Ήταν η εποχή που λέγαμε εκείνα τ’ αλαμπουρνέζικα σε δήθεν ξένες γλώσσες, το «Λοστρόμος σε σέλα βέσπας» στα δήθεν αργεντίνικα, το «Ακούμπα, Κούλα, τα μπαούλα» στα δήθεν αφρικάνικα, το «Να η Σπάρτη» στα δήθεν εγγλέζικα.
Ο Αλέκος ο Φασιανός με πήρε στο τηλέφωνο ένα πρωί χαρούμενος. Από το ύφος του ήχου της φωνής του κατάλαβα, κάτι σατιρικό ήθελε να μου πει: —Πήγα χτες σε μια έκθεση, εκείνου εκεί. Δεν του ’φτανε μία γκαλερί, σε δύο ταυτόχρονα έκανε. Και πηγαίναμε από τη μια στην άλλη, στο δρόμο ήμασταν, και μια δημοσιογράφος με πίεζε να της πω κάτι για τα έργα και τον ζωγράφο τους. Και δεν μ’ άφηνε. Κι εγώ δεν ήθελα να πω τίποτα. Αλλά, μόλις φτάσαμε στη δεύτερη γκαλερί, με σταμάτησε πάλι.

— Ελάτε, δεν μπορείτε. Πείτε μου κάτι για τον φίλο σας.
— Κι εγώ τότε της είπα ένα από αυτά που λέμε, το γερμανικό: «Ρηχά είναι, μπείτε», της είπα.

Και γέλαγε ο Αλέκος. Και γελάγαμε.


( Από το ανέκδοτο βιβλίο Νουάρ Στιγμές )