Ἐν Γραικυλίᾳ, 2025 μ.Χ.
Ξαναέφριξαν οι Βρυξελλιώτες ελεγκτές,
μέχρι κι οι εισαγγελείς τους εξανέστησαν,
για το τι απέγιναν οι νέες μα κι οι παλιές επιδοτήσεις!
Για το πώς διαμοιράστηκαν, ελέγχουν και μας απειλούν
– με τ’ άθλια τ’ αγγλικά των, οι ανελλήνιστοι:
«ὦ! παῖ καὶ παῖ Γραικύλων, παπαῖ τὰ παίρνετε»!
Τα παίρνουμε, τους λέμε, μα επί ίσοις
όροις, κανέναν δεν τον ρίξαμε, οι Γραικύλοι...
Τι όρη, τι βραχότοποι, τι ράχες, τι πισίνες,
βίλες και βιλαέτια επιδοτήσαμε,
τα πλήθος όρθια βόδια μας εκλέγουν βουλευτές,
ως και στις πιλοτές εμάς γεννοβολάν τα γίδια μας!
Έτσι διαμοιράζουμε εμείς δικαιοσύνη,
νοικοκυραίοι λήσταρχοι κι ευρώδουλες πολιτικές.
Παν να μας βγάλουν άπαντες, λέει, διεφθαρμένους,
τον κάθε Μήτσο και τον κάθε Τάκη…
Ε ναι, είμαστε διεφθαρμένοι αδιάφθοροι,
πρώην αδιάφθοροι που έχουμε διαφθαρεί
ή διεφθαρμένοι που θα γίνουμε αδιάφθοροι…
Ανακυκλώνουμε τη φτώχεια μας σε πλούτο.
Ο εισαγγελεύς του εισαγγελέως αντί
του κλέψαντος ο κλέψας, αν με πιάνεις…
Εντέλει, αν τους Βρυξελλιώτες ελεγκτές
και τους εισαγγελείς τους τους πληγώνει η Γραικυλία,
δε πα να την μετονομάσουνε σε Μυκονία;
Από Γραικύλους ας μας λεν Μυκόνους...
Νύχτα θα φύγουμε για εκεί, με καραβιές, κοπάδια,
μ’ όλους τους υπουργούς μας και τους αγροτοσυνδικαλιστές,
στους κουρασμένους απ’ τα βάρη ώμους κουβαλώντας
τους τιμημένους, τους σεπτούς πατέρες μας, τα γίδια!
(10.7.2025, καθ’ οδόν προς Μύκονον)

Ἐν Γραικυλίᾳ, 2010 μ.Χ.*
Σαν έφτασαν οι Βρυξελλιώτες ελεγκτές στην Γραικυλία,
εξέτασαν εις βάθος και καταλεπτώς το καθετί.
Φρίξανε, αν και τ’ ανέμεναν τα αίσχη, κι εξανέστησαν
τόσο απ’ τα φανερά, όσο κι απ’ τα κρυφά.
Και μόλο που, μες στον απίθανο χαμό, οι Γραικύλοι
έκαναν πώς και τι να κουκουλώσουν
τις λαμογιές, τις ανομίες και τις πομπές τους,
δεν ήταν δα μωροί ολωσδιόλου οι Βρυξελλιώτες,
δεν έχαψαν τα ψέματα, σαν τον παλιό καιρό.
Κατέφαγαν και σύλησαν τα πάντα οι Γραικύλοι.
Φούρμποι, ξερόλες και παραμυθάδες,
ακόμα διέσπειραν την φήμη, οι ανενδοίαστοι,
―πού τώρα πια οι Βρυξελλιώτες να εξαπατηθούν;―,
πως έλκουν, λέει, την καταγωγή τους από κείνη
την άμωμη, πανάρχαια φυλή των Φιλελλήνων
και πως για τούτο αξιώθηκαν να ζουν στην επαρχία αυτή.
Το πράγμα, φως φανάρι, άλλη δεν σηκώνει αναβολή.
Ήρθεν, ανυπερθέτως, ο καιρός που οι Γραικύλοι πρέπει
να φύγουν απ’ την Γραικυλία και να ξεκουμπιστούν
―κι ας σκορπιστούν στης Βρυξελλίας τους πέντε ανέμους,
καλοί για υδραυλικοί, κομμώτριες, μπορεί κι αντιγραφείς―
και να ’ρθουν να εγκατασταθούν εδώ οι Δανειμάρκοι,
παλιά φυλή ευνόμων, ευπειθών και εγκρατών Βορείων.
Έτσι κάπως διαφαίνεται μια λύσις εφικτή.
Κι όσο κι αν πεις πως είν’ αλύπητοι, δεν φταιν οι Βρυξελλιώτες.
Για σάρωμα με τα σκουπίδια η Γραικυλία κατάντησε·
του Καραμάν Αλή, του Φούσκα παρά τας οδούς,
και των ορδών του, των Αλογομούρηδων, το μέρος!
*Πρώτη δημοσίευση: περ. Η λέξη, τχ. 205, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2010, σ. 377. Οριστική δημοσίευση σε βιβλίο: Ευριπίδης Γαραντούδης, Το διπλό δίγαμμα, Κίχλη 2019, σ. 54.