Ασπάλακες & άλλα ποιήματα

Αγεωμέτρητος

Από τις σκο­τει­νές διό­δους της φλέ­βας
ει­σερ­χό­με­νος ψε­κα­σμός η άγνοιά σου.
Τι δύ­να­ται το σώ­μα;
Ημε­ρή­σια πέ­τρα πά­νω στην πέ­τρα
Φο­λί­δες δέρ­μα­τος πε­ρι­δι­νού­νται στην πλά­για ακτί­δα
Πα­νάρ­χαια τα υλι­κά σου
Χώ­μα ζυ­μω­μέ­νο με τα δά­κρυα του κό­σμου
Ξύ­λο ζω­ντα­νό, παλ­λό­με­νο
Ρί­ζες βα­θιές της σιω­πής και του λό­γου
Φως της χα­ράς και υδά­τι­νο γέ­λιο
Πέ­τρι­νη θλί­ψη του άκαμ­πτου και της ρι­γώ­σας σκιάς
Χρο­νο­α­έ­ρας που πα­ρα­σέρ­νει
την ελ­λειμ­μα­τι­κή ανά­μνη­ση της μορ­φής σου.
Σκύλ­λα και Χά­ρυ­βδη, Κάλ­πη και Αβύ­λη
Κι εσύ εντο­λο­δό­χος φα­ντα­σμά­των και ακού­σιος πα­ρα­βά­της
του nec plus ultra.

Ασπάλακες & άλλα ποιήματα

Ασπάλακες

Σε και­ρό ακό­μα απρο­ε­τοί­μα­στο
Η διά­φα­νη λέ­ξη σου θε­με­λιω­μέ­νη με­σο­θό­ρυ­βα
Αφα­νέ­ρω­τες οι απαρ­χές της
Τι δέ­σμια τα πνεύ­μα­τα στις τρο­χιές της σύγ­χυ­σης
Με των Στε­ντό­ρων τις φω­νές να υπο­δαυ­λί­ζουν το κε­νό τους
Άρα­γε από κα­τα­βο­λής;
Πό­θεν οι κα­τα­βο­λές τους;
Απο­θέ­ω­ση γυ­μνών ει­δώ­λων από τα χά­σκο­ντα πλή­θη
Κι οι δο­κη­σί­σο­φοι ανα­παυό­με­νοι μα­σούν τις δάφ­νες τους
δί­χως αι­δώ μοι­ρά­ζο­ντας χρη­σμούς μο­νο­σή­μα­ντους
με την Πυ­θία αυ­το­ε­ξό­ρι­στη
μαύ­ρο ιδε­ό­γραμ­μα στο σκο­τει­νό ορί­ζο­ντα
του εν τω πο­λέ­μω θνή­ξεις

Φολκός Λόγος

Κι όταν θ ’ ακού­σεις τις κα­μπά­νες να με­τρά­νε το χρό­νο
Μην πι­στέ­ψεις λέ­ξη.
Τις σο­φές κου­βέ­ντες των γε­ρό­ντων
και τις καυ­χη­σιές των Αντί­νο­ων κα­θώς πιά­νο­νται απ’ τις έν­νοιες
Μην πι­στέ­ψεις λέ­ξη.
Τ ’ αλή­θεια σα δια­χω­ρί­ζουν απ’ τα ψέ­μα­τα
και σταυ­ρώ­νουν στην αγο­ρά τον όχλο που επέ­λε­ξε τους Βα­ρα­βά­δες
Μην πι­στέ­ψεις λέ­ξη.
Τα ύστα­τα λό­για σε κλί­νη νε­κρι­κή σαν σου εμπι­στευ­τούν
Μην πι­στέ­ψεις λέ­ξη.
Κι όταν η πρώ­τη κου­βέ­ντα βγει απ’ το στό­μα του παι­διού σου
Τ’ αφτιά σου κλεί­σε ερ­μη­τι­κά
Και μην πι­στέ­ψεις λέ­ξη.
Η σκέ­ψη σου η εν­δό­μυ­χη σα σε τυ­λί­ξει
και συ­ρί­ζει γλεί­φο­ντας τα σω­θι­κά σου
Ρί­ξε την ψυ­χή σου σε λή­θαρ­γο βα­θύ
στης Λή­θης τα αιώ­νια μαύ­ρα χιό­νια
Ξέ­μα­θε κά­θε σύμ­βο­λο
Και μην πι­στέ­ψεις Λέ­ξη.
Όνει­δος για τον άνε­μο η εκ­φο­ρά τους
Και κά­θε χτύ­πος της καρ­διάς όταν εξέρ­χο­νται
Υπό­κω­φος, νε­κρός.
Βλα­στή­μια για τον κό­σμο η ύπαρ­ξη τους
Πα­ρα­λη­ρή­μα­τα μι­σό­τρε­λων μουγ­γών φε­λά­χων
μνη­στή­ρων του αι­θέ­ριου αντι­κα­το­πτρι­σμού
του δια­μα­ντέ­νιου Ψεύ­δους.

Φθίνων

Κου­ρε­λια­σμέ­νος πλά­νη­τας
επι­ζών ηλε­κτρι­σμέ­νης μύ­χιας κα­ται­γί­δας
Πύρ­ρειος η νί­κη σου.
Καυ­τές στα­γό­νες ηφαι­στεια­κής βρο­χής
λού­ζουν τη θλί­ψη σου
Τα ορ­νι­θο­σκα­λί­σμα­τα των πα­τέ­ρων
σκο­τει­νιά­ζουν την οδό.
Ακί­δες οι στιγ­μές, καρ­φω­μέ­νες
στον κόκ­κι­νο σφύ­ζο­ντα αχι­νό της καρ­διάς
Σιω­πη­λή κο­σμι­κή έκρη­ξη χω­ρίς απο­δέ­κτες
Πα­ράλ­λη­λες πο­ρεί­ες τρε­λών κλο­σά­ρη­δων
ημι­θα­νή τε­ρα­τουρ­γή­μα­τα στην πλά­νη του Εί­ναι.
Πρά­σι­νο το χρώ­μα της δύ­σης
Ει­σπνέ­εις το μωβ και το γα­λά­ζιο
κι η εκ­πνοή ξε­χύ­νει πη­χτό σκο­τά­δι.
Εί­πεν ο Κύ­ριος
Γε­νη­θή­τω ψεύ­δος και πα­ρά­νοια
και εγέ­νε­το κό­σμος ανε­στραμ­μέ­νος.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: