Ο άνεμος μου ανακατεύει τα μαλλιά, το ύψος με μεθάει. Θέλω να είμαι η Έμιλι Μπροντέ. Και είμαι. Δίχως αμφιβολία
Εμείς απλώς ακολουθούσαμε, αγνοώντας το μάταιο του εγχειρήματος
Άργησα βέβαια να καταλάβω / πως το φως όλου του κόσμου είναι αιώνιο παρελθόν
Να βλέπει τον ήχο εκεί έξω, / να ακούει το φως να διαπερνά / την ύλη
Τέλοσπάντων, μην τα λέω όλα εγώ, κάνε κι εσύ καμιά ερώτηση, τι σκατά δημοσιογράφος είσαι;
Ούτε που το κατάλαβα πώς έμεινα σιγά-σιγά μόνη και δεν έχω σε ποιόν να μιλήσω εξόν από τη γάτα μου
Ή μήπως υπάρχουν πράγματα που υποτίθεται πως δεν πρέπει να ξαναπροσπαθήσουμε;
Κύτταρο που τρίβεται / με οικείο κύτταρο / κατά τους φυσικούς / απαράβατους νόμους / εξαίσιας γυμνότητας
[ Απόσπασμα από την ομότιτλη ποιητική σύνθεση ]
Έχουμε τρίψει τα σώματά μας επιταχύνει τις λέξεις σε βογγητά και φθόγγους βρει τα φαράντ και τα βολτ που χωράνε την επιθυμία
Το φίδι, όμως, το 'τρεφα στον κόρφο μου. Δίπλα στα εικονίσματα τα φύλαγα τα στέφανα. Κάτω απ' τα στέφανα, πάνω στο κρεβάτι μας...
Μοιάζω με υδρόβιο χελωνάκι / που περιστρέφεται γύρω απ΄ το καβούκι του / ψάχνοντας για φεγγάρι