Δια­βά­ζω, σε δη­μο­σί­ευ­μα που εί­χε την κα­λο­σύ­νη να στεί­λει στον Χάρ­τη η κα­λή φί­λη Αμά­ντα Μι­χα­λο­πού­λου, ότι ο Scott (νυν Veronica Scott) Esposito, αμε­ρι­κα­νός φι­λό­λο­γος, γνω­στός μου και από τη συ­γκρα­τη­μέ­νη λό­γω ερω­τη­μα­τι­κού ια­τρο­δι­κα­στι­κή έκ­θε­ση The End of Oulipo? (Ζero Books 2013), εξέ­δω­σε (ηλε­κτρο­νι­κά) το πό­νη­μα The Missing Books, όπου, ού­τε λί­γο ού­τε πο­λύ, κα­τα­γρά­φει τους τί­τλους εκα­τό πε­ρί­που βι­βλί­ων που «δεν υπάρ­χουν, αλ­λά έπρε­πε» (“Books that don’t exist, but should”). Όπως εξη­γεί ο ίδιος, ο κα­τά­λο­γός του πε­ρι­λαμ­βά­νει:

  1. βι­βλία «μέ­σα σε βι­βλία» [δεν κα­τα­λα­βαί­νω αν εν­νο­εί ολό­κλη­ρα βι­βλία, συ­νό­ψεις ή, έστω, τί­τλους ανύ­παρ­κτων βι­βλί­ων – εδώ το «έπρε­πε να έχουν εκ­δο­θεί» εί­ναι τό­σο αυ­θαί­ρε­το όσο και η φα­ντα­σία κά­θε κα­τα­σκευα­στή μιας τέ­τοιας λο­γο­τε­χνι­κής μπά­μπου­σκας, με (συ­ζη­τή­σι­μο) πρώ­το και (ασφα­λώς) κα­λύ­τε­ρο τον Μπόρ­χες],
  2. βι­βλία «που οι συγ­γρα­φείς τους δεν κα­τά­φε­ραν να ολο­κλη­ρώ­σουν» [προ­σέ­χω τη δια­τύ­πω­ση «δεν κα­τά­φε­ραν» (“did not manage”) και ανα­ρω­τιέ­μαι τι νό­η­μα έχει αυ­τή η φι­λο­λο­γι­κή τυμ­βω­ρυ­χία στις πε­ρι­πτώ­σεις όπου ο ημι­τε­λής συγ­γρα­φέ­ας δεν ήθε­λε να ολο­κλη­ρώ­σει ή, στο πιο μα­κά­βριο, όταν το μό­νο που κα­τά­φε­ρε ήταν να σαρ­κά­σει προ­κα­τα­βο­λι­κά («Ας γε­λά­σω») ένα αιφ­νί­διο θέ­λη­μα Θε­ού], και
  3. βι­βλία «που δεν εκ­δό­θη­καν ακό­μα, αλ­λά μπο­ρεί μια μέ­ρα να εκ­δο­θούν» (δεν θέ­λει πολ­λές μα­θη­μα­τι­κές γνώ­σεις για να κα­τα­λά­βει κα­νείς ότι «βι­βλίο που δεν εκ­δό­θη­κε ακό­μα» εί­ναι και αυ­τό που δεν έχει γρα­φτεί ακό­μα, κά­τι που ανε­βά­ζει τον σχε­τι­κό αριθ­μό σε ιλιγ­γιώ­δη ύψη που φλερ­τά­ρουν με το άπει­ρο).

Η ψυ­χρό­τη­τα αυ­τής της λί­στας (όπου φι­γου­ρά­ρουν ονό­μα­τα όπως της Μάρ­γκα­ρετ Άτ­γουντ, του Κόρ­μακ Μακ Κάρ­θι ή του Φί­λιπ Ντικ) οφεί­λε­ται στην απου­σία όχι τό­σο ενός κρι­τι­κού λό­γου που θα τεκ­μη­ρί­ω­νε την επι­λο­γή (και, άρα, το έπρε­πε) όσο μιας αντι-λί­στας με τα βι­βλία τα οποία δεν έπρε­πε να έχουν εκ­δο­θεί πο­τέ, κά­τι που θα ανέ­βα­ζε όχι μό­νο τη θερ­μο­κρα­σία της λί­στας αλ­λά και τους σφυγ­μούς της πα­γκό­σμιας λο­γο­τε­χνι­κής κοι­νό­τη­τας [και (για­τί όχι;) της εν γέ­νει καλ­λι­τε­χνι­κής: πί­να­κες που δεν έπρε­πε να έχουν ζω­γρα­φι­στεί, ται­νί­ες που δεν έπρε­πε να έχουν γυ­ρι­στεί, κ.λπ.]. Εί­ναι κρί­μα που δεν ζει πια ο συγ­γρα­φέ­ας ο οποί­ος όχι μό­νο θα ανα­λάμ­βα­νε επι­τυ­χώς αυ­τό το επί­μο­χθο έρ­γο, αλ­λά και θα το εμπλού­τι­ζε με πιο οι­κου­με­νι­κές κα­τη­γο­ρί­ες [«άν­θρω­ποι που δεν έπρε­πε να έχουν γεν­νη­θεί» (π.χ. ο Χί­τλερ), «πό­λε­μοι που δεν έπρε­πε να έχουν διε­ξα­χθεί» (όλοι) κ.λπ.]: ο Ονό­ριο Μπού­στος Ντο­μέκ.