Το βιβλίο των κατά φαντασίαν συγγραφέων

Το βιβλίο των κατά φαντασίαν συγγραφέων

Μπόρ­χες 120 ή Το βι­βλίο των κα­τά φα­ντα­σί­αν συγ­γρα­φέ­ων ήταν ο τί­τλος της πιο συ­νο­πτι­κής εγκυ­κλο­παι­δεί­ας της πα­γκό­σμιας λο­γο­τε­χνί­ας, που εί­χε τον ίδιο αριθ­μό λημ­μά­των με Το βι­βλίο των φα­ντα­στι­κών όντων στην αμε­ρι­κα­νι­κή εκ­δο­χή του. Σε 120 λήμ­μα­τα, ίσως μο­νο­λε­κτι­κά, πα­ρου­σί­α­ζε όσα έπρε­πε να γνω­ρί­ζει ο ιδα­νι­κός ανα­γνώ­στης, που δεν εί­ναι άλ­λος από τον ιδα­νι­κό συγ­γρα­φέα, για­τί όσα γρά­φο­νται δια­βά­ζο­νται μό­νον από όσους τα γρά­φουν, όπως πά­ντο­τε συ­νέ­βαι­νε, αλ­λά χρειά­στη­καν τα επι­τεύγ­μα­τα της σύγ­χρο­νης κα­τα­σκο­πεί­ας και αυ­το-επι­τή­ρη­σης για να απο­δει­χθεί. Το ση­μα­ντι­κό­τε­ρο από τα επι­τεύγ­μα­τα αυ­τά ήταν να ανα­λά­βει κά­θε άτο­μο να κα­τα­σκο­πεύ­ει τον εαυ­τό του για ένα ελά­χι­στο εγ­γυ­η­μέ­νο ει­σό­δη­μα, έτσι ταυ­τό­χρο­να επι­λύ­ο­ντας το πρό­βλη­μα του ανε­παρ­κούς αριθ­μού επι­τη­ρη­τών και το πρό­βλη­μα της ανερ­γί­ας. Ο πρό­λο­γος του βι­βλί­ου εξη­γού­σε τα πά­ντα, αλ­λά δεν θυ­μά­μαι τί­πο­τε άλ­λο, αφού, όπως ξέ­ρε­τε, δεν μου επι­τρέ­πουν να δια­βά­ζω όσα γρά­φω.
Ίσως λό­γω της ψη­φιο­ποί­η­σης της αμνη­σί­ας, το εν λό­γω εγ­χει­ρί­διο θε­ω­ρεί­ται πρό­δρο­μος του Με­γά­λου Λο­γο­τε­χνι­κού Λε­ξι­κού Άλ­τσχαϊ­μερ. Σε δια­δο­χι­κούς τό­μους, η έκ­δο­ση των οποί­ων, σε έντυ­πη, ηλε­κτρο­νι­κή ή άλ­λες μορ­φές που θα προ­κύ­ψουν στο μέλ­λον, πο­τέ δεν δια­κό­πτε­ται, το Λε­ξι­κό φι­λο­ξε­νεί ερ­γο-βιο­γρα­φι­κά και φω­το­γρα­φί­ες όλων όσων έχουν πο­τέ γρά­ψει οτι­δή­πο­τε, για­τί η λο­γο­τε­χνία δεν έχει όρια. Επει­δή όμως επί­σης εί­ναι γνω­στό ότι δεν έχει ση­μα­σία ποιος γρά­φει, αλ­λά το γε­γο­νός ότι κά­τι γρά­φε­ται, τα λήμ­μα­τα αυ­τά εί­ναι πα­νο­μοιό­τυ­πα. Με την ίδια φω­το­γρα­φία, το ίδιο βιο­γρα­φι­κό εμ­φα­νί­ζε­ται σε κά­θε λήμ­μα και διαρ­κώς επα­να­λαμ­βά­νε­ται, αφού δια­φο­ρε­τι­κά μπο­ρεί να δια­βα­στεί το ίδιο ακρι­βώς κεί­με­νο. Πρό­κει­ται για δια­δι­κα­σία που κα­θιε­ρώ­νει μια άπει­ρη αλ­λη­λου­χία, ενώ δια­τη­ρεί την ακα­δη­μαϊ­κή ακε­ραιό­τη­τα του Λε­ξι­κού, που όπως τα βό­δια πα­ρα­μέ­νει στο εναρ­κτή­ριο ψη­φίο, ένα άλ­φα πριν κα­τα­στεί φω­νή­εν. Γι’ αυ­τό άλ­λω­στε απο­κα­λεί­ται χαϊ­δευ­τι­κά Λε­ξι­κό Άλε­φτσχαι­μερ.
Δια­βά­ζο­ντας διαρ­κώς όλους τους συγ­γρα­φείς, κά­ποια στιγ­μή αντι­λαμ­βά­νε­σαι ότι πρό­κει­ται για το ίδιο άτο­μο που γρά­φει με δια­φο­ρε­τι­κά ονό­μα­τα. Η βιο­γρα­φία εί­ναι πα­ρά­γω­γο της ψευ­δω­νυ­μί­ας αυ­τής. Δια­βά­ζο­ντας έναν συγ­γρα­φέα, τους δια­βά­ζεις όλους. Επο­μέ­νως, δεν χρειά­ζε­ται να ανα­φέ­ρο­νται χω­ρι­στά ο Ηρό­δο­τος και ο Κάφ­κα ή ο Όμη­ρος και ο Μπόρ­χες, αφού τυ­φλά δια­βά­ζο­νται κεί­με­να τυ­φλών συγ­γρα­φέ­ων και εκεί­νων που θα τυ­φλω­θούν. Το βι­βλίο των κα­τά φα­ντα­σί­αν συγ­γρα­φέ­ων διευ­κο­λύ­νει τη δια­πί­στω­ση αυ­τή. Έχει απο­δει­χθεί ότι οι φα­ντα­στι­κοί συγ­γρα­φείς υπάρ­χουν. Εί­ναι Αν­δρεί­οι, όπως ο Αν­δρέ­ας Κα­ρα­βής και συ­νο­νό­μα­τοί του, με κά­ποιους, όπως ο Ιω­άν­νης-Αν­δρέ­ας Ζε­με­νός, να έχουν ανα­δει­χθεί σε κή­ρυ­κες της ανυ­παρ­ξί­ας. Επο­μέ­νως, όσο και αν οι κα­τά φα­ντα­σί­αν ή πραγ­μα­τι­κοί συγ­γρα­φείς επι­μέ­νουν ότι υπάρ­χουν, δεν παύ­ουν συ­νε­χώς να συ­μπυ­κνώ­νο­νται σε ένα άτο­μο, εί­τε ονο­μά­ζε­ται Σαπ­φώ ή Αρ­χί­λο­χος εί­τε δεν ονο­μά­ζε­ται κα­θό­λου, αφού μπο­ρεί να εί­ναι οποιοσ­δή­πο­τε βι­βλιο­θη­κά­ριος σε βι­βλιο­θή­κη με άπει­ρα αντί­τυ­πα του μο­να­δι­κού βι­βλί­ου που χρειά­ζε­ται, με 120 πα­νο­μοιό­τυ­πα μο­νο­λε­κτι­κά λήμ­μα­τα.

Ιωάννης-Ανδρέας Ζεμενός και Ανδρέας Καραβής
Ιωάννης-Ανδρέας Ζεμενός και Ανδρέας Καραβής

Εκα­τόν εί­κο­σι χρό­νια με­τά την ανά­στα­ση της Βα­βέλ, σε από για­γιά αγ­γλό­γλωσ­ση πά­χνη στο Μπου­έ­νος Άι­ρες, ιστο­ρι­κοί που ίσως προ­τι­μού­σαν να εί­χαν γί­νει μα­θη­μα­τι­κοί εξα­κο­λου­θούν να προ­βάλ­λουν τη ση­μα­σία των ημε­ρο­μη­νιών, ώστε αριθ­μοί να πα­ρεμ­βάλ­λο­νται με­τα­ξύ των λέ­ξε­ων. Πράγ­μα­τι, το 1921, εκα­τό χρό­νια με­τά το έτος ψή­φι­σης της νε­ό­τε­ρης επα­νά­στα­σης των ελ­λη­νι­κών γραμ­μά­των, η οι­κο­γέ­νεια επέ­στρε­ψε στη γε­νέ­τει­ρα, εν­θαρ­ρύ­νο­ντας ανα­γνώ­στες, με Μπορ­χι­δέ­ες στις μπου­το­νιέ­ρες, χύ­δην στο μέλ­λον να κυ­κλο­φο­ρούν στον Lovύ­ριν­θο της αγά­πης ψά­χνο­ντας μή­πως κου­μπώ­σουν ανα­στε­ναγ­μούς ενός γυά­λι­νου ταύ­ρου που τρί­βε­ται στα υα­λο­πω­λεία της κρι­τι­κής.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: