Κορoνοϊός και ηθικός πανικός

Γλώσσο-λογικά & λεξικό-γραφικά

Η 31η Δε­κεμ­βρί­ου 2019 θα μεί­νει στην Ιστο­ρία, όπως και η μοι­ραία πό­λη Wuhan στην επαρ­χία Hubei της Κί­νας, για­τί συν­δέ­ε­ται με την εμ­φά­νι­ση ενός νέ­ου κο­ρο­νοϊ­ού που με­τα­δί­δε­ται εύ­κο­λα από άν­θρω­πο σε άν­θρω­πο με απρό­βλε­πτες συ­νέ­πειες για την πα­γκό­σμια υγεία και οι­κο­νο­μία. «Στις 9 Ια­νουα­ρί­ου 2020 οι υγειο­νο­μι­κές αρ­χές της Κί­νας ανα­κοί­νω­σαν ότι πρό­κει­ται για νέο στέ­λε­χος κο­ρω­νοϊ­ού. Ο νέ­ος κο­ρω­νο­ϊ­ός (SARS-CoV-2) προ­κα­λεί τη νό­σο COVID-19. Οι κο­ρω­νοϊ­οί εί­ναι μία ομά­δα ιών που συ­νή­θως προ­κα­λούν ανα­πνευ­στι­κές λοι­μώ­ξεις με ποι­κί­λη σο­βα­ρό­τη­τα στον άν­θρω­πο και στα ζώα. Εκτι­μά­ται ότι πε­ρί­που το ένα τρί­το των λοι­μώ­ξε­ων ανώ­τε­ρου ανα­πνευ­στι­κού στον άν­θρω­πο μπο­ρεί να προ­κα­λεί­ται από κο­ρω­νοϊ­ούς».[1]

Ο νέος κορονοϊός. Πηγή: https://www.adac.de/news/coronavirus/ © Shutterstock/creativeneko
Ο νέος κορονοϊός. Πηγή: https://www.adac.de/news/coronavirus/ © Shutterstock/creativeneko

Από λε­ξι­κο­γρα­φι­κή άπο­ψη εί­ναι εν­δια­φέ­ρον να ση­μειω­θεί ότι η λέ­ξη κο­ρο­νο­ϊ­ός δεν εί­ναι και­νούρ­για. Γεν­νή­θη­κε πριν από μι­σό αιώ­να. Πρό­κει­ται για με­τα­φρα­στι­κό δά­νειο από το αγ­γλι­κό coronavirus, με πρώ­τη εμ­φά­νι­ση το 1968. Η ίδια λέ­ξη εί­ναι γνω­στή στα γαλ­λι­κά πε­ρί­που από το 1970 και στα ιτα­λι­κά από το 1990. Στη γερ­μα­νι­κή πα­ρου­σιά­ζε­ται με δι­πλή ορ­θο­γρά­φη­ση: Coronavirus και Koronavirus.[2]
Η ορ­θο­γρά­φη­ση κο­ρό­να αντα­πο­κρί­νε­ται στην εξε­λι­κτι­κή πο­ρεία της λέ­ξης. Εν­σω­μα­τώ­θη­κε αρ­μο­νι­κά στο λε­ξι­λό­γιο της με­σαιω­νι­κής δη­μώ­δους γλώσ­σας.[3] Όσοι επι­μέ­νουν στη γρα­φή κο­ρώ­να θέ­λουν να κα­τα­στή­σουν οπτι­κά σα­φές ότι η λα­τι­νι­κή λέ­ξη corona,[4] η οποία δια­σώ­ζε­ται στις πε­ρισ­σό­τε­ρες ευ­ρω­παϊ­κές γλώσ­σες, προ­έρ­χε­ται από την αρ­χαία κο­ρώ­νη.[5]   
Ο τύ­πος κο­ρο­ναϊ­ός απο­τε­λεί ακρι­βή με­τα­γρα­φή του αγ­γλι­κού coronavirus, δεν συμ­βα­δί­ζει όμως με τη γε­νι­κό­τε­ρη τά­ση της Νε­ο­ελ­λη­νι­κής να σχη­μα­τί­ζει σύν­θε­τα με το συν­δε­τι­κό φω­νή­εν -ο-, επο­μέ­νως φαί­νε­ται πι­θα­νό­τε­ρο να επι­κρα­τή­σει ο κο­ρο­νο­ϊ­ός και στη συ­ντη­ρη­τι­κή ορ­θο­γρα­φία κο­ρω­νο­ϊ­ός.[6]

Ο κο­ρο­νο­ϊ­ός δεν εί­ναι ένας, όπως νο­μί­ζει ο πο­λύς κό­σμος.[7] Υπάρ­χουν διά­φο­ρα εί­δη του στα οποία θα προ­στί­θε­νται νέα λό­γω των συ­χνών με­ταλ­λά­ξε­ών τους.[8] Ο νέ­ος κο­ρο­νο­ϊ­ός της Ου­χάν πα­ρου­σιά­ζει γε­νε­τι­κή ομοιό­τη­τα με τον SARS-CoV.

Οι ορι­σμοί που υπάρ­χουν στα γε­νι­κά λε­ξι­κά δια­φό­ρων ευ­ρω­παϊ­κών γλωσ­σών για τον κο­ρω­νο­ϊό εί­ναι κα­τά κα­νό­να ελ­λι­πέ­στα­τοι. Αυ­τό εί­ναι μέ­χρις ενός ση­μεί­ου ανα­πό­φευ­κτο, ιδιαί­τε­ρα για επι­στη­μο­νι­κούς όρους, δε­δο­μέ­νου ότι ο λε­ξι­κο­γρά­φος, για το κοι­νό στο οποίο απευ­θύ­νε­ται και λό­γω έλ­λει­ψης χώ­ρου οφεί­λει να δώ­σει τα πρω­το­τυ­πι­κά γνω­ρί­σμα­τα των εν­νοιών. Αν κά­ποιος επι­θυ­μεί λε­πτο­με­ρέ­στε­ρη ανά­λυ­ση, δεν έχει πα­ρά να κα­τα­φύ­γει σε ει­δι­κά λε­ξι­κά ή σχε­τι­κά συγ­γράμ­μα­τα.
Για τη νε­ο­ελ­λη­νι­κή γλώσ­σα δεν έχει δο­θεί ως σή­με­ρα λε­ξι­κο­γρα­φι­κός ορι­σμός του κο­ρο­νοϊ­ού, αφού δεν έχει λημ­μα­το­γρα­φη­θεί σε κα­νέ­να έντυ­πο λε­ξι­κό. Στη δεύ­τε­ρη έκ­δο­ση του Χρη­στι­κού Λε­ξι­κού το λήμ­μα θα έχει την ακό­λου­θη μορ­φή:

Κο­ρο­νο­ϊ­ός & κο­ρω­νο­ϊ­ός & (σπα­νιότ.) κο­ρο­ναϊ­ός: κά­θε εί­δος με­τα­δο­τι­κού ιού της οι­κο­γέ­νειας Coronaviridae, με φω­τει­νό στέμ­μα στην πε­ρι­φέ­ρειά του, το γο­νι­δί­ω­μα του οποί­ου απο­τε­λεί­ται από ένα μο­νο­κλω­νι­κό ρι­βο­νου­κλεϊ­κό οξύ (RNA) και προ­κα­λεί κυ­ρί­ως λοι­μώ­ξεις του ανα­πνευ­στι­κού στον άν­θρω­πο, γρί­πη σε πτη­νά, γα­στρε­ντε­ρί­τι­δα σε χοί­ρους και ηπα­τί­τι­δα σε πο­ντί­κια. [< αγγλ. coronavirus, 1968, γαλλ. ~, περ. 1970, ιταλ. ~, 1990].
H πλη­ρο­φο­ρία «φω­τει­νό στέμ­μα» εί­ναι απα­ραί­τη­τη για να κα­τα­νο­ή­σει κά­ποιος για­τί ονο­μά­στη­κε έτσι ο ιός. Μια εναλ­λα­κτι­κή δυ­να­τό­τη­τα εί­ναι να φύ­γει από τον ορι­σμό και να δο­θεί στο ετυ­μο­λο­γι­κό μέ­ρος. Στην ου­σία πρό­κει­ται για εξο­γκώ­μα­τα πε­ρι­με­τρι­κά των ιι­κών σω­μα­τι­δί­ων που μοιά­ζουν με «άλω», φω­τει­νό κύ­κλο, όπως μπο­ρεί να δει κα­νείς σε ηλε­κτρο­νι­κό μι­κρο­σκό­πιο. Η άπο­ψη ότι οι ιοί αυ­τής της κα­τη­γο­ρί­ας «μοιά­ζουν με …εστεμ­μέ­νους» δεν κο­λα­κεύ­ει τις βα­σι­λι­κές οι­κο­γέ­νειες. Η ομοιό­τη­τα, σε ορι­σμέ­νες πε­ρι­πτώ­σεις, με ράμ­φος πτη­νού βρί­σκε­ται πιο κο­ντά στη ση­μα­σία της κο­ρό­νας.

Ο αθη­σαύ­ρι­στος πα­γκο­λί­νος

Στην Κί­να πί­στευαν αρ­χι­κά ότι ο κο­ρο­νο­ϊ­ός με­τα­δό­θη­κε από την κα­τα­νά­λω­ση θα­λασ­σι­νών και φι­διών. Έχει υπο­στη­ρι­χθεί ότι η μό­λυν­ση προ­ήλ­θε από πα­γκο­λί­νο κα­θώς η γε­νε­τι­κή ακο­λου­θία του ιού στο θη­λα­στι­κό αυ­τό εί­ναι σε πο­σο­στό 85% έως 92% η ιδια με τον πρό­σφα­το κο­ρο­νο­ϊό. Έπρε­πε να έρ­θει ο νέ­ος κο­ρο­νο­ϊ­ός για να μά­θου­με πε­ρισ­σό­τε­ρα για τον ιδιόρ­ρυθ­μο ξε­νι­στή του. Το πα­ρά­ξε­νο αυ­τό θη­λα­στι­κό, πε­ρι­ζή­τη­το για το κρέ­ας και τις φο­λί­δες του, κιν­δυ­νεύ­ει με εξα­φά­νι­ση σύμ­φω­να με την κόκ­κι­νη λί­στα της Διε­θνούς Ένω­σης Προ­στα­σί­ας της Φύ­σης. Για τους δύο αυ­τούς πρό­σθε­τους λό­γους θα πά­ρει τη θέ­ση του στο Χρη­στι­κό Λε­ξι­κό της Ακα­δη­μί­ας Αθη­νών:

O παγκολίνος, Αναφέρεται και ως «μάνης ο ευρύουρος».
O παγκολίνος, Αναφέρεται και ως «μάνης ο ευρύουρος».

πα­γκο­λί­νος, ο: ΖΩ­ΟΛ. θη­λα­στι­κό της τρο­πι­κής Αφρι­κής και της Ασί­ας (οι­κο­γέ­νεια Manidae, τά­ξη Pholidota) με κε­ρά­τι­νες φο­λί­δες, επί­μη­κες ρύγ­χος και μα­κρά γλώσ­σα με κολ­λώ­δη υφή για να συλ­λαμ­βά­νει και να τρώ­ει μυρ­μή­γκια και τερ­μί­τες. [< γαλλ. pangolin, 1761, αγγλ. ~, 1774 < pĕngguling, λέ­ξη μα­λαι­σια­νής δια­λέ­κτου που ση­μαί­νει «κά­τι που κου­λου­ριά­ζε­ται», όπως το ζώο αυ­τό, όταν φο­βη­θεί πο­λύ.]
Στο Γαλ­λο­ελ­λη­νι­κό λε­ξι­κό του Α. Ηπί­τη η λέ­ξη pangolin με­τα­γρά­φε­ται «παγ­γο­λί­νος» με την πρό­σθε­τη πλη­ρο­φο­ρία ότι η κοι­νή ονο­μα­σία εί­ναι «λε­πώ­δης σαύ­ρα», πράγ­μα το οποίο δεν ίσχυ­σε πο­τέ. Λό­γω κο­ρο­νοϊ­ού εμ­φα­νί­ζε­ται σε ιστο­σε­λί­δες η εύ­κο­λα ανα­πα­ρα­γό­με­νη ονο­μα­σία «φο­λι­δω­τός μυρ­μη­γκο­φά­γος». Στο Γαλ­λο­ελ­λη­νι­κό λε­ξι­κό Πα­τά­κη η με­τά­φρα­ση «δα­σύ­πους, αρ­μο­δίλ(λ)ος» εί­ναι εσφαλ­μέ­νη. Το ισπα­νι­κό armadillo απο­δί­δει διά­φο­ρα εί­δη του γέ­νους dasypus.

Ο φο­βε­ρός κό­σμος των ιών

  Η ιο­λο­γία, κλά­δος της μι­κρο­βιο­λο­γί­ας, ασχο­λεί­ται με τους ασύλ­λη­πτα μι­κρο­σκο­πι­κούς πα­θο­γό­νους πα­ρά­γο­ντες που ανα­πα­ρά­γο­νται μό­νο μέ­σα σε κύτ­τα­ρα ζω­ντα­νών ξε­νι­στών. Η διά­με­τρος ενός ιού εί­ναι από 20 ως 400 να­νό­με­τρα, ενώ ένα ερυ­θρό αι­μο­σφαί­ριο έχει διά­με­τρο 6.000-8.000 να­νό­με­τρα. Αν σκε­φτεί κα­νείς ότι ένα να­νό­με­τρο εί­ναι ένα δι­σε­κα­τομ­μυ­ριο­στό του μέ­τρου, τό­τε συ­νει­δη­το­ποιεί σε τι ανε­λέ­η­τες λε­πτο­μέ­ρειες έχει υπει­σέλ­θει η επι­στή­μη τις τε­λευ­ταί­ες μό­λις δε­κα­ε­τί­ες. Υπάρ­χουν εκα­το­ντά­δες εί­δη ιών, όπως: αδε­νο­ϊ­ός (μό­νο στο Χρη­στι­κό Λε­ξι­κό), εντε­ρο­ϊ­ός, ερ­πη­το­ϊ­ός, ρε­τρο­ϊ­ός, ρι­νο­ϊ­ός (μό­νο στο Χρη­στι­κό Λε­ξι­κό). Δεν έχουν λημ­μα­το­ποι­η­θεί, ίσως δι­καί­ως, αρ­κε­τοί ιοί, όπως ο μυ­ξο­ϊ­ός (δη­λώ­νει μια ομά­δα ελυ­τρο­φό­ρων, σφαι­ροει­δών RNA-ιών που σχε­τί­ζο­νται με τις βλεν­νί­νες. Χω­ρί­ζο­νται σε δύο οι­κο­γέ­νειες, τους ορ­θο­μυ­ξοϊ­ούς (orthomyxoviridae) και τους πα­ρα­μυ­ξοϊ­ούς (paramyxoviridae), ο προ­ϊ­ός και ο ρο­ταϊ­ός. Για την από­δο­ση εξει­δι­κευ­μέ­νων νε­ο­λο­γι­σμών ο με­τα­φρα­στής βρί­σκε­ται σε αδιέ­ξο­δο.[9]
Το δί­δαγ­μα που εξά­γε­ται από τις ανα­φο­ρές αυ­τές εί­ναι ότι οι λε­ξι­κο­γρά­φοι οφεί­λουν να δώ­σουν με­γα­λύ­τε­ρη βα­ρύ­τη­τα στην επι­στη­μο­νι­κή ορο­λο­γία η οποία αφο­ρά τη ζωή όλων μας. Το Χρη­στι­κό Λε­ξι­κό συ­μπε­ριέ­λα­βε πρώ­το στο λημ­μα­το­λό­γιό του λέ­ξεις που βρί­σκο­νται στο επί­κε­ντρο της δη­μό­σιας συ­ζή­τη­σης για τους ιούς, όπως ιο­λό­γος, λοι­μω­ξιο­λό­γος, λοι­μω­ξιο­λο­γία.
Ο αρ­χαιο­ελ­λη­νι­κός ἰός εί­χε πά­ντα φο­νι­κή απο­στο­λή, με βα­σι­κές ση­μα­σί­ες «βέ­λος, σαΐτα ή ακό­ντιο» και «δη­λη­τή­ριο», λα­τι­νι­κό virus,[10] απ’ όπου πα­ρά­γο­νται οι σύγ­χρο­νοι επι­στη­μο­νι­κοί όροι.

Η φο­βία για τον κο­ρο­νο­ϊό

Ένα από τα πα­ρα­γω­γι­κό­τε­ρα γραμ­μα­τι­κά μορ­φή­μα­τα σε όλες σχε­δόν τις γλώσ­σες εί­ναι το -φο­βία (αγγλ. -phobia, γαλλ.-γερ­μαν. -phobie) με απο­τέ­λε­σμα τα λε­ξι­κά να δί­νουν ανα­γκα­στι­κά αμυ­δρή ει­κό­να των σχε­τι­κών νε­ο­λο­γι­σμών οι οποί­οι αυ­ξά­νο­νται με την πά­ρο­δο του χρό­νου κα­θώς ο σύγ­χρο­νος άν­θρω­πος αντι­με­τω­πί­ζει πολ­λά άγ­χη τα οποία δυ­σκο­λεύ­ε­ται να δια­χει­ρι­στεί.[11]
Οι φο­βί­ες για την υγεία εί­ναι τό­σες, όσες και οι αρ­ρώ­στιες (βλ., λ.χ., αρ­ρω­στο­φο­βία, νο­σο­φο­βία, καρ­διο­φο­βία, καρ­κι­νο­φο­βία, οδοντ(ιατρ)οφο­βία). Τώ­ρα ξε­φύ­τρω­σε εν ρι­πή οφθαλ­μού η κο­ρο­νο(ϊο)φο­βία. Η ιο­φο­βία έχει μα­κρά ιστο­ρία. Ως ψυ­χια­τρι­κός όρος δη­λώ­νει το φό­βο που έχει κά­ποιος για κά­θε δη­λη­τή­ριο ή ου­σία που θε­ω­ρεί­ται δη­λη­τη­ριώ­δης, αλ­λά και το φό­βο ότι επι­διώ­κουν να τον δη­λη­τη­ριά­σουν. Η δεύ­τε­ρη ση­μα­σία ανα­φέ­ρε­ται στον υπέρ­με­τρο φό­βο για τους ιούς και γε­νι­κό­τε­ρα για τα μι­κρό­βια και η τρί­τη στους ιούς των υπο­λο­γι­στών. Στος «χω­ρι­κές φο­βί­ες» (αγο­ρα­φο­βία, κλει­στο­φο­βία) προ­στί­θε­ται τώ­ρα με νέα ση­μα­σία η «ιτα­λο­φο­βία» και η «κι­νε­ζο­φο­βία».
Η απτο­φο­βία (αγγλ. haphephobia, haptephobia, haptophobia), θα επε­κτεί­νε­ται ή θα πε­ριο­ρί­ζε­ται ανά­λο­γα με τη δια­σπο­ρά του κο­ρο­νοϊ­ού. Ποιος θα μας το έλε­γε πριν από λί­γο και­ρό ότι θα έκα­νε την εμ­φά­νι­σή της, όχι ως αστείο, ο χαι­ρε­τι­σμός με τα πό­δια («χει­ρα­ψία με τα πό­δια» (!) δια­βά­ζω στο δια­δί­κτυo. Πρό­κει­ται για απο­θέ­ω­ση της αντι­φα­τι­κό­τη­τας), η πο­δα­ψία, διε­θνώς γνω­στή ως Wuhan shake. Βλέ­που­με ακό­μα να αντι­κα­θι­στά την πα­ρα­δο­σια­κή χει­ρα­ψία[12] ο χαι­ρε­τι­σμός με αγκώ­νες και γρο­θιές, η «αγκνω­να­ψία» και η «γρο­θα­ψία». Ο πα­νι­κός και ο υπερ­βο­λι­κός φό­βος έχουν και τις χιου­μο­ρι­στι­κές τους πλευ­ρές.



Ηθι­κός πα­νι­κός

Με αφορ­μή το νέο κο­ρο­νο­ϊό και τις κοι­νω­νι­κές ανη­συ­χί­ες που προ­κα­λεί, επα­νήλ­θε εντο­νό­τε­ρα στο προ­σκή­νιο ο ηθι­κός πα­νι­κός. Τον όρο moral panic έπλα­σε το 1971 ο βρε­τα­νός κοι­νω­νιο­λό­γος και εγκλη­μα­το­λό­γος Jock Young.[13] Λημ­μα­το­γρα­φή­θη­κε πρώ­τη φο­ρά ως φρα­στι­κό όνο­μα στο Χρη­στι­κό Λε­ξι­κό το 2014. Ο Murji Karim δί­νει τον ακό­λου­θο ορι­σμό:[14] «Δυ­σα­νά­λο­γη και εχθρι­κή κοι­νω­νι­κή αντί­δρα­ση απέ­να­ντι σε μια κα­τά­στα­ση, πρό­σω­πο ή ομά­δα που ορί­ζε­ται ως απει­λή στις κοι­νω­νι­κές αξί­ες, εμπλέ­κει στε­ρε­ο­τυ­πι­κές ανα­πα­ρα­στά­σεις των Μ.Μ.Ε. και οδη­γεί σε απαι­τή­σεις για πε­ρισ­σό­τε­ρο κοι­νω­νι­κό έλεγ­χο, ενώ δη­μιουρ­γεί ένα σπι­ράλ αντι­δρά­σε­ων [κα­λύ­τε­ρα: μια σει­ρά αλυ­σι­δω­τών αντι­δρά­σε­ων]».
Στις σύγ­χρο­νες πα­γκο­σμιο­ποι­η­μέ­νες κοι­νω­νί­ες επε­κτεί­νε­ται τα­χύ­τα­τα το συλ­λο­γι­κό άγ­χος και οι κοι­νω­νι­κές φο­βί­ες, οι οποί­ες ξε­κι­νούν από υπαρ­κτά σο­βα­ρά προ­βλή­μα­τα, όπως φτώ­χεια, κοι­νω­νι­κός απο­κλει­σμός, εγκλη­μα­τι­κό­τη­τα, βία, ναρ­κω­τι­κά, με­τα­να­στευ­τι­κές ρο­ές, εμπο­ρία αν­θρώ­πων, σε­ξουα­λι­κή κα­κο­ποί­η­ση γυ­ναι­κών και παι­διών και τό­σα άλ­λα. Η δαι­μο­νο­ποί­η­ση έρ­χε­ται ως φυ­σι­κό επα­κό­λου­θο, οπό­τε πολ­λα­πλα­σιά­ζο­νται οι φή­μες για εξω­τι­κές αρ­ρώ­στιες που φέρ­νουν οι πρό­σφυ­γες ή η δια­πό­μπευ­ση των ορο­θε­τι­κών γυ­ναι­κών, για να ανα­φερ­θώ σε δυο πρό­σφα­τα πα­ρα­δείγ­μα­τα που απα­σχό­λη­σαν την κοι­νή γνώ­μη. Οι υπερ­βο­λές οδη­γούν σε αδι­καιο­λό­γη­τους φό­βους για τη δη­μό­σια υγεία. Στην ου­σία απο­σκο­πούν όχι μό­νο στον απο­κλει­σμό του ξέ­νου και του δια­φο­ρε­τι­κού, αλ­λά και στη δια­πό­μπευ­ση αθώ­ων ευ­υ­πό­λη­πτων με­λών της ίδιας κοι­νω­νί­ας.[15]
Η Έφη Σί­μου, Ανα­πλη­ρώ­τρια Κα­θη­γή­τρια στη Σχο­λή Δη­μό­σιας Υγεί­ας του Πα­νε­πι­στη­μί­ου Δυ­τι­κής Ατ­τι­κής, πε­ριέ­γρα­ψε με γνώ­ση και σύ­νε­ση το δρά­μα των ημε­ρών που ζού­με, και θα βιώ­νου­με τους επό­με­νους μή­νες, ανα­λύ­ο­ντας με καί­ριο προ­βλη­μα­τι­σμό τη ρη­το­ρι­κή της μι­κρο­βιο­φο­βί­ας και τις στα­τι­στι­κά κα­τα­σκευα­σμέ­νες αβε­βαιό­τη­τες που δη­μιουρ­γούν υπέρ­με­τρο φό­βο στο κοι­νό, έρ­μαιο συ­χνά ορι­σμέ­νων μέ­σων κοι­νω­νι­κής δι­κτύ­ω­σης, Μέ­σων Μα­ζι­κής Επι­κοι­νω­νί­ας και των fake news που δια­κι­νού­νται ελεύ­θε­ρα στο δια­δί­κτυο.[16]

  Αξί­ζει να προ­βλη­θούν οι πα­ρα­κά­τω εν­δει­κτι­κές το­πο­θε­τή­σεις της:

  • Ο τρό­πος πα­ρου­σί­α­σης των ει­δή­σε­ων για τις επερ­χό­με­νες επι­δη­μί­ες ξε­περ­νά πολ­λές φο­ρές τα πο­λε­μι­κά ανα­κοι­νω­θέ­ντα: «ο ιός βρί­σκε­ται προ των πυ­λών», «σε κα­τά­στα­ση εκτά­κτου ανά­γκης», «οδη­γός επι­βί­ω­σης» «σύσ­σω­μη η επι­στη­μο­νι­κή κοι­νό­τη­τα κη­ρύτ­τει τον πό­λε­μο».
  • Η επι­στή­μη εί­ναι πο­λυ­σύν­θε­τη, πε­ριέ­χει δύ­σκο­λους επι­στη­μο­νι­κούς όρους και εί­ναι γε­μά­τη από αβε­βαιό­τη­τες και σπα­νί­ως προ­σφέ­ρει σα­φείς και ακα­ριαί­ες απα­ντή­σεις στο κοι­νό σχε­τι­κά με τον αν κά­τι εί­ναι ασφα­λές.
  • Όταν οι επι­στή­μο­νες δί­νουν αντι­φα­τι­κά δε­δο­μέ­να στο κοι­νό μέ­σω των ΜΜΕ, τό­τε αυ­τό με ποιο κρι­τή­ριο θα επι­λέ­ξει ποιον να πι­στέ­ψει; Άλ­λω­στε ού­τε οι δη­μο­σιο­γρά­φοι ού­τε το κοι­νό εί­ναι υπο­χρε­ω­μέ­νοι να δια­θέ­τουν γνώ­σεις επι­δη­μιο­λο­γι­κής με­θο­δο­λο­γί­ας.
  • Συ­νή­θως εκεί που η ηθι­κή συ­να­ντά τον κίν­δυ­νο, η αλή­θεια χά­νε­ται και ο πα­νι­κός κά­νει την εμ­φά­νι­σή του πιο έντο­να από κά­θε άλ­λη φο­ρά.
  • Η ει­δη­σε­ο­γρα­φία της υγεί­ας οφεί­λει να απο­μυ­θο­ποι­ή­σει τις επι­στη­μο­νι­κές ακρό­τη­τες, αντι­πα­ρα­θέ­σεις και αντι­πα­λό­τη­τες και να φέ­ρει την επι­στή­μη κο­ντά στον κοι­νό νου.

  Ο φό­βος για τις επι­δη­μί­ες, με τη χο­λέ­ρα να κα­τέ­χει την πρω­το­κα­θε­δρία ως προς τη φρι­κτό­τη­τά της, εί­ναι τό­σο πα­λιός όσο και η ιστο­ρία της αν­θρω­πό­τη­τας. Οι επι­δη­μί­ες του 20ού αιώ­να ζί­κα (1952, επε­κτά­θη­κε το 2014), έμπο­λα (1976), έιτζ (1982), ΣΟ­ΑΣ (2003), Η1Ν1 (2009), δεν απέ­κτη­σαν παν­δη­μι­κό χα­ρα­κτή­ρα. Οι «μαύ­ρες προ­βλέ­ψεις» για 15 εκα­τομ­μύ­ρια νε­κρούς πα­γκο­σμί­ως οδη­γούν σε πα­νι­κό ο οποί­ος, αν γε­νι­κευ­τεί, δη­μιουρ­γεί πε­ρισ­σό­τε­ρα αδιέ­ξο­δα. Το 90% των θα­νά­των λό­γω ασθέ­νειας οφεί­λε­ται σε καρ­διο­πά­θειες, αγ­γειο­πά­θειες και καρ­κι­νο­πά­θειες. Το υπό­λοι­πο 10% απο­δί­δε­ται σε άλ­λα νο­σή­μα­τα. Η ιο­φο­βία καλ­λιερ­γεί­ται ποι­κι­λο­τρό­πως και θα με­τα­τρα­πεί σε αν­θρω­πο­φο­βία, αν δεν υπάρ­ξει νη­φά­λια αντι­με­τώ­πι­σή της. Ο συγ­χρω­τι­σμός ως κοι­νω­νι­κή επα­φή εί­ναι ανα­πό­φευ­κτος, όσα μέ­τρα και αν λη­φθούν, αφού συν­δέ­ε­ται ανα­πό­σπα­στα με την ομα­λή κοι­νω­νι­κή ζωή. Στις με­τα­δο­τι­κές ασθέ­νειες, ιδιαί­τε­ρα τις ιο­γε­νείς, δεν υπάρ­χει από­λυ­τη θω­ρά­κι­ση. Οι εκ­κλή­σεις για ψυ­χραι­μία από επί­ση­μα χεί­λη εί­ναι απλώς κε­νά λό­για. Δεν πρέ­πει να ξε­χνά­με ότι ο άν­θρω­πος όσο ζει κιν­δυ­νεύ­ει. Ας δεί­ξου­με την ίδια ευαι­σθη­σία για τους θα­νά­τους από τρο­χαία ατυ­χή­μα­τα και για τα εκα­τομ­μύ­ρια θύ­μα­τα του κα­πνί­σμα­τος. Ας χαι­ρό­μα­στε, λοι­πόν, την έτσι και αλ­λιώς πρό­σκαι­ρη ζωή μας, χω­ρίς να υπο­βαθ­μί­ζου­με τις οδη­γί­ες των αρ­μό­διων φο­ρέ­ων, κλεί­νο­ντας όμως πα­ράλ­λη­λα τα αυ­τιά μας στις σει­ρή­νες των πά­ντο­τε και πα­ντα­χού πα­ρό­ντων κιν­δυ­νο­λό­γων και και­ρο­σκό­πων που επεν­δύ­ουν ανεν­δοί­α­στα στον αν­θρώ­πι­νο φό­βο.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: