Ιαπωνία: η αίσθηση Καμπούκι

Ιαπωνία: η αίσθηση Καμπούκι




Η σα­γή­νη της σκη­νής, η σύ­γκλι­ση των ετε­ρο­τή­των σε μια ύπαρ­ξη: δια­βά­ζω ξα­νά από το ημε­ρο­λό­γιο που κρα­τού­σα συ­στη­μα­τι­κά στο Τό­κιο: «Εί­ναι η δεύ­τε­ρη φο­ρά μέ­σα σε διά­στη­μα δέ­κα ημε­ρών που εν­δί­δω στο μη τε­τριμ­μέ­νο που προ­σφέ­ρε­ται ευ­τυ­χώς ακό­μη εδώ: αφή­νο­μαι να πα­ρα­συρ­θώ στον κό­σμο του Κα­μπού­κι. Ακυ­ρώ­νο­ντας μια συ­νά­ντη­ση με έναν δη­μο­σιο­γρά­φο, που θα τον έβλε­πα έτσι κι αλ­λιώς όταν θα επέ­στρε­φα στο Τό­κιο σε τρεις τέσ­σε­ρις μή­νες από σή­με­ρα, ξα­να­περ­νώ την πύ­λη του θε­ά­τρου των δι­δα­κτι­κών συ­μπε­ρι­φο­ρών, των ηθι­κο­πλα­στι­κών πα­ραι­νέ­σε­ων, αλ­λά και των ισχυ­ρό­τα­των ανα­τρο­πών.

*


Εί­μαι βέ­βαιος εκ των προ­τέ­ρων ότι η πα­ρά­στα­ση θα με απο­ζη­μιώ­σει. Γνω­ρί­ζω μά­λι­στα αρ­κε­τά κα­λά την υπό­θε­ση του έρ­γου. Δεν εί­ναι όμως αυ­τή κα­θαυ­τή η ιστο­ρία των συ­μπλο­κών και των δια­λε­κτι­κών συμ­φι­λιώ­σε­ων που με φέρ­νει τό­σο επί­μο­να αυ­τό το βρά­δυ στα σκο­τά­δια της συ­νή­θως γε­μά­της αί­θου­σας. Κά­τι άλ­λο με ελ­κύ­ει. Κά­τι που αφο­ρά σ' αυ­τή την πε­ρί­ερ­γη, πρω­το­φα­νή μι­μη­τι­κή ακρό­τη­τα, σ' αυ­τό το ακραίο παι­χνί­δι των με­ταμ­φιέ­σε­ων και των με­ταλ­λά­ξε­ων, οι οποί­ες επι­μέ­νουν να ει­σπράτ­το­νται στο εσω­τε­ρι­κό της ια­πω­νι­κής ψυ­χής ως πα­τρο­πα­ρά­δο­τοι κα­νό­νες ζω­ής. Αλ­λά πά­νω από όλα θέ­λω να δω τον ίδιο τον ηθο­ποιό, έναν πράγ­μα­τι εντυ­πω­σια­κό ονά­γκα­τα, υπό­δειγ­μα υπο­κρι­τι­κού κύ­ρους και απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας στον το­μέα της ανά­δει­ξης απο­κλει­στι­κά γυ­ναι­κεί­ων χα­ρα­κτή­ρων.

§ Αν το Κα­μπού­κι, αυ­τή η αυ­θε­ντι­κή λαϊ­κή τέ­χνη των Ια­πώ­νων, έχει κα­τα­φέ­ρει να επι­βιώ­σει έως τις ημέ­ρες μας, αυ­τό οφεί­λε­ται στο ότι θυ­μί­ζει στις γε­νιές των θε­α­τών του την συ­ναί­ρε­ση όλων των με­θό­δων με τις οποί­ες αντι­λαμ­βά­νο­νται οι υπή­κο­οι του Αυ­το­κρά­το­ρα του Ανα­τέλ­λο­ντος Ηλί­ου την τυ­πι­κή εκτέ­λε­ση του κα­θή­κο­ντος. Πρό­κει­ται για την υπο­χρέ­ω­ση τή­ρη­σης του εθι­μι­κού δι­καί­ου, που παίρ­νει δια­στά­σεις αντί­στοι­χες με εκεί­νες των ιε­ρών εντο­λών των απα­ντα­χού μο­νο­θεϊ­σμών.
Αγνο­ώ­ντας την έν­δον φω­νή του υπο­κει­μέ­νου, όσο επί­πο­νο κι αν φαί­νε­ται να εί­ναι αυ­τό, η λύ­ση του δρά­μα­τος πα­ρα­πέ­μπει σε ένα εί­δος αρ­χε­τυ­πι­κής απο­νο­μής δι­καιο­σύ­νης, η οποία δεν ανέ­χε­ται συμ­βι­βα­σμούς ή στρα­τη­γι­κές υπα­να­χω­ρή­σεις. Η περ­σό­να του Κα­μπού­κι λυ­γί­ζει κά­τω από το βά­ρος της συ­γκε­κρι­μέ­νης επι­τα­γής και ακυ­ρώ­νει εκού­σα άκου­σα το αντι­κεί­με­νο των σκο­τει­νών συ­νή­θως πα­ρορ­μή­σε­ων της. Το σχε­δόν απα­ρά­δε­κτο από την υπερ­δο­μή «τα­ρα­χο­ποιό» ίν­δαλ­μα της επι­θυ­μί­ας δια­γρά­φε­ται ως εθνι­κά προ­δο­τι­κό και μά­λι­στα θα­νά­σι­μα. Αυ­τή ακρι­βώς η θυ­σία πα­ρά­γει αλυ­σι­δω­τά την ορια­κή συ­γκί­νη­ση που θέλ­γει τους πι­στούς του μο­να­δι­κού αυ­τού θε­ά­μα­τος. Εν­νο­εί­ται ότι η πα­ρά­με­τρος ενός υφέρ­πο­ντος ή ορι­σμέ­νες φο­ρές εξό­φθαλ­μου ηδο­νι­σμού κα­θι­στά το δρά­μα μιαν όντως ανε­κτί­μη­τη ση­μα­σιο­λο­γι­κή παν­δαι­σία.

§ Στην έντο­να δι­δα­κτι­κή σκη­νή εκτυ­λίσ­σε­ται με μα­θη­μα­τι­κή ακρί­βεια η τρο­με­ρή δια­πά­λη των αντι­θέ­των. Η ηθι­κή τά­ξη επι­βε­βαιώ­νε­ται πά­ση θυ­σία. Μέ­σα από τον πα­ρα­λο­γι­σμό της εξα­φά­νι­σης του ατό­μου, ανα­δει­κνύ­ε­ται ο αλη­θι­νός ήρω­ας. Το σύ­νο­λο των κα­λου­μέ­νων στην ια­πω­νι­κή γλώσ­σα χό­νε, ό,τι θα λέ­γα­με δη­λα­δή ότι συ­νι­στά τις απο­κλί­σεις του εγώ, υπο­χω­ρεί πά­ντα προς το τέ­λος του έρ­γου προ­κει­μέ­νου να υπε­ρι­σχύ­σουν ακό­μη μια φο­ρά οι κα­τα­κλυ­σμι­κές αρ­χές του ανε­λα­στι­κού τα­τέ­με, που αντι­στοι­χεί πε­ρί­που στον δι­κό μας «λό­γο». Ο ονά­γκα­τα ανα­λαμ­βά­νει την διεκ­πε­ραί­ω­ση της θυ­σια­στι­κής πρά­ξης με το τακτ και την όλη αι­σθη­σια­κή συ­νέ­πεια, που συ­νέ­χουν μιαν προ­φα­νώς έμπει­ρη κυ­ρία επί των τι­μών της αυ­το­κρα­το­ρι­κής αυ­λής. 
Γνω­ρί­ζου­με βέ­βαια ότι η κοι­νω­νι­κή προ­στα­γή, η οποία στη­λι­τεύ­ει σκαιό­τα­τα την πα­ρεν­δυ­σία, απο­κλεί­ο­ντας ρη­τά την εκ­χώ­ρη­ση δι­καιω­μά­των εν­δυ­μα­το­λο­γι­κής τά­ξης από το στα­τι­κό θή­λυ στο ευ­ρη­μα­τι­κό άρ­ρεν, εί­ναι πα­νάρ­χαια. Σε ιστο­ρι­κούς λα­ούς, όπως φέ­ρ' ει­πείν στους Ισ­ραη­λί­τες, η απα­γό­ρευ­ση ήταν σα­φέ­στα­τη και δια­τυ­πώ­θη­κε με ιδιαί­τε­ρη χροιά απα­ξί­ας. Το δά­νειο των γυ­ναι­κεί­ων ρού­χων στον άν­δρα, με την επί­κλη­ση οποιου­δή­πο­τε προ­σχή­μα­τος, ανή­κε στα ασυγ­χώ­ρη­τα βδε­λύγ­μα­τα. Ακό­μη κι αν υπέ­θε­τε κα­νείς ότι η πα­ρεν­δυ­σία θα ήταν προ­σω­ρι­νή λύ­ση σε ένα ομα­δι­κό παι­χνί­δι αι­σθη­τι­κής, ή μια αυ­το­σχέ­δια έκ­φρα­ση εκτό­νω­σης, ο πα­ρα­βά­της θα έπρε­πε να ελεγ­χθεί πα­ρα­δειγ­μα­τι­κά. Πα­ρα­θέ­τω εν­δει­κτι­κά από το Δευ­τε­ρο­νό­μιον: «ούκ ἔσται σκευή ἀνδρὀς ἐπί γυ­ναι­κί, οὐδ' ἐνδύ­σε­ται ἀνὴρ στολὴν γυ­ναι­κεί­αν» (22:5). Με­τα­ξύ αυ­τής της πρό­λη­ψης και της έκ­δη­λης ελευ­θε­ριό­τη­τας, η οποία υπει­σέρ­χε­ται δυ­να­μι­κά ως νο­μι­μό­τη­τα μά­λι­στα στο Κα­μπού­κι, δη­λω­τι­κή μιας ασί­γα­στης, συ­νή­θως κα­τα­στρε­πτι­κής ερω­τι­κής βου­λι­μί­ας, εκεί ανοί­γε­ται το αγε­φύ­ρω­το χά­σμα των ενα­ντιω­μα­τι­κών ετε­ρο­τή­των. Εί­ναι αυ­τές που χα­ρα­κτη­ρί­ζουν έως τις ημέ­ρες μας τα ιδε­ο­λο­γή­μα­τα της Δύ­σης και της Ανα­το­λής.

Από μια σε­λί­δα του μυ­θι­στο­ρή­μα­τος του Τζου­νί­τσι­ρο Τα­νι­ζά­κι, Οι αδελ­φές Μα­κιό­κα. Η χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή εμ­μο­νή στο φε­τίχ του εν­δύ­μα­τος απο­δί­δε­ται με τη δέ­ου­σα σα­φή­νεια: «Λο­γι­κό ήταν για έναν τό­σο ευ­πρε­πή κύ­ριο να θέ­λει να βρει μια κομ­ψή, καλ­λιερ­γη­μέ­νη κο­πέ­λα, αλ­λά για κά­ποιο λό­γο -ίσως να ήταν κι από αντί­στα­ση στο τα­ξί­δι που εί­χε κά­νει στο Πα­ρί­σι- επέ­με­νε επί­σης ότι θα δε­χό­ταν μό­νο μια γνή­σια για­πω­νέ­ζι­κη ομορ­φιά -τρυ­φε­ρή, ήσυ­χη, γε­μά­τη χά­ρη, που να μπο­ρεί να φο­ρά­ει ια­πω­νι­κά ρού­χα».

§ Με­τα­φρά­ζω για την πε­ρί­στα­ση, από τα αγ­γλι­κά, την πρώ­τη πα­ρά­γρα­φο από το δι­ή­γη­μα, με τί­τλο Ονά­γκα­τα, του Γιού­κιο Μι­σί­μα. Εί­ναι ένα έξο­χο κρά­μα αυ­το­βιο­γρα­φι­κών δε­δο­μέ­νων και μυ­θο­πλα­στι­κών επι­τεύ­ξε­ων: «O Mα­σου­γιά­μα τα εί­χε χά­σει από την τε­χνι­κή του Μαν­γκί­κου∙ τον γνώ­ρι­σε όταν απο­φά­σι­σε να γνω­ρί­σει από κο­ντά μια θε­α­τρι­κή ομά­δα που έπαι­ζε έρ­γα Κα­μπού­κι. Εί­χε ήδη στο ενερ­γη­τι­κό του ένα πτυ­χίο στην κλα­σι­κή ια­πω­νι­κή λο­γο­τε­χνία. Με το που εί­δε στη σκη­νή τον Μαν­γκί­κου Σα­νο­κά­ουα, έναν αλη­θι­νό ονά­γκα­τα, ένα εί­δος που σπα­νί­ζει ιδιαί­τε­ρα στις ημέ­ρες μας, μα­γεύ­τη­κε. Σε αντί­θε­ση με τις σύγ­χρο­νες ονά­γκα­τα, εκεί­νος ήταν τε­λεί­ως ανί­κα­νος να υπο­δυ­θεί με επι­τυ­χία αν­δρι­κούς ρό­λους". 
Ενώ ο Νταν, ο κι­νέ­ζος ονά­γκα­τα, εξα­φα­νί­στη­κε μέ­σα στην ανε­ξέ­λεγ­κτη δί­νη της λε­γό­με­νης πο­λι­τι­στι­κής επα­νά­στα­σης των μα­οϊ­κών χρό­νων, ο ιά­πω­νας συ­νά­δελ­φός του συ­νε­χί­ζει την πα­ρα­βα­τι­κή, καλ­λι­τε­χνι­κά όμως πλή­ρως απο­δε­κτή απο­στο­λή του. Στην Ιν­δία, αντί­στοι­χα, οι πε­ριο­δεύ­ο­ντες θί­α­σοι όχι μό­νον ανέ­χο­νταν τους με­τεν­δυ­μέ­νους άν­δρες, αλ­λά τους συ­ντη­ρού­σαν σε ισό­τι­μη μά­λι­στα βά­ση επί αιώ­νες. Κι όταν κά­ποια στιγ­μή οι γυ­ναί­κες ανέ­λα­βαν με τη σει­ρά τους, χει­ρα­φε­τη­μέ­νες και ώρι­μες θε­α­τρι­κά, τους γυ­ναι­κεί­ους ρό­λους, το κοι­νό απαί­τη­σε αμέ­σως την επα­να­φο­ρά των με­ταμ­φιε­σμέ­νων αρ­ρέ­νων, των επι­τή­δειων, φα­να­τι­κά εκ­θη­λυ­μέ­νων χα­ρα­κτή­ρων. Το κοι­νό επέ­στρε­φε στο ανα­γκαίο ψεύ­δος, στην ήπια «βλα­σφη­μία» της εξω­τε­ρι­κής ατα­ξί­ας του δή­θεν κα­τα­κερ­μα­τι­σμέ­νου εγώ.Τα ρού­χα επι­βάλ­λουν ρυθ­μούς, ήθη, τε­χνο­τρο­πί­ες. Το άτο­μο υπο­τάσ­σε­ται στη ρη­τή σε­ξουα­λι­κό­τη­τα του εν­δυ­μα­το­λο­γι­κού προ­τάγ­μα­τος.
Στο μυ­θι­στό­ρη­μα Ορ­λά­ντο της Βιρ­τζί­νια Γουλφ έχου­με μια δό­κι­μη αι­τιο­λό­γη­ση της πα­ρα­σπον­δί­ας ενός τυ­πι­κού ονά­γκα­τα, τον οποίο βέ­βαια, όπως προ­κύ­πτει από τα βιο­γρα­φι­κά της δε­δο­μέ­να, δεν συ­νά­ντη­σε πο­τέ: «Επο­μέ­νως, έχου­με αρ­κε­τά επι­χει­ρή­μα­τα για την υπο­στή­ρι­ξη της θέ­σης πως τα ρού­χα μάς δια­μορ­φώ­νουν και όχι εμείς αυ­τά - μπο­ρεί να τα υπο­χρε­ώ­νου­με να πά­ρουν το σχή­μα των ώμων μας ή του στή­θους μας, αλ­λά κι αυ­τά, με τη σει­ρά τους, δια­μορ­φώ­νουν τα αι­σθή­μα­τά μας, τη σκέ­ψη μας, τη γλώσ­σα μας σύμ­φω­να με το γού­στο τους». 
Η αρ­χι­κή διε­ρεύ­νη­ση, η ανα­με­νό­με­νη ρι­ζι­κή ανα­θε­ώ­ρη­ση έως και η εξά­λει­ψη του ενός φύ­λου από το άλ­λο εί­ναι εν­δει­κτι­κή της όλης ερω­τι­κής παι­δεί­ας, η οποία θέ­λει προ­ο­δευ­τι­κά να εξω­θή­σει το παι­χνί­δι της πα­ρεν­δυ­σί­ας στα άκρα μιας αυ­στη­ρής τέ­χνης. Ο ονά­γκα­τα δεν εί­ναι ο πλη­ρε­ξού­σιος κα­νε­νός άλ­λου πα­ρά μό­νο του πνεύ­μα­τος Κα­μπού­κι. Η δια­κρι­τι­κό­τη­τα αυ­τής της εξει­δί­κευ­σης βρί­σκε­ται στον αντί­πο­δα των αγριο­τή­των, τις οποί­ες επι­τάσ­σει η σε­ξουα­λι­κό­τη­τα των ανει­δί­κευ­των δού­λων, των μο­νο­σή­μα­ντων φο­ρέ­ων της «αγά­πης».

§ Οι εξο­μο­λο­γή­σεις του Ού­τσου­γκι Το­κού­σου­κε στις πρώ­τες σε­λί­δες του ιδιαί­τε­ρα προ­βε­βλη­μέ­νου μυ­θι­στο­ρή­μα­τος Το ημε­ρο­λό­γιο ενός τρε­λού γέ­ρου, του Τζου­νί­τσι­ρο Τα­νι­ζά­κι, το οποίο σύμ­φω­να με τους εγκυ­ρό­τε­ρους κρι­τι­κούς συ­νι­στά σε με­γά­λο βαθ­μό αντί­γρα­φο του ίδιου του συγ­γρα­φέα, εί­ναι δη­λω­τι­κές ενός βα­θύ­τε­ρου, πο­λυ­πλο­κό­τε­ρου εί­ναι. Τα κα­τα­να­γκα­στι­κά έρ­γα που αφο­ρούν στην αλ­λα­γή του κώ­δι­κα της συ­μπε­ρι­φο­ράς, η πε­ρι­πέ­τεια της μά­σκας, ο απε­γκλω­βι­σμός από την αρ­χι­κή διά­στα­ση του φύ­λου όλα αυ­τά τε­λού­νται με υπο­δειγ­μα­τι­κή δια­κρι­τι­κό­τη­τα. Η σύγ­χυ­ση και ο θαυ­μα­σμός συ­μπλέ­ουν ώσπου η πρώ­τη να εξα­λει­φθεί από τον δεύ­τε­ρο: «Πα­ρό­τι δεν εί­χα πο­τέ ιδιαί­τε­ρο εν­δια­φέ­ρον γι' αυ­τό που λέ­με παι­δε­ρα­στία, τε­λευ­ταία, κα­τά πα­ρά­δο­ξο τρό­πο, αι­σθά­νο­μαι μία ερω­τι­κή έλ­ξη για τους νε­α­ρούς ηθο­ποιούς ονά­γκα­τα του Κά­μπου­κι. Πο­τέ όμως όταν εί­ναι άβα­φοι.[...] Λέω με­γά­λω­σε, ήταν όμως με­τά βί­ας τριά­ντα και ακό­μη πο­λύ όμορ­φος~ βλέ­πο­ντάς τον σου έδι­νε την εντύ­πω­ση γυ­ναί­κας στο από­γειο της ωρι­μό­τη­τάς και της ομορ­φιάς της και δεν σου περ­νού­σε σε κα­μία πε­ρί­πτω­ση απ' το μυα­λό πως μπο­ρού­σε να εί­ναι γέ­νους αρ­σε­νι­κού».

Η μέ­θε­ξη, σε ό,τι δη­λα­δή απο­βλέ­πει πα­ρα­δο­σια­κά η θε­α­τρι­κή τα­κτι­κή, ικα­νο­ποιεί­ται αρ­κού­ντως. Η υπέρ­βα­ση των χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών του τυ­πι­κού άρ­ρε­νος μέ­σα σε ένα λα­βύ­ριν­θο αλ­λοιώ­σε­ων εί­ναι κα­θό­λα απο­δε­κτή και χρη­στι­κή ταυ­το­χρό­νως. Ο Τζου­νί­τσι­ρο Τα­νι­ζά­κι δεν ανα­φέ­ρε­ται εδώ στην ύπαρ­ξη ενός εν­διά­με­σου τύ­που, ού­τε ασφα­λώς τον εν­δια­φέ­ρει η εν­δε­χό­με­νη δι­πο­λι­κό­τη­τα ενός τυ­χόν σκο­τει­νού νο­ή­μα­τος. Αντι­θέ­τως, απο­λαμ­βά­νει την διο­λί­σθη­ση, την «φυ­σιο­λο­γι­κή» εί­σο­δο στην συ­ναρ­πα­στι­κή τυ­πο­λο­γία της μι­κτής πλην λει­τουρ­γι­κής περ­σό­νας, η οποία θέ­λει να βε­βαιώ­σει τους πά­ντες για την αρ­ρα­γή, από­λυ­τα συ­γκρο­τη­μέ­νη φύ­ση της. Τα συ­μπε­ραί­νω τώ­ρα, πα­ρα­κο­λου­θώ­ντας σπι­θα­μή σπι­θα­μή τις κι­νή­σεις του ονά­γκα­τα, που επι­χει­ρεί εδώ και δύο ώρες να ζή­σει σαν αλη­θι­νή γυ­ναί­κα ενός αλη­θι­νού πά­θους. Η επι­τυ­χία, αν και εί­ναι εξα­σφα­λι­σμέ­νη από τις πρώ­τες κιό­λας στιγ­μές της πα­ρά­στα­σης, λό­γω των εγνω­σμέ­νων ικα­νο­τή­των και της ανά­λο­γης μα­κράς εμπει­ρί­ας του ηθο­ποιού στο Κα­μπού­κι, δεν φαί­νε­ται να εί­ναι επ' ου­δε­νί το δε­δο­μέ­νο. Αντι­θέ­τως εί­ναι το ζη­τού­με­νο μιας εντα­τι­κής τρι­βής του υπο­κρι­τή και του ιν­δάλ­μα­τός του, της γυ­ναί­κας δη­λα­δή που εξι­σώ­νε­ται 
με το νο­σταλ­γι­κά Υπέ­ρο­χο.

§ 
Εί­ναι άρα­γε η εν­δυ­μα­το­λο­γι­κή αυ­τή με­τάλ­λα­ξη ή με­τέν­δυ­ση, για να χρη­σι­μο­ποι­ή­σω έναν πιο δό­κι­μο όρο, συμ­βο­λι­κή διευ­θέ­τη­ση της λα­χτά­ρας των δύο φύ­λων να συ­νυ­πάρ­ξουν σε ένα; Η μή­πως πρό­κει­ται για τη συ­νει­δη­τή ανα­ζή­τη­ση μιας ορια­κής διε­ξό­δου από την πραγ­μα­τι­κή, ελ­λειμ­μα­τι­κή γυ­ναί­κα, προ­κει­μέ­νου ο ονά­γκα­τα να υπο­δυ­θεί μια πα­ρεμ­φε­ρή μορ­φή, ένα ον πα­ρα­πλή­σιο, το οποίο όμως θα εί­ναι εμ­φα­νώς απαλ­λαγ­μέ­νο από τις θλι­βε­ρές ακρό­τη­τες και τις επα­χθείς αγκυ­λώ­σεις των θη­λέ­ων του μέ­σου όρου; Ας πα­ρα­θέ­σω τις πα­ρεμ­φε­ρείς πα­ρα­τη­ρή­σεις του Ρο­λάν Μπαρτ, που ίσως να δο­κί­μα­σε στο ίδιο ακρι­βώς θέ­α­τρο, με­ρι­κά χρό­νια πριν, τις δι­κές του γνω­σιο­λο­γι­κές εντά­σεις: «Ο ηθο­ποιός, με το πρό­σω­πό του, δεν παί­ζει τη γυ­ναί­κα, ού­τε την αντι­γρά­φει, αλ­λά μό­νο τη ση­μαί­νει - αν, όπως λέ­ει ο Mallarmé, η γρα­φή εί­ναι φτιαγ­μέ­νη «από τα σχή­μα­τα της ιδέ­ας», ο τρα­βε­στί εί­ναι εδώ το σχή­μα της θη­λυ­κό­τη­τας, δεν εί­ναι το κλε­ψί­τυ­πό της - επο­μέ­νως δεν εί­ναι κα­θό­λου αξιο­ση­μεί­ω­το, δη­λα­δή κα­θό­λου στιγ­μα­τι­σμέ­νο (πράγ­μα αδια­νό­η­το στη Δύ­ση: όπου η με­τέν­δυ­ση εί­ναι ήδη, αυ­τή κα­θαυ­τή, πα­ρε­ξη­γη­μέ­νη και δυ­σκο­λο­βά­στα­χτη, κα­θα­ρά πα­ρα­βα­τι­κή), να βλέ­που­με ένα πε­νη­ντά­ρη ηθο­ποιό (πο­λύ διά­ση­μο και ανα­γνω­ρι­σμέ­νο) να παί­ζει το ρό­λο μιας νέ­ας γυ­ναί­κας ερω­τευ­μέ­νης και αλα­φια­σμέ­νης για­τί η νε­ό­τη­τα, όπως και η θη­λυ­κό­τη­τα, δεν εί­ναι εδώ μια φυ­σι­κή ου­σία, που κυ­νη­γά­με με πά­θος την αλή­θεια της- ο εξευ­γε­νι­σμέ­νος του κώ­δι­κας, η ακρί­βειά του, αδιά­φο­ρη σε κά­θε σφι­χτή αντι­γρα­φή, ορ­γα­νι­κού τύ­που (να ανα­δει­χτεί το πραγ­μα­τι­κό, το φυ­σι­κό σώ­μα μιας νέ­ας γυ­ναί­κας) έχουν ως συ­νέ­πεια -ή δι­καιο­λο­γία- ν' απορ­ρο­φή­σουν και να εξα­φα­νί­σουν όλη τη γυ­ναι­κεία πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μέ­σα στη λε­πτή διά­θλα­ση του ση­μαί­νο­ντος: η Γυ­ναί­κα, ση­μαι­νό­με­νη, αλ­λά όχι απει­κο­νι­ζό­με­νη, εί­ναι μία ιδέα (όχι μια φύ­ση) - σαν τέ­τοια επα­να­φέ­ρε­ται μέ­σα στο παι­χνί­δι της τα­ξι­νό­μη­σης και μέ­σα στην αλή­θεια της κα­θά­ριας δια­φο­ράς της: ο δυ­τι­κός τρα­βε­στί θέ­λει να εί­ναι μια γυ­ναί­κα, ο ανα­το­λί­της τρα­βε­στί δεν επι­ζη­τεί τί­πο­τα άλ­λο πα­ρά να συν­δυά­σει τα ση­μά­δια της Γυ­ναί­κας». Θα υπο­στή­ρι­ζα με άλ­λα λό­για ότι η ασφά­λεια της νέ­ας ταυ­τό­τη­τας, με άλ­λα λό­για της ακρι­βό­λο­γης φύ­σης-ονά­γκα­τα, διαρ­θρώ­νε­ται, δια­χέ­ε­ται, ανα­συ­γκρο­τεί­ται και τε­λι­κά επι­κυ­ριαρ­χεί στην λι­τή σκη­νή του Κα­μπού­κι ως μια πο­λιορ­κη­τι­κή μη­χα­νή που εξο­ντώ­νει το ψεύ­δος εκεί­νο, το οποίο θε­ω­ρού­με πό­τε εκ­στα­τι­κοί, πό­τε με ανία, η οποία συ­νή­θως δεν κρύ­βε­ται, πριν και με­τά την πα­ρά­στα­ση, απο­κα­λώ­ντας το απλώς «γυ­ναί­κα». 


§ Δεν έχω ανά­γκη από τα δε­κα­νί­κια της οποιασ­δή­πο­τε με­τά­φρα­σης. Αγνοώ τό­σο τους πη­χυαί­ους υπό­τι­τλους στη βά­ση ή στο πά­νω μέ­ρος της σκη­νής, όσο και τις διά­φο­ρες ηλε­κτρο­νι­κές επε­ξη­γή­σεις στα αγ­γλι­κά που τρε­μο­σβή­νουν στις όρ­θιες στή­λες δε­ξιά κι αρι­στε­ρά στους τοί­χους: μού αρ­κεί η πε­ρί­φρο­ντις πα­ντο­μί­μα του ονά­γκα­τα, το κι­νη­σιο­λο­γι­κό, κα­θό­λα επαρ­κές υπέρ-φώ­νη­μα, η πα­ρα­μι­κρή από­χρω­ση του νεύ­μα­τος, η ομι­λία των ώμων, η χά­ρις που πα­ρα­πέ­μπει στην εμ­βλη­μα­τι­κή, αει­θα­λή Γυ­ναί­κα των αυ­λι­κών ποι­η­τών. Εί­ναι το ίδιο το αρ­χέ­τυ­πο ολο­ζώ­ντα­νο, ερω­το­μα­νέ­στα­το, αλ­λά και ευ­φυώς συ­γκρα­τη­μέ­νο εδώ, μπρο­στά μου. Έτσι να κά­νω, θα αγ­γί­ξω την έπαρ­ση, την αί­γλη και τη λε­λο­γι­σμέ­νη αυ­θά­δεια του ονά­γκα­τα. Φυ­σι­κά και δεν το κά­νω, όχι για­τί σέ­βο­μαι τον ήδη κα­τα­στα­λαγ­μέ­νο εαυ­τό μου, σε υπερ­θε­τι­κό θα έλε­γα βαθ­μό, αλ­λά για­τί απλού­στα­τα δεν εί­ναι δυ­να­τόν να αγ­γί­ξει κα­νείς ένα φά­σμα, ένα εί­δω­λο εν δρά­σει.

§ Δεν ξέ­ρω αν γε­νι­κά δέ­χε­ται στο κα­μα­ρί­νι του, αν εί­ναι συ­νη­θι­σμέ­νος και πό­σο στις αυ­θόρ­μη­τες φι­λο­φρο­νή­σεις των Δυ­τι­κών. Ένας συμ­βα­τι­κός ονά­γκα­τα, μού λέ­νε, εί­ναι πά­ντα απρό­βλε­πτος. Η αντί­φα­ση αυ­τή δεν πα­ρά­γει άλ­λω­στε τον απο­ψι­νό θρύ­λο-θέ­α­μα; Ας αφε­θώ στις δια­θέ­σεις των άκρων. Θα χτυ­πή­σω την πόρ­τα του, εκτός κι αν εί­ναι ήδη ανοι­κτή. Προ­ε­τοι­μά­ζο­μαι στο με­τα­ξύ να συμ­βι­βα­στώ με την ιδέα του με­σή­λι­κα που θα αντι­κρί­σω, με την ει­κό­να του φα­λα­κρού και κου­ρα­σμέ­νου ηθο­ποιού, που θα προ­σπα­θεί να πε­ρά­σει πά­λι, όσο πιο βο­λι­κά γί­νε­ται, στο ζό­ρι­κο, στα­φι­δια­σμέ­νο πε­τσί του άντρα, τον οποίο η φύ­ση προί­κι­σε σπά­τα­λα με δύο απο­λύ­τως δια­κρι­τά εγώ.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΩΝ
Βιρ­τζί­νια Γουλφ, Ορ­λά­ντο, μτ­φρ. Αρ­γυ­ρώ Μα­ντό­γλου, Gutenberg 2017
Τζου­νί­τσι­ρο Τα­νι­ζά­κι,Οι αδελ­φές Μα­κιό­κα, μτ­φρ. Γιού­ρι Κο­βα­λέν­κο, Κα­στα­νιώ­της 2002

Τζου­νί­τσι­ρο Τα­νι­ζά­κι, Το ημε­ρο­λό­γιο ενός τρε­λού γέ­ρου, μτ­φρ. Πα­να­γιώ­της Ευαγ­γε­λί­δης, Κα­στα­νιώ­της 2001

Ρο­λάν Μπαρτ, Η επι­κρά­τεια των ση­μεί­ων, μτ­φρ. Κα­τε­ρί­να Πα­παϊ­α­κώ­βου, επιμ. Άλ­κης Σταύ­ρου, εκ­δό­σεις Ρά­πα 2001

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: