Ι
πουκάμισο παράθυρο
να το άνοιγα να δω
το πλάτωμα των ώμων
το αλώνι της θηλής
απ’ το πηγάδι της κοιλιάς
να πιω κι ας πέσω
τρεις νύχτες όρθια μες στο νερό
να σε φωνάζω ζωντανή
χαμένη ήδη
ΙΙ
ποιο ρέμα σε διαπερνά
ποιο βουνίσιο ποτάμι
παγωμένο νερό;
μπαίνω φλεγόμενη κι είμαι ακόμη
στους αστραγάλους
ΙΙΙ
Οι ποιητές διακονούν τη συντριβή
όπως άλλοι προσεύχονται για σωτηρία
Γράφουν απ’ το περίσσευμα της λύπης
όπως άλλοι ζουν απ’ το υστέρημα της χαράς
Δώσε μου λοιπόν το σώμα σου να το πενθήσω
Τα ποιήματά μου στρατιώτες που έπεσαν
στην ίδια μάχη για άλλη πατρίδα
πολεμώντας
Τα ποιήματά μου εραστές που δείλιασαν
Τα βογγητά τους κεραυνοί που ακούγονται στο βάθος
Το δέσιμό τους μπόρα που ξέσπασε αλλού