Βά­σος Φτω­χό­πουλ­λος, Κύ­ριλ­λος Σαρ­ρής, Σω­τή­ρης Κα­κί­σης (ανέκ­δο­τη φω­το­γρα­φία της Έλε­νας Κων­στα­ντι­νί­δου, αρ­χείο Σ. Κ.)



Αν χα­νό­ταν η μι­σή Ελ­λά­δα ξαφ­νι­κά, μέ­σα σε λί­γες μέ­ρες, κι ο ελ­λα­δι­κός χώ­ρος έφτα­νε πια —όπως μια φο­ρά κι έναν και­ρό— ως τη Λά­ρι­σα, αν όπως χά­θη­κε η μι­σή Κύ­προς πριν πε­νή­ντα χρό­νια —κι ας πο­λέ­μη­σες κι εσύ, κι ας έκα­νες ό,τι μπο­ρού­σες—, αν το σπί­τι σου, το ια­τρείο του πα­τέ­ρα σου κο­βό­ταν στη μέ­ση, πά­νω ακρι­βώς στην πρά­σι­νη με­τά γραμ­μή, αν τό­σων φί­λων σου γκαρ­δια­κών οι τό­ποι ήσαν πια αλ­λού, αιχ­μά­λω­τοι, με τι κου­ρά­γιο θα μπο­ρού­σες να συ­νε­χί­σεις, να υπάρ­χεις;

Κι όμως. Για­τρός πια στην Αθή­να, σώ­ζο­ντας εκα­το­ντά­δες ασθε­νείς από την ασθέ­νεια που κι εσύ θα έφευ­γες μια μέ­ρα, ταυ­τό­χρο­να ζω­γρά­φος ιδιαί­τε­ρος, απόρ­ρη­τος, συ­γκι­νη­τι­κός, στα βι­βλία, στην τέ­χνη, στην ένω­ση όλων των τρό­πων τους αφιε­ρω­μέ­νος, θα έβρι­σκες τη δύ­να­μη να συ­νε­χί­σεις, να υπάρ­ξεις στην πρώ­τη πά­λι γραμ­μή αυ­τού του άλ­λου πο­λέ­μου, με τον εαυ­τό σου όπλο πά­ντα πα­νί­σχυ­ρο, τρο­με­ρό.

Κι η μι­σή πα­τρί­δα έτσι δι­πλή, πο­λύ πα­ρα­πά­νω από γε­ω­γρα­φι­κά όρια και φρι­κτά κόκ­κι­να σύ­νο­ρα, πο­λύ πιο στέ­ρεη, πο­λύ πιο φω­τει­νή, πο­λύ πιο πλή­ρης.

Η Ρω­μιο­σύ­νη εν φυ­λή συ­νό­τζιαι­ρη του κό­σμου,
                            κα­νέ­νας δεν ηβρέ­θη­κεν για να την ιξη­λεί­ψει [...]
                               Η Ρω­μιο­σύ­νη εν να χα­θεί όντας ο κό­σμος λεί­ψει.                                

                            Κύ­ριλ­λος Σαρ­ρής (1950-2024)

(Από το ανέκ­δο­το βι­βλίο Νουάρ Στιγ­μές)