Μπιλ ο χλομός

Κωστής Γκιμοσούλης

Φοβάσαι, φοβάσαι, φοβάσαι. Μια ζωή φοβάσαι. Τουλάχιστον διάλεξε μια στιγμή που δεν θα φοβάσαι καθόλου. Και ποια θα είναι αυτή; Η τωρινή. Αυτή η στιγμή που ζεις. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να πεθάνεις. Ο χειρότερος είναι να συνεχίζεις να επιβιώνεις συμβατικά. Κι ο καλύτερος; Ο καλύτερος είναι ν’ αφεθείς να πέσεις στο νερό (στο οποιοδήποτε νερό) χωρίς κανένα φόβο. Τα ’χουν ξαναπεί αυτά. Είναι λόγια που περιμένουν από κάποιον να τα κάνει πράξη. Κι αυτός ο κλήρος έπεσε σ’ εμένα.

Ο Μπιλ ο χλομός, αφού είδε κι απόειδε, ντύθηκε κλόουν, βάφτηκε, μπήκε στη Βουλή με την ταυτότητα του αδερφού του κι έπιασε όμηρο τον χοντρό υπουργό – επειδή, όπως μας λέει και η παροιμία, πριν ο λογικός το σκεφτεί ο τρελός το έχει ήδη κάνει. Όλοι έχουμε την τρέλα μας, όμως ο Μπιλ έχει αυτό το κάτι παραπάνω ή παρακάτω – διαλέγετε και παίρνετε. Πώς δεν το επιχείρησαν κι άλλοι; σκέφτεται. Αυτό χρειαζόταν να γίνει. Τώρα, ποια τύχη θα έχει τελικά ο Μπιλ ο χλομός και ποια ο πλαδαρός υπουργός, είναι το έπαθλο για όσους διαβάσουν ολόκληρη αυτή την ιστορία.

Ο φταίχτης

Εύα Μ. Μαθιουδάκη, Κωστής Σχιζάκης

Ο Παναγιώτης με τα αδέρφια του και τη μητέρα του Ελένη κατεβαίνουν το 1969 από την Ευρυτανία και εγκαθίστανται στην Αθήνα. Στην πρωτεύουσα της αντιπαροχής, των μικρών και των μεγάλων «κόλπων» προσπαθούν να ξαναγράψουν τη ζωή τους από την αρχή. Μια φωτογραφική σχεδόν περιήγηση στη δεκαετία του ’70, στην κοινωνία που με ανασφαλή βήματα οδεύει προς την ευημερία. Πλήθος ηρώων στους αθηναϊκούς δρόμους και στις γειτονιές, κι ανάμεσά τους ένας ευάλωτος νέος που πορεύεται στα σκοτεινά, με μόνη τη λαχτάρα του για τις μηχανές. Αναμορφωτήριο, στρατός, ψυχιατρείο. Το δράμα κορυφώνεται παραμονές Πρωτοχρονιάς του 1982.

Ποιος να ’ναι, άραγε, ο φταίχτης;

Το μυθιστόρημα δύο συγγραφέων. Ένα βιβλίο που αποκαθηλώνει πρότυπα και μύθους παρασύροντας τον αναγνώστη σε ατραπούς όπου το πάθος, η αμφισβήτηση και ο ερωτισμός κλιμακώνουν την αγωνία του μέχρι το τέλος.

Το λυκόφως του Αιγαίου

Κατερίνα Καριζώνη

Περίληψη: Αιγαίο, 17ος αιώνας, ο αιώνας της πειρατείας. Ο πειρατής Ιωάννης Κάψης γράφει ιστορία στη θάλασσα. Απελευθερώνει τη Μήλο από τον οθωμανικό ζυγό. Στέφεται βασιλιάς, αλλά ένας μεγάλος έρωτας με την κόρη του κυβερνήτη του νησιού σημαδεύει τη ζωή του. Την ίδια περίοδο Δυτικοί και κυρίως Μαλτέζοι πειρατές κατακλύζουν το Αρχιπέλαγος, που αποτελεί πεδίο σύγκρουσης θρησκειών και συμφερόντων. Μεγάλοι πειρατές όπως ο Ουγκώ ντε Κρεβελιέ, οι αδελφοί Τεμερικούρ, ο Μιχελής Μανιάτης, ο Άγγελος Μαρία Βιτάλι και άλλοι ενώνουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν την οθωμανική απειλή. Το Αιγαίο παραμένει το μήλον της έριδος ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Μάχες, συνωμοσίες και προδοσίες καθορίζουν ένα άγριο παιχνίδι κερδοσκοπίας και κυριαρχίας. Ένα μυθιστόρημα εποχής, ένα πανόραμα ιστοριών από τη θρυλική ζωή και τη δράση των Ελλήνων και των ξένων πειρατών. Ένα συναρπαστικό ταξίδι στον χρόνο, στα νησιά του Αιγαίου και στις δοξασίες τους.

Σφάλμα συστήματος

Νίκος Α. Μάντης

Περίληψη: Η ιστορία μιας άγριας ενηλικίωσης, από το γύρισμα του αιώνα μέχρι το σημαδιακό 2015. Ο απολογισμός μιας γενιάς που ξεκίνησε από το σχολικό συγκρότημα της Γκράβας και κατέληξε πρωτοσέλιδο, μέσα απ’ τα μάτια τριών ιδιαίτερων παιδιών, του Άρη, της Ρίτας και του Δημήτρη. Μια αφήγηση έρωτα και αναρχίας, ένα τεχνολογικό θρίλερ με στοιχεία ιλαροτραγωδίας, ένα αντισυστημικό όνειρο που δεν εντόπισε εγκαίρως το σφάλμα. Ένα βιβλίο για την πολιτική, την επανάσταση και την ουτοπία που γίνεται ανεπανόρθωτη βλάβη.

Ανάποδες στροφές

Πέλα Σουλτάτου

… φτάνει ψηλά, στα ενετικά τείχη, ψυχή τριγύρω, σβήνει τη μίζα, κατεβάζει τη στέκα, ξεπεζεύει, ανάβει τσιγάρο, κάθεται σε μια τάφρο ύψους δεκαπέντε, μπορεί και είκοσι μέτρων, κάτω το χάος, «άμα φουντάρω, θα γίνω αλοιφή», σκέφτεται, άγριο φλερτ με τον γκρεμό, η καρδιά του πολυβόλο, ακούγονται οι κρότοι της σ’ ολόκληρη την πόλη, φουμάρει δίχως αύριο, «ρούφα μέχρι να φτάσει στις πατούσες», τον είχαν συμβουλέψει τις πρώτες φορές που γυρνούσε ο μπάφος, έτσι το κατέβαζε τώρα, μπορεί και να ’ναι το τελευταίο του τσιγάρο…

Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Ο Μανόλης έχει ξεμείνει με πέντε ευρώ στην τσέπη, ενώ η παρέα του ετοιμάζεται για το σκυλάδικο. Προφασίζεται το άσθµα του και επιστρέφει στο πατρικό με σκοπό να βρει το κομπόδεμα της μάνας του. Σε λίγες μέρες παρουσιάζεται φαντάρος, όλο και κάτι θα του ’χει βάλει στην άκρη. Το σπίτι άδειο και σκοτεινό. Η Μαρία κάπου θα ξεφαντώνει. Ο Σήφης, ο πατέρας του, έτσι κι αλλιώς, απών. Ξεψαχνίζοντας το σπίτι στη Νέα Ελαία, καταλήγει στο πατάρι όπου ανακαλύπτει καταχωνιασμένο το αμαρτολόγιό της. Το άλλο πρόσωπο της μητέρας φανερώνεται. Το μυαλό του κρασάρει. Ο χρόνος σκαλώνει. Η έλευση του νέου έτους αναβάλλεται. Αλλά ποιου έτους;