Πίτουρα & κότες

Πίτουρα & κότες



Ξεπου­που­λί­ζο­ντας τη λο­γι­κή αλ­λη­λου­χία, με­τά από επί­σαρ­κες προ­σπά­θειες η φι­λο­σο­φία έχει κα­τα­δεί­ξει ότι άλ­λο τα πί­του­ρα και άλ­λο η κό­τα. Όποιον θες ρώ­τα, αλ­λά ού­τε στα όνει­ρά τους τα πί­του­ρα δεν τρώ­νε κό­τα, ενώ η κό­τα εί­ναι ζώο παμ­φά­γο, όπως το γου­ρού­νι ή ο άν­θρω­πος, πριν η Κίρ­κη του βά­λει χέ­ρι. Έτσι δια­πι­στώ­νε­ται από πι­στω­τι­κούς φο­ρείς ότι η κό­τα τρώ­γε­ται με το χέ­ρι, ακό­μη και όταν πρό­κει­ται για πα­τού­με­νο πτη­νού, όπου δεν γί­νε­ται διά­κρι­ση σε μπρος ή πί­σω πό­δι, αλ­λά σε αρι­στε­ρό και δε­ξί, ανα­λό­γως του άκρου με το οποίο ορ­νι­θο­σκα­λί­ζουν ή ψη­φί­ζουν για επι­λο­γή ψη­στα­ριάς, της οποί­ας το μπου­ρί υπε­ρα­κο­ντί­ζε­ται με τον οι­κο­δο­μι­κό αέ­ρα ενός πλέ­ον αλυ­σι­τε­λούς πτη­νο­τρο­φεί­ου ή μιας αλά­νας χω­ρίς αλα­νιά­ρες.

Πί­του­ρα και κό­τες μπο­ρεί να συ­νυ­πάρ­χουν πα­ραλ­λή­λως. Πί­του­ρα ή κό­τες μπο­ρεί να τρώ­γο­νται αυ­το­τε­λώς, χω­ρίς να απο­κλεί­ο­νται συν­δυα­σμοί, όπως πί­του­ρα με κό­τα ή κό­τα με πί­του­ρα. Φι­λο­σο­φι­κά υφί­στα­ται δυ­να­τό­τη­τα αφα­γί­ας. Συ­χνό­τε­ρα όμως εμ­φα­νί­ζο­νται εξαι­ρέ­σεις, που συ­νο­δεύ­ει βά­πτι­ση, όπως όταν το κρέ­ας τρώ­γε­ται ως ψά­ρι. Για όσους πά­λι έχουν φά­ει τον αγλέ­ο­ρα, από τον δη­λη­τη­ριώ­δη δι­κο­τυ­λή­δο­νο ελ­λέ­βο­ρο (γα­λα­τσί­δα, σκάρ­φι, καρ­πί) συ­νι­στά­ται μι­κρή δό­ση, που προ­κα­λεί εμε­τό, όπως ανα­λύ­ε­ται σε ιστό­το­πο ψη­στα­ριάς στο Ηρά­κλειο Κρή­της.

Εν πά­ση πε­ρι­πτώ­σει, υπάρ­χει αλ­λη­λου­χία μεν, δυ­σα­να­λο­γία δε, τρώ­γο­ντας πί­του­ρα εν ανα­μο­νή της κό­τας, μί­ας και μό­νης, αφού δεν εί­ναι δυ­να­τόν να κρα­τή­σου­με δύο κό­τες στην ίδια μα­σχά­λη, όπως προ­σο­μοιώ­νε­ται με καρ­πού­ζια, που χρη­σι­μο­ποιού­νται σε οι­κου­με­νι­κά μα­θή­μα­τα για το πώς πρέ­πει να γί­νο­νται τα ψώ­νια. Όποιος μία κό­τα έχει στη μα­σχά­λη, δεύ­τε­ρη δεν χρειά­ζε­ται. Αν όμως μεί­νου­με με το στό­μα ανοι­χτό, σύμ­φω­να με την επι­τα­γή πέ­σε κό­τα να σε φάω, υπάρ­χει κίν­δυ­νος να ξε­φύ­γει το απαι­τού­με­νο πε­τού­με­νο, οπό­τε τα πί­του­ρα θα τα φά­ει η κό­τα. Ομοί­ως, αν κλεί­σου­με το στό­μα ανα­μέ­νο­ντας να φά­με κό­τα, δεν υπάρ­χει λό­γος να ανοί­ξει για πί­του­ρα. Αν, ο μη γέ­νοι­το, προ­κύ­ψει ατυ­χής πε­ρί­στα­ση, αφή­νου­με στην άκρη ένα του­λά­χι­στον από τα καρ­πού­ζια, ώστε να μη συ­μπέ­σουν βά­ρος στη μα­σχά­λη και βά­ρος στο στο­μά­χι, για­τί, όπως λέ­νε οι σο­φό­τε­ροι κλε­φτο­κο­τά­δες, όποιος ανα­κα­τεύ­ε­ται με τα πί­του­ρα, τον τρώ­νε οι κό­τες.

Ποιος θα φά­ει ποιον πρώ­τος εί­ναι συ­νή­θως το ζή­τη­μα, κα­θώς η τα­χύ­τη­τα συ­νι­στά αρε­τή στη φι­λο­σο­φία, που σπεύ­δε βρα­δέ­ως δι­δά­σκει, ώστε να μη μας πά­ρει μυ­ρου­διά η κό­τα και φύ­γει. Εξα­πί­νης η πεί­να θε­ρα­πεύ­ε­ται ανε­ξαρ­τή­τως απη­νούς ή όχι κα­τα­δί­ω­ξης. Το γορ­γόν και χά­ριν έχει, κα­θώς μια χα­ρι­τω­μέ­νη Γορ­γό­να δεν μα­σά, αλ­λά κα­τα­πί­νει. Κα­μία κό­τα δεν θα μας κά­νει τη χά­ρη να πε­ρι­μέ­νει να την πιά­σου­με. Και, αν την πιά­σου­με εκτός σού­περ μάρ­κετ, απαι­τεί­ται απο­κε­φα­λι­σμός. Αν όλοι έβλε­παν τα κο­το­κέ­φα­λα, που σε κά­θε σπί­τι νο­ε­ρά κο­σμούν τους τοί­χους, δεν θα χρειά­ζο­νταν πλα­κά­κια στην κου­ζί­να. Αντι­θέ­τως, τα πί­του­ρα, έτσι και τα ρί­ξεις στην κα­τσα­ρό­λα, τα βρά­ζεις ανα­λό­γως, αν τα θέ­λεις νε­ρου­λά ή πη­χτά, και αμέ­σως τα τρως.

Η κό­τα θέ­λει ξε­που­πού­λι­σμα, αφαί­ρε­ση εντο­σθί­ων, χει­ρουρ­γείο και τρυ­φε­ρό­τη­τα, που δεν πε­ρισ­σεύ­ει στην επο­χή μας. Αλ­λιώς, ού­τε οι γά­τες δεν την τρώ­νε. Σε πε­ριό­δους νη­στεί­ας, πε­ρι­συλ­λο­γής ή πε­ρι­το­μής, πί­του­ρα ονο­μά­ζο­νται οι κό­τες, ενώ το αντί­στρο­φο ισχύ­ει μό­νο για τους πο­λύ νη­στι­κούς. Προ­σο­χή χρειά­ζε­ται και στα ψα­ρο­κό­κα­λα, όταν ψά­ρι βα­πτί­ζε­ται το κρέ­ας, ενώ η σχέ­ση κό­τας και αβγού απα­σχο­λεί το πε­ρί ομε­λέ­τας κε­φά­λαιο. Κα­λο­με­λέ­τα έρ­χο­νται και τα πί­του­ρα, όπου γριές κό­τες απο­στραγ­γί­ζουν το ζου­μί. Φι­λο­σο­φι­κά το πλέ­ον ση­μα­ντι­κό εί­ναι, όταν όλοι θα έχουν κα­θί­σει στη θέ­ση τους στο κομ­μω­τή­ριο, να μην έχε­τε μεί­νει όρ­θιοι με δύο καρ­πού­ζια υπό μά­λης.


Όποιος κότες ανακατεύει πίτουρα θα φάει