90 Δευτερόλεπτα: Είναι η οξυτοκίνη, αγαπητέ Watson!

Κά­θε μή­να σας προ­τεί­νου­με έναν τρό­πο για  να  δια­σχί­σε­τε   90  δευ­τε­ρό­λε­πτα  της ζω­ής  σας. Τι ψυ­χή έχουν;

Τhomas Rowlandson, «Γυναίκα βουτώντας στη θάλασσα από βαγόνι κολύμβησης», 1790
Τhomas Rowlandson, «Γυναίκα βουτώντας στη θάλασσα από βαγόνι κολύμβησης», 1790

Στα πρώ­τα δύο χρό­νια, οι ερω­τευ­μέ­νοι κά­νουν μα­κρο­βού­τια μέ­σα σε ένα κο­κτέιλ ορ­μο­νών και νευ­ρο­δια­βι­βα­στών. Με­τά, ανοί­γει ο κρου­νός της οξυ­το­κί­νης. Ορ­μό­νη εί­ναι αυ­τή. Η ορ­μό­νη της αγά­πης και του αλ­τρουι­σμού. Η οποία προ­κα­λεί οι­κειό­τη­τα και τρυ­φε­ρό­τη­τα. μα στραγ­γα­λί­ζει τον έρω­τα και το πά­θος.

Τα προκαταρκτικά

Βρι­σκό­σα­στε κα­θι­σμέ­νοι σε ένα πα­γκά­κι, μέ­σα σε ένα πάρ­κο. Κρα­τά­τε ένα ανοιγ­μέ­νο βι­βλίο στα χέ­ρια σας. Αυ­τό το βι­βλίο εί­ναι ένα κα­μου­φλάζ για εσάς. Δεν ήρ­θα­τε μέ­χρι εδώ για να δια­βά­σε­τε. Τα πάρ­κα δεν εί­ναι για να δια­βά­ζου­με. Τα πάρ­κα, όπως όλοι οι ανοι­χτοί χώ­ροι, εί­ναι για να με­λε­τού­με ερ­γα­στη­ρια­κά τους υπό­λοι­πους γή­ι­νους. Ένα με­γά­λο ερ­γα­στή­ριο εί­ναι τα πάρ­κα, να τι εί­ναι.
Από μπρο­στά σας περ­νά­ει κό­σμος και ντου­νιάς. Ο κό­σμος χω­ρί­ζε­ται σε δυο κα­τη­γο­ρί­ες. Στους ερω­τευ­μέ­νους και στους μη ερω­τευ­μέ­νους. Όλες οι υπό­λοι­πες εί­ναι αμε­λη­τέ­ες υπο­κα­τη­γο­ρί­ες. Ώσπου κά­ποια στιγ­μή περ­νούν ένας Κώ­στας και μία Λί­τσα. Δι­στά­ζε­τε να τους κα­τα­τά­ξε­τε. Εί­ναι πια­σμέ­νοι χέ­ρι χέ­ρι, μα με έναν πε­ρί­ερ­γο τρό­πο. Με έναν απα­θή τρό­πο. Τι συμ­βαί­νει;

Και τώρα, δράση 90′′

Έχεις ενε­νή­ντα δευ­τε­ρό­λε­πτα στη διά­θε­σή σου για να στο­χα­στείς πά­νω σε αυ­τά που ακο­λου­θούν.
Η επι­στή­μη λέ­ει ότι στα πρώ­τα δύο χρό­νια, οι ερω­τευ­μέ­νοι κά­νουν μα­κρο­βού­τια μέ­σα σε ένα κο­κτέιλ ορ­μο­νών και νευ­ρο­δια­βι­βα­στών. Η ντο­πα­μί­νη τους, η τε­στο­στε­ρό­νη τους, τα οι­στρο­γό­να τους, η να­ρα­δρε­να­λί­νη τους και η ωραία η φαι­νυ­λαι­θυ­λα­μί­νη τους εκ­κρί­νο­νται με το λί­τρο και προ­κα­λούν μούρ­λα, έξα­ψη και πά­θος.
Κά­ν’ τε μια βόλ­τα στα φα­στου­ντά­δι­κα και στα λύ­κεια, και πα­ρα­τη­ρή­στε τις όρ­θιες δί­πο­δες ντο­πα­μί­νες που κυ­κλο­φο­ρούν.
Αν την αντέ­χε­τε μια τέ­τοια βόλ­τα.
Όμως. Μα όμως. Αχ όμως.
Με­τά τα δύο πρώ­τα χρό­νια μιας ερω­τι­κής σχέ­σης, ανοί­γει ο κρου­νός της οξυ­το­κί­νης. Ορ­μό­νη εί­ναι αυ­τή. Ορ­μο­νέ­στα­τη. Υπήρ­χε και πριν μέ­σα στις σάρ­κες αυ­τής της σχέ­σης. Μα τώ­ρα παίρ­νει το πά­νω χέ­ρι.Την πλημ­μυ­ρί­ζει. Και προ­κα­λεί, αχ πιά­σε μου το χέ­ρι, αχ πά­με σι­νε­μα­δά­κι, οι­κειό­τη­τα και τρυ­φε­ρό­τη­τα. Και η τρυ­φε­ρό­τη­τα προ­κα­λεί στα­θε­ρή σχέ­ση. Και η στα­θε­ρή σχέ­ση προ­κα­λεί λο­γα­ρια­σμούς του νε­ρού και ασαν­σέρ που ανε­βο­κα­τε­βαί­νου­νε γε­μά­τα με κα­θα­ρι­στι­κά υγρά πιά­των και μα­λα­κτι­κά ρού­χων και μω­ρο­μά­ντη­λα σε οι­κο­νο­μι­κές συ­σκευα­σί­ες και κε­φά­λια κά­τω.
Εντά­ξει; Το κα­τα­λά­βα­με;
Εί­ναι ύπου­λο πρά­μα η οξυ­το­κί­νη. Πα­ρα­μο­νεύ­ει τον άν­θρω­πο πα­ντού. Για να εξο­ντώ­σει το αγρί­μι που κρύ­βει μέ­σα του και να το κά­νει κου­τα­βά­κι του κα­να­πέ.
Μό­νο που άν­θρω­πος το έχει ανά­γκη αυ­τό το αγρί­μι του. Ας πει κά­ποιος πως δεν το έχει ανά­γκη το αγρί­μι του. Πως δεν το ονει­ρεύ­ε­ται τα βρά­δια. Κι ας το κη­δεύ­ει κά­θε πρωί. Το αγρί­μι του.
Η οξυ­το­κί­νη εκ­κρί­νε­ται από τον υπο­θά­λα­μο.
Ανοίξ­τε τον εγκέ­φα­λο του δι­πλα­νού σας και θα βρεί­τε πού εί­ναι αυ­τός ο υπο­θά­λα­μος.
Με­τά, την απορ­ρο­φά και την απο­θη­κεύ­ει η υπό­φυ­ση. Κι από αυ­τήν χύ­νε­ται στο αί­μα όπο­τε χρεια­στεί.
«Η ορ­μό­νη της αγά­πης και του αλ­τρουι­σμού». Έτσι την απο­κα­λού­νε.
Πού θέ­λου­με να κα­τα­λή­ξου­με; Στο ότι οι επι­στή­μο­νες εί­ναι αμεί­λι­κτοι. Έτσι και τους μπει μια ιδέα μέ­σα στο κε­φά­λι, δεν ησυ­χά­ζου­νε άμα δεν την ψά­ξου­νε από χί­λιες με­ριές. Και το θέ­μα της οξυ­το­κί­νης το ψά­ξα­νε πο­λύ. Και βρή­κα­νε ότι ενώ στα πρώ­τα χρό­νια ενός πα­θια­σμέ­νου γά­μου η συ­χνό­τη­τα των ερω­τι­κών σμι­ξι­μά­των εί­ναι δώ­δε­κα φο­ρέα τον μή­να, με­τά τον πέμ­πτο χρό­νο πέ­φτει στις τέσ­σε­ρις φο­ρές και με­τά τον έβδο­μο χρό­νο στη μία. Διό­τι το ζεύ­γος από ερω­τι­κό με­τα­τρέ­πε­ται σι­γά σι­γά σε αδελ­φι­κό. Οι δύο παρ­τε­νέρ πα­θαί­νουν ομοιο­πλη­ξία. Έτσι το ονό­μα­σαν το φαι­νό­με­νο οι επι­στή­μο­νες.
Τέ­τοια ομοιο­πλη­ξία έπα­θαν με­τα­ξύ τους ο Κώ­στας και η Λί­τσα. Βλέ­πουν πια τη ζωή με το ίδιο μά­τι. Με το μά­τι της αγά­πης και του αλ­τρουι­σμού. Με το μά­τι της οξυ­το­κί­νης. Μη θυ­μώ­νε­τε. Δεν το λέ­με για κα­κό αυ­τό. Ένα απλό επι­στη­μο­νι­κό δε­δο­μέ­νο πα­ρα­θέ­του­με. Σα να λέ­με ότι ο Κώ­στας και η Λί­τσα ανοι­γο­κλεί­νουν τα βλέ­φα­ρά τους από δώ­δε­κα χι­λιά­δες φο­ρές την ημέ­ρα ο κα­θέ­νας τους. Η επι­στή­μη το λέ­ει κι αυ­τό, όχι εμείς. Ή σα να λέ­με ότι μέ­χρι να γί­νουν εβδο­μή­ντα χρο­νών μέ­σα στη γα­λή­νια κοι­νή ζωή τους, η Λί­τσα και ο Κώ­στας θα απο­βάλ­λουν από εί­κο­σι πέ­ντε χι­λιά­δες λί­τρα ού­ρων ο κα­θέ­νας τους. Η επι­στή­μη το λέ­ει κι αυ­τό, όχι εμείς.
Τέ­λος χρό­νου.

Αμέσως μετά

Σε όσους υπο­στη­ρί­ζουν ότι ο γά­μος απο­τε­λεί το ναυά­γιο του έρω­τα, εμείς απλώς ανα­με­τα­δί­δου­με από εδώ τη ρή­ση του Paul Virilio: «Η επι­νό­η­ση του πλοί­ου συ­νε­πά­γε­ται και την επι­νό­η­ση του ναυα­γί­ου». 

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: