Simon Marmion: Σκη­νές από τη ζωή του Αγί­ου Μπερ­τί­νου


Οι φθι­νο­πω­ρι­νοί μή­νες δεν επι­σφρά­γι­σαν την υπε­ρο­ψία του κα­λο­και­ριού, την αυ­τα­πά­τη ότι όλα θα ήταν κα­λύ­τε­ρα, τις υπο­σχέ­σεις ότι όλα θα επέ­στρε­φαν στη βά­ση τους, δυ­στυ­χώς, τα μελ­τέ­μια δεν στα­μά­τη­σαν, αντί­θε­τα, δυ­νά­μω­σαν και τα κύ­μα­τα συ­νέ­χι­σαν να ρο­κα­νί­ζουν όπως οι κα­λι­κάν­τζα­ροι το δέ­ντρο της ζω­ής. Χρατς και χρουτς, όλα πο­ντι­κο­φα­γω­μέ­να, ακό­μη κι αυ­τά που οι άν­θρω­ποι φυ­λού­σαν σαν κό­ρη οφθαλ­μού στο ψη­λό­τε­ρο ρά­φι των επι­θυ­μιών τους. Οι καύ­σω­νες του κα­λο­και­ριού απει­λού­σαν τη φθι­νο­πω­ρι­νή γα­λή­νη και ξε­γε­λού­σαν τα με­τα­να­στευ­τι­κά που­λιά, πε­λαρ­γούς και χε­λι­δό­νια. Μια νέα, θλι­βε­ρή ει­κό­να απο­κα­λυ­πτό­ταν, όπως απο­κα­λύ­πτε­ται το αρ­νη­τι­κό φιλμ στους σκο­τει­νούς θα­λά­μους των φω­το­γρα­φι­κών ερ­γα­στη­ρί­ων. Η ει­κό­να αυ­τή, που λο­γι­κά θα προ­κα­λού­σε ανα­στά­τω­ση, γρή­γο­ρα εν­σω­μα­τώ­θη­κε στην κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα ως μια φυ­σιο­λο­γι­κή εξέ­λι­ξη της ζω­ής. Η άνευ όρων συν­θη­κο­λό­γη­ση, εί­χε ως συ­νέ­πεια τα πά­ντα να χά­νουν στα­δια­κά το βά­ρος τους, να πα­ρα­σύ­ρο­νται από τα πρω­το­βρό­χια και να σω­ρεύ­ο­νται το ένα πά­νω στο άλ­λο στις σκο­τει­νές γω­νιές των φό­βων και των ανα­σφα­λειών, όπως τα κί­τρι­να φθι­νο­πω­ρι­νά φύλ­λα των δέν­δρων σω­ρεύ­ο­νται από τους ανέ­μους στα μι­σο­γκρε­μι­σμέ­να ξύ­λι­να δια­χω­ρι­στι­κά των πάρ­κων. Τα μι­κρά παι­διά, σε­βό­με­να το πέν­θος των με­γά­λων, δεν ακού­γο­νταν, οι φω­νές τους με συ­νω­μο­τι­κούς ψί­θυ­ρους έμοια­ζαν. Ξαφ­νι­κά η νο­σταλ­γία απέ­κτη­σε μπόι δυ­σθε­ώ­ρη­το κι άρ­χι­σε να πα­τά, όπως οι αμπε­λουρ­γοί πα­τούν τα στα­φύ­λια του τρύ­γου, ότι έβρι­σκε μπρο­στά της, μια νέα, άγνω­στη ποι­κι­λία κρα­σιού θα τους με­θού­σε όλους.