Εβαρίστ

ΦΡΑΝΣΟΥΑ-ΑΝΡΙ ΝΤΕΖΕΡΑΜΠΛ

Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης

«Tου μένει ακόμα μία σελίδα να γράψει (στην πραγματικότητα του μένουν πολλές, του μένουν δεκάδες, ένα ολόκληρο έργο, αλλά δεν “έχει χρόνο”). Δεν έχει χρόνο και δεν έχει άλλο χαρτί. Ψάχνει πάνω στο γραφείο, πάνω στο κρεβάτι, κάτω απ’ το κρεβάτι, παντού: ούτε ένα φύλλο που να ’ναι ακόμα λευκό. Εκεί, στο πάτωμα, υπάρχει ένα, λίγο τσαλακωμένο, πάνω στο οποίο έχει ήδη γράψει. Του κάνει. Διαβάζει τι έχει γράψει, αναστενάζει, πάει να το σκίσει, μετανιώνει, σβήνει κάποιες λέξεις, το γυρίζει και τελειώνει στη ράχη του: “Ριψοκινδύνεψα συχνά στη ζωή μου προτείνοντας πράγματα για τα οποία δεν ήμουν βέβαιος. Ό,τι έχω γράψει εδώ, όμως, είναι πάνω από ένα χρόνο στο κεφάλι μου, και μ’ ενδιαφέρει πολύ να μην έχω σφάλει και να μη με υποψιαστούν ότι διατύπωσα θεωρήματα που δεν τα ’χω αποδείξει πλήρως.”»

Ανατρεπτικός δημιουργός μιας νέας θεωρίας των μαθηματικών, ο Εβαρίστ Γκαλουά (1811-1832) ήταν ένας φανατικός ρεπουμπλικάνος την εποχή της μοναρχίας, τότε που η μοναρχία «δε χρειαζόταν επιστήμονες».
Η επανάσταση και οι προκλήσεις των καιρών, η καταδίκη του για «χρήση απαγορευμένης στολής», η παραμονή στη φυλακή, η επιδημία χολέρας στην Ευρώπη, ο πόνος για έναν έρωτα που ατύχησε και μια μοιραία μονομαχία την αυγή, σφραγίζουν την ιστορία μιας ιδιοφυΐας που δεν πρόλαβε να συμπληρώσει είκοσι ένα χρόνια ζωή.

Ο Φρανσουά-Ανρί Ντεζεράμπλ (François-Henri Désérable) γεννήθηκε το 1987 στην Αμιέν (Γαλλία). Άρχισε να γράφει στην ηλικία των δεκαοκτώ και δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων στα είκοσι, αποσπώντας το πρώτο του λογοτεχνικό βραβείο. Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε τη μυθιστορηματική βιογραφία του Εβαρίστ Γκαλουά, ιδιοφυούς μαθηματικού του 19ου αιώνα που σκοτώθηκε στα είκοσι ένα του σε μονομαχία. Συνέχισε με τη συγγραφή της αναζήτησης ενός λογοτεχνικού ήρωα του Ρομέν Γκαρί, Ένας κύριος Πιεκελνί, βιβλίο που ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Goncourt. Το Αφέντρα και κυρά μου τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας.

Δένομαι πολύ εύκολα

ΕΡΒΕ ΛΕ ΤΕΛΙΕ

Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης

«Ο ήρωάς μας κοντεύει τα πενήντα. Δεν υπάρχουν πενήντα τρόποι να είσαι πενήντα. Μόνο δύο: ή πείθοντας τον εαυτό σου ότι είσαι ακόμα νέος, ή βαρυγκομώντας ότι έχεις ήδη γεράσει. Έρχεται στην καρδιά των Χάιλαντς για να συναντήσει μια γυναίκα είκοσι χρόνια νεότερή του. […] Η ηρωίδα μας είναι όμορφη, πολύ όμορφη. Και, φυσικά, το ξέρει. Δεν είναι σωστό να ζητάμε συνεχώς απ’ τις γυναίκες που είναι όμορφες και που οι άνδρες τούς το θυμίζουν συνέχεια, να συμπεριφέρονται σαν να ’ταν άσχημες. […] ‘‘Δεν έπρεπε να ’ρθω’’, λέει και ξαναλέει μέσα του ο ήρωάς μας. […] Εκείνη μιλάει, λέει ό,τι της κατέβει, για σκοτσέζικα πρόβατα, για τους σκοτσέζικους χερσότοπους, για σκοτσέζικα γαϊδουράγκαθα, για σκοτσέζικους γλάρους, εκείνος, θέλει δε θέλει, δέχεται να εμπλακεί σ’ αυτή την αγροτική και εθνικιστική συζήτηση. […] Την ακούει, την κοιτάζει, αμήχανος. Όλα πάνω της τον ελκύουν, κι ο ήρωάς μας θυμώνει γι’ αυτή την έλξη που εκείνη του την προκαλεί τόσο φυσικά, με την αίγλη της και μόνο, χωρίς να καταβάλλει καμία προσπάθεια και, αυτό είναι το χειρότερο, χωρίς καν να το επιθυμεί. Πολλοί έχουν πέσει, και θα πέσουν, θύματα της γοητείας της. […] Αναρωτιέται αν αυτή ακριβώς η άρνηση της αγάπης είναι που τον έλκει, τον αιχμαλωτίζει, τον οδηγεί στην άβυσσο.»

«Ένα βιβλίο που διαβάζεται με το χαμόγελο στα χείλη (και όχι “για διασκέδαση”: προσοχή στη διαφορά). Μια ιστορία αγάπης κλασική, όπως οι περισσότερες ιστορίες αγάπης. Εκείνος, πενηντάρης. Εκείνη, είκοσι χρόνια νεότερη. Εκείνος, ο εραστής. Εκείνη, έτοιμη να παντρευτεί τον μόνιμο σύντροφό της. Εκείνος, αισθάνεται ότι εκείνη τον απατά με τον μόνιμο. Ρισκάρει το ταξίδι μέχρι τη Σκωτία για να τη συναντήσει και αντιμετωπίζει ένα σωρό μικρές συμφορές: αεροπλάνο που καθυστερεί, νοικιασμένο αυτοκίνητο με μικρό πορτμπαγκάζ (δε χωράει το ποδήλατό της…), δωμάτιο ξενοδοχείου παγερό, ερωμένη παρομοίως. Εκείνος συνειδητοποιεί την ανικανότητά του να βγει από το κουκούλι του, να ξεφύγει από τις σταθερές και τα σημεία αναφοράς του, την αδυναμία του να γοητεύσει σ’ αυτήν την ηλικία. Ό,τι αρχικά μοιάζει “τραγικό”, αποκαλύπτεται πως είναι μάλλον “γελοίο”. Ο Ερβέ Λε Τελιέ κλείνει το μάτι στον αναγνώστη δημιουργώντας μια ιστορία που θυμίζει παλιό λαϊκό ρομάντζο, με καθένα από τα δώδεκα κεφάλαια να ξεκινά με μια μικρή σύνοψη όσων πρόκειται να ακολουθήσουν: “ Όπου ο ήρωάς μας πέφτει θύμα της λογιστικής”, “ Όπου ο Σαρλ Ντε Γκολ δε μας τα λέει καλά”, “ Όπου η αγωνία κορυφώνεται”, κ.λπ.

Και καθώς ο ουλιπιανός συγγραφέας αγαπά την προκλητική, αληθινή λογοτεχνία, δε διστάζει στο τέλος του βιβλίου να ευχαριστήσει τους “χορηγούς” του ταξιδιού του —την
Apple Γαλλίας, την Avis, τη British Airways, τα ξενοδο-χεία Great Southern και Glen Carron, την εταιρεία ταξί G7— χωρίς να έχει βγει στ’ αλήθεια από το δωμάτιό του. Το Δένομαι πολύ εύκολα γράφτηκε στη Γαλλία μέσα σε δεκαπέντε μέρες (για διασκέδαση).»
--- Télérama

Ένα σύντομο μυθιστόρημα και μια ιστορία αγάπης που δικαιολογεί απολύτως τα Βραβεία Μεντισίς, Ρενοντό και Γκονκούρ που απονεμήθηκαν στον συγγραφέα μερικά χρόνια αργότερα, με την
Ανωμαλία.

O Ερβέ Λε Τελιέ γεννήθηκε το 1957 και ζει στο Παρίσι. Έχει γράψει μυθιστορήματα, διηγήματα, καθώς και πολύ σύντομα κείμενα, μετάξυ αφορισμού και άσκησης ύφους. Η πρώτη του ποιητική συλλογή, Zindien, είναι αφιερωμένη στον μοναχογιό του, Μελβίλ. Γράφει λιμπρέτα και όπερες, και είναι μέλος του OuLiPo (Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας), μιας ομάδας που ιδρύθηκε το 1960 από τον Raymon Queneau και τον François Le Lionnais, και συγκεντρώνει μαθηματικούς και συγγραφείς. Του αρέσουν οι μελαχρινές γυναίκες, τα μακαρόνια al dente και το κόκκινο κρασί, όχι κατ’ ανάγκην με αυτή τη σειρά. Βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις opera: Ο κλέφτης της νοσταλγίας, Όλα τα μανιτάρια τρώγονται, 99+1 απόψεις για την Τζοκόντα, Αρκετά μιλήσαμε γι’ αγάπη, Ένα τραμ στη Λισαβόνα, Η Ανωμαλία.

Αφέντρα και κυρά μου

ΦΡΑΝΣΟΥΑ-ΑΝΡΙ ΝΤΕΖΕΡΑΜΠΛ

Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης

«Καταραμένη να ’ναι η προγιαγιά της γυναίκας του πατέρα αυτουνού που χάραξε το φλοιό του κορμού της γιγαντιαίας εβέας για να συλλέξει το λατέξ που θα δινε το καουτσούκ απ’ το οποίο φτιάχτηκαν οι ρόδες της μπετονιέρας χάρη στην οποία τσιμεντοστρώθηκε το πεζοδρόμιο όπου ο πατέρας σου γνώρισε τη μητέρα σου.»

«Κι αν ο Βασκό πάσχιζε να δείχνει χαλαρός, έως και αδιάφορος, προσποιούμενος ότι το μόνο που αισθανόταν για την Τίνα ήταν ένας αόριστος πόθος, τα πάντα, στον τόνο, στις αποχρώσεις της φωνής του, αλλοιώνονταν όταν μου μιλούσε για την Τίνα — κι η Τίνα ήταν το μοναδικό του θέμα συζήτησης, η μοναδική εμμονή του, στο στόμα του δεν είχε παρά το όνομα της Τίνας.» (Της Τίνας που) «δεν ψάχνει ν’ αγαπήσει, ούτε ν’ αγαπηθεί, αλλά να κάνει έρωτα όσο πιο συχνά γίνεται, να φτάνει σε οργασμό, να οδηγεί άλλους σε οργασμό, να αυτοσυγχωρείται για το ότι ήρθε σε οργασμό λέγοντας από μέσα της τη φράση του Μποντλέρ: ‘‘Αλλά τι σημασία έχει η αιωνιότητα της καταδίκης για κείνον που βρήκε μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο το άπειρο της απόλαυσης;’’»

Μια δραματική κωμωδία με φόντο ένα ερωτικό τρίγωνο. Η Τίνα, ηθοποιός, και ο Εντγκάρ, υπάλληλος στο Υπουργείο Οικονομικών, όχι μόνο ετοιμάζονται να παντρευτούν, αλλά είναι και γονείς δύο δίδυμων αγοριών. Τι άλλο θα μπορούσε να ανατρέψει την τακτοποιημένη τους ζωή πέρα απ’ τον Βασκό, έναν διανοούμενο βιβλιοθηκάριο που χάνει τα μυαλά του για τη νεαρή ηθοποιό σε σημείο να την οδηγήσει στα άδυτα της Εθνικής Βιβλιοθήκης για να κάνουν τον πιο παθιασμένο έρωτα πάνω σ’ ένα γραφείο όπου εκτίθενται τα διορθωμένα χειρόγραφα από
Τα άνθη του κακού του Μποντλέρ και η πιο σπάνια έκδοση της πρώτης Βίβλου του Γουτεμβέργιου;

Ο Φρανσουά-Ανρί Ντεζεράμπλ (François-Henri Désérable) γεννήθηκε το 1987 στην Αμιέν (Γαλλία). Άρχισε να γράφει στην ηλικία των δεκαοκτώ και δημο-σίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων στα είκοσι, αποσπώντας το πρώτο του λογοτεχνικό βραβείο. Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε τη μυθιστορη-ματική βιογραφία του Εβαρίστ Γκαλουά, ιδιοφυούς μαθηματικού του 19ου αιώνα που σκοτώθηκε στα είκοσι ένα του σε μονομαχία. Συνέχισε με τη συγγραφή της αναζήτησης ενός λογοτεχνικού ήρωα του Ρομέν Γκαρί, Ένας κύριος Πιεκελνί, βιβλίο που ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Goncourt. Το Αφέντρα και κυρά μου τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας.

Τοπολογία της βίας

Μπιούνγκ-Τσουλ Χαν

Μετάφραση: Βασίλης Τσάλης

Η ΒΙΑ ΤΗΣ ΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΕΙΝΑΙ ΙΣΩΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΤΕΡΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΑ ΤΗΣ ΑΡΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

«Υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν εκλείπουν ποτέ. Ένα από αυτά είναι και η βία. […] Ο τρόπος με τον οποίο αυτή εκδηλώνεται, αλλάζει σύμφωνα με την εκάστοτε κοινωνική συγκυρία. Σήμερα η βία μετατο-πίζεται από το φανερό στο αόρατο, από το μετωπικό στο ιογενές, από την ωμή βία στην επικοινωνιακή βία, από το πραγματικό στο εικονικό, από το σωματικό στο ψυχικό, από το αρνητικό στο θετικό. […] Γίνεται απολύτως αόρατη, ακριβώς τη στιγμή που συμπίπτει με το αντίθετό της, δηλαδή με την ελευθερία.»
Μελετητής και βαθύς γνώστης των θεωριών του Φρόιντ, του Ντελέζ, του Αγκάμπεν, του Φουκό, του Μπουρντιέ ή του Χάιντε-γκερ, ο Χαν εξετάζει αρχικά τις παραδοσιακές μορφές «βίας της αρνητικότητας» —από τη βία της αρχέγονης αιματηρής θυσίας, των βασανιστηρίων, των θαλάμων αερίων, της τρομοκρατίας ώς τη λεκτική βία— για να περάσει στη μελέτη της πολύ πιο σύγχρονης και εκλεπτυσμένης «βίας της θετικότητας» η οποία εκφράζεται ως «υπερεπίδοση, υπερπαραγωγή, υπερεπικοινωνία, τεταμένη προσοχή ή υπερδραστηριότητα». Σε αυτή τη μορφή βίας εστιάζει τη μελέτη του ο Χαν, καθώς, σε αντίθεση με τη βία της αρνητικότητας, η βία της θετικότητας δεν είναι ορατή ούτε προφανής και —το σημαντικότερο— ο σύγχρονος άνθρωπος δεν διαθέτει τα αντισώματα για την καταπολέμησή της.
«Ο Χαν συγκεντρώνει τις σκέψεις που παρουσίασε στην Κοινωνία της κόπωσης και εμβαθύνει στις διαγνώσεις του. Όσο τρομακτικό κι αν μας φανεί, αυτό το δοκίμιο είναι απολύτως διαυγές και διαφωτιστικό. Οπότε… υπάρχει ελπίδα.» Philosophie Magazine
«Ο Χαν μας δείχνει πώς σταματήσαμε να ασκούμε βία πάνω στους άλλους και πώς πετύχαμε να στρέψουμε την οργή μας κατά του εαυτού μας. Ένα ιδιαιτέρως τολμηρό και εμπνευσμένο δοκίμιο.» Die Zeit

Ζωολόγιο

ΧΟΥΛΙΟ ΚΟΡΤΑΣΑΡ

Mετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης

«Καθώς περνούσα τον τρίτο όροφο, το κουνελάκι σάλευε μέσα στην παλάμη μου. Η Σάρα με περίμενε πάνω για να με βοηθήσει να βάλω μέσα τις βαλίτσες… Τι να της έλεγα; Ότι ήταν ένα καπρίτσιο, ότι είχα περάσει από ένα μαγαζί για κατοικίδια; Τύλιξα το κουνελάκι μέσα στο μαντίλι μου και το ’βαλα στην τσέπη του πανωφοριού μου αφήνοντας το πανωφόρι ξεκούμπωτο για να μην το συνθλίψω. Μόλις που κουνιόταν. Η μικρή του συνείδηση θα πρέπει να του αποκάλυπτε σημαντικά γεγονότα: πως η ζωή είναι μια ανοδική κίνηση μ’ ένα τελικό κλικ, αλλά κι ένας χαμηλός, λευκός και περίκλειστος ουρανός που μυρίζει λεβάντα, στον πάτο μιας χλιαρής τρύπας.»

Ζώον:
κάθε έμβιο ον, εκτός από τα φυτά, κάθε οργανισμός με την ικανότητα της κίνησης και της συναίσθησης, π.χ. οι γάτες, τα κουνέ-λια, οι τίγρεις, οι μανκούσπιες κ.ά.
Ζωολογία:
φυσιογνωστική επιστήμη, που περιγράφει, κατατάσσει και μελετά τα ζώα.
Ζωολόγιο:
η πρώτη συλλογή διηγημάτων του Χούλιο Κορτάσαρ (1951), αυτή που τον συνέδεσε με την πρωτοπορία της νοτιοαμερικανικής λογοτεχνίας στην οποία έμελλε να εδραιωθεί με το μεγαλειώδες Κουτσό του, και αυτή που ξεκινάει με το αριστουργηματικό «Κατειλημμένο σπίτι», το πρώτο δημοσιευμένο διήγημά του και αυτό που προκάλεσε το θαυμασμό τού —συνήθως φειδωλού σε επαίνους συγχρόνων του— Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Αχιλλέας Κυριακίδης

Ο Χούλιο Κορτάσαρ (Βρυξέλλες, 1914 - Παρίσι, 1984) είναι μείζων αργεντινός συγγραφέας, μαζί με τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες και τον Ερνέστο Σάμπατο, και ασφαλώς ο σημαντικότερος της νοτιο-αμερικανικής διασποράς. Έγραψε διηγήματα, μυθιστορήματα (το Κουτσό θεωρείται ένα από τα σπουδαιότερα του 20ού αιώνα), ποιήματα, δοκίμια και θεατρικά έργα. Από τις εκδόσεις opera κυκλοφορούν τα βιβλία του: Κουτσό, Κάποιος Λούκας, Πόσο αγαπάμε την Γκλέντα, Μαθήματα λογοτεχνίας.

Το χειρόγραφο του καθρέφτη και άλλα ανέκδοτα κείμενα

Λουίς Σεπούλβεδα

Φωτογραφίες: Ντανιελ Μορτζίνσκι
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης


«Έζησα σ’ ένα γκέτο, αν και οι πολίτες δεν έλεγαν ποτέ έτσι αυτό το τμήμα της πόλης. Μιλάω για κάποιους δρόμους που κατεβαίνουν ώς τη χωματερή του λιμανιού, για παλιά σπίτια που επέζησαν από κάτι που ήταν χειρότερο από πόλεμο, αν και αυτό δε θα μαθευτεί ποτέ, για ξεφλουδισμένους τοίχους και για γραμματοκιβώτια στις εισόδους που έχουν πάψει εδώ και καιρό να δέχονται γράμματα, λογαριασμούς ή διαφημιστικά φυλλάδια. Στο γκέτο κατοικούσαμε όσοι δεν είχαμε δικαίωμα να είμαστε εκεί, όσοι δεν έπρεπε ποτέ να ’χουμε πάει εκεί, όσοι δεν έπρεπε να ’χουμε γεννηθεί ποτέ σ’ αυτούς τους μακρινούς τόπους που τους έχουμε χάσει για πάντα. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζουν κάποιοι, δε θα ’πρεπε να ’χουμε γεννηθεί πουθενά. Περιττεύουμε.»

Ο Λουίς Σεπούλβεδα έχασε τη μάχη με τον κορονοϊό στις 16 Απριλίου 2020. Δύο χρόνια αργότερα, ο επιστήθιος φίλος και συνοδοιπόρος του —«φωτογράφος των συγγραφέων»— Ντανιέλ Μορτζίνσκι, με τη βοήθεια της οικογένειας του Λ.Σ., συγκέντρωσε μια σειρά ανέκδοτα κείμενα που παρουσιάζονται σε αυτόν τον τόμο, διανθισμένα με φωτογραφίες τραβηγμένες στα κοινά ταξίδια που έκαναν οι δυο τους τα τελευταία τριάντα χρόνια.

Ο Λουίς Σεπούλβεδα, (Luis Sepúlveda, 1949-2020) γεννήθηκε στο Οβάγιε, στον βορρά της Χιλής. Συμμετείχε σε φοιτητικές και συνδικαλιστικές κινητοποιήσεις ενάντια στο στρατοκρατικό καθεστώς της χώρας του, κατηγορήθηκε για προδοσία και καταδικάστηκε σε φυλάκιση είκοσι οκτώ ετών. Μετά από δυόμισι χρόνια εγκλεισμού του στη φυλακή, και με παρέμβαση της Διεθνούς Αμνηστίας, αποφυλακίστηκε, αλλά υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τον τόπο του. Έγραψε ποιήματα, θεατρικά έργα, διηγήματα, δημιούργησε θεατρικές ομάδες στο Περού, το Εκουαδόρ και την Κολομβία, και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Έζησε έξι μήνες στον Αμαζόνιο με τους ινδιάνους Σουάρ και αποκόμισε εμπειρίες που άλλαξαν την αντίληψή του για τον κόσμο και του πρόσφεραν το υλικό για το πρώτο του μυθιστόρημα: Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης (opera, 1993). Στρατεύτηκε στο διεθνές τάγμα «Σιμόν Μπολίβαρ» και συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα της Νικαράγουας. Το 1980 εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη και συνδέθηκε με την οικολογική οργάνωση Greenpeace. Ταξίδεψε σ’ όλον τον κόσμο και του απονεμήθηκαν τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά βραβεία.

Όλα του τα βιβλία κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις opera: Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης, Ο κόσμος του τέλους του κόσμου, Όνομα ταυρομάχου, Patagonia Express, Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει, Το ημερολόγιο ενός ευαίσθητου killer, Hot Line, Αν δεν έχεις πού να κλάψεις, Χρονικά του περιθωρίου, Η τρέλα του Πινοτσέτ, Σημειώσεις εν καιρώ πολέμου, Τα χειρότερα παραμύθια των αδελφών Γκριμ, (μαζί με τον Μάριο Δελγάδο Απαραΐν), To λυχνάρι του Αλαντίν, Η σκιά του εαυτού μας, Ιστορίες από δω κι από κει, Τελευταία νέα από το Νότο, Η ιστορία του Μιξ, του Μαξ και του Μεξ, Η ιστορία ενός σαλιγκαριού που ανακάλυψε τη σημασία της βραδύτητας, Η ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν Πιστό, Ιστορία μιας λευκής φάλαινας, Ο μουγκός Ουζμπέκος και άλλες ιστορίες παρανομίας, Το τέλος της ΙΣΤΟΡΙΑΣ.