Τα «Γε­ρά­κια της νύ­χτας» που ζω­γρά­φι­σε ο εκ­φρα­στής της σιω­πής, του εγκλει­σμού και της απο­μό­νω­σης, Έντουαρντ Χό­περ το μα­κρι­νό 1942, συ­να­ντούν τη σα­τι­ρι­κή πα­ραλ­λα­γή τους στον και­ρό της παν­δη­μί­ας. Βά­σει των γνω­στών υγειο­νο­μι­κών δια­τά­ξε­ων, απα­γο­ρεύ­ε­ται (και) στα «νυ­χτο­πού­λια» να βρί­σκο­νται στο εσω­τε­ρι­κό ενός κα­τα­στή­μα­τος, όπως το κλα­σι­κό αμε­ρι­κα­νι­κό dinner του πί­να­κα, κα­θι­σμέ­νοι γύ­ρω από τη μπά­ρα. Πλέ­ον, το σερ­βί­ρι­σμα γί­νε­ται έξω από το μα­γα­ζί, σε τρα­πε­ζά­κια όπου τη­ρού­νται οι προ­βλε­πό­με­νες απο­στά­σεις ασφα­λεί­ας. Οι λι­γο­στοί, όπως και στην πρω­τό­τυ­πη σύν­θε­ση, πε­λά­τες στο πε­ζο­δρό­μιο και ο υπάλ­λη­λος, που έμει­νε αμε­τά­θε­τος στο χιου­μο­ρι­στι­κό «σί­κου­ελ», φο­ρούν –υπο­χρε­ω­τι­κά– μά­σκα. H γε­λοιο­γρα­φία εί­ναι του Jason Adam Katzenstein και δη­μο­σιεύ­τη­κε στο πε­ριο­δι­κό The New Yorker.