[ Χέρια ]

Μετάφραση: Μαρουσώ Αθανασίου
[ Χέρια ]


Η Monika Herceg γεννήθηκε στην Κροατία το 1990· είναι ποιήτρια, θεατρική συγγραφέας, επιμελήτρια και φεμινίστρια. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές: Početne koordinate (Αρχικές συντεταγμένες, 2018), Lovostaj (Κλειστή εποχή, 2019) και Vrijeme prije jezika (Χρόνος πριν από τη γλώσσα, 2020). Έχει λάβει έξι εθνικά βραβεία για τις ποιητικές της συλλογές και δύο εθνικά βραβεία για τα θεατρικά της έργα «Gdje se kupuju nježnosti» (Από πού να αγοράσεις τρυφερότητα, 2020) και «Ubij se, tata» (Σκοτώσου, μπαμπά, 2020). Τα ποιήματα που παρουσιάζονται εδώ είναι επιλεγμένα από την πρώτη συλλογή της Početne koordinate (Αρχικές συντεταγμένες), η οποία συνεχίζει να αποσπά επιδοκιμαστικές κριτικές από την έκδοσή της το 2018. Η συλλογή είναι αυτοβιογραφική. Αντλεί τα θέματά της από τις πρώτες παιδικές αναμνήσεις της ποιήτριας στο μικρό αγροτικό χωριό της Κεντρικής Κροατίας όπου ξεσπά ο πόλεμος τη δεκαετία του 1990. Από την ιστορία μιας οικογένειας στης οποίας το σπίτι δεν υπήρχαν βιβλία και το χαρτί το χρησιμοποιούσαν μόνο για να ανάψουν φωτιά, όπως λέει η ίδια. Η Herceg εξερευνά ζητήματα που αφορούν την ενδοοικογενειακή βία, την κακοποίηση των ζώων και τη συνολική παρακμή της ζωής του χωριού με νηφάλια και μη επικριτική ματιά. Ταυτόχρονα αντλεί στοιχεία από τη σλάβικη και κροατική μυθολογία και λαογραφία. Μάγισσες, ξωτικά, τελετουργίες, όλα επιδέξια πλεγμένα με τον κύκλο της φύσης, ο οποίος είναι παρών σε όλη τη συλλογή. Η συλλογή αναμένεται να εκδοθεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Θράκα.


Το καμένο χέρι

Μεταμόσχευσαν δέρμα από το πόδι του στο χέρι
εκατοστό εκατοστό
για να καλύψουν την ανοιχτή πληγή
πηγαίναμε στο νοσοκομείο για μήνες
με μπισκότα και χυμούς

ο πατέρας δουλεύοντας στο τουβλάδικο
καλούπωνε τούβλα
για να κρατάει τις άλλες οικογένειες ζεστές
στο δικό μας σπίτι έφερε
μια φορά ένα καμένο χέρι
και τέσσερις ένα σπασμένο κεφάλι

εκείνο το απόγευμα
ήρθαν και μας είπαν ότι έπρεπε να τρέξουν στο νοσοκομείο
κι εγώ έλεγα και ξανάλεγα ότι έπρεπε
να το βάλουν κάτω απ’ το παγωμένο νερό
αυτό θυμόμουν να είχαν κάνει μια φορά
όταν είχα καεί
ακουμπώντας το χέρι μου στη σόμπα



Το ξύλινο χέρι

το χέρι της μάνας είχε πρηστεί
σαν υγρό κλαδί οξιάς
και ξύλιασε
απ’ το ξηρό ζαρωμένο δέρμα
πετάχτηκαν στοιχειά του δάσους
αν το είχαν κόψει δεν θα είχε αρκετή
τρυφερότητα
για δυο παιδιά

μια φορά ο αδερφός μου έβαλε ένα κιούπι
γεμάτο μυρμήγκια στο κεφάλι του
απ’ την ταραχή της ξεφλούδισε ο φλοιός
και ένα τρίτο και ένα δέκατο
και ένα εκατοστό χέρι φύτρωσε
ένα για κάθε μυρμήγκι


Το μοιραίο

Οι τσιγγάνες έρχονται πάντα πριν το πρώτο χιόνι
λες και προβλέπουν την έκλειψη
που γεννιέται απ’ τον πρόωρο πνιγμό του φθινοπώρου
η ξύλινη πλάτη της κοιλάδας ραγίζει
κάτω απ’ το βαρύ σώμα του ανέμου τόσο ανεπαίσθητα
όσο η μεταμόρφωση απ’ το σφιχτό κουκούλι στη χρυσόμυγα
το χώμα ανάστατο αντιστέκεται στα βήματα
καθώς διώχνει τα σκουλήκια της βροχής από τα μάγουλά του
τις τελευταίες μέρες του φθινοπώρου
το απόγευμα καλύπτει γρήγορα τον ουρανό
κι έτσι οι μικρές κατάρες βουτάνε στα μάτια
τόσο απροσδόκητα σαν φρουτόμυγες

λένε πως πρέπει να τις αφήνουμε να περνάνε το κατώφλι μας
και να τις φιλοξενούμε καθώς πρέπει
αλλιώς ρίχνουν κατάρες στα παιδιά μας
η γυναίκα του γείτονα έμεινε έγκυος τρεις φορές
και κάθε φορά το έχανε
αφότου έδιωξε μια τσιγγάνα

για να κοπάσει τα μάγια
η γιαγιά κρεμάει σκόρδα στην άκρη του κρεβατιού
και έχει φυτέψει μια σημύδα
ακριβώς έξω από το παράθυρο
όταν το πρώτο φως αγγίζει τα κόκκαλα της σημύδας
ακούμε καθαρά το μοιραίο λουλούδισμα
τα χτυπήματα στο τζάμι
τα αόρατα δάχτυλα
κατάρες που πιάστηκαν



ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: