Η αλήθεια είναι μοναξιά

Φωτ. Ν. Οικονομόπουλος (2004)
Φωτ. Ν. Οικονομόπουλος (2004)




Τα χρόνια της ωριμότητας μιας σαγηνευτικής γυναίκας δεν θ’ αργήσουν να κάνουν την παρουσία τους οδυνηρά αισθητή (Θανάσης Βαλτινός, Μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο, Εστία, σ. 84). Αφού περιέφερε με τον ανάλογο ναρκισσισμό, την όμορφη, εύθραυστη και ευάλωτη φιγούρα της σε ταραγμένες διαδρομές, φτάνει στο σημείο μηδέν, στο σημείο που γίνεται αόρατη. Νιώθει ότι δεν την έχει ανάγκη κανείς, δεν την αναγνωρίζει κανείς, δεν τη βλέπει κανείς, κυρίως δεν την αναζητεί κανείς. Το πεπρωμένο της είναι κοινό με αυτό των μοιραίων και παθιασμένων ανθρώπων, όπως αυτό προοιωνίζεται στο χρονικό μιας αυτοκαταστροφικής πορείας.

Μέσα σε λίγες μόνο σελίδες ποτισμένες με μαθηματικό ορθολογισμό και ζοφερό πεσιμισμό, ο συγγραφέας με στοχαστική αλλά και επώδυνη ψυχαναλυτική διάθεση, μοιάζει να «ντύνει» τη γυναίκα κεντρικό άξονα του βιβλίου του με όλες τις αποχρώσεις του μαύρου. Χρησιμοποιεί έναν τόνο εξομολογητικό, κοφτές προτάσεις, που διαδέχονται η μια την άλλη σε συνέχεια, χωρίς αλλαγές παραγράφων, μια γλώσσα λιτή, στεγνή, απογυμνωμένη από κάθε τι το περιττό, χωρίς ίχνος μελοδραματισμού. Με λειτουργικά δραματικά στοιχεία, πετυχαίνει μια υπαρξιακή κατάδυση στα άδυτα της ζωής μιας ωραίας, κάποτε ευκατάστατης, κοσμοπολίτισσας, μορφωμένης, ανήσυχης και κυρίως συνειδητοποιημένης γυναίκας, ακολουθώντας τα βήματά της στον μακρύ, πικρό δρόμο προς την αυτογνωσία.

Μια πρωτοπρόσωπη εγωκεντρική αφήγηση ξετυλίγει με παραληρηματική φωνή έναν τολμηρό μονόλογο, έναν πικρό απολογισμό μιας ολόκληρης ζωής. Κραυγές υπαρξιακής απόγνωσης εναλλάσσονται με καταθλιπτικούς ψίθυρους, αποθεώνουν τη ματαιότητα των σχέσεων, τις χρεοκοπημένες συναισθηματικές «επενδύσεις», αποκαθηλώνοντας κάθε πιθανότητα αισιόδοξης προοπτικής για την κατάκτηση της πολυπόθητης ευτυχίας.

Όταν το ζητούμενο στη ζωή της ηρωίδας του βιβλίου είναι η αναζήτηση της συναισθηματικής κυρίως πληρότητας και ασφάλειας, η οποία παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειές της και τις προβληματικές σχέσεις με τους οικείους και τις λανθασμένες κατά τη γνώμη της επιλογές ερωτικών συντρόφων, συζύγων, φίλων, δεν ικανοποιείται, αλλά μοιάζει με ένα κενό που συνεχώς διευρύνεται, τότε οι ίσκιοι όλων των ωραίων πραγμάτων σβήνουν, οι μεγάλες αλήθειες της, τα μεγάλη λάθη, ίσως και τα μεγάλα πάθη, το μυστήριο της ζωής και του θανάτου αποκρυπτογραφούνται. Όλο το έργο εκφράζει μια προσωπική ανεπάρκεια που μεταφράζεται σε ανησυχία και μια ανησυχία που μεταφράζεται σε προσωπική ανεπάρκεια. Η πρωταγωνίστρια βιώνει διαρκώς το αδιέξοδο μιας ψυχικής και συναισθηματικής πολυπλοκότητας σε σχέση με τον άμεσο περίγυρό της, με αποτέλεσμα να θυματοποιείται και να αυτομαστιγώνεται, πιστεύοντας ότι η ζωή της υπήρξε απλά το άθροισμα των λανθασμένων επιλογών της, μη παραλείποντας να θέτει έμμεσα στον εαυτό της ερωτήματα όπως: Πώς έζησες; Γιατί έζησες; Έτσι ένα κύμα αλυσιδωτών ψευδαισθήσεων και συμβιβασμών καταλήγει να τη βυθίζει σε διαδοχικά κενά και αυταπάτες.

Οι τάσεις φυγής κάποτε την καταδίωκαν. Όσο και αν της αρέσει να φεύγει, να ταξιδεύει, σήμερα όπου και να πάει δεν μπορεί να ξεφύγει. Δεν μπορεί να ξεφύγει από τον καθρέφτη της, το είδωλό της, τον ίδιο τον εαυτό της. Καταλήγει στη θλιβερή διαπίστωση ότι τον εαυτό της δεν μπορεί να τον αφήσει πίσω. Όπου κι αν πάει θα τον κουβαλάει πάντα μαζί της, γιατί είναι το κλουβί της και βρίσκεται κλεισμένη μέσα του. Και τότε δεν φοβάται πια. Οι τρόμοι μιας ζωής μοιάζουν να οπισθοχωρούν. Οι φόβοι μεταμορφώνονται σε σιωπές. Οι σιωπές πολλαπλασιάζονται, πληθαίνουν, έλκονται μεταξύ τους και κολλάνε σαν ρινίσματα πάνω σ’ ένα σώμα μαγνήτη, συνθέτοντας τη μοναξιά της, που είναι ό,τι περισσότερο απευχόταν και φοβόταν, ό,τι ήθελε ν’ αποφύγει. Όμως η μοναξιά που δεν ήθελε να συναντήσει ποτέ, ήταν ο ίδιος της εαυτός. Ο εαυτός της ήταν αυτός που δεν μπορούσε ούτε ν’ αντικρίσει, ούτε ν’ αντιμετωπίσει.

Στο τέλος όταν δεν υπάρχει καμιά ελπίδα, καμιά προσδοκία, καμιά επιθυμία, όταν το σκούρο μπλε γίνεται ανεπίστρεπτα μαύρο, παραιτείται πια από τη ζωή. Δεν θέλει να προσφέρει τίποτα σε κανένα, πόσο μάλιστα στον εαυτό της, μένει αβοήθητη, ακίνητη. Επιλέγει να μεταμορφωθεί σε ζωντανό απολίθωμα που το μόνο που του απέμεινε είναι η μνήμη. Αυτή είναι: Η μοναξιά. Αυτή είναι: Η μοναξιά της. Αυτή είναι: Η μοναξιά όλων μας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: