
«Ένα βιβλίο ή ένα ποίημα είναι σαν μια θάλασσα: τα νερά που πρέπει να διασχίσεις με το καραβάκι σου» αποφαίνεται ο Γιώργος Σεφερης, και αναρωτιόμαστε γιατί μια ποιητική συλλογή να θέλει εξαρχής, ήδη από τον τίτλο της, να μας ενημερώσει και να τονίσει ιδιαιτέρως, αυτή τη σχέση της με τη θάλασσα; Θάλασσα εσωτερικού χώρου τιτλοφορεί τη δεύτερη ποιητική του συλλογή ο Ρήσος Χαρίσης, που περιέχει σαράντα ένα ποιήματα, τα περισσότερα σύντομα και ευσύνοπτα, το καθένα να μην ξεπερνά τη μια σελίδα, με εκτενέστερο το τελευταίο ποίημα «Παραλειπόμενα», έξι σελίδων. γραμμένα στην τρέχουσα γλώσσα, που γίνεται συχνά υπερρεαλιστική, με πλούτο μεταφορών και πολλών άλλων σχημάτων λόγου, τα σαράντα ένα αυτά ποιήματα αποτυπώνουν την τραγωδία του σύγχρονου ανθρώπου, όχι μόνο της ιδιαίτερης πατρίδας του δημιουργού τους ―ο οποίος συχνά καταφεύγει στον σαρκασμό και την ειρωνεία για να εκφράσει τα όσα τον πικραίνουν―, αλλά και του ευρύτερου ελληνισμού και του παγκόσμιου ανθρώπου γενικότερα.
Η παρουσία της θάλασσας έντονη. στον τίτλο της συλλογής, στους τίτλους των ποιημάτων, στο ίδιο το ποίημα, στο συγκείμενο. άλλοτε η θάλασσα να αναφέρεται ρητά π.χ. «Αδιάβατος θάλασσα» σελ. 9, «Της θάλασσας και άλλα παραμύθια» σελ. 13, άλλοτε να προβάλλεται κάποιο γνώρισμά της π.χ. «Κυματούσα» σελ. 11. Κάτι που παρατηρείται και στο συγκείμενο,. είτε με αναφορά σε ενασχολήσεις στον χώρο της για να αποδοθούν συχνά οδυνηρές καταστάσεις της εποχής μας ‘ψαρεύουν με απόχη/ και πιάνουν πρόσφυγες σωρό με τρυπημένα πόδια’ σελ. 12, είτε με αναφορά σε γνωρίσματά της. ‘Θάλασσα με παράθυρα με φυλλωσιές και κόλπους’ σελ.15, ‘αναγραμματισμένες θάλασσες’, ‘τη ροϊκότητα της θάλασσας’ σελ. 20.
Η συνεχής και επίμονη επίκληση της θάλασσας, με τους τόσους συμβολισμούς της στη λογοτεχνία μας, οπωσδήποτε αποτελεί μια διαρκή πρόκληση και πρόσκληση από τον δημιουργό προς τον αναγνώστη του: ο τελευταίος, ακολουθώντας ακριβώς την αντίστροφη πορεία από αυτήν του δημιουργού και έχοντας τα μάτια του ανοικτά, καλείται να δει, να ζήσει και, με τη σειρά του, να αφηγηθεί και αυτός όσα είδε, ένιωσε, βίωσε σε αυτό το μοναδικό ταξίδι.
Ανάμεσα στα σαράντα ένα ποιήματα παρεμβάλλονται πέντε φωτογραφίες που χωρίζουν ή, καλύτερα, ενώνουν τις θεματικές ενότητες μεταξύ τους. παρότι καμία από αυτές δεν απεικονίζει θαλασσινό τοπίο, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογής, συνδέονται άρρηκτα με το κλίμα και την ατμόσφαιρα της συλλογής: Θολά διαγεγραμμένες ανθρώπινες φιγούρες, με προεξάρχουσες αυτές του εξωφύλλου, που ακολουθούν παράλληλες και μοναχικές πορείες, πουλιά σε ηλεκτροφόρα καλώδια, μισογκρεμισμένοι τοίχοι, συνδέονται άρρηκτα με τον εύθραυστο ψυχισμό, την κρυπτικότητα, τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου της μεταμοντέρνας κοινωνίας μας:
Ξαφνικά ξυπνούμε χωρίς ενδύματα, αισθήματα και λάθη,
βγαίνουμε απ’ τον ουρανό, μπαίνουμε στ’ ασανσέρ.
Ανοίγουμε τη μοναξιά διάπλατα,
κλείνουμε τα παράθυρα, βγαίνουμε μουσκεμένοι!
«Η ανακάλυψη της φωτιάς», σελ. 27
Και ενώ ο τίτλος της συλλογής δίνει την αίσθηση της κίνησης, αφού η θάλασσα βρίσκεται διαρκώς εν κινήσει, η αίσθηση αυτή ανατρέπεται, χωρίς ωστόσο να ακυρώνεται εντελώς, από την προμετωπίδα της συλλογής:
Καράβια π’ αναμένουν απόσυρση της άπνοιας
κι η θάλασσα στριφογυρίζει στα σεντόνια,
λικνίζεται με μορφασμούς
(σελ. 7)
Τα εμπόδια ωστόσο δεν φαίνεται να σταματούν, μάλλον επαυξάνουν, αφού το πρώτο εισαγωγικό ποίημα φέρει τον τίτλο «Αδιάβατος θάλασσα» σελ.9, τονίζοντας ακόμη περισσότερο τη δυσκολία, αν όχι την αδυναμία διάβασης και προσπέλασής της.
Στο πρώτο αυτό ποίημα συναντούμε είκοσι τέσσερα προσδιοριστικά επίθετα (για την ακρίβεια το 23ο
αποτελείται από δύο λέξεις - χαρακτηρισμούς), είκοσι τέσσερις ονομασίες για τη θάλασσα, κατά το πρότυπο των ονομασιών της Παναγίας από τον λαό μας, αλλά και της Αφροδίτης παλαιότερα. Οκτώ επίθετα -χαρακτηρισμοί στην καθεμιά από τις 3 στροφές, ασύνδετα μεταξύ τους: μάχη, πόλεμος, αίμα, θρήνος, δάκρυ το πρώτο ή δεύτερο συνθετικό των επιθέτων της α΄ στροφής, βάζοντας μας σε κλίμα αντίστοιχο, πληροφορώντας μας για την αρνητική πλευρά της θάλασσας, αυτήν της θλίψης, της επικινδυνότητας, του πολέμου και της αμάχης.
Αντίθετα στα επίθετα της δεύτερης στροφής, άρμενο, κύμα, αέρας, ταξίδι, γλυκύτητα, κατευόδιο, τα πρώτα ή δεύτερα συνθετικά τονίζουν τη θετική πλευρά της θάλασσας: αυτήν της ομορφιάς, του καλού ταξιδιού, της καλής πλεύσης, του ούριου άνεμου, του έρωτα και της αγάπης.
Αντίστοιχα, ίαση, δρόσος, σωτηρία, λευκότητα, τα πρώτα ή δεύτερα συνθετικά στα επίθετα της γ΄ στροφής, ενισχύοντας τη θετική πλευρά της θάλασσας και προβάλλοντας τη θεραπευτική, την ιαματική της ιδιότητα, για αυτό και θάλασσα διασώζουσα, ασπροφορούσα, δροσοσταλίτισσα, ιαματική, αλλά και κολυμπήθρα ζωής, η ίδια η ζωή.
Αν επιμείναμε στην ανάλυση αυτού του πρώτου εισαγωγικού ποιήματος και στους χαρακτηρισμούς που αποδίδονται στη θάλασσα, και δη τη θάλασσα εσωτερικού χώρου, είναι γιατί πιστεύουμε πως αυτό το πρώτο ποίημα συγκεφαλαιώνει τα γνωρίσματα της θάλασσας - ποίησης εσωτερικού χώρου του Ρήσου Χαρίση. αυτό το πρώτο ποίημα αποτελεί προάγγελο και προπομπό για όσα θα ακολουθήσουν: δεν πρόκειται για μια εύκολη ποίηση, που θέλει να μας χαϊδεύσει τα αυτιά, αλλά για ποίηση που δεν διστάζει να ονομάσει όσα δύσκολα και σκληρά μάς πονάνε, να καταγγείλει όσα δυσάρεστα συμβαίνουν στην ιδιαίτερη πατρίδα και τον τόπο του δημιουργού της αφενός, αλλά και γενικότερα στον κόσμο μας αφετέρου, όσα ψεύτικα και υποκριτικά διαδραματίζονται γύρω μας:
Αλήθεια είναι το ψέμα, η ανιστόρητη μυθοπλασία,
οι καρποί της Ιστορίας σε μασχάλες πεπρωμένων δέντρων,
η καταπράσινη θάλασσα στα χείλη του ρεαλισμού.
Προτού φορέσει ο καιρός γυαλιά πρεσβυωπίας,
παντρεύεται η φωτιά με το νερό
κι εγώ κρεμώ ανάποδα στον τοίχο
τις Πατρίδες.
«Κωνσταντινούπολη», σελ. 21
Με πίκρα αναφέρεται στην τραγική θέση της ιδιαίτερης πατρίδας του,
Στη Χώρα των Σκαιών ομόσπονδο το παρελθόν,
ομογάλακτο,
διζωνικό,
αμάρτημα προγόνων,
προπατορικό.
«Κήποι της Μετανάστευσης», σελ. 50,
Η αναστάτωση ωστόσο και η ταραχή παρατηρείται και σε άλλες χώρες, άλλα μέρη της γης, πραγματικά και φανταστικά, της ιστορίας και του μύθου, σήμερα και παλαιότερα,
Σε μια χώρα που τη λένε Οδαλίσκη, Συρία, Ιθάκη,
Παλαιστίνη, Τροία, Κουρδιστάν, Ονειρεμένη,
παλιννοστούντες της Νέας Οικουμένης
βάζουν βλεφαρίδες στα δέντρα της πλατείας,
κόρες ματιών σ’ αμίλητα αγάλματα.
«Χορεύοντας πάνω στο δάκρυ», σελ. 19
Παράλληλα γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο γενικότερο πρόβλημα της προσφυγιάς, της μετανάστευσης, της διαρκούς μετακίνησης των πληθυσμών,
Ένα κουκλόσπιτο, μια κούπα με κρασί,
το ξεσκισμένο μοιρολόι,
δάκρυα ψιχάδια σε κρατήρες μυθευμάτων.
Η Παναγία Αναχωρήτρια κινεί για τόπο ξενικό.
Τη συνοδεύουν η Παναγία Ξενία και η Παναγία Προσφυγούσα.
«Δακρυσμένες Παναγίες», σελ. 48
Στο ποίημα αυτό, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι, εκτός από το τρίπτυχο των προβλημάτων του σύγχρονου ανθρώπου - αναχώρηση, μετανάστευση, προσφυγιά-, και την παρουσία της Παναγίας ως συν-πάσχουσας, συν-πονούσας στο ανθρωπινο δράμα, ήδη έκδηλη από τον τίτλο του ποιήματος «Δακρυσμένες Παναγίες». Ωστόσο αυτό δεν παρατηρείται και όσον αφορά στη σχέση ανθρώπων και Θεού,
Σαν άπιστος Θωμάς η φύση των ανθρώπων,
κι αυτοί με τη σειρά τους θεοί ερειπωμένοι,
πλάθουν ταχυδακτυλουργό θεό που ξέρει να χορεύει.
«Θεός θεοφοβούμενος», σελ. 36.
Χαρακτηριστικοί ωστόσο και οι στίχοι,
Στα φαλακρά βουνά του φθινοπώρου,
γυναίκες μουσουλμάνες προσεύχονται σε τζαμί,
κι αν, όπως λεν, δεν τις ακούσει ο Μωάμεθ,
θα τις ακούσει η Παναγιά.
«Οντολογία», σελ. 57
Με ειρωνεία και σαρκασμό θίγεται και η στάση των Ευρωπαίων εταίρων,
Η Ευρώπη μ΄ άσπρο νυφικό
παραπατάει ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια
ξαναμμένης αθυροστομίας.
Κάθε Κυριακή (μέρα γενικού καθαρισμού) ξεσκονίζει επιμελώς το εφήβαιο,
ξεπλένει αμαρτίες με νερό θαλασσινό,
ενδύεται την απουσία της.
«Ωρολόγιο πρόγραμμα», σελ. 61.
Με ωμό ρεαλισμό το ποιητικό υποκείμενο διαπιστώνει όσα τραγικά βιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος:
Φτιαγμένοι από τόπια, τοπία, κακοτοπιές,
δεν αποφεύγουμε την ουτοπία.
πολεμάμε χωρίς ίχνος ντροπής,
μεγαλώνουμε ακούγοντας ιστορίες για σφαγές,
σπουδάζουμε πάνω στο τραύμα, στη μνήμη, στην απώλεια.
«Παραλειπόμενα», σελ. 74.
Ως εκ τούτου ο κόσμος μας πάσχει, γι' αυτό και η θάλασσα ποίηση δακρυρροεί, θαλασσομαχεί, αιμάσσει, θρηνεί, είναι δακρυρροούσα, και αιμάσσουσα. Είναι όμως και ταξιδιάρα, και αέρινη και κατευοδότρια, και Αφροδίτισσα. Με περίσσιο λυρισμό και όμορφες εικόνες εκφράζεται ο έρωτας του ποιητικού υποκειμένου προς τη θάλασσα – ποίηση:
Θα σου συνάξω νούφαρα, ανθούς απ΄ αγιοκλήματα,
λιμάνια μες στα αίματα, κήπους μες στις αυλές σου
στις αλυκές του κόρφου σου, όπου θα κατοικήσω.
Θε να κατέβω τρεις φορές στον τόπο σου και πάλι
για να κερδίσω άλλην μιαν ανάμνηση μ΄ εσένα,
να τη στολίσω μ όνειρα, σπιθίσματα του ήλιου
κι άπλετο φως να χύνεται στου σώματος την ώρα».
«Της θάλασσας και άλλα παραμύθια», σελ. 13.
Και λίγο παρακάτω,
κι εσύ στο κρεβάτι γυμνή,
πριν τοποθετήσεις στο περβάζι
πλατύ δοχείο με νερό
να ΄ρχονται να πίνουν τα πουλιά.
«Στο στρίφωμα του κόρφου», σελ. 29.
Επομένως, φτάνοντας στο τέλος της σύντομης περιδιάβασή μας στην ποιητική συλλογή του Ρήσου Χαρίση Θάλασσα εσωτερικού χώρου, και γυρνώντας στο ερώτημα που θέσαμε στην αρχή του σχολίου μας, καταλήγουμε πως μια ποιητική συλλογή που εξαρχής, ήδη από τον τίτλο της, τονίζει ιδιαιτέρως τη σχέση της με τη θάλασσα, δεν μπορεί παρά και ιδιαιτέρως να τονίζει στον αναγνώστη της να έχει τα μάτια του ανοιχτά για να δει, να νιώσει, να απολαύσει και, με τη σειρά του, να αφηγηθεί όλα όσα είδε, έζησε και βίωσε σε αυτό το μοναδικό ταξίδι.
Μια τέτοια ποιητική συλλογή δεν μπορεί παρά να μας μιλά και για ταραχή και αμάχη, και πόλεμο και κίνδυνο και δάκρυ και θρήνο, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να μας μιλά και για τον ευνοϊκό και ούριο άνεμο, για την ομορφιά, για τον έρωτα και για την αγάπη. για αυτό και μια τέτοια ποιητική συλλογή, μια τέτοια θάλασσα-ποίηση μπορεί να αποτελεί και ίαση και παρηγοριά και σωτηρία, και κολυμπήθρα ζωής, τόσο για τον δημιουργό της όσο και για τον αναγνώστη της!