Θανάσης Πέτρου: Οι όμηροι του διχασμού και του πολέμου

Ο σχεδιαστής και σεναριογράφος του κόμικς, Θανάσης Πέτρου (φωτ.: Α. Μαλανδράκης, επεξεργασία εικόνας: Θ. Π.)
Ο σχεδιαστής και σεναριογράφος του κόμικς, Θανάσης Πέτρου (φωτ.: Α. Μαλανδράκης, επεξεργασία εικόνας: Θ. Π.)

«Στις αρ­χές του Αυ­γού­στου του 1916, ο λό­χος μου ήταν στο Σα­ρή Σα­μπάν (η ση­με­ρι­νή Χρυ­σού­πο­λη) κο­ντά στον Νέ­στο. Η υγρα­σία, η αφό­ρη­τη ζέ­στη κι η ελο­νο­σία μας θέ­ρι­ζαν. Οι Αγ­γλο­γάλ­λοι εί­χαν απο­κλεί­σει τα λι­μά­νια και τον ανε­φο­δια­σμό του στρα­τού, σ’ όλη την Ανα­το­λι­κή Μα­κε­δο­νία. Η πεί­να εί­χε αρ­χί­σει να σφίγ­γει τα στο­μά­χια μας. Μία ήταν η δια­τα­γή κά­θε μέ­ρα: Ξα­μο­λη­θεί­τε πα­ντού και συ­γκε­ντρώ­στε τρό­φι­μα, σι­τά­ρι, κα­λα­μπό­κι κρι­θά­ρι». Έτσι ξε­κι­νά το graphic novel «Οι όμη­ροι του Γκαίρ­λιτς – Μια απί­στευ­τη, αλη­θι­νή ιστο­ρία δι­χα­σμού και πο­λέ­μου» που κυ­κλο­φο­ρεί από τις εκ­δό­σεις Ίκα­ρος. Το υπο­γρά­φει ο Θα­νά­σης Πέ­τρου (σε­νά­ριο και σχέ­διο) προ­σθέ­το­ντας ένα ακό­μα άλ­μπουμ στο δη­μιουρ­γι­κό παλ­μα­ρέ του.
Με πτυ­χίο γαλ­λι­κής φι­λο­λο­γί­ας και με­τα­πτυ­χια­κό στην κοι­νω­νιο­γλωσ­σο­λο­γία, ο Θα­νά­σης Πέ­τρου έχει αφή­σει το καλ­λι­τε­χνι­κό του απο­τύ­πω­μα σε διά­φο­ρα πε­ριο­δι­κά κό­μικς, από τη «Βα­βέλ» και το έν­θε­το «9» της Ελευ­θε­ρο­τυ­πί­ας μέ­χρι τη «Γα­λέ­ρα». Πα­ράλ­λη­λα έχει δη­μιουρ­γή­σει (ή συν-δη­μιουρ­γή­σει) αρ­κε­τά graphic novel, ένα εκ των οποί­ων έχει πα­ρου­σια­στεί πα­λαιό­τε­ρα στον Χάρ­τη (δες εδώ). Ανα­μι­γνύ­ο­ντας την υψη­λή αι­σθη­τι­κή που χα­ρα­κτη­ρί­ζει τη δου­λειά του και την τεκ­μη­ριω­μέ­νη έρευ­να με την οποία μπο­λιά­ζει την αφή­γη­σή του, ο Θα­νά­σης Πέ­τρου με­τα­τρέ­πει τις 104 σε­λί­δες του άλ­μπουμ σε συ­ναρ­πα­στι­κό οπτι­κό ντο­κου­μέ­ντο μιας, άγνω­στης εν πολ­λοίς, ιστο­ρί­ας που συ­νέ­βη την πε­ρί­ο­δο του Εθνι­κού Δι­χα­σμού.
Το 1916, στη διάρ­κεια του τρί­του χρό­νου του Α΄ Πα­γκο­σμί­ου πο­λέ­μου, η Ελ­λά­δα προ­σπα­θεί να τη­ρή­σει στά­ση ου­δε­τε­ρό­τη­τας. Όταν η Βουλ­γα­ρία ει­σβάλ­λει στη Μα­κε­δο­νία, το Δ΄ Σώ­μα Στρα­τού, που εδρεύ­ει στην πε­ριο­χή, βρί­σκε­ται με­τα­ξύ σφύ­ρας και άκ­μο­νος. Η πρό­τα­ση του επι­κε­φα­λής του Σώ­μα­τος εκεί­νη την κρί­σι­μη στιγ­μή, μοιά­ζει εξω­πραγ­μα­τι­κή αλ­λά εκτε­λεί­ται: ολό­κλη­ρο το Δ΄ Σώ­μα Στρα­τού, που αριθ­μού­σε πά­νω από 7.000 άν­δρες, με­τα­φέρ­θη­κε και πα­ρέ­μει­νε για πε­ρισ­σό­τε­ρο από δύο χρό­νια σε ένα ιδιό­μορ­φο κα­θε­στώς άτυ­πης αιχ­μα­λω­σί­ας στη γερ­μα­νι­κή πό­λη Γκαίρ­λιτς. Πα­ρά τις φρι­χτές συν­θή­κες δια­βί­ω­σης υπό κα­θε­στώς πο­λέ­μου, τα κρού­σμα­τα μη­νιγ­γί­τι­δας, την ισπα­νι­κή γρί­πη που ενέ­σκη­ψε στο στρα­τό­πε­δο «θε­ρί­ζο­ντας» 300 από αυ­τούς, κα­θώς και τον εμ­φύ­λιο δια­χω­ρι­σμό σε βε­νι­ζε­λι­κούς και βα­σι­λι­κούς, που συ­νε­χί­στη­κε στο γερ­μα­νι­κό έδα­φος, οι Έλ­λη­νες επέ­δει­ξαν πλού­σια πνευ­μα­τι­κή δρά­ση τον και­ρό της αιχ­μα­λω­σί­ας τους. Με­τα­ξύ άλ­λων, εξέ­δω­σαν τη δι­κή τους κα­θη­με­ρι­νή εφη­με­ρί­δα στα ελ­λη­νι­κά και πραγ­μα­το­ποί­η­σαν τις πρώ­τες ηχο­γρα­φή­σεις ρε­μπέ­τι­κων και πα­ρα­δο­σια­κών τρα­γου­διών.
Αυ­τός εί­ναι, με λί­γα λό­για, ο θε­μα­τι­κός ιστός της ιστο­ρί­ας (με μι­κρό, αλ­λά και κε­φα­λαίο το αρ­χι­κό της γράμ­μα) που δού­λε­ψε με μα­στο­ριά ο Θα­νά­σης Πέ­τρου. Ένα κό­μικς στο οποίο η Ιστο­ρία δια­σταυ­ρώ­νε­ται με τρία μυ­θο­πλα­στι­κά πρό­σω­πα, έναν Σμυρ­νιό, έναν Μα­νιά­τη και έναν Θεσ­σα­λο­νι­κιό, που απο­τε­λούν τους κι­νη­τή­ριους άξο­νες της αφή­γη­σης. Ανα­τρέ­χο­ντας σε μια πλού­σια βι­βλιο­γρα­φία, κα­θώς και σε εφη­με­ρί­δες της επο­χής, ο Θα­νά­σης Πέ­τρου κα­τά­φε­ρε να ανα­πλά­σει πει­στι­κά την ατμό­σφαι­ρα και το γί­γνε­σθαι εκεί­νης της επο­χής, δια­τη­ρώ­ντας αμεί­ω­το το εν­δια­φέ­ρον του ανα­γνώ­στη για την εξέ­λι­ξη της ιστο­ρί­ας. Για κα­λύ­τε­ρη κα­τα­νό­η­ση του ιστο­ρι­κού πλαι­σί­ου, πα­ρα­τί­θε­ται στον επί­λο­γο ένα χρο­νο­λό­γιο με τα γε­γο­νό­τα που συ­ντά­ρα­ξαν την Ελ­λά­δα την πε­ρί­ο­δο στην οποία ανα­φέ­ρε­ται το κό­μικς.

Γκαίρλιτς 1

Γκαίρλιτς 1

Γκαίρλιτς 1

Αν δεν κά­νω λά­θος εί­ναι το πέμ­πτο graphic novel στη μέ­χρι τώ­ρα δου­λειά σου. Για­τί επι­λέ­γεις αυ­τό το απαι­τη­τι­κό όσο και… πο­λυ­σέ­λι­δο εί­δος;

«Για πολ­λά χρό­νια υπήρ­χε μία “φι­λο­λο­γι­κή” συ­ζή­τη­ση για το αν τα κό­μικς εί­ναι τέ­χνη ή εί­ναι απλώς παι­δι­κά και εφη­βι­κά ανα­γνώ­σμα­τα χα­μη­λής αι­σθη­τι­κής. Στα­δια­κά, αυ­τό το θέ­μα λύ­θη­κε και η “ει­κα­στι­κό­τη­τα” που υπάρ­χει σε αρ­κε­τά κό­μικς, έχει πεί­σει σε με­γά­λο βαθ­μό το κοι­νό για την αι­σθη­τι­κή τους αρ­τιό­τη­τα, ώστε πλέ­ον τα κό­μικς να θε­ω­ρού­νται η 9η τέ­χνη. Ωστό­σο, η νε­ό­τε­ρη “φι­λο­λο­γι­κή”, ακα­δη­μαϊ­κή, όπως θέ­λεις χα­ρα­κτή­ρι­σέ την, συ­ζή­τη­ση εστιά­ζε­ται γύ­ρω από τον όρο graphic novel. Οπό­τε, σπα­τα­λιέ­ται πο­λύ με­λά­νι για να απο­δει­χθεί, πλέ­ον, η “λο­γο­τε­χνι­κό­τη­τα” των κό­μικς. Ο άτι­μος ο Γουίλ Άισ­νερ, όχι αυ­τός που πρω­το­χρη­σι­μο­ποί­η­σε, αλ­λά αυ­τός που κα­θιέ­ρω­σε τον όρο graphic novel με το βι­βλίο του Συμ­βό­λαιο με το Θεό (1978), ναρ­κο­θέ­τη­σε το πε­δίο, μιας και αυ­τό που θε­ω­ρεί­ται το πρώ­το graphic novel (και πά­λι όχι με από­λυ­τη βε­βαιό­τη­τα), δεν εί­ναι μια με­γά­λη ενιαία ιστο­ρία, δη­λα­δή ένα μυ­θι­στό­ρη­μα, αλ­λά ένα σύ­νο­λο μι­κρό­τε­ρων ιστο­ριών. Τέ­λος πά­ντων, ο όρος χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε και χρη­σι­μο­ποιεί­ται κυ­ρί­ως από τους Αμε­ρι­κα­νούς, πιο πο­λύ ως ένας όρος του μάρ­κε­τινγκ που κα­τέ­λη­ξε να παι­δεύ­ει τους θε­ω­ρη­τι­κούς των κό­μικς. Στην ευ­ρω­παϊ­κή, κυ­ρί­ως στη γαλ­λό­φω­νη, σκη­νή, δεν πο­λυ­χρη­σι­μο­ποιεί­ται. Οι Γάλ­λοι εί­ναι ικα­νο­ποι­η­μέ­νοι με τα BD (Bandes Dessinées) τους. Ενώ, οι απο­δό­σεις του όρου graphic novel στα ελ­λη­νι­κά εί­ναι δυ­στυ­χώς, μέ­χρι στιγ­μής, του­λά­χι­στον, ατυ­χείς: γρα­φι­στι­κό μυ­θι­στό­ρη­μα, γρα­φι­κή νου­βέ­λα (!), ει­κο­νο­γρα­φη­μέ­νο μυ­θι­στό­ρη­μα κ.ά. Βέ­βαια, η επι­κρά­τη­ση της χρή­σης του όρου graphic novel εί­χε και κά­ποιες συ­νέ­πειες που κα­νείς δεν θα φα­ντα­ζό­ταν πριν από 20 ή 25 χρό­νια. Έτσι, μι­λώ­ντας από προ­σω­πι­κή εμπει­ρία, το 2018 βρέ­θη­κα να εί­μαι κα­λε­σμέ­νος να πα­ρου­σιά­σω το Γρα-Γρου που κά­να­με με τον Τά­σο Ζα­φει­ριά­δη και τον Γιάν­νη Πα­λα­βό, στο διε­θνές φε­στι­βάλ λο­γο­τε­χνί­ας του Βε­ρο­λί­νου στην ημέ­ρα που ήταν αφιε­ρω­μέ­νη στα graphic novels. To Γρα-Γρου έφτα­σε στη βρα­χεία λί­στα υπο­ψη­φιο­τή­των του πε­ριο­δι­κού Ανα­γνώ­στης για βρα­βείο μυ­θι­στο­ρή­μα­τος. Το Στη μά­χη του Μα­ρα­θώ­να που κά­να­με με την Κα­τε­ρί­να Σέρ­βη κέρ­δι­σε κρα­τι­κό βρα­βείο βι­βλί­ου γνώ­σε­ων για παι­διά. Χω­ρίς την απε­νο­χο­ποί­η­ση των κό­μικς μέ­σω του όρου graphic novel τα πα­ρα­πά­νω πα­ρα­δείγ­μα­τα θα πα­ρέ­με­ναν στη σφαί­ρα της φα­ντα­σί­ας. Προ­σω­πι­κά, ωστό­σο, δεν με εν­θου­σιά­ζει ο όρος graphic novel, οπό­τε να πω πο­λύ απλά πως Οι όμη­ροι του Γκαίρ­λιτς εί­ναι το δω­δέ­κα­το κό­μικς που βγά­ζω, αλ­λά το πρώ­το στο οποίο υπο­γρά­φω και το σε­νά­ριο».

Πώς «συ­να­ντή­θη­κες» με αυ­τό το άγνω­στο ιστο­ρι­κό γε­γο­νός και τι σε πα­ρα­κί­νη­σε να το με­τα­φέ­ρεις σε κό­μικς;

«Ήταν λί­γο θέ­μα τύ­χης. Συ­γκέ­ντρω­να υλι­κό για να γρά­ψω ένα σε­νά­ριο σχε­τι­κό με έναν δη­μιουρ­γό του ρε­μπέ­τι­κου, αλ­λά στη διάρ­κεια της έρευ­νας-συγ­γρα­φής συ­νει­δη­το­ποί­η­σα ότι οι βι­βλιο­γρα­φι­κές μαρ­τυ­ρί­ες που υπάρ­χουν εί­ναι πο­λύ συ­χνά τό­σο αντι­φα­τι­κές, και κά­ποιες φο­ρές λαν­θα­σμέ­νες, που τε­λι­κά δεν βγά­ζεις ού­τε μέ­ση ού­τε άκρη. Οπό­τε το άφη­σα στην άκρη. Εν τω με­τα­ξύ όμως εί­χα πέ­σει πά­νω σε ένα βί­ντεο στο youtube με την ηχο­γρά­φη­ση ενός τρα­γου­διού με μπου­ζού­κι που εί­χε γί­νει στο Γκαίρ­λιτς και έτσι άρ­χι­σα να ψά­χνω αυ­τό το θέ­μα. Λί­γα πράγ­μα­τα και απο­σπα­σμα­τι­κά ήξε­ρα για την πε­ρί­πτω­ση των Ελ­λή­νων στρα­τιω­τών στο Γκαίρ­λιτς, δια­βά­ζο­ντας όμως, πο­λύ σύ­ντο­μα, η ιστο­ρία μου φά­νη­κε τό­σο συ­ναρ­πα­στι­κή και τό­σο εξω­πραγ­μα­τι­κή, που άφη­σα το προη­γού­με­νο θέ­μα και έπε­σα με τα μού­τρα στο ψά­ξι­μο για την ιστο­ρία του Γκαίρ­λιτς».

Στο κό­μικς θί­γο­νται οι κυ­ριό­τε­ρες στιγ­μές του εθνι­κού δι­χα­σμού: Η ανα­γνώ­ρι­ση της τριαν­δρί­ας της Θεσ­σα­λο­νί­κης ως νό­μι­μης κυ­βέρ­νη­σης από τις δυ­νά­μεις της Αντάντ, η κή­ρυ­ξη του πο­λέ­μου κα­τά της Βουλ­γα­ρί­ας από τον Βε­νι­ζέ­λο, η αντί­δρα­ση των βα­σι­λι­κών στην Αθή­να με τον εξο­πλι­σμό επι­στρά­των, το ανά­θε­μα του Βε­νι­ζέ­λου στο Πε­δί­ον του Άρε­ως, ο απο­κλει­σμός του λι­μα­νιού του Πει­ραιά από τους Αγ­γλο­γάλ­λους, η ει­σβο­λή των Ιτα­λών στα Γιάν­νε­να, ο απο­κλει­σμός του Ισθμού από τους Γάλ­λους και τε­λι­κά η φυ­γή του βα­σι­λιά Κων­στα­ντί­νου. Πώς μπό­ρε­σες να… τι­θα­σεύ­σεις όλο αυ­τό το πλή­θος των κα­ται­γι­στι­κών γε­γο­νό­των και ποιες ήταν οι πη­γές σου;

«Η βι­βλιο­γρα­φία για την ιστο­ρία του Γκαίρ­λιτς εί­ναι πε­ριο­ρι­σμέ­νη. Η βα­σι­κή πη­γή εί­ναι το βι­βλίο του Γε­ρά­σι­μου Αλε­ξά­του, Οι Έλ­λη­νες τους Γκαίρ­λιτς 1916-1919 (εκδ. Κυ­ρια­κί­δης 2015), ενώ πο­λύ ση­μα­ντι­κό ήταν και το στρα­τιω­τι­κό ημε­ρο­λό­γιο του Νι­κό­λα­ου Μαρ­γα­ρι­τού­λη, στο βι­βλίο σε επι­μέ­λεια του Δη­μή­τρη Μπε­νέ­κου, Και εγώ ήμουν στο Γκαίρ­λιτς, τα απο­μνη­μο­νεύ­μα­τα του στρα­τιω­τι­κού μου βί­ου, από το έτος 1913 μέ­χρι το έτος 1919, (εκδ. Κυ­ρια­κί­δης, 2019). Εφό­σον ήμουν και στη θέ­ση του σε­να­ριο­γρά­φου, έπρε­πε να κά­νω κά­ποιες βα­σι­κές επι­λο­γές. Από τη μία δεν ήθε­λα να κά­νω ένα κό­μικς σε τρι­το­πρό­σω­πη αφή­γη­ση, με έναν απρό­σω­πο αφη­γη­τή-“θεό”, από την άλ­λη ο όγκος των πλη­ρο­φο­ριών πού ήθε­λα να συ­μπε­ρι­λά­βω ήταν πο­λύ με­γά­λος. Οπό­τε, η λύ­ση που προ­τί­μη­σα ήταν να έχω τρεις πρω­τα­γω­νι­στές στρα­τιώ­τες, με τον έναν από αυ­τούς να εί­ναι ο αφη­γη­τής. Βλέ­που­με και πλη­ρο­φο­ρού­μα­στε τα πά­ντα μέ­σα από τα μά­τια του αφη­γη­τή. Βέ­βαια, συ­χνά ό,τι μα­θαί­νου­με εί­ναι απο­σπα­σμα­τι­κό, ελ­λι­πές, λο­γο­κρι­μέ­νο για­τί έτσι θα ήταν και η πραγ­μα­τι­κή πλη­ρο­φό­ρη­ση που εί­χαν οι αλη­θι­νοί πρω­τα­γω­νι­στές των γε­γο­νό­των στη Γερ­μα­νία. Επί­σης, η ανά­πτυ­ξη των χα­ρα­κτή­ρων αυ­τών των πρω­τα­γω­νι­στών εί­ναι αρ­κε­τά επι­λε­κτι­κή διό­τι, αν ήθε­λα να ανα­πτύ­ξω σε με­γά­λο βά­θος και τους χα­ρα­κτή­ρες, το κό­μικς θα έπρε­πε να έχει τρι­πλά­σιο μέ­γε­θος».

Μια πραγ­μα­τι­κά εντυ­πω­σια­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, δε­δο­μέ­νων των συν­θη­κών κρά­τη­σης, ήταν η έκ­δο­ση μιας ελ­λη­νι­κής εφη­με­ρί­δας από τους ομή­ρους του Γκαίρ­λιτς. Τι γνω­ρί­ζεις για αυ­τό;

«Πο­λύ σύ­ντο­μα, με­τά την εγκα­τά­στα­ση των Ελ­λή­νων στρα­τιω­τών στο Γκαίρ­λιτς, άρ­χι­σε να εκ­δί­δε­ται η εφη­με­ρί­δα Τα Νέα του Görlitz με Γερ­μα­νό υπεύ­θυ­νο έκ­δο­σης, τον Αι­μί­λιο Γκλά­ου­μπερ και με με­τα­φρα­στή τον αν­θυ­πο­λο­χα­γό Διο­νύ­σιο Αγα­πη­τό. Το πρώ­το φύλ­λο κυ­κλο­φό­ρη­σε στις 3 Νο­εμ­βρί­ου 1916 και το τε­λευ­ταίο στις 3 Ια­νουα­ρί­ου 1918 (συ­νο­λι­κά 365 φύλ­λα). Στη συ­νέ­χεια, από την 1 Ια­νουα­ρί­ου 1918 έως τις 15 Νο­εμ­βρί­ου 1918, κυ­κλο­φο­ρού­σε η εφη­με­ρί­δα Ελ­λη­νι­κά Φύλ­λα με έδρα, πλέ­ον, στο Βε­ρο­λί­νο και με δια­νο­μή σε όλη τη Γερ­μα­νία. Και οι δύο εφη­με­ρί­δες ήταν πο­λύ ση­μα­ντι­κές πη­γές πλη­ρο­φο­ριών για το κό­μικς μου, για­τί μά­θαι­να αφε­νός στοι­χεία για τις δρα­στη­ριό­τη­τες των Ελ­λή­νων στρα­τιω­τών στο Γκαίρ­λιτς, αλ­λά μπο­ρού­σα να δια­πι­στώ­σω και ποια ήταν η πλη­ρο­φό­ρη­ση που εί­χαν αυ­τοί σχε­τι­κά με την έκ­βα­ση του πο­λέ­μου σε όλα τα μέ­τω­πα, ή την κα­τά­στα­ση που επι­κρα­τού­σε στην Ελ­λά­δα. Βέ­βαια, στην εφη­με­ρί­δα τα Ελ­λη­νι­κά Φύλ­λα με πο­λύ ευ­ρύ­τε­ρη κυ­κλο­φο­ρία, η πλη­ρο­φό­ρη­ση για ει­δή­σεις σχε­τι­κά με το Γκαίρ­λιτς πε­ριο­ρί­στη­κε πο­λύ. Εν­δια­φέ­ρον εί­χε ότι στην εφη­με­ρί­δα Τα Νέα του Görlitz δη­μο­σί­ευ­σε κεί­με­νά του, ένας πο­λύ γνω­στός συγ­γρα­φέ­ας που βρέ­θη­κε εκεί υπη­ρε­τώ­ντας τη θη­τεία του, ο Βα­σί­λης Ρώ­τας. Τον Ρώ­τα μά­λι­στα τον έχω βά­λει να πρω­τα­γω­νι­στεί στην ιστο­ρία μου, ενώ έχω εντά­ξει στο κό­μικς και ένα από τα δη­μο­σιευ­μέ­να κεί­με­νά του. Υπήρ­χαν και άλ­λες γνω­στές προ­σω­πι­κό­τη­τες που βρέ­θη­καν εκεί υπη­ρε­τώ­ντας τη στρα­τιω­τι­κή τους θη­τεία, όπως ο συγ­γρα­φέ­ας και θε­α­τρι­κός κρι­τι­κός Λέ­ων Κου­κού­λας ο οποί­ος έκα­νε με­τα­φρά­σεις για την εφη­με­ρί­δα, αλ­λά δη­μο­σί­ευ­σε και χρο­νο­γρα­φή­μα­τά του. Στο Γκαίρ­λιτς βρέ­θη­καν επί­σης ο ηθο­ποιός του θε­ά­τρου Βα­σί­λης Αρ­γυ­ρό­που­λος και ο γεν­νη­μέ­νος στην Ιτα­λία ζω­γρά­φος Παύ­λος Ρο­δο­κα­νά­κης, ο οποί­ος αρ­γό­τε­ρα, στη διάρ­κεια της Μι­κρα­σια­τι­κής Εκ­στρα­τεί­ας, μα­ζί με τον Σπύ­ρο Πα­πα­λου­κά εκτε­λού­σε χρέη πο­λε­μι­κού ζω­γρά­φου».

Εξί­σου εντυ­πω­σια­κό εί­ναι και το στοι­χείο που πα­ρου­σιά­ζε­ται στο κό­μικς ανα­φο­ρι­κά με τις ηχο­γρα­φή­σεις πα­ρα­δο­σια­κών και ρε­μπέ­τι­κων τρα­γου­διών που ερ­μή­νευ­σαν κρα­τού­με­νοι στο Γκαίρ­λιτς. Πώς πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν, εν μέ­σω πο­λέ­μου και σε συν­θή­κες αιχ­μα­λω­σί­ας; Δια­σώ­ζε­ται κά­τι από αυ­τά τα σπά­νια ηχη­τι­κά ντο­κου­μέ­ντα;

«Η πα­ρου­σία των χι­λιά­δων Ελ­λή­νων στρα­τιω­τών στο Γκαίρ­λιτς απο­τέ­λε­σε πό­λο έλ­ξης για Γερ­μα­νούς πα­νε­πι­στη­μια­κούς, ελ­λη­νι­στές και ερευ­νη­τές. Ένας από αυ­τούς ήταν ο βυ­ζα­ντι­νο­λό­γος Αύ­γου­στος Χάι­ζεν­μπεργκ (πα­τέ­ρας του νο­μπε­λί­στα φυ­σι­κού Βέρ­νερ Χάι­ζεν­μπεργκ) ο οποί­ος απο­φά­σι­σε να ορ­γα­νώ­σει μια συ­στη­μα­τι­κή ηχη­τι­κή κα­τα­γρα­φή των νε­ο­ελ­λη­νι­κών δια­λέ­κτων και ιδιω­μά­των. Οι ηχο­γρα­φή­σεις έγι­ναν τον Ιού­λιο του 1917 σε ει­δι­κά δια­μορ­φω­μέ­νο χώ­ρο στο στρα­τό­πε­δο, από την Βα­σι­λι­κή Πρω­σι­κή Φω­νο­γρα­φι­κή Επι­τρο­πή. Ηχο­γρα­φή­θη­καν πά­νω από 100 δί­σκοι 78 στρο­φών με αφη­γή­σεις πα­ρα­μυ­θιών, τρα­γού­δια, ψαλ­μούς και μου­σι­κούς σκο­πούς. Στο Γκαίρ­λιτς μά­λι­στα, έγι­νε μία από τις πρώ­τες ηχο­γρα­φή­σεις μπου­ζου­κιού. Πρό­κει­ται για το τρα­γού­δι “Χή­ρα ν’ αλ­λά­ξεις τ’ όνο­μα”, οπό­τε παίρ­νου­με σή­με­ρα μια ιδέα για το πως παι­ζό­ταν το μπου­ζού­κι πριν από 100 χρό­νια από ερα­σι­τέ­χνες μου­σι­κούς, τους οποί­ους θα πρέ­πει να εί­χε ακού­σει και ο Μάρ­κος Βαμ­βα­κά­ρης στη Σύ­ρα (την ηχο­γρά­φη­ση αυ­τή μπο­ρεί να την ακού­σει κά­ποιος στον σύν­δε­σμο https://​www.​youtube.​com/​watch?​v=JbN​zHX9​CY0w&​t=3s). Όλο το αρ­χείο των ηχο­γρα­φη­μέ­νων δί­σκων σώ­ζε­ται μέ­χρι σή­με­ρα. Κα­τά με­γά­λη μου τύ­χη, μό­λις κυ­κλο­φό­ρη­σε το κό­μικς, μου τη­λε­φώ­νη­σε η μου­σι­κο­λό­γος Μι­ρά­ντα Τερ­ζο­πού­λου με την οποία εί­μα­στε φί­λοι και με πλη­ρο­φό­ρη­σε ότι τα τε­λευ­ταία τρία χρό­νια κα­τα­γρά­φει και επε­ξερ­γά­ζε­ται το αρ­χείο των ηχο­γρα­φή­σε­ων του Γκαίρ­λιτς, για μία μελ­λο­ντι­κή έκ­δο­ση στην Ελ­λά­δα. Εν­θου­σιά­στη­κα! Την επι­σκέ­φθη­κα και μπό­ρε­σα να ακού­σω και άλ­λες ηχο­γρα­φή­σεις. Το υλι­κό εί­ναι κα­τα­πλη­κτι­κό και αδη­μο­νώ για τη συ­νο­λι­κή ακρό­α­ση όταν θα κυ­κλο­φο­ρή­σει η ελ­λη­νι­κή έκ­δο­ση».

Τι κα­τά­λη­ξη εί­χε αυ­τή η ιδιό­μορ­φη αιχ­μα­λω­σία και ποια ήταν η τύ­χη των ομή­ρων του Γκαίρ­λιτς;

«Στον επί­λο­γο του βι­βλί­ου έχω βά­λει μία σύ­νο­ψη των ιστο­ρι­κών γε­γο­νό­των της επο­χής στον Ελ­λα­δι­κό χώ­ρο, αλ­λά και το κλεί­σι­μο του κε­φα­λαί­ου “Γκαίρ­λιτς”. Στις αρ­χές του 1919, στο τι­μό­νι της κυ­βέρ­νη­σης βρί­σκε­ται ο Βε­νι­ζέ­λος οπό­τε, όταν επα­να­πα­τρί­ζο­νται οι αξιω­μα­τι­κοί και οι στρα­τιώ­τες του Δ΄ Σώ­μα­τος Στρα­τού, θε­ω­ρού­νται προ­δό­τες διό­τι, πρώ­τον επέ­τρε­ψαν στους Γερ­μα­νο­βούλ­γα­ρους να κα­τα­λά­βουν την Ανα­το­λι­κή Μα­κε­δο­νία, και δεύ­τε­ρον πα­ρα­δό­θη­καν αμα­χη­τί σε αυ­τούς. Βέ­βαια, κά­που 300 στρα­τιώ­τες εί­χαν αφή­σει λό­γω ασθε­νειών τα κο­κα­λά­κια τους στη Γερ­μα­νία και πε­ρί­που 200 έμει­ναν εκεί για­τί εί­χαν βρει το έτε­ρο τους ήμι­συ. Στην Ελ­λά­δα, όσων στρα­τιω­τών η θη­τεία έχει λή­ξει απο­λύ­ο­νται, ενώ οι υπό­λοι­ποι εκτο­πί­ζο­νται. Οι αξιω­μα­τι­κοί κα­τα­τάσ­σο­νται στους ποι­νι­κά διω­κό­με­νους, στους πει­θαρ­χι­κά ελεγ­χό­με­νους, και στους μη ενε­χό­με­νους πο­σώς. Απο­στρα­τεύ­ο­νται πά­νω από 300 αξιω­μα­τι­κοί και τε­λι­κά τον Μάιο του 1920 πα­ρα­πέ­μπο­νται σε δί­κη δέ­κα αξιω­μα­τι­κοί (οι πέ­ντε ερή­μην). Οι οκτώ από τους δέ­κα κα­τη­γο­ρού­με­νες κα­τα­δι­κά­ζο­νται εις θά­να­τον (οι δύο αθω­ώ­νο­νται). Η εκτέ­λε­σή τους δεν θα γί­νει πο­τέ, διό­τι πλη­σί­α­ζαν οι εκλο­γές το Νο­εμ­βρί­ου του 1920, τις οποί­ες χά­νει ο Ελευ­θέ­ριος Βε­νι­ζέ­λος, αυ­το­ε­ξο­ρί­ζε­ται στο Πα­ρί­σι ενώ λί­γο με­τά επα­νέρ­χε­ται στην Ελ­λά­δα ο βα­σι­λιάς Κων­στα­ντί­νος. Η ιστο­ρία των γε­γο­νό­των του Γκαίρ­λιτς ήταν ένα κε­φά­λαιο της πε­ριό­δου του εθνι­κού δι­χα­σμού, που δεν κα­τα­τάσ­σε­ται στις έν­δο­ξες σε­λί­δες της νε­ο­ελ­λη­νι­κής ιστο­ρί­ας. Φα­ντα­στεί­τε ότι το Δ’ Σώ­μα Στρα­τού με­τά τα γε­γο­νό­τα του Γκαίρ­λιτς έπα­ψε να υπάρ­χει στον ελ­λη­νι­κό στρα­τό. Με­τα­σχη­μα­τί­στη­κε κα­τά τη Μι­κρα­σια­τι­κή Εκ­στρα­τεία σε στρα­τιά Θρά­κης με έδρα την Αδρια­νού­πο­λη και ου­σια­στι­κά θα ξα­να­σχη­μα­τι­στεί μό­λις στη με­τα­πο­λί­τευ­ση, το 1976. Επει­δή όμως με το Γκαίρ­λιτς μου άνοι­ξε η όρε­ξη για ιστο­ρι­κά θέ­μα­τα, αυ­τή τη στιγ­μή δου­λεύω την ιστο­ρι­κή συ­νέ­χεια που ακο­λού­θη­σε το τέ­λος του Α΄ Πα­γκο­σμί­ου πο­λέ­μου για τα ελ­λη­νι­κά δε­δο­μέ­να, δη­λα­δή τη Μι­κρα­σια­τι­κή Εκ­στρα­τεία που κα­τέ­λη­ξε στη Μι­κρα­σια­τι­κή Κα­τα­στρο­φή του 1922. Ελ­πί­ζω να έχει ολο­κλη­ρω­θεί σύ­ντο­μα και να κυ­κλο­φο­ρή­σει, παν­δη­μί­ας επι­τρέ­που­σας, με το νέο έτος».

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: