1815. Κήπος του Λουξεμβούργου. Η εκτέλεση του Στρατάρχη Νε

Χρόνια αργότερα, η Δημοκρατία της Ονδούρα με πρωτεύουσα την Τεγκουσιγάλπα αποφάσισε να αναγείρει ανδριάντα του Μορασάν. Χρήματα συγκεντρώθηκαν και τριμελής αποστολή προσωπικοτήτων της χώρας έλαβε την εντολή να μεταβεί στο Παρίσι, να παραγγείλει το άγαλμα στον καλύτερο γλύπτη της Γαλλίας και να επιστρέψει με τέτοιο αριστούργημα της τέχνης, στο μεταξύ το βάθρο του αγάλματος του Ελευθερωτή θα σμιλευόταν στην κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας. Η επιτροπή αναχώρησε υπό τους ήχους του εθνικού ύμνου, διέπλευσε τον Ατλαντικό χειροκροτούμενη από παραπλέοντα πλοία, έφτασε στο Παρίσι υποδεχόμενη από τις Δημοτικές Αρχές της πόλης υπό τους ήχους της Μασσαλιώτιδας και δαπάνησε ευκόλως τα χρήματα σε εκείνη την Βαβυλώνα, όπου οι γυναικείοι πειρασμοί περίσσευαν. Επέστρεψε λοιπόν στην πατρίδα κομίζοντας ένα άγαλμα αγορασμένο σε ιδιαίτερα χαμηλή τιμή από αποθήκη αγαλμάτων εκτός του Παρισιού κιόλας. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν, όπως είχαν σχεδιαστεί, στην κεντρική πλατεία της Τεγκουσιγάλπα με μεγάλη συγκίνηση και επισημότητα. Η τριμελής επιτροπή, σεμνυόμενη, είχε ζητήσει από την κυβέρνηση της πατρίδας να μην υπάρξουν παρασημοφορήσεις και άλλες επιβραβεύσεις. Τα μέλη της επιτροπής είχαν πράξει το χρέος τους. Απλώς.
Κανείς δεν έμαθε πως το άγαλμα ήταν ο αρχιστράτηγoς του Ναπολέοντα Michel Ney, o «κοκκινομούρης», «ο γενναίος των γενναίων», που δεν έτυχε χάρης από τους Βουρβώνους της Παλινόρθωσης και εκτελέστηκε ως προδότης του βασιλικού έθνους στις 7 Δεκεμβρίου 1815 στον κήπο του Λουξεμβούργου. Αρνήθηκε να του δέσουν τα μάτια για να μη βλέπει το εκτελεστικό απόσπασμα και είναι βεβαιωμένο ότι στάθηκε απέναντι από τους ένοπλους και είπε: «Στρατιώτες, όταν θα σας δώσω τη διαταγή να πυροβολήσετε, πυροβολήστε στο μέρος της καρδιάς. Αναμείνατε τη διαταγή μου. Θα είναι η τελευταία μου. Διαμαρτύρομαι για την καταδίκη μου. Πολέμησα σε εκατό μάχες για την Γαλλία και σε καμία εναντίον της... Στρατιώτες, πυρ!»
Εκατό έτη αργότερα, ο συγγραφέας Μαρσέλ Προυστ, αναζητώντας τον χαμένο χρόνο περιδιαβάζοντας στον κήπο του Λουξεμβούργου καθ’ οδόν προς το δάσος της Βουλώνης, σημείωσε στο σημειωματάριο που είχε στα θυλάκιά του, ότι δεν ήταν βέβαιος πως είχε ανακαλύψει το ακριβές σημείο της εκτέλεσης του αρχιστράτηγου. Ούτε ο ξανακερδισμένος χρόνος του Μαρσέλ Προυστ το εντόπισε.