
Ζούσε δίπλα στην Ακρόπολη, πολύ κοντά πάντα με το σπίτι του Στέφανου Κουμανούδη. Επειδή εγώ ήμουνα φίλος και των δύο τότε, ο Ματθαίος Μουντές μού έλεγε: «Βρε Σωτήρη, να παίρνουμε στις παρέες και τον Κουμανούδη. Πολύ μόνος του μου φαίνεται, όταν τον συναντώ». Κι ο Κουμανούδης όμως το ίδιο μου ’λεγε: «Βρε γιε, να παίρνουμε στις παρέες και τον Μουντέ. Πολύ μόνος του μου φαίνεται, όταν τον συναντώ».
Εν τω μεταξύ, αμφότεροι είχαν παρέες και φίλους πολλούς, κάθε βράδυ κόσμος πολύς τους αναζητούσε, γλένταγαν μαζί τους, στο «Greek House» ο ένας, στην «Φυλακή του Σωκράτη» ο άλλος.
(Στον «Μαγεμένο Αυλό» σαν να μην είχαν συναντηθεί ποτέ, ας ήσαν κι εκεί θαμώνες).
Αλλά, να, σκέφτονταν ο ένας τη μοναξιά του άλλου. Σαν να ’ταν η δική τους, του καθενός τους, η μοναξιά.
(Ο Μουντές ένα από τα πιο εμπνευσμένα πράγματα που έκανε στη ζωή του, ήταν να βάλει τη Σαπφώ Νοταρά να απαγγείλει στο ραδιόφωνο Παπαδιαμάντη, στις εκπομπές εκείνες τις ανεπανάληπτες. Όπου άλλες δύο μέγιστες μοναξιές ενώνονται τέλεια, υποδειγματικά).
(Από το ανέκδοτο βιβλίο Νουάρ στιγμές )