Σημειώσεις από το περιβάλλον
[ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ή ΠΕΡΑ ΑΠ᾽ ΑΥΤΗΝ ]

Ιστορία της πανουργίας: Τζόις

   


στη Νένη Πανουργιά

Έργο φιλοσόφων και φιλοσοφικά στραμμένων ιστορικών, ιδίως μετά τον Χέγκελ, είναι να επιδεικνύουν την πανουργία της ιστορίας. Δουλειά συγγραφέων και λογοτεχνικά διεστραμμένων ερευνητών είναι να αναδεικνύουν την ιστορία της πανουργίας. Αυτό έχουν κάνει ο Όμηρος, ο Ραμπελέ, ο Θερβάντες. Αυτό συμβαίνει και με τον Οδυσσέα, βιβλίο που εκδόθηκε, όταν ο Τζέιμς Τζόις γινόταν σαράντα ετών, στο Παρίσι το 1922, έτος έναρξης του ιρλανδικού εμφυλίου πολέμου, όπως και της Μικρασιατικής καταστροφής. «Η ιστορία … είναι ένας εφιάλτης από τον οποίο προσπαθώ να ξυπνήσω», ομολογεί ένας Δαιδαλώδης χαρακτήρας του μυθιστορήματος στο δεύτερο (“Νέστωρ”) από τα δεκαοκτώ επεισόδιά του.
Στα επαναστατικά (από επιστημονικής, καλλιτεχνικής και πολιτικής πλευράς) χρόνια της ύστερης νεωτερικότητας των αρχών του εικοστού αιώνα, ο Τζόις αναδείχθηκε στην πιο πανούργα μορφή στα χρονικά της πεζογραφίας. Όπως κάθε συγγραφέας, τίποτε άλλο δεν ήθελε, παρά αναγνώστες και κριτικοί να ασχολούνται διαρκώς με το έργο του. Εκείνος το πέτυχε και ακλόνητη παραμένει η θέση του ως του πιο αναγνωρισμένου αδιάβαστου σύγχρονου συγγραφέα. Το δυσανάγνωστο του Οδυσσέα επιβεβαιώθηκε από την Αγρυπνία …, που ακολούθησε και πράγματι πολύ δύσκολα διαβάζεται. Είχαν προηγηθεί οι εκ των υστέρων διαβαστεροί Δουβλινέζοι και το Πορτρέτο … Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν τρεις δεκαετίες από τον θάνατό του πριν δημοσιευθεί η οδυσσειακή πρόγνωση Τζάκομο Τζόις. «Να με αγαπάς. Να αγαπάς την ομπρέλα μου», καταλήγει το κείμενο εκείνο, αν καλά θυμάμαι την ψυχανάλυση της πρώτης ανάγνωσής του, όταν βρέθηκα φοιτητής στο Όρεγκον μετά το γυμνάσιο. Το δυσανάγνωστο του Οδυσσέα (ή Ουλυσσέα ή Ουτζοϊσέα) επιβεβαιώθηκε από την Αγρυπνία …, που ακολούθησε και πράγματι πολύ δύσκολα διαβάζεται.
Ο μοντερνισμός του Τζόις συνιστά μία ταύτιση – δηλαδή σύγχυση – υποκειμένου και αντικειμένου, κατ’ εξοχήν μέσω εσωτερικών μονολόγων. Ως πρόσωπο αναφοράς στο κεντρικό έργο του έχει επιλέξει το μυθικό πρότυπο της πανουργίας που, όσο Κανείς, καλείται Οδυσσέας. Πρόκειται για έναν Δούρειο Ίππο διείσδυσης της τέχνης του λόγου στη μυθολογία της πραγματικότητας. Ο Τζόις και εκτός κειμένου με σαφήνεια έχει τοποθετηθεί για το πώς βλέπει τον Οδυσσέα ως τον πιο ολοκληρωμένο λογοτεχνικά χαρακτήρα σε σχέση με άλλους, όπως ο Άμλετ.
Ο εσωτερικός μονόλογος μπορεί να εκληφθεί ως πολιτογράφηση στην πεζογραφία της έσω «φωνής» στη λυρική ποίηση. Πρόκειται όμως για τέτοια προσαρμογή σε πεζό περιβάλλον, που μοιάζει με εξαρχής ιθαγένεια. Η περίπτωση θυμίζει το τι συνέβη με τον κινηματογράφο, που ήταν μια επινόηση των Γάλλων, την οποία οι Αμερικανοί απέσπασαν ως δική τους. Γενικότερα, χωρίς τους Γάλλους δεν θα υπήρχαν Ηνωμένες Πολιτείες. Και για τις ΗΠΑ, όπως για κάθε ευεργετημένο, αυτό παραμένει ασυγχώρητο.
Ασυγχώρητος ήταν και ο Τζόις, ο οποίος, ως εξόριστος εκπρόσωπος μιας νεότερης συμμορίας Ιρλανδών συγγραφέων, ολοκλήρωσε την κατάκτηση της αγγλικής γλώσσας από τους απογόνους εκείνων που είχαν χάσει τη δική τους στη βρετανική αποικία όπου ζούσαν. Μετά το βιβλίο της Τεργέστης, που έγινε Δουβλίνο, σκοτώνοντας τους μνηστήρες και επιστρέφοντας στην Πηνελόπη, ο Οδυσσέας μπορούσε πλέον να παρατείνει την Αγρυπνία … με ψήγματα προσωπικής πολυγλωσσίας. Διαρκώς αγγλικά δίδασκε σε ξένους άλλωστε. Για μεγάλο μέρος του εικοστού αιώνα και πριν επινοηθεί η μεταποικιακή κριτική, στην Αμερική οι Ιρλανδοί δεν εθεωρούντο «λευκοί», όπως ούτε οι Έλληνες. Πέρασε καιρός πριν το Δουβλίνο καταστεί τζοϊσοδυσσειακή Ντίσνεϊλαντ.
Μετά τον Τζόις, πέραν των αγγλικών χρειάστηκε να κινηθεί και ο Μπέκετ, που άρχισε να γράφει στα γαλλικά και να μεταφράζει τον εαυτό του. Σε προσομοίωση ίσως της θητείας του Πάουντ ως γραμματέα του Γέιτς, ο Μπέκετ υπήρξε ένα διάστημα στο Παρίσι γραμματικός του Τζόις, πριν ατυχήσει ειδύλλιο με την κόρη του, που παρέμεινε έγκλειστη, έπειτα από διάγνωση και του Γιουνγκ, σε άσυλο και μετά τον θάνατο του πατέρα της.
Στην προσωπική Οδύσσεια του Τζόις στο ευρωπαϊκό πέλαγος, εξέχουσες νησίδες, μετά το Δουβλίνο, ήταν η Τεργέστη, το Παρίσι, η Ζυρίχη. Στην Ιρλανδία δεν επέστρεψε. Διπλωματικοί εκπρόσωποι της χώρας απέφυγαν την κηδεία του, όπου παρέστη Βρετανός πρόξενος. Μετά την ανεξαρτησία η χώρα του είχε φτάσει στα όρια Καθολικής θεοκρατίας, πριν το καθεστώς ανατραπεί από την κατακραυγή για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών σε εκκλησιαστικά ιδρύματα και τις επιπτώσεις μαζικών αφίξεων επισκεπτών, αποδήμων και εργαζομένων σε φορολογικά ευλογημένες διεθνείς επιχειρήσεις. «Δεν υπάρχει αίρεση ή φιλοσοφία πιο απεχθής για την εκκλησία από το ανθρώπινο ον», είχε υποστηρίξει σε επιστολή του ο Τζόις το 1902.
Παρ’ όλα αυτά ή ακριβώς εξαιτίας τους, ο Τζόις ανέδειξε την εβραιο-ελληνική μεταφυσική και κοσμική σύντηξη που ονομάζεται χριστιανισμός και έχει καθορίσει την Ευρώπη. Το στοιχείο αυτό αφομοιώνεται στον πυρήνα του Οδυσσέα. Ο Μπλουμ είναι εβραϊκής καταγωγής. Ο ήρωας του έργου φαίνεται να παραπέμπει στον έμπορο, μαθητή του αγγλικών και φίλο στην Τεργέστη Ίταλο Σβέβο, τον οποίο ο Τζόις ενθάρρυνε να συνεχίσει να γράφει. Κατάληξη ήταν Η συνείδηση του Ζήνωνα, κορυφαίο μυθιστόρημα του ιταλικού μοντερνισμού και παρωδία της ψυχανάλυσης. Το πραγματικό όνομα του Σβέβο ήταν Έττορε Σμιτς, οπότε τεκμαίρεται το πώς ένας Έκτορας μπορεί να μεταμορφωθεί σε Οδυσσέα.
Εν πάση περιπτώσει και ανεξαρτήτως του τι λένε οι ίδιοι, στον βαθμό που υπερισχύει η καταστροφική σχέση τους με την τήρηση της γλώσσας, οι συγγραφείς τείνουν προς έναν συν-τηρητισμό. Αυτό όμως τους αφήνει χρόνο να ασχοληθούν με την αναρχία, τον κομμουνισμό, τον χριστιανισμό, τον εθνικισμό ή τη θεοσοφία. Ο μοντερνισμός ήταν ένα κίνημα αναπαλαίωσης. Πολλοί θεωρούν ότι η παράδοση είναι πάντοτε σύγχρονη. Συνηθέστερο είναι το σύγχρονο να παραμένει διαρκώς παραδοσιακό.
Λιγότερο από έναν χρόνο πριν από την έκδοση του Οδυσσέα, στις 5 Μαϊου 1921, κυκλοφόρησε το εμβληματικό άρωμα Σανέλ Νο 5, που ανακαλεί φρεσκοπλυμένο με σαπούνι δέρμα. Κόρη ενός μανάβη και μιας πλύστρας, η Κοκό Σανέλ είχε μανία με την καθαριότητα, έχοντας περάσει τα εφηβικά της χρόνια σε μοναστήρι, μετά τον θάνατο της μητέρας της. Πάντοτε βάζω μια σταγόνα Σανέλ Νο 5 πριν κοιμηθώ, έλεγε η Μέριλιν Μονρόε. Δεν γνωρίζουμε αν το φορούσε όταν διάβαζε Οδυσσέα.

Μυθοπλασίες / χαρτοπλασίες: σημείωση

Ο Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον έγινε έξαλλος γιατί ο εκδότης ήθελε να μην περιλάβει στο βιβλίο του Η απαγωγή (Kidnapped) έναν χάρτη που είχε σχεδιάσει. Ο Φόκνερ ήταν ευτυχής να προσθέσει γενεαλογικό δέντρο των χαρακτήρων και χάρτη της φανταστικής περιοχής όπου διαδραματίζεται το μυθιστόρημα Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ!, όπως πρότεινε το Random House. Ο Τζόις όμως αρνήθηκε να υπάρχει χάρτης στο βιβλίο του, όταν από τον ίδιο εκδοτικό οίκο επρόκειτο να εκδοθεί, λίγο νωρίτερα το 1934, η πρώτη νόμιμη έκδοση στις ΗΠΑ του Οδυσσέα. Τελικά το βιβλίο συνόδευε μια αφίσα με χάρτη του Δουβλίνου, που καθησύχαζε τους αναγνώστες ότι το μυθιστόρημα δεν ήταν ακατανόητο.
Με αφορμή τα εκατό χρόνια από την πρώτη πλήρη έκδοση στο Παρίσι του Ιρλανδού Οδυσσέα, το Χάντινγκτον παρουσίασε εκθέματα από τις συλλογές του για τη σχέση μυθοπλασίας και χαρτογραφίας, από τον Όμηρο έως τις ημέρες μας. Τι προστίθεται και τι χάνεται όταν ένας χάρτης συνοδεύει μια αφήγηση; Καταλαμβάνοντας μεγάλη έκταση στην περιοχή Σαν Μαρίνο του Λος Άντζελες, κοντά στον ωκεανό, το ίδρυμα περιλαμβάνει βιβλιοθήκη με 8 εκατομμύρια χειρόγραφα, εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία, χαρακτικά και φωτογραφίες, μουσείο με ευρωπαϊκά και αμερικανικά έργα τέχνης και πάνω από δώδεκα βοτανικούς κήπους. Θα χρειαζόσουν χάρτη για να φτάσεις στην έκθεση, όπου υπήρχε και χάρτης των (εγκληματικών) μυστηρίων του Ρέιμοντ Τσάντλερ. Υπήρχε και ένας από τους επτά χάρτες, που απαρτίζουν το έργο «In Medias Res» του Ιρλανδού καλλιτέχνη Ντέιβιντ Λίλμπερν, όπου το τι συμβαίνει στον Οδυσσέα του Τζόις συνδέεται με την τοπολογία του Δουβλίνου στις 16 Ιουνίου 1904.
Από μία άποψη, κάθε βιβλίο είναι ένας χάρτης, που εκτυπωμένο ή χειρόγραφο χωρογραφεί το κείμενο που περιέχει: ακριβώς στις διαστάσεις του, προοικονομώντας έτσι την επιστημονικότητα των χαρτογραφικών συλλογισμών του Μπόρχες. Εκείνος έβλεπε έχοντας χάσει το φως του. Με γλαύκωμα, καταρράκτη, προβλήματα στην ίριδα και στον αμφιβληστροειδή, προς την τύφλωση όδευε ο Τζόις, που λέγεται ότι είχε κάνει πάνω από είκοσι επεμβάσεις στα μάτια.



ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ελλάδα, Ιρλανδία, ποίηση: Το ίδιο θέμα σε τρεις λέξεις; / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)
Οδυσσέα
διαβάζει η Μέριλιν Μονρόε: Τζέιμς Τζόις, «Λεξικό αναμνήσεων», Μελάνι, 2013

«Οδυσσέας»: Ημερολόγιο 2014 της Εταιρείας Συγγραφέων, εκδ. Πατάκη
Στη σημασία του αριθμού 2 για τον Τζόις αναφέρεται ο Nick Rennison στο βιβλίο 1922 - Η χρονιά που άλλαξε τον κόσμο (Διόπτρα, 2022)
Τον «Τζάκομο Τζόις» παρουσίασε στα ελληνικά ο Άρης Μαραγκόπουλος, ενώ για τον Τζόις στην Τεργέστη συνεχίζει να γράφει ο Αναστάσης Βιστωνίτης
In Medias Res, THE ULYSSES MAPS, A DUBLIN ODYSSEY a Suite of seven maps David Lilburn (davidlilburn-archive.com)
News Release - Exhibition to Explore the Construction of Fictional Worlds through Maps and Novels | The Huntington

Τα θαλασσινά βαφτιστήρια



Τα ονόματά τους κυμαίνονται όμοια με τα νερά που τα κρατούν στην επιφάνειά τους. Πλεούμενα παντός τύπου και εκτοπίσματος, δεμένα στην προκυμαία, προκαλούν το μάτι με τα ευφάνταστα ονόματα που τους έδωσαν οι ανάδοχοι - ιδιοκτήτες. Δεν πρόκειται για τα συνηθισμένα ανδρικά ή γυναικεία ονόματα που κοσμούν την πλώρη τους και αναφέρονται σε εκείνους (ή αφιερώνονται σε εκείνες) που τα χαίρονται. Ούτε υπάγονται στις σαφώς ευλαβέστερες ονοματοδοσίες διαφόρων αγίων με προεξάρχουσα την Παναγία, ενίοτε με συμβατά για την περίσταση υμνητικά επίθετα: Θαλασσινή, Ψυχοσώστρα, Βρεχούσα κ.ά. Υπάρχει, εντούτοις, μια τρίτη, εντελώς «αιρετική» κατηγορία ονομάτων, επιθέτων, ή τίτλων που δίνονται σε πλεούμενα. Οφείλει την ύπαρξή της στις εμπνευσμένες πρωτοβουλίες κάποιων «νονών» να ανατρέψουν το σύνηθες, δίνοντας αναπάντεχα ονόματα στα θαλασσινά βαφτιστήρια τους.

Καλοκαίρι

Καλοκαίρι, ω μακρινή μου ελπίδα, πόσες φόρες θα αναγεννηθείς, πόσες θα φτερουγίσεις, θα μεταναστεύσεις και θα γυρίσεις πίσω, εσύ, χελιδόνι μου, θα διασχίσεις το στήθος μου και αν είναι να κουρνιάσεις διάλεξε κάτι πιο σταθερό, πιο πρόσφορο, για παράδειγμα έναν Ιούλιο, ένα δειλινό, μια απουσία ή μια απώλεια, ένα σημείο συνάντησης σε κάποιο μακρινό αεροδρόμιο ή σε κάποια φρεγάτα που σώθηκε από μεγάλο καταρράκτη, διάλεξε κάτι που να έχει χρώμα, σαν τα πράσινα μάτια τεμπέλικης γάτας, χωμένης στη φωλιά πάνθηρα που απουσιάζει.
Καλοκαίρι, ο άπληστος χρόνος των τζιτζικιών, η ώρα των δύσπιστων σε ακολουθία σαν πρωινή κυριακάτικη λειτουργία, μόνο οι πιστοί της ομοβροντίας των αισθημάτων θα επιζήσουν, οι άλλοι ας αναζητήσουν τις βροχερές μέρες της κολάσεως και τη θαλπωρή του τζακιού μέχρι να γίνουν στάχτη και να εξαφανιστούν. Γούστα είναι αυτά και πληρώνονται…

Σκίτσο του Άγγελου Πεφάνη

Επιβραβεύσεις / τοκογλυφίες

Βραβείο αυθεντικότητας στη συγγραφέα του εγχειριδίου «Πώς να δολοφονήσετε τον άντρα σας» μετά την καταδίκη της για τη δολοφονία του «Η ιστορία της δεν είχε λογική συνέπεια», είπε σε συνέντευξή του μετά τη δίκη ένορκος. «Το κλάμα, οι εκφράσεις του προσώπου που έπαιρνε, ο τρόπος που κοιτούσε τους ενόρκους… Όλοι νιώθαμε πολύ άβολα. Απαντούσε μια ερώτηση, μετά έκλαιγε και δυο δευτερόλεπτα αργότερα πάγωνε πάλι.». Σε σχέση με τον αντίδικο είπε: «Πολλοί στο σώμα ενόρκων ένιωσαν πως αυτά που έλεγε, στο τέλος της ημέρας, ήταν πιο αληθοφανή. Απλά, έμοιαζε λίγο πιο αληθινός ως προς το πώς απαντούσε στις ερωτήσεις. Η συναισθηματική του κατάσταση ήταν πολύ σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια». Και οι δύο ήταν βίαιοι ο ένας προς τον άλλο, κατέληξε. «Δεν νομίζω πως αυτό δίνει σε κάποιον από τους δύο δίκιο ή άδικο. Αλλά, για το επίπεδο των ισχυρισμών της, δεν υπήρχαν αρκετές αποδείξεις που να υποστηρίζουν όσα έλεγε». Όσκαρ δικαστηρίων αναμένεται να καθιερωθούν μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας έφεσης στην υπόθεση Τζόνι Ντεπ - Άμπερ Χερντ. Αντίστοιχα βραβεία σκηνοθεσίας θα δίδονται σε νομικούς συμβούλους των εκάστοτε εμπλεκομένων. Πρόκειται για βραβεία μίας επιτροπής κοινού (ενόρκων, όπως λέγονται), που θα λειτουργεί σύμφωνα με κανόνες φιλαναγνωσίας, την τήρηση των οποίων θα επιβλέπει ομάδα κριτικών (οι λεγόμενοι δικαστές) Εκδοχές κοινωνικού τουρισμού: Πού θα ήθελες να είσαι τώρα; ΓΑΔΑ; Φυλακές Δομοκού; Κορυδαλλό; Κάνε κράτηση Σοβαρή υπόθεση λογοτεχνικής τοκογλυφίας στη νότια Ελλάδα: Συγγραφείς που βρέθηκαν στην ανάγκη να δανειστούν λέξεις ή ολόκληρες φράσεις από τοπικά ιδιώματα και ξένες γλώσσες εξαναγκάζονταν να πληρώνουν σε τόκους πολλαπλάσιες λέξεις για κάθε μία που είχαν δανειστεί. Οι τοκογλύφοι κυκλοφορούσαν με απαστράπτοντα μέσα μεταφοράς και ζούσαν σε πολυτελή άντρα γλωσσοκομίας. Με δεδομένη τη στενότητα παροχής ρευστότητας από τράπεζες λογοτεχνικών θεμάτων, οι ανάγκες δανεισμού εντείνονταν λίγο πριν από την έκδοση βιβλίου, τη συρραφή βιβλιοκρισιών και εισηγήσεων σε παρουσιάσεις ή τη διατύπωση προετοιμασμένων απαντήσεων σε δήθεν άγνωστες ερωτήσεις κατά τη διάρκεια συνεντεύξεων. Περισσότεροι από ένας συγγραφέας που χρωστούσαν πολλά αυτοκτόνησαν. Δεν τους είχαν μείνει λέξεις ούτε για σημείωμα αυτοκτονίας. Άλλοι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες, σιτιζόμενοι με σημεία στίξεως, που είχαν φυλάξει από παλαιότερους τρόπους γραφής της γλώσσας. Σοβαρό πρόβλημα αντιμετώπιζαν και πολλοί μεταφραστές. Τον εξαναγκασμό σε εξόφληση των τοκογλύφων επέβαλαν συμμορίες ημεδαπών και αλλοδαπών κριτικών. Όσα καταγγέλλονται δεν θα είναι δύσκολο να αποδειχθούν στο πρωτοδικείο της λογοτεχνίας, βάσει στοιχείων που συγκεντρώθηκαν από συνακροάσεις της Εθνικής Υπηρεσίας Ποίησης / Πεζογραφίας (ΕΥΠΠ). Παραμένει όμως άγνωστο πόσος χρόνος θα απαιτηθεί έως ότου η υπόθεση τελεσιδικήσει ή έστω τηλεδικήσει Πάρα πολύ από οτιδήποτε είναι κακό, αλλά πάρα πολύ καλό ουίσκι είναι μετά βίας αρκετό, λέγεται ότι έχει πει ο Μαρκ Τουέιν. Ή θα έπρεπε να έχει πει.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Σύσταση για δημιουργία λογοτεχνικών αποθεμάτων / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)
Έντυσον & Έγδυσον / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)

Αppαισιοδοξία / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)
Ωδική βοήθεια / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)

Τα δαιμόνια του Γιάννη Δημητράκη

Γιάννης-Δημητράκης, «Ημερολόγιο 1983-1984» (μελάνι σε χαρτί, 27x21. εκ.)



1987, Δεκέμβριος αν δεν με απατά με τις γνωστές της ανακατασκευές η μνήμη μου. Ένα πραγματικό μπουλούκι καλλιτέχνες στριμωχτήκαμε σε ένα αεροπλάνο και φτάσαμε στη Μπολόνια. Η τότε Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς μας έστελνε να δείξουμε καθένας το έργο του στην τρίτη από τις Biennale νέων καλλιτεχνών χωρών της Ευρώπης και της Μεσογείου. Ζωγράφοι, χορευτές, φωτογράφοι, γλύπτες, ποιητές, αλλά και δημοσιογράφοι και όσοι συνοδεύουν αντίστοιχες διοργανώσεις, εκπροσωπώντας τους θεσμούς. Ανάμεσα στους καλλιτέχνες ο Χάρης Κοντοσφύρης και η Ομάδα Εδάφους του Δημήτρη Παπαϊωάννου και της Αγγελικής Στελλάτου. Εκεί και ο Γιάννης Δημητράκης, εκεί και ο υπογράφων, έχοντας στις αποσκευές του μόλις ένα βιβλίο και πολλά χειρόγραφα. Εκεί συνάντησα τον Γιάννη Δημητράκη και το έργο του ήδη πλούσιο στην ηλικία των τριάντα ετών, μαζί με εκείνο που είχε στα σκαριά. Ένα δεκαήμερο σε μια από τις ωραιότερες Ευρωπαϊκές πόλεις, με μια υποδειγματική φιλοξενία, ανάμεσα στο τέλος της στρατιωτικής θητείας και την έναρξη της παιδοψυχιατρικής ειδικότητας, κάτι σαν ένα ταξίδι δώρο για μένα. Και η συνάντηση με τον Γιάννη και τις φιγούρες του, που τότε περιορίζονταν στις μελανόμορφές διαδρομές τους απεμπολώντας το χρώμα, το οποίο ευτυχώς αρκετά αργότερα υποδέχτηκαν αφειδώλευτα στη σχεδιαστική τους μαεστρία και αποτύπωση. Αλλά εκείνη την εποχή τόσα χρόνια πριν, σχεδόν όσα και τα συντάξιμα ενός τίμιου εργαζόμενου, στριμώχνονταν και στροβιλίζονταν δαιμονικά σε μια σχεδιαστική κίνηση δίχως παύση, έναν κινητικό οίστρο αποτυπωμένο στο χαρτί, σαν καλικαντζαράκια ανθρώπινης καταγωγής που δεν εύρισκαν ανάπαυση, κάτι μεταξύ ιδιότυπων γραμματικών στοιχείων ή καβαλιστικών συμβόλων και μισοτελειωμένων ανθρώπινων και άλλων ενδεχομένως μορφών, αλόγων και πήγασων, πουλιών παραδείσιων και οικόσιτων, που δεν άργησαν στα επόμενα χρόνια να επικρατήσουν στη ζωγραφική του.

Οι πορείες των ανθρώπων άλλοτε συγκλίνουν και άλλοτε αποκλίνουν χαράζοντας τις συναντήσεις και τις αποστάσεις. Μετά από εκείνο το πρώτο δεκαήμερο, όπου το ιδιότυπο λοξό χιούμορ του Γιάννη Δημητράκη και η πλάγια, κάποτε ειρωνική αντιμετώπιση των πραγμάτων με είχαν αιφνιδιάσει ευχάριστα, συναντιόμασταν περιστασιακά κυρίως γύρω από την γκαλερί της Μαρίας Δημητριάδη, μιας Μέδουσας με σαγηνευτικό χαμόγελο που μόνο να την κοιτάξεις σε προκαλούσε. Άλλη μια συγκατοίκηση που γεννούσε απορίες, του Γιάννη Δημητράκη και της Μαρίας Δημητριάδη. Πως συνδέονταν άνθρωποι που φαίνονταν τόσο διαφορετικοί, με τόσο διαφορετικές διαδρομές, και μάλιστα αυτοί οι δύο όχι αποκλειστικά μέσω της τέχνης αλλά και της ζωής, αφού ανάμεσα στην οδό Ξενοκράτους 7, στην Παιανία και στην Πάρο στηνόταν ένα γαϊτανάκι διαδρομών σαν το στημόνι από τη γραφίδα του Γιάννη Δημητράκη κάποτε με άναρχο αλλά πάντοτε δημιουργικό τρόπο. Εικάζω πως ο θάνατος αυτής της σπουδαίας γκαλερίστας, που στέγασε σημαντικούς εικαστικούς της γενιάς του, υπήρξε για τον Γιάννη Δημητράκη μια απώλεια σημαδιακή. Ακόμη κι αν εδώ και πολλά χρόνια ένα σημαντικό μέρος της καλλιτεχνικής του δημιουργίας εκφραζόταν και έδινε ένα σαφές εικαστικό στίγμα στον εκδοτικό οίκο Μπιλιέτο του αδελφού του Βασίλη Δημητράκου με έδρα πάντα την Παιανία.

Όταν χάνονται οι άνθρωποι, ο θάνατός τους μας σπρώχνει να ανοίξουμε μπαούλα και ντουλάπια όπου έχουν κατατεθεί τα ίχνη της ζωής που μοιραστήκαμε μαζί τους, μικρής ή μεγάλης δεν έχει κάποτε σημασία. Σημασία έχει το βάθος αυτών των ιχνών, οι χαρακιές. Ξέφτια και μισολιωμένα πράγματα ξεφεύγουν τότε από εκεί, και μας καλούν σε ένα ιδιότυπο κολάζ, σαν αυτά που έφτιαχνε ενίοτε ο Γιάννης Δημητράκης επιζωγραφίζοντας κάποτε και επεκτείνοντας εικόνες, δίνοντάς τους μιαν ένταση και μια δυναμική την οποία ο ίδιος ο άνθρωπος έκρυβε καλά στην συνήθως ήρεμη φυσική του παρουσία, εκτός κι όταν «τον έπιαναν τα δαιμόνια του» όπως μου είχε πει κάποτε. Όμως αυτά τα δαιμόνια ήταν συνεχώς παρόντα στη ζωγραφική του. Και μπορεί κάποτε μια περίοδος της ιστορίας της ζωγραφικής να είχε ονομαστεί «ποπ-αρτ», αλλά ακριβώς χάριν αυτών των δαιμόνων που κατοικούσαν τη γραμμή και το χρώμα του η ζωγραφική του Γιάννη Δημητράκη θα μπορούσε δόκιμα να χαρακτηριστεί «τζαζ», παρά τις όποιες ταυτόχρονες αναφορές της στην αρχαιοελληνική αγγειογραφία. Αναφορές που εύρισκαν ξανά τη χάρη μιας διαρκώς ανανεωμένης κίνησης. Έτσι δεσμεύοντας στις γραμμές του το τυχαίο, το φαινομενικά απ’ αλλού φερμένο, ακολουθώντας με ελευθερία το χάραγμά του, το μόνο που θα αναλογούσε σε έργο και άνθρωπο θα ήταν οι δαίμονες και οι αγάπες της τζαζ μουσικής, η κινητικότητά της, σαν αποχαιρετιστήριο εντελώς ενάντια στην αποκαμωμένη φωνή που άκουσα πριν από αρκετές μέρες στο τηλέφωνο να μου δίνει ραντεβού για να συναντηθούμε ίσως μετά τις θεραπείες στον Άγιο Σάββα είτε στο γραφείο μου, είτε καλύτερα, μου είπε, στο μουσείο Μπενάκη, στην έκθεση για την γκαλερί Μέδουσα της αγαπημένης του Μαρίας Δημητριάδη, ώστε να του δώσω το πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο, για το οποίο μου είχε χαρίσει ακόμη μια φορά ένα εξώφυλλο. Έκλεισα το ακουστικό όπως κλείνει κανείς ήσυχα μια πόρτα, αποχωρώντας από ένα κατώφλι που ξέρει πως δεν θα διαβεί πια.

Ο «Χάρτης» ετοιμάζει τα αφιερώματα




Σαντέκ Χενταγιάτ (επιμ. Ανδρέας Τσάκας)
Μάτση Χατζηλαζάρου
(επιμ. Χρήστος Δανιήλ - Άντεια Φραντζή)
OuLiPo
(επιμ. Αχιλλέας Κυριακίδης)
Δημήτρης Τ. Άναλις
(επιμ. Αντιγόνη Βλαβιανού)
Χίλια ενιακόσια είκοσι δύο/2022 (επιμ. Θανάσης Αγάθος-Χριστίνα Ντουνιά)
Έλλη Σκοπετέα (επιμ. Δημήτρης Σταματόπουλος)
Mορίς Μπλανσό
(επιμ. Βασίλης Παπαγεωργίου)
Το Δημοτικό Τραγούδι
(επιμ. Παντελής Μπουκάλας)
Γλώσσα
(επιμ. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης)
ΨΧ (επιμ. Γιάννης Ζέρβας)
Σαπφώ (επιμ. Παναγιώτης Αντωνόπουλος)
Περιπλάνηση
(επιμ. Βασίλης Παπαγεωργίου)