Σημειώσεις από το περιβάλλον. Καταγραφές από την επικαιρότητα ή πέρα απ' αυτήν

Αυτό το μήνα, κάνουμε μια θερινή αναδρομή στα μέχρι τώρα αφιερώματα του Χάρτη:


Τεύχος 1 • Νάσος Θεοφίλου

στο αφιέρωμα για τον σπουδαίο πεζογράφο χαρτογραφούν:

Τάσος Γουδέλης: Συναντήσεις με τον Νάσο Θεοφίλου
Τάκης Γραμμένος: Με κατενώπιον εφήβου από τη ζωφόρο του Παρθενώνα
Νάσος Θεοφίλου:
«Ρήσεις»
Ποιήματα της Σαπφώς
Δημήτρης Καλοκύρης (Ερημόπολις - Τα τετράδια του ΝΘ)
Δημήτρης Καλοκύρης: Μια συνάντηση του ΝΘ με τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες
Γιώργος Χουλιάρας: ΘΕΟCΦΙΛΟΥ
Φωτεινή Φραγκούλη: Η ορχήστρα
Θοδωρής Οικονόμου: Μερικές κρίσεις για το έργο του


Τεύχος 4 • Νίκος Χουλιαράς

στο αφιέρωμα για τον ζωγράφο, μουσικό και συγγραφέα χαρτογραφούν:

Δημήτρης Αγγελής: Αγαπητέ Νίκο Χουλιαρά
Μιχάλης Γκανάς: Γυάλινα Γιάννενα ΙΙ
Τάσος Γουδέλης: Η πραγματικότητα απαιτεί φαντασία
Κλεοπάτρα Δίγκα: Μιλώντας για ποιήματα μιλάει για ανθρώπους
Μάρω Δούκα: Ποιος Φώκνερ; Νίκος Χουλιαράς είναι.
Γιώργος Ζεβελάκης: «Ο Λούσιας»
Γιώργος Θεοχάρης: Ο θάνατος δεν έχει μυρωδιά
Σωτήρης Κακίσης: Ένα βράδυ με τον Χουλιαρά και τον Καρούζο
Δημήτρης Καλοκύρης: Τρία παρεστιγμένα
Χάρης Καμπουρίδης: Ο ζωγράφος Νίκος Χουλιαράς – Μια αναδρομή και μια αποκατάσταση
Θωμάς Κοροβίνης: Δυο λόγια για τον Νίκο
Δημήτρης Λεοντζάκος: Ο Χουλιαράς και οι λύκοι (εννέα θέσεις για την απελπισία)
Γιώργος Β. Μονεμβασίτης: Νίκος Χουλιαράς, ο τραγουδοποιός, ο τραγουδιστής
Γιώργος Μουλουδάκης: Το δωμάτιο / Μια επίσκεψη στον Νίκο Χουλιαρά
Παυλίνα Παμπούδη: Ποίημα
Κατερίνα Σχινά: Για τον Νίκο Χουλιαρά
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου: Το παραμύθι, το όνειρο και ο μαγικός ρεαλισμός
Γιώργος Χουλιάρας: 31 Φεβρουαρίου 2019
Σοφία Χουλιαρά: Τα φορούσα;
Νίκος Χουλιαράς:
«Η τρύπα»
Πως ένας χώρος με χτίσματα και με νερά μ' έμαθε κάμποσα πράγματα για τη ζωή και για τους φίλους μου
Το σύγχρονο πρόσωπο της ελληνικής ζωγραφικής {xειρόγραφα}
Για τη ζωγραφική του / Περί τέχνης {xειρόγραφα}


Τεύχος 5 • Mάνος Ελευθερίου

στο αφιέρωμα για τον ποιητή χαρτογραφούν:

Γιώργος Ζεβελάκης: «Χάσαμε το πιο τίμιο — τη φωνή του»
Δημήτρης Καλοκύρης: Ο Μάνος Ελευθερίου στο περιοδικό «Το Τέταρτο»
Σωτήρης Κακίσης: Μια ιστορία και με τον Μάνο Ελευθερίου
Βασίλης Λαμπρόπουλος: H φιλία ως μελέτη βίου
Γιώργος Β. Μονεμβασίτης: Χρόνια και λόγια κερδισμένα
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου: Η πεζογραφία του Μάνου Ελευθερίου
Μάνος Ταξίδης [=Μάνος Ελευθερίου]:
Συνέντευξη με τον Μίλτο Σαχτούρη
Σχόλια από την «Οδό των Φιλελλήνων»
Μάνος Ελευθερίου: Εικονογραφημένη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους


Τεύχος 6 • Mίμης Σουλιώτης

στο αφιέρωμα για τον ποιητή και δάσκαλο της γραφής χαρτογραφούν:

Νάσος Βαγενάς: Άσιλα, όντως, ιν ντηντ
Δημήτρης Καλοκύρης: Κείμενα, γράμματα και άλλα τινά
Βασίλης Καραγιάννης: Σουλιώτικα ενσταντανέ στην Άνω-Δυτική Μακεδονία
Τριαντάφυλλος H. Κωτόπουλος: Θανάτου αγωνία στην ποίηση του Μ. Σουλιώτη
Σοφία Νικολαΐδου: Μνήμη Μίμη
Μανόλης Ξεξάκης: Επιστροφή από την Ξεχασμένη
Θεόδωρος Παπαγγελής: Η Ποιητική του Μίμη Σουλιώτη: Η γοητεία μιας (ψευδο)αντίφασης
Αγγελική Πεχλιβάνη:
Ο Μ. Σουλιώτης και η γενιά του ’70: συγκλίσεις και αποκλίσεις
Τα μείζονα από τα ελάσσονα στην ποίηση του Μ. Σουλιώτη
Μανόλης Σαββίδης: Υπόθεσες ψυχικές, εκδόσες ιδιωτικές
Αλίκη Συμεωνάκη: Farewell, αφεντικό
Γιώργος Χουλιάρας: Τότε στου Τόττη (Κάβα Σουλιώτη)
Τίνα Χρηστίδη: «Να χρησιμοποιείς τις λέξεις σου σα να τις έχεις πολύ ακριβά αγορασμένες»
Μίμης Σουλιώτης:
Αυτοβιογραφικά σημειώματα
Νεανικά άρθρα
Πρώτα δημοσιεύματα
Το ηρωικό «Χασαπόχαρτο»
Φλώρινα (φωτογραφικό οδοιπορικό από το περ. «Το Τέταρτο»)
Δημιουργική γραφή (Οδηγίες πλεύσεως)



Ο «Χάρτης» σας εύχεται Αρωματώδες και Αναψυκτικό καλοκαίρι

Blue Canary

Πώς συμβαίνει –και ξυπνάς μια μέρα και το πρώτο πράμα που θυμάσαι είναι κάτι που είχες τέλεια ξεχασμένο για πάνω από έξι δεκαετίες τώρα– ένα τραγούδι που λεγόταν «Blue Canary», στη μια πλευρά ενός 45άρη δίσκου από τους πρώτους-πρώτους που πήρες ποτέ σου. Θυμάσαι και την τραγουδίστρια, μια κλασική σοπράνο, Βιενέζα, την κυρία Ρενάτε Χολμ.

Και εκτός από τον τίτλο και την τραγουδίστρια, θυμάσαι και τον σκοπό: «Blue Canary, λα λα λα λα…», στα γερμανικά. Τα βιολιά της ορχήστρας, βιολιά – ας ήταν ο ρυθμός κάποιος χορευτικός της εποχής, ένα beguine ας πούμε ή ένα αργό foxtrot. Μάλιστα, μάλιστα. Blue Canary. Τα απίθανα πράγματα που οδήγησαν στους μεγάλους έρωτες της ζωής μας, όπως η αγάπη για τη μουσική, η όπερα αργότερα !
Κατέβασα το τραγούδι από το You Tube και το άκουσα με ανάμεικτα αισθήματα νοσταλγίας και δυσφορίας. Πόσο εύκολα και πόσο γρήγορα αυτά που συνέβαλαν στη γνωριμία μας και στην αγάπη μας για την τέχνη, φαίνονται αργότερα ασήμαντα και ταπεινά. Κάπως έτσι και η γοητεία που ασκούν πάνω μας κάποια πρόσωπα όσο ακόμα υπάρχει ανάμεσά μας η απόσταση του άγνωστου, που κάποια στιγμή υποχωρεί και κάποτε μεταβάλλεται σε απέχθεια και απόρριψη, όπως όταν ένας έρωτας τελειώνει, όταν ένας γάμος ή μια σχέση διαλύεται, όταν μια φιλία εκφυλλίζεται σε ανταγωνισμό ή σε περιφρόνηση. Ποιος άνθρωπος της δικιάς μου γενιάς θα ξαναδιάβαζε αργότερα στη ζωή του τα μυθιστορήματα του Κρόνιν ή της Περλ Μπακ; Ποιος μουσικόφιλος θα άκουγε αργότερα στη ζωή του με την ίδια προσήλωση και θαυμασμό το Ιταλικό Καπρίτσιο του Τσαϊκόφσκι ή το Ισπανικό του Κόρσακοφ; Αυτά τα εύληπτα, τα εύκολα κλειδιά που ξεκλειδώνουν τις πύλες της τέχνης, δεν είναι παρά τα ταπεινά εργαλεία που μας επιτρέπουν την είσοδο στους μαγικούς κήπους και στους δαιδαλώδεις δρόμους της δημιουργίας. Τα εγκαταλείπεις στο κατώφλι τους και δεν επιστρέφεις ποτέ σε αυτά.
Ίσως και οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μας, γονείς, συγγενείς, παιδικοί φίλοι, κάτι παρόμοιο να είναι.

Περίπατοι γύρω από το κεφάλι μου

Πειραιάς, στις πρόσφατες ευρω-περιφερειακο-δημοτικο-κοινοτικές εκλογές. Περιμένοντας στην ουρά, η κουβέντα με τον ηλικιωμένο ψηφοφόρο ήταν σύντομη αλλά πολύ κατατοπιστική. Ο ίδιος είχε αποφασίσει πού θα ρίξει την ψήφο του. Για το σκυλάκι που ισορροπούσε στην πλάτη του, δεν έπαιρνε όρκο. Θα μπορούσε, φυσικά, να τον έχει αφήσει στο σπίτι. Αλλά, όπως σχολίασε σκωπτικά, ο σκύλος του είναι κατά της αποχής.

Τα σκυλιά


[ 1529, Μπερναντίνο δε Σααγκούν ]

O Φραγκισκανός μοναχός Μπερναντίνο δε Σααγκούν (1499-1590) έφτασε το 1529 στη «Νέα Ισπανία» (Μεξικό) με αποστολή την διδασκαλία των λατινικών στο Αυτοκρατορικό Κολέγιο του Αγίου Σταυρού στο Τλατελόλκο. Μαθητές του ήταν γιοι της ιθαγενούς αριστοκρατίας. Στο δωδεκάτομο έργο του Γενική Ιστορία των Πραγμάτων της Νέας Ισπανίας, αποτέλεσμα μελέτης και έρευνας στις επαρχίες του Μεξικού επί τριάντα χρόνια, συγκέντρωσε και διέσωσε τις αρχαίες φωνές, τις γιορτές των Ινδιάνων, τις ιεροτελεστίες τους, τους θεούς τους, τις αφηγήσεις για τις κινήσεις του χρόνου και των άστρων, τους μύθους, τα φάρμακα και καταπότια, τις ιστορίες του μακρινού παρελθόντος και τα γεγονότα της κατάκτησης της χώρας. Βεβαιώνεται ότι έγιναν τρία χειρόγραφα του έργου. Επτά χρόνια πριν τον θάνατο του Σααγκούν, ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ διέταξε να εξαφανιστούν εκείνα τα χειρόγραφα, ώστε να μην απομείνει ούτε πρωτότυπο, ούτε αντίγραφο, επειδή τέτοια έργα διέδιδαν την ειδωλολατρία και προκαλούσαν το κοινό αίσθημα, αφού αποδείκνυαν πως οι Ινδιάνοι ήταν άνθρωποι παρόλο που δεν ήταν χριστιανοί. Στο πόνημα με τον τίτλο Φλωρεντινός Κώδικας, ο Σααγκούν εξηγεί πως οι σκύλοι, είδος γηγενών ισπανικών μπουλντόγκ, καταδίωκαν τους οπλισμένους ιθαγενείς όπως τα πρόβατα, έτσι που οι στρατιώτες δεν είχαν λόγο να χρησιμοποιήσουν ασπίδες, ούτε βέλη. Οι σκύλοι βάδιζαν επικεφαλής και αρκούσε μία και μόνη εντολή ώστε να ορμήσουν εναντίον του εχθρού, που κατατρόμαζε από τις αιμοδιψείς ματιές τους και τα εκκωφαντικά γρυλίσματά τους. Κανένας δεν γλίτωνε από τα δόντια τους, ούτε κανένας ήταν καλύτερος από τον Μπεθερίλιο.
Είναι θεμιτή η υποψία πως ο Δομήνικος Θεοτολόπουλος αρνήθηκε να προσθέσει ένα σκύλο στον πίνακά του «Το όνειρο του Φίλιππου Β’», δικαιολογούμενος ότι σε κανένα έργο του δεν είχε εμφανίσει σκύλο και συνεπώς δεν είχε δοκιμάσει ποτέ να ζωγραφίσει αυτόν τον σύντροφο του ανθρώπου. Εξάλλου, κανένας σκύλος δεν συνόδευε τον Φίλιππο Β’, που επισκεπτόταν κάθε Σαββατοκύριακο το πάνθεον Ελ Εσκοριάλ, σχεδιασμένο για την αιώνια ανάπαυσή του και έριχνε τους καλύτερους ύπνους στο φέρετρό του. Η παραγγελία του ήταν να κάνουν εξήντα χιλιάδες δεήσεις στο όνομά του, όταν έφευγε από το θρόνο του για μόνιμη εγκατάστασή του στο φέρετρο, σε αυτόν τον σύντροφο του ανθρώπου.

1668 και 1795 (Αϊτή- Κούβα)

Οι απόγονοι του σκύλου Λεονθίκο, εκατόν πενήντα πέντε χρόνια αργότερα, έχουν κυριεύσει την Αϊτή και άλλα νησιά. Εκείνοι οι μολοσσοί έχουν πολλαπλασιαστεί και κυκλοφορούν σε αγέλες, κατασπαράζοντας αγριογούρουνα, ενώ διεκδικούν από τους πειρατές την περιοχή. Κάθε νύχτα ακούγονται τα ουρλιαχτά τους από το δάσος και οι πειρατές κοιμούνται με τον τρόμο στην ψυχή. Ευτυχώς, η Γαλλία έστειλε φορτίο με δηλητήριο. Θανατώνονται λοιπόν μερικά άλογα και τα κουφάρια τους σκορίζονται παντού με το δηλητήριο στην κοιλιά τους. Με αυτό τον τρόπο έλαβε τέλος η μάστιγα των αδέσποτων σκύλων σε εκείνη την περιοχή.
Εκατόν τριάντα χρόνια αργότερα, τα σκυλιά της Κούβας ήταν περιζήτητα. Με αυτά, οι Γάλλοι έπιασαν πολλούς μαύρους φυγάδες στα βουνά της Αϊτής, ενώ μερικά τέτοια σκυλιά ήταν αρκετά για να εξολοθρεύσουν τους Ινδιάνους με λίγες δαγκωνιές. Έτσι λοιπόν, οι Άγγλοι γαιοκτήμονες της Κούβας στέλνουν από το Λονδίνο στην Κούβα σκυλιά για το καλό των κατοίκων και την ασφάλεια του νησιού. Οι πιο πολιτισμένες κι εξευγενισμένες χώρες της Ευρώπης, λένε οι Άγγλοι γαιοκτήμονες, καταδιώκουν με άλογα τον εχθρό. Γιατί λοιπόν να μην χρησιμοποιήσουν σκυλιά για να ξετρυπώσουν τα λημέρια των φυγάδων, εφόσον οι μαύροι είναι πιο άγριοι και από τα σκυλιά; Το καράβι που μεταφέρει τέτοιο φορτίο ποδίζει στην Τζαμάικα. Αδειάζουν εν ριπή οφθαλμού οι δρόμοι, οι πόρτες κλείνουν ερμητικά. Σαράντα Κουβανοί ανιχνευτές στέκονται στη γραμμή, κάτω από το φως των δαυλών. Ο καθένας κρατά, αλυσοδεμένα στη μέση του, τρία τεράστια σκυλιά. Μερικά μοιάζουν με τα ελληνικά μπουλντόγκ, μια ράτσα που έχει πια εξαφανιστεί, ιδιαίτερα αγαπητή όμως στον Σουλτάνο Μωάμεθ Δ’, απαραβίαστη η θέλησή του, καθώς ο ένας και μοναδικός Θεός ορίζει.

Ο Πολλαπλασιαστής

Πιστεύοντας ακράδαντα ότι η Κρεμαγιέρα είναι μια συσκευή που έχει να κάνει με την επεξεργασία γάλακτος και τη ζαχαροπλαστική (ή κάτι σαν το κρεμόριο, ας πούμε, κάτι άσπρους κρυστάλλους που προέρχονται από το κατακάθι του κρασιού, την τρύγα)· ότι το Ακρόμπαρο αναφέρεται σε μεθοριακό κυλικείο (που αναδίδει μια ιδιαίτερη Barila)· η Πεταλούδα του Γκαζιού ένα είδος λεπιδόπτερου που ευδοκιμεί μέσα σε υγραέριο· το Διαφορικό με τους λογισμικούς ρυθμούς μεταβολής των ποσοτήτων στα μαθηματικά· η Μίζα αποκλειστικά με την πιστοληπτική ικανότητα δημοσίων λειτουργών· ο Γρύλλος Μπουκάλας ορθόπτερο έντομο ασφαλώς (ίσως και να συγγένευε με τον Παντελή…)· ο Τεμπέλης του Τιμονιού κάποιος αργόσχολος μεσογειακός οδηγός· ο Κάβουρας πρώτη ύλη για γκουρμέ μακαρονάδα· και το Σινεμπλόκ αλυσίδα κινηματογραφικών αιθουσών, όταν αναφέρθηκε από τον μηχανικό ως υπόλογος της βλάβης του αυτοκινήτου Μου ο μυστηριώδης Πολλαπλασιαστής, υπέθεσα πως είναι κάποιος απελπισμένος θρησκευόμενος, σαν τον Εκκλησιαστή, που επικρίνει υπεροπτικά τον κινητήρα, προσθέτοντας ενοχές στην ηθική του ακεραιότητα. – Και δεν έπεσα έξω.

Ποίηση & ζωγραφική



«Ένας ζωγράφος μπορεί να πει όλα όσα θέλει με φρούτα ή λουλούδια ή ακόμη και με σύννεφα», έλεγε ο Εντουάρ Μανέ, θεμελιωτής της σύγχρονης τέχνης και εξαιρετικά αμφιλεγόμενος στην εποχή του. Τα λόγια του παραπέμπουν στη γνωστή παρατήρηση για τη σχέση ποίησης και ζωγραφικής, που διέσωσε ο Πλούταρχος: «Την μεν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπώσαν», αποκαλούσε ο Σιμωνίδης, «την δε ποίησιν ζωγραφίαν λαλούσαν».
Σοφά ίσως πράττοντας, οι ζωγράφοι σιωπούν. Ίσως όχι τόσο σοφοί, οι ποιητές δεν παύουν να προσπαθούν να ζωγραφίσουν με τα λόγια τους. Φυσικά στρέφουν τις εικασίες τους σε έργα εικαστικά, αν και, όπως υποστήριζε ο Πωλ Βαλερύ, «πρέπει πάντοτε να απολογούμεθα όταν μιλάμε για ζωγραφική».
Γνωστό είναι επίσης κείμενό του, στο οποίο παραπατώντας βγαίνει από το Λούβρο στο φως, όπου τον ακολουθεί «το ένδοξο χάος του μουσείου», ενώ διαμαρτύρεται για την πληθωρικότητα των έργων τέχνης που καλύπτουν τους τοίχους, λες και πρόκειται για ταπισερί, καταλήγοντας ότι «μόνον ένας παράλογος πολιτισμός θα μπορούσε να επινοήσει ένα τέτοιο πεδίο ασυναρτησίας». Η ζωγραφική και η γλυπτική είναι ορφανά, αφού έχει πεθάνει η μητέρα τους, που είναι η αρχιτεκτονική, η οποία έβαζε στη θέση τους τα παιδιά της. Μαυσωλείο είναι το μουσείο, θα έλεγε ο Αντόρνο, ή κοιμητήριο, όπως έλεγε ο Βαλερύ.
Έχοντας πεθάνει στο Παρίσι το 1945, ο Βαλερύ είναι θαμμένος στη γενέτειρά του, στο νεκροταφείο που εξυμνεί στο πιο διάσημο ίσως ποίημά του, «Το θαλασσινό κοιμητήριο» (Le cimetière marin). Γενέτειρά του, όπως επίσης του Ζωρζ Μπρασένς και του Ζαν Βιλάρ, είναι το μικρό μεσογειακό λιμάνι της Σετ, ούτε 30 χιλιόμετρα από το Μονπελιέ. Στη Σετ, γνωστή ως Βενετία του Λανγκντόκ, βρίσκεται το Μουσείο Πωλ Βαλερύ, σε μια πλαγιά του όρους Σαιν Κλαιρ, από όπου βλέπεις το «παραθαλάσσιο νεκροταφείο» και την, εν τω μέσω της γης, πηγή ζωής, αλλά και υγρό τάφο, που ονομάζεται Μεσόγειος.
Εδώ, στα βορειο-ανατολικά άκρα της Μεσογείου, στην Αθήνα, υπό το διπλά φιλόξενο βλέμμα του Ιανού, με την ειλικρινή διπροσωπία ποίησης και ζωγραφικής, χαιρετίζουμε το γεγονός ότι έξι ποιήτριες και ποιητές από την Ελλάδα προσκλήθηκαν να συνοδεύσουν με ποιήματά τους έργα στο Μουσείο Πωλ Βαλερύ και στον κατάλογο και λεύκωμα ζωγραφικής και ποίησης που εξέδωσε.
«Δύο κίνδυνοι συνεχώς απειλούν τον κόσμο: η τάξη και η αταξία», έλεγε ο Πωλ Βαλερύ. Έλεγε επίσης: «Ένας καλλιτέχνης ποτέ πραγματικά δεν τελειώνει το έργο του, απλώς το εγκαταλείπει».

[Χαιρετισμός σε εκδήλωση παρουσίασης λευκώματος Μουσείου Πωλ Βαλερύ, 7 Ιουνίου 2019]

ΠΡΟΣΕΧΩΣ

Το επόμενο τεύχος του Χάρτη θα βγει 1 Αυγούστου

ενώ ετοιμάζονται μικρά και μεγάλα αφιερώματα και αναφορές για τους:
Άδωνη, Γιάννη Βαρβέρη, Τάσο Δενέγρη, Ίταλο Καλβίνο, Χούλιο Κορτάσαρ, Γιάννη Πάνου, Γιώργο Πάτσα, Έλλη Σκοπετέα, Θανάση Χαρμάνη κ.ά.

Με κάθε νέο τεύχος του ηλεκτρονικού Χάρτη, ανεβαίνει σκαναρισμένο κατά σειρά και το αντίστοιχο τεύχος του Χάρτη (1-26) της έντυπης περιόδου (1982-1988).

Toν Αύγουστο, παράλληλα με την κυκλοφορία του αντίστοιχου αφιερώματος στον έντυπο Χάρτη, θα αναρτηθεί μια αναφορά στον Χόρχε Λουίς Μπόρχες
(120 χρόνια από τη γέννησή του)


Προτάσεις για θερινές αθλοπαιδιές