ΟPERA-tions



Μια νέα στή­λη για την όπε­ρα. Για­τί; Τι άλ­λο έχει να πει κα­νείς για αυ­τό το —κα­τά την αντί­λη­ψη των πε­ρισ­σο­τέ­ρων— μου­σεια­κό εί­δος; Και όμως, η όπε­ρα συ­νε­χί­ζει να υπάρ­χει, να παί­ζε­ται, να συ­γκι­νεί και να γρά­φε­ται! Νέα έρ­γα όπε­ρας δη­μιουρ­γού­νται τό­σο στην Ευ­ρώ­πη όσο και στην Αμε­ρι­κή. Νέα έρ­γα, για­τί; Όσο ο άν­θρω­πος βιώ­νει συ­ναι­σθή­μα­τα και κα­τα­στά­σεις που τον φέρ­νουν σε επα­φή με τα όρια της ύπαρ­ξής του θα έχει την ανά­γκη να μοι­ρα­στεί τις ιστο­ρί­ες του, να τις κοι­νω­νή­σει. Όπε­ρα γί­νο­νται οι ιστο­ρί­ες εκεί­νες που στους πρω­τα­γω­νι­στές τους δεν αρ­κεί ο λό­γος σε μορ­φή πρό­ζας για να εκ­φρα­στούν αλ­λά ωθού­νται στο να φω­νά­ξουν και να τρα­γου­δή­σουν το συ­ναί­σθη­μά τους. Οι ιστο­ρί­ες εκεί­νες που μέ­σα τους ενυ­πάρ­χουν ήχοι ως βιώ­μα­τα, μνή­μες, αφορ­μές, ως πα­ρη­γο­ριά και ως εκτό­νω­ση. Όλα τα πα­ρα­πά­νω εί­ναι σύμ­φυ­τα με την αν­θρώ­πι­νη ύπαρ­ξη οπό­τε και το εί­δος κά­θε άλ­λο πα­ρά μου­σεια­κό εί­ναι. Επι­πλέ­ον, τα σύγ­χρο­να έρ­γα πραγ­μα­τεύ­ο­νται θέ­μα­τα που απα­σχο­λούν τον ση­με­ρι­νό άν­θρω­πο εκ­φρα­σμέ­να μέ­σα από γλώσ­σα τω­ρι­νή και συν­θέ­σεις που αντα­πο­κρί­νο­νται στον ψυ­χι­σμό και την κοι­νω­νία μας όπως έχουν δια­μορ­φω­θεί.

Θεωρείο στην Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης. Χαρακτικό του Reginald Marsh, 1939
Θεωρείο στην Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης. Χαρακτικό του Reginald Marsh, 1939

Ο κό­σμος της όπε­ρας σή­με­ρα, εκτός από τις νέ­ες δη­μιουρ­γί­ες, μορ­φο­ποιεί­ται και από τις σύγ­χρο­νες σκη­νο­θε­σί­ες κλα­σι­κού ρε­περ­το­ρί­ου, την ει­σα­γω­γή νέ­ων επαγ­γελ­μά­των και τε­χνο­λο­γιών αλ­λά και από το πό­σο με­λε­τού­με και τι­μού­με την πα­ρά­δο­ση ως θε­μέ­λιο για να χτί­σου­με το μέλ­λον. Στη στή­λη αυ­τή, λοι­πόν, θα συ­στη­νό­μα­στε με καλ­λι­τέ­χνες του πα­ρελ­θό­ντος, αλ­λά και με επαγ­γελ­μα­τί­ες, ει­δι­κό­τη­τες και έρ­γα του σή­με­ρα. Ένα από αυ­τά τα επαγ­γέλ­μα­τα, το οποίο τυ­χαί­νει να υπη­ρε­τεί η γρά­φου­σα ανά­με­σα σε άλ­λα, εί­ναι εκεί­νο της δρα­μα­τουρ­γού. Τό­σο στην Ελ­λά­δα όσο και στην Αμε­ρι­κή όταν συ­στή­νο­μαι ως δρα­μα­τουρ­γός η πρώ­τη αντί­δρα­ση που ει­σπράτ­τω εί­ναι η απο­ρία, κά­τι που κα­τα­νοώ μιας και εί­ναι ένα με­τε­ρί­ζι σχε­τι­κά και­νού­ριο στον χώ­ρο της όπε­ρας. Τι κά­νει, λοι­πόν, μια δρα­μα­τουρ­γός;

Ο/Η δρα­μα­τουρ­γός εί­ναι μια «ζω­ντα­νή εγκυ­κλο­παί­δεια», μια επαγ­γελ­μα­τί­ας του θε­ά­τρου με αντι­κει­με­νι­κή οπτι­κή, δη­μιουρ­γι­κές ιδέ­ες, και αστεί­ρευ­τη όρε­ξη για έρευ­να. Γνω­ρί­ζει σε ποιες πη­γές να απο­τα­θεί ώστε να δώ­σει πλή­ρως εμπε­ρι­στα­τω­μέ­νες απα­ντή­σεις σε ερω­τή­σεις που προ­κύ­πτουν κα­τά τη διάρ­κεια της προ­ε­τοι­μα­σί­ας ενός έρ­γου από τη στιγ­μή της συγ­γρα­φής ως και τη δη­μιουρ­γία της πα­ρά­στα­σης. Για τους πα­ρα­πά­νω λό­γους η δρα­μα­τουρ­γός οφεί­λει να έχει τό­σο θε­ω­ρη­τι­κές όσο και πρα­κτι­κές γνώ­σεις πά­νω στην όπε­ρα και το θέ­α­τρο, ενώ επι­πλέ­ον μι­λά γλώσ­σες, με­λε­τά ιστο­ρία και λο­γο­τε­χνία, εί­ναι ενή­με­ρη για τη διε­θνή σκη­νή, και οφεί­λει να μπο­ρεί να ανα­λύ­σει τό­σο τη δρα­μα­τουρ­γία της σύν­θε­σης όσο και του λι­μπρέ­του.

Μια δρα­μα­τουρ­γός που συ­νερ­γά­ζε­ται μό­νι­μα ή έκτα­κτα με ένα λυ­ρι­κό θέ­α­τρο έχει ποι­κί­λες αρ­μο­διό­τη­τες: ιστο­ρι­κή με­λέ­τη, εις βά­θος ανά­λυ­ση του κει­μέ­νου, πρό­τα­ση ρε­περ­το­ρί­ου για τις επερ­χό­με­νες καλ­λι­τε­χνι­κές πε­ριό­δους, επι­μέ­λεια προ­γραμ­μά­των, δη­μιουρ­γία θε­μα­τι­κών ρε­σι­τάλ, κ.ά. Ση­μα­ντι­κή εί­ναι, επί­σης, η δια­με­σο­λά­βη­σή της ανά­με­σα στα μέ­λη της δη­μιουρ­γι­κής ομά­δας ώστε η δια­δι­κα­σία να εξε­λίσ­σε­ται ομα­λά αλ­λά και με σι­γου­ριά ότι όλοι έχουν το ίδιο όρα­μα. Ένας ακό­μα ιδιαί­τε­ρος ρό­λος της δρα­μα­τουρ­γού εί­ναι εκεί­νος της παι­δα­γω­γού για το κοι­νό αλ­λά και για το διοι­κη­τι­κό προ­σω­πι­κό ενός ορ­γα­νι­σμού. Στην πρώ­τη πε­ρί­πτω­ση, μπο­ρεί να διορ­γα­νώ­σει εκ­παι­δευ­τι­κά προ­γράμ­μα­τα και δρά­σεις, ομι­λί­ες με συμ­με­το­χή του κοι­νού, εκ­δό­σεις με γνώ­μο­να το να κά­νει τον χώ­ρο του λυ­ρι­κού θε­ά­τρου προ­σι­τό αλ­λά και να προ­σφέ­ρει μια συ­μπυ­κνω­μέ­νη γνώ­ση με εύ­λη­πτο τρό­πο. Στην δεύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση, εί­ναι σε επι­κοι­νω­νία με τον το­μέα της πα­ρα­γω­γής και τους βοη­θά να αντι­λη­φθούν το όρα­μα της επι­κεί­με­νης πα­ρά­στα­σης ώστε οι απο­φά­σεις τους σχε­τι­κά με την προ­ώ­θη­ση και προ­βο­λή να συ­νά­δουν με τις ιδέ­ες των δη­μιουρ­γών. Μπο­ρεί, επί­σης, να ανα­λά­βει το πρό­γραμ­μα ανά­θε­σης νέ­ων έρ­γων όπε­ρας κα­θώς και τα ερ­γα­στή­ρια που αυ­τά διέρ­χο­νται μέ­χρι την τε­λι­κή τους μορ­φή. Δια­βά­ζει, δη­λα­δή, τα έρ­γα, επι­λέ­γει, προ­τεί­νει λύ­σεις για βελ­τιώ­σεις με γνώ­μο­να τη δο­μή, τη δρα­μα­τι­κή πρό­θε­ση αλ­λά και την ισορ­ρο­πία ανά­με­σα στο κεί­με­νο και τη μου­σι­κή. Επί­σης, συ­ντο­νί­ζει τα ερ­γα­στή­ρια στα οποία δο­κι­μά­ζο­νται οι νέ­ες όπε­ρες λει­τουρ­γώ­ντας συμ­βου­λευ­τι­κά τό­σο ως προς τον συν­θέ­τη όσο και ως προς τον λι­μπρε­τί­στα.



ΟPERA-tions
ΟPERA-tions



Ο το­μέ­ας των υπερ­τί­τλων

Ένας άλ­λος το­μέ­ας στον οποίο δρα­στη­ριο­ποιεί­ται η δρα­μα­τουρ­γός εί­ναι ο το­μέ­ας των υπερ­τί­τλων. Μπο­ρεί να ανα­λά­βει τη με­τά­φρα­ση και τη δη­μιουρ­γία του αρ­χεί­ου των τί­τλων αλ­λά και την επι­μέ­λειά τους κα­τά τη διάρ­κεια των δο­κι­μών. Πα­ρα­κο­λου­θεί τις πρό­βες και ελέγ­χει τον συγ­χρο­νι­σμό τους με τη μου­σι­κή, το κα­τά πό­σο εί­ναι απο­τε­λε­σμα­τι­κοί δρα­μα­τουρ­γι­κά, κα­τά πό­σο εί­ναι εύ­λη­πτοι και αν το ύφος της γλώσ­σας συμ­φω­νεί με το ύφος της εκά­στο­τε πα­ρα­γω­γής. Η με­τα­τρο­πή του λι­μπρέ­του σε κεί­με­νο υπερ­τί­τλων εί­ναι μια λε­πτο­με­ρής ερ­γα­σία που διέρ­χε­ται πολ­λά στά­δια.

Ο με­τα­φρα­στής (πο­λύ συ­χνά ο/η δρα­μα­τουρ­γός) που ανα­λαμ­βά­νει αυ­τό το έρ­γο πρέ­πει να γνω­ρί­ζει την πρω­τό­τυ­πη γλώσ­σα όπως επί­σης και μου­σι­κή. Η με­τά­φρα­ση και η δη­μιουρ­γία των τί­τλων γί­νε­ται από αν­θρώ­πους που εί­ναι δη­μιουρ­γοί, συγ­γρα­φείς, ικα­νοί να προ­σαρ­μό­ζουν το κεί­με­νο με τέ­τοιον τρό­πο ώστε να συμ­βά­λουν στην βέλ­τι­στη εμπει­ρία του κοι­νού. Η με­τά­φρα­ση πρέ­πει να απο­δί­δει το νό­η­μα του κει­μέ­νου σε μια πυ­κνή, εύ­λη­πτη, θε­α­τρι­κή γλώσ­σα, να δια­τη­ρεί τα στοι­χεία της προ­σω­πι­κό­τη­τας των ρό­λων και να σέ­βε­ται την πρό­θε­ση του λι­μπρε­τί­στα. Το κοι­νό πρέ­πει να μπο­ρεί με μια μα­τιά στην οθό­νη να αντι­λη­φθεί το νό­η­μα και γρή­γο­ρα το βλέμ­μα του να επι­στρέ­ψει στη σκη­νή. Οι τί­τλοι δεν πρέ­πει να έρ­χο­νται σε αντί­θε­ση με αυ­τό που ακού­ει ή βλέ­πει το κοι­νό. Δεν πρέ­πει να απο­σπούν την προ­σο­χή των θε­α­τών και γι’ αυ­τόν τον λό­γο πρέ­πει να ακο­λου­θούν τον ρυθ­μό του μου­σι­κού κει­μέ­νου και της σκη­νο­θε­σί­ας. Έτσι, η χρή­ση κε­νών δια­φα­νειών (μη προ­βο­λή τί­τλου) αλ­λά και το πό­σο διαρ­κεί ένας τί­τλος εί­ναι απο­φά­σεις που μπο­ρούν να δια­φο­ρο­ποι­ή­σουν ση­μα­ντι­κά το τε­λι­κό απο­τέ­λε­σμα. Αφού ολο­κλη­ρω­θεί η με­τά­φρα­ση, το επό­με­νο βή­μα εί­ναι η προ­ε­τοι­μα­σία της παρ­τι­τού­ρας. Πρέ­πει να ση­μειω­θούν οι εί­σο­δοι και έξο­δοι των τί­τλων, το πό­τε αυ­τοί θα κά­νουν fade out ή θα εξα­φα­νι­στούν ακα­ριαία. Αυ­τά τα ση­μά­δια εί­ναι αριθ­μη­μέ­να και τα νού­με­ρα αντι­στοι­χούν σε μια ακο­λου­θία τί­τλων σε ηλε­κτρο­νι­κό αρ­χείο το οποίο χρη­σι­μο­ποιεί ο χει­ρι­στής των τί­τλων.

Η δου­λειά του χει­ρι­στή των τί­τλων εί­ναι και αυ­τή μια τέ­χνη από μό­νη της κα­θώς ο από­λυ­τος συγ­χρο­νι­σμός με ό,τι συμ­βαί­νει στη σκη­νή εί­ναι μια λε­πτή δια­δι­κα­σία. Όταν επι­τυγ­χά­νε­ται, το κοι­νό απο­λαμ­βά­νει πλή­ρως το θέ­α­τρο και τη μου­σι­κή. Γι’ αυ­τόν τον λό­γο ο χει­ρι­στής εί­ναι πα­ρών στις πρό­βες και ο επι­κε­φα­λής των τί­τλων κρα­τά ση­μειώ­σεις για τη βελ­τί­ω­σή τους. Στό­χος πά­ντα εί­ναι η ευ­κρί­νεια, η δρα­μα­τι­κό­τη­τα, το σω­στό ύφος, και το να μην απο­κα­λυ­φθούν πλη­ρο­φο­ρί­ες στους τί­τλους πριν τα γε­γο­νό­τα συμ­βούν στη σκη­νή και χα­θεί το στοι­χείο της έκ­πλη­ξης.

Το 1983, η Canadian Opera Company στο Toronto έκα­νε ένα τολ­μη­ρό πεί­ρα­μα. Την ώρα που οι τρα­γου­δι­στές πα­ρου­σί­α­ζαν την Ηλέ­κτρα του Strauss στα γερ­μα­νι­κά, πά­νω από τη σκη­νή προ­βαλ­λό­ταν μια ταυ­τό­χρο­νη με­τά­φρα­ση. Αυ­τοί οι υπέρ­τι­τλοι υιο­θε­τή­θη­καν πο­λύ γρή­γο­ρα από θέ­α­τρα σε όλον τον κό­σμο και τώ­ρα πλέ­ον θε­ω­ρού­νται ανα­πό­σπα­στο μέ­ρος της οπε­ρα­τι­κής εμπει­ρί­ας. Η ιδέα ανή­κε στον καλ­λι­τε­χνι­κό διευ­θυ­ντή της Canadian Opera, Lotfi Mansouri, ο οποί­ος πε­ρι­γρά­φο­ντας τις πρώ­τες αντι­δρά­σεις στο εγ­χεί­ρη­μά του εί­χε πει: «Με απο­κά­λε­σαν ‘πλη­γή από τον Κα­να­δά’. Εί­παν ότι εκ­χυ­δάι­σα την όπε­ρα αλ­λά δεν με ένοια­ξε κα­θό­λου για­τί ξαφ­νι­κά εί­δα το κοι­νό να συμ­με­τέ­χει.»

Στις ΗΠΑ, οι υπέρ­τι­τλοι χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν πρώ­τη φο­ρά το 1983 από τη New York City Opera και προ­βάλ­λο­νταν πά­νω από το προ­σκή­νιο. Δώ­δε­κα χρό­νια αρ­γό­τε­ρα η Metropolitan Opera έθε­σε σε λει­τουρ­γία το δι­κό της σύ­στη­μα με οθό­νες στο πί­σω μέ­ρος των κα­θι­σμά­των. Σή­με­ρα η πλειο­ψη­φία των θε­ά­τρων σε όλο τον κό­σμο προ­σφέ­ρουν τί­τλους. Η Metropolitan Opera της Νέ­ας Υόρ­κης δια­θέ­τει την πιο πλή­ρη ομά­δα τί­τλων στις ΗΠΑ. Απο­τε­λεί­ται από πε­ρί­που 15 άτο­μα. Πέ­ντε από αυ­τούς εί­ναι συγ­γρα­φείς, τρεις ή τέσ­σε­ρεις με­τα­φρα­στές, και τέσ­σε­ρις υπάλ­λη­λοι που ερ­γά­ζο­νται κα­τά τη διάρ­κεια των προ­βών και των πα­ρα­στά­σε­ων. Εί­χα την τύ­χη να εί­μαι μέ­λος της ομά­δας αυ­τής των υπερ­τί­τλων και να λαμ­βά­νω κα­θη­με­ρι­νά μέ­ρος σε αυ­τήν την επί­πο­νη αλ­λά και τρο­με­ρά εν­δια­φέ­ρου­σα δια­δι­κα­σία.

«Αϊ­ντα» του Βέρ­ντι. Μη­τρο­πο­λι­τι­κή Όπε­ρα της Νέ­ας Υόρ­κης



«Όσο και να έχει ασχο­λη­θεί κα­νείς με τη με­τά­φρα­ση, τί­πο­τα δεν συ­γκρί­νε­ται με τη δια­δι­κα­σία των υπερ­τί­τλων. Η λο­γο­τε­χνι­κή άπο­ψη για το λι­μπρέ­το που με­τα­φρά­ζεις πρέ­πει να συν­δυά­ζε­ται με την θε­α­τρι­κή γνώ­ση, τη σκη­νι­κή γνώ­ση, γνώ­σεις για το πως λει­τουρ­γούν το χιού­μορ, το δρά­μα, και οι σκη­νι­κοί χρό­νοι. Για πα­ρά­δειγ­μα, θέ­λου­με το μά­τι να δια­βά­σει το αστείο την ίδια στιγ­μή που ακού­ει την αστεία ατά­κα. Γε­νι­κός κα­νό­νας εί­ναι ότι ακο­λου­θού­με τη μου­σι­κή φρά­ση και εμ­φα­νί­ζου­με τον τί­τλο την ώρα που ει­σπνέ­ει ο τρα­γου­δι­στής.»
Cori Ellison – Δρα­μα­τουρ­γός, Νέα Υόρ­κη

«Η δη­μιουρ­γία υπερ­τί­λων εμπε­ριέ­χει τη δι­κή της δρα­μα­τουρ­γία. Οι τί­τλοι διέ­πο­νται από αι­σθη­τι­κούς κα­νό­νες και πρέ­πει να δη­μιουρ­γού­νται από καλ­λι­τέ­χνες.»
Francis Rizzo, Καλ­λι­τε­χνι­κός Διευ­θυ­ντής Washington National Opera 1986