς κα­τα­δύ­σεις τους εντός του κλει­στού διά­φα­νου θα­λά­μου. Έχου­με απο­μα­κρυν­θεί με τ’ αδέρ­φια μου τα τε­λευ­ταία χρό­νια. Νο­σταλ­γώ κά­ποιες οι­κο­γε­νεια­κές δια­κο­πές σε νη­σιά που πο­τέ δε χά­ρη­κα. Αφού μό­λις τε­λεί­ω­ναν τα σχο­λεία, οι γο­νείς με τους τρεις με­γά­λους αδελ­φούς θα ξε­κι­νού­σαν για το ορει­νό Αρ­με­νο­χώ­ρι Φλώ­ρι­νας.
Τα κα­λο­καί­ρια και μό­λις θα τε­λεί­ω­ναν τα μα­θή­μα­τα, βά­ζα­με πλώ­ρη για το χω­ριό. Στε­ρού­με­νοι προ­σω­ρι­νά τον θα­λασ­σι­νό αέ­ρα, ανταλ­λάσ­σο­ντάς τον με την αγε­λα­δι­νή μπό­χα του Αρ­με­νο­χω­ρί­ου. Η άφι­ξή μας στο από­κο­σμο, αγ­γε­λο­που­λι­κό, το­πίο θύ­μι­ζε συ­νή­θως μα­ρα­θώ­νιο τερ­μα­τι­σμό, αφού για να φτά­σου­με εκεί αλ­λά­ζα­με στη δια­δρο­μή "δε­κα­πέ­ντε" τρέ­να. Σ' ένα απ’ αυ­τά τα τα­λαί­πω­ρα οδοι­πο­ρι­κά εί­χα βρε­θεί απο­λω­λός πρό­βα­τον να τα­ξι­δεύω κα­τά μό­νας, προς άγνω­στη κα­τεύ­θυν­ση, αφού ο συ­νω­στι­σμός στις απο­βά­θρες ενός πο­λυ­σύ­χνα­στου σταθ­μού αντα­πο­κρί­σε­ων υπήρ­ξε κα­τα­λυ­τι­κός στο να χα­θού­με με­τα­ξύ μας.

Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022


Βα­στώ την ανά­σα μου στο νε­ρό

Βα­στώ την ανά­σα μου στο νε­ρό
μέ­σα σε κύ­μα­τα φω­τός η ύλη μου
ένας γα­λά­ζιος έρω­τας με πνί­γει
η θά­λασ­σα κι η ψυ­χή μου
ασα­φείς φυ­σα­λί­δες
ανε­βαί­νουν, ανε­βαί­νουν
σ’ έναν άγνω­στο πα­ρά­δει­σο
σ’ έναν τρί­το κό­σμο
κα­νο­ναρ­χούν οι άγ­γε­λοι των βρά­χων
έχου­νε χέ­ρια από φως
βου­τούν τα πό­δια τους σε μπλε βι­βλία
φο­ρά­νε τις λέ­ξεις
που γρά­φουν οι μέ­δου­σες
κρυ­στάλ­λι­νη η σκέ­ψη
δεν υπάρ­χει σκέ­ψη
βλέ­πω σι­γά σι­γά
πώς γα­λα­ζώ­νει η ψυ­χή μου
γυ­μνός από κό­σμο
γυ­μνός από χρό­νο
κο­λυ­μπώ
για­τί τα κύ­μα­τα απλώ­σαν
μια με­λω­δία πά­νω μου
παρ­θέ­νων Σει­ρή­νων.

Φω­τει­νή Καϊ­μά­κη, 10 Ιου­λί­ου 2022


Οι ει­κό­νες από το βυ­θό συ­νο­δεύ­ο­νται από μια λα­χτά­ρα να κα­τα­δυ­θώ κι εγώ. Δα­νεί­στη­κα την ορι­ζό­ντια γραμ­μή που χω­ρί­ζει το υγρό στοι­χείο από τον αέ­ρα, όπως η γραμ­μή του ορί­ζο­ντα δια­χω­ρί­ζει τη γη απ’ τον ου­ρα­νό. Στη φύ­ση αυ­τή η υδά­τι­νη γραμ­μή γί­νε­ται ορα­τή μό­λις κο­πά­σει η θα­λασ­σο­τα­ρα­χή κι η θά­λασ­σα γί­νει πά­λι λεία, σαν λά­δι. Σαν σε­ντό­νι σε μό­νι­μη άπνοια, απλω­μέ­νο από ορι­ζό­ντια τε­ντω­μέ­νο σχοι­νί, χω­ρίς ζά­ρες ή πτυ­χώ­σεις χω­ρίς κυ­μα­τι­σμούς.
Υπάρ­χει ωστό­σο και η ψευ­δαι­σθη­σια­κή αντί­λη­ψη ενός φαι­νο­με­νι­κού ορί­ζο­ντα σε συν­θή­κες τε­χνη­τής νη­νε­μί­ας, εντός χω­ρι­κά πε­ριο­ρι­σμέ­νων γυά­λι­νων θα­λά­μων, όπως τα aquarium κι οι πι­σί­νες. Εκεί ξε­κι­νώ να ορ­γα­νώ­νω την οπτι­κή μου αφή­γη­ση μες στο νε­ρό, με κί­νη­τρο την αι­νιγ­μα­τι­κή γοη­τεία που προσ­δί­δει η διαυ­γής υλι­κό­τη­τά του στο αν­θρώ­πι­νο σώ­μα.

Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022

Στη μου­σι­κή σύν­θε­ση «Ocean» του Ennio Morricone θα ταί­ρια­ζε μια παλ­μι­κή χο­ρο­γρα­φία, εν εί­δη χο­ρευ­τι­κής ανα­πή­δη­σης δελ­φι­νιών έξω απ' το νε­ρό, για όσο διαρ­κούν τα επα­να­λαμ­βα­νό­με­να, κο­φτά γδαρ­σί­μα­τα του δο­ξα­ριού πά­νω στο τά­στο του βιο­λιού. Για ότι συμ­βαί­νει εντός ενός γοη­τευ­τι­κού βυ­θού τη χο­ρο­γρα­φία ανα­λαμ­βά­νουν λι­λι­πού­τειοι κα­τα­δύ­τες, υπεύ­θυ­νοι για τις χρω­μα­τι­κές ενορ­χη­στρώ­σεις μιας θελ­κτι­κής κα­τά­δυ­σης.

«Όταν οι εικόνες αφηγούνται – αφιέρωμα στην Τόνια Νικολαϊδη (Χαρακτική, Ψηφιακή φωτογραφία) έκθεση του ΤΕΕΤ στο Βιβιοπωλείο του ΜΙΕΤ, Θες/κη, 2014
«Όταν οι εικόνες αφηγούνται – αφιέρωμα στην Τόνια Νικολαϊδη (Χαρακτική, Ψηφιακή φωτογραφία) έκθεση του ΤΕΕΤ στο Βιβιοπωλείο του ΜΙΕΤ, Θες/κη, 2014
Όταν απλώσουν τα κύματα…θα μπω ξανά να κολυμπήσω


Άντλη­σα τις ιδέ­ες μου από το έρ­γο της Τό­νιας Νι­κο­λα­ΐ­δη, που βα­σί­ζε­ται στην αντί­θε­ση «ίδιο-δια­φο­ρε­τι­κό». Κα­τ’ ανα­λο­γία με κεί­νη και μέ­σω της χρή­σης των αξο­νο­συμ­με­τρι­κών προ­βο­λών μιας ει­κό­νας ορ­γά­νω­σα μια νέα οπτι­κή αφή­γη­ση, πά­νω στο ίδιο θέ­μα. Συν­θέ­το­ντας κι επα­να­λαμ­βά­νο­ντας μια πα­ρα­στα­τι­κή ει­κό­να, ως γε­ω­με­τρι­κό μο­τί­βο, ώστε να ανα­πτυ­χθεί ένας μη πα­ρα­στα­τι­κός κό­σμος, ορ­μώ­με­νος απ’ τον τρό­πο που εκεί­νη συν­θέ­τει τις μο­νο­χρω­μα­τι­κές πλα­κά­τες ζώ­νες της, δια­τη­ρώ­ντας συ­νά­μα δια­κρι­τή την υλι­κό­τη­τα σε κά­θε μια απ’ αυ­τές. Η δια­δο­χι­κή επα­νά­λη­ψη της ίδιας ει­κό­νας αναι­ρεί τη μο­νο­σή­μα­ντη φαι­νο­με­νι­κή οπτι­κή του ορί­ζο­ντα που δια­χω­ρί­ζει γραμ­μι­κά τη γη απ’ τον ου­ρα­νό, χά­ριν μιας νέ­ας οπτι­κής αντί­λη­ψης, χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό γνώ­ρι­σμα της κα­λει­δο­σκο­πι­κής τέ­χνης της δε­κα­ε­τί­ας του 60′ (OP ART).
Στις ει­κό­νες μες στο νε­ρό ανα­ζή­τη­σα μια σχέ­ση ευ­δαι­μο­νί­ας. Μα­ζί την τέρ­ψη οφθαλ­μών, την ευ­ε­ξία, την ευ­ερ­γε­σία. Ακό­μη και για τους αμύ­η­τους των θα­λάσ­σιων μπά­νιων, η θά­λασ­σα πα­ρα­μέ­νει πη­γή θε­τι­κών επιρ­ρο­ών. Ασκεί μια γοη­τεία με τα κα­λά και τα κα­κά της. Σε με­λαγ­χο­λεί όταν ο και­ρός χα­λά­ει, σε ηρε­μεί όταν επι­στρέ­φει η νη­νε­μία. Τα χρώ­μα­τά της μο­να­δι­κά, σε έλ­κουν τα πιο ζω­η­ρά και διά­φα­να νε­ρά, σε σκιά­ζουν τα σκού­ρα κι αφρι­σμέ­να της κύ­μα­τα. Τα χρώ­μα­τα του βυ­θού λει­τουρ­γούν εν­θαρ­ρυ­ντι­κά ή απο­θαρ­ρυ­ντι­κά για την αν­θρώ­πι­νη διά­θε­ση.

Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022
Into the blue, 2022


Όταν απλώ­σουν τα κύ­μα­τα…θα μπω ξα­νά να κο­λυ­μπή­σω

Μες στη θά­λασ­σα εί­χα­με κρυ­φτεί,
τα χρώ­μα­τα πέ­φτα­νε βρο­χή
για ένα σου χά­δι...
Στον πο­λύ­χρω­μο βυ­θό της πρώ­της μας
θαρ­ρα­λέ­ας κα­τά­δυ­σης
εσύ να με πα­ρα­κι­νείς...

Γιώρ­γος Κε­βρε­κί­δης, Αθή­να 10/6/2022




 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: