Το κείμενο αυτό πρέπει δυστυχώς να ξεκινήσει με μια ομολογία που είναι δύσκολο να εκτιμηθεί: Όχι, δεν γνώριζα τον Θανάση Βαλτινό. Μια συνάντηση στην πραγματική ζωή – στη διάρκεια ενός συνεδρίου για συγγραφείς σε κλασικό έδαφος – αναμφίβολα επιβεβαίωσε ότι ο Βαλτινός ήταν ένας πρόθυμα γενναιόδωρος άνθρωπος. Ήταν ευχάριστος και συχνά έδειχνε το παιδί που είχε μέσα του. Τον ενδιέφεραν οι άλλοι άνθρωποι. Down to earth and humble, όπως λένε στ’ αγγλικά. Το γεγονός ότι οι εντυπώσεις αυτές μού δημιουργήθηκαν στον ομφαλό του κόσμου ίσως ενισχύει την εγκυρότητα του χαρακτηρισμού. Πού αλλού, αν όχι στους Δελφούς, μπορεί κάποιος να δείξει την καλύτερη πλευρά του;
Την εποχή εκείνη εγώ βρισκόμουν σ’ ένα είδος περίεργης κρίσης καθώς είχα βιώσει κάποιες δυσκολίες που θα τις λέγαμε προσωπικής φύσης. Αν κάποιος μπορούσε να το δει ή να το ερμηνεύσει αυτό και να συμβάλει ώστε να ξεμπλεχτεί το κουβάρι των νεύρων, ήταν ο Βαλτινός. Τέτοια δεν ξεχνιούνται. Τουλάχιστον εγώ δεν τα ξεχνώ ποτέ. Ο συγγραφέας ήταν ένας αληθινός άνθρωπος.
Η κυρία Μίνα από το μυθιστόρημα Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60 (1989, αμετάφραστο στα σουηδικά) εμφανίστηκε στους Δελφούς ως ο κύριος Μίνως με μια σχεδόν κρητική λάμψη και ευτυχία που έκανε τη ζωή ευκολότερη για όσους έρχονταν σ’ επαφή μ’ αυτόν τον βασιλιά της ευθυμολογίας, της ειλικρίνειας και της χαράς της ζωής με το χαρακτηριστικό «βαλτινικό» ύφος του.
Αλλά για να φτάσω σ’ αυτό το ναι, το οποίο θέλει να είναι το καταφατικό σημάδι αυτού του κειμένου, πρέπει να ζητήσω ακόμη μεγαλύτερη βοήθεια από τη λογοτεχνία και να μη βασιστώ υπερβολικά στην πραγματική ζωή, αφού αυτή μου έδωσε μια και μόνη συνάντηση με τον Θανάση Βαλτινό.
*
Πρόκειται για τραγική ειρωνεία της μοίρας το ότι την ίδια μέρα που κηδεύεται ένας από τους Σουηδούς μεταφραστές του Βαλτινού, ο Πέτερ Λούτερσον, εμείς βρισκόμαστε σ’ ένα μέρος της Σκανδιναβίας όπου η Ορθοδοξία, η οποία συχνά απασχολούσε τη δημιουργική σκέψη του συγγραφέα και περιτριγύριζε στο εργαστήριό του, έφτασε κάποτε στους ανθρώπους της περιοχής από ανατολικά μέσω Ρωσίας. Βρισκόμαστε στο νησί Γκότλαντ στη Βαλτική Θάλασσα, νερά κοσμοπολίτικα χάρη σ’ όλους τους επισκέπτες από κάθε σημείο της γης που τα έχουν διασχίσει ανά τους αιώνες. Σε μερικές από τις εκκλησίες του νησιού μπορούμε να δούμε τέτοιες αγιογραφίες, λατρευτικές εικόνες και ζωγραφικούς πίνακες που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε κάλλιστα να βρισκόμαστε σε βυζαντινορθόδοξους ναούς.
Αυτό που νιώθουμε – εγώ και η σύζυγός μου – δίνει μορφή ταυτόχρονα σε κάτι που μοιάζει με σκέψη η οποία ανοίγει την πόρτα στην ιστορία και μάλιστα και στο διάστημα. Μέσα στη μικρή ψαροταβέρνα στο Βίσμπι, τη μεγαλύτερη πόλη της Γκότλαντ, καθόμαστε σ’ ένα τραπέζι, όπου στον τοίχο δίπλα του κρέμεται ένα διακριτικά κορνιζαρισμένο ποίημα, εικονογραφημένο με το σχέδιο μιας βάρκας. Στην αρχή δεν αντιλαμβανόμαστε ότι ο πίνακας θέλει κάτι από μας. Αλλά όταν το πράγμα ξεκαθαρίζει μένουμε έκπληκτοι και συνειδητοποιούμε ότι έχουμε να συναρμολογήσουμε ένα παζλ.
Το ποίημα δεν μας αφήνει σε ησυχία. Τη μέρα που έχουν περάσει λίγο πάνω από τέσσερις μήνες που ο Βαλτινός άφησε τον κόσμο αυτόν το ποίημα ζητά ευγενικά και αποφασιστικά την προσοχή μας.