Νυχτερινές εκτυπώσεις & άλλα ποιήματα

Μετάφραση: Ανδρέας Μαράκης
Από το εξώφυλλο της (μεταθανάτιας) ποιητικής του συλλογής «Urjamised» (1992)
Από το εξώφυλλο της (μεταθανάτιας) ποιητικής του συλλογής «Urjamised» (1992)

Από της Νυχτερινές εκτυπώσεις (Öötrükid, 2009)

[ Αδελφέ μου, σύντροφε μου ]

    αδελφέ μου, σύντροφε μου
    χωρίς εμένα, χωρίς εσένα δεν μπορούμε να προχωρήσουμε
            σκεπτόμαστε μαζί
                   κι ας έχει κουραστεί ο ένας απ' τον άλλον
                   δεν είμαστε οι μόνοι στον κόσμο
                   μα το νιώθουμε έτσι

    πάντα ένας από εμάς μιλά
    λαξεύει ονόματα
    το σούρουπο φωλιάζει στα πράγματα

    μην ανάβεις φωτιά, άναψε κεριά
                     μη σπάσει το λυκαυγές
    και μην κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη, στην πλήρη λάμψη
                    μόνο στην σκιά
                   τότε θα δεις τις γραμμές που δεν είχες δει ποτέ
                    δεν θα προσέξεις περιττά σύνορα
    ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι
    ποιο λοιπόν κυριαρχεί;
    όλα λιώνουν μεταξύ τους ― και έτσι μπορείς
    να δεις θολά το είδωλο σου

    Σκέψεις και άνθρωποι

      το πρωί σπρώχνει σκέψεις και ανθρώπους χαμηλά
      η συνήθεια κυριεύει το συναίσθημα
      ένας ακριβής ορισμός για κάθε ώρα, κάθε μέρα, κάθε εποχή
      αλλά αν ανάψεις ένα κερί το πρωί, όταν είναι ακόμα σκοτεινά
      και αφήσεις λίγο ελεύθερο το νου σου ή κοιτάξεις την φωτιά
      μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου μακριά, για μια στιγμή παραπάνω
      και μετά να πας στην στάση του λεωφορείου ή όπου να 'ναι
      ή όταν τρέχεις να φτάσεις το τρένο
      φαντάσου με ορμή να τρέχεις μεσ’ τα πεύκα
      οι πιθανότητες να αλλάξουν ― οι αισθήσεις είναι πολλές
      πρέπει να καταλάβεις την συνήθεια
      και να επινοήσεις
      πόσο υπέροχο
      αυτό το πρωινό, που σαν αυτό δεν έχω ζήσει
      η νέα ημέρα είναι σαν άγραφο φύλλο

      [ Θύελλες ]

      οι θύελλες περνάνε μες από κενά μάτια
      μοναχική λύπη μοναχικού ανθρώπου
      σπάει τη ραχοκοκαλιά της γης
      και πίνει το μεδούλι της
      ο βίσονας του πόνου, με κίτρινους γομφίους
      αλέθει τα ερείπια των σύννεφων
      στις αλέες μαγικών βροχών
      και σπάνε αγκάθινα δέντρα
      απαίσιο να στέκεσαι μόνος σου
      εκεί που ούτε τα δέντρα δεν σου κρατούν συντροφιά
      για να πιαστείς
      ή να κρυφτείς πάνω τους
      βαλτώδη βλέμματα κοιτούν απ’ τις εικόνες
      μα δεν απαλύνουν τις αγανακτισμένες ματιές των παιδιών των ανθρώπων
      όταν είναι μόνος ο καθένας γίνεται κανένας
      μυριάδες πρόσωπα μπερδεύονται μαζί σε μια μουτζούρα
      που είναι η έκφραση του Θεού εδώ;
      ο νους είναι το λυγισμένο και σταχτερό γυαλί
      το άδειο μπουκάλι που βρίσκεις στ’ αποκαΐδια

      [ Στον άρτο ]

      από που προέρχονται όλα αυτά;
      βρήκα ντουλάπι στον μαύρο άρτο
      τραπέζι στο γλυκό σάι*
      μην πετάξεις αυτές τις κρούστες
      κομμάτι, κομμάτι σε αυτές βρήκα την γραφομηχανή
      πού και πού νιώθω στο σπίτι μου
      όπως στο σπίτι του άλλου
      όλα τα πράγματα στην θέση που τα θέλω
      τοίχοι και πόρτες
      και νιώθω ότι έφτασα στον τόπο μου
      ίσως φιλεύω τον εαυτό μου, γνωρίζω τα αντικείμενα
      όπως είναι
      στην στιγμή, χωρίς μέλλον, χωρίς παρελθόν
      και μετά δεν παίζει ρόλο
      αν βρεθούν σε πίτα αλμυρή ή μελογεμισμένη

      * Σάι: Γλυκό ψωμί, σαν τσουρέκι. Τρώγεται κυρίως σε γιορτές.



      ΙΙ. Άλλα ποιήματα

      [ 'Οταν η γη ήπιε λαίμαργα ήλιο και βροχή ]

      όταν η γη ήπιε λαίμαργα ήλιο και βροχή
      έβγαλε από την αρχέγονη μήτρα της τον καρπό ― εσένα και εμένα
      συρθήκαμε αβοήθητοι στο στήθος της
      προσπαθώντας να ρουφήξουμε από τη θηλή της
      αλλά η μάνα ήταν νεκρή ― ο αγώνας της γέννησής μας
      πολύ σκληρός για να τον αντέξει

      σιωπή!

      σήμερα είναι ο γητευτής καιρός
      το χιόνι έχει καλύψει τη μαμά με ένα σάβανο

      Δεν είναι ποτέ πολύ νωρίς ή πολύ αργά.
      Βαδίζουμε ο ένας προς τον άλλον
      μέχρι το μήκος του μηρού καλυμμένοι
      κάνουμε έρωτα, ζαλισμένοι με την έκσταση του χιονιού
      ώσπου, παπαρούνες φυτρώνουν την άνοιξη
      από εμάς

      τότε θα γελάμε όταν τα βετούλια θα μας μασάνε
      με το ζεστό γαλατένιο στόμα τους


      [ Ο τόπος των μοναχικών ]

      τούτος εδώ είναι ο τόπος των μοναχικών, η παγωμένη θάλασσα του μηδενός.

                      επίστρεψε από εκεί που ήρθες
                      λευκό, απαλό, κρύο χαμόγελο

                      ξέρω πώς κολύμπησες εδώ μέσα σε χλωμό κυματισμό
              
              συνεχώς αλλάζοντας

      πράγματι, πώς έχει αλλάξει
      ο χορός σου

                      ξέρω ότι νιώθεις μοναξιά
                      το μαζί είναι απλά μια ψευδαίσθηση
                      θα γίνεις ένα με τον κόσμο

                      και θα λησμονήσεις

      άραγε χανόμαστε εδώ στην έρημο χωρίς σημεία
      εδώ όπου χρειάστηκε ένα τίποτα για να γεννηθούν τα πάντα
      η συνάντηση κατά τύχη

                      και ο γλάρος κάθεται στα κεφάλια μας

      Μυστικές μεταμορφώσεις

      ανοίγω το παράθυρο και αφήνω το νυχτόσκυλο να μπει
      κατανοεί
      ξαπλώνει στο χαλί
      και με κοιτάζει με αιματηρό βλέμμα
      ποιος πρέπει να λυτρωθεί;
      ψιχαλίζει πορφυρή βροχή
                       και μια άκαμπτη γυμνή γυναίκα αναστενάζει στο σκοτάδι
                       η λοβοί της στάζουν
                       τεντώνω το χέρι μου· είναι όμορφη
                       χωρίζεται και γίνεται δυο
                       θέλω να γυρίσω
                       αλλά είναι γύρω μου σε δεκάδες ενσαρκώσεις.
                       δεν αγγιζόμαστε
                       απλά στεκόμαστε
                      
      με σώματα που λάμπουν και πλέκουν μάγια

      ο εβένινος σκύλος κλαψουρίζει
      μεταμορφώνονται σε κοράκια και πετάνε μακριά
      Λυπάμαι.
      ο σκύλος κοιτάει με ντροπή και φεύγει



      Καταστάσεις σε οράματα

      ξυπνάω και είναι ήδη νύχτα
      το σπίτι τρίζει, είναι κρύο
      οράματα τρεμοπαίζουν στον αέρα κι αυτός τα φυσά μακριά
      άλλα μπαίνουν στην θέση του
      λεπτή κλωστή φωτός που καίει μέσ’ το λαρύγγι
      πόσο περίεργος, παράταιρος κι ωραίος είν’ ο κόσμος όταν τον βλέπεις
                      
      απ΄ το κέντρο του
      η χιονόλευκη μύγα κάθεται υπομονετικά
                      
      στην λεκάνη του μπάνιου
      και αναρωτιέται τι να κάνει με το διάφανο κεφάλι της
      κάθε φορά που η Γη γυρνάει το πλευρό της για να κρύψει τον ήλιο
      ακούω σφυρίγματα και τσιριχτό γέλιο
      μιλώ όλη τη νύχτα, όλη τη νύχτα
      όλη τη νύχτα, όλη τη νύχτα μέχρι να κορεστώ
      αυτά τα μαραμένα λουλούδια έχουν το πρόσωπο της γριάς
      που τόσο τ' αγαπούσε
      το ταβάνι της καλύβας της ανθίζει ακόμα
      νεκρά πέταλα βρωμάνε στο πάτωμα
      δεν ξέρεις ποτέ το μέλλον των νεκρών
      αλλά κάθε φορά που μου εμφανίζεται είναι στην μορφή σου
      τώρα κρύβεις πεταλούδες στο φουστάνι σου
                       τι βλέπω;
                       σε παρατηρώ όπως γλείφεις την ουρά σου
                      
      Ω, τι γλύκα
                      
      όλα τα ζώα είναι γλυκά όσο
                                      είναι μικρά
                      
      ή πολύ γερασμένα                
                     η ουρά παραμένει. παραμένει.

      και τώρα ήρθε η ώρα να εξομολογηθούμε όλοι την δικιά μας ύπαρξη
                      
      ρισκάροντας την ειλικρίνεια μας έναντι σε μηχανές
      αφήστε με
      να είμαι στην δικιά μου κατάσταση
      δεν θέλω να σκεφτώ το μεγάλο μελανό νερό
      θα καλέσω ένα όραμα
      της φρέσκια αυγής

      είμαι η κάθε διαδοχική κατάσταση.



      Η μέρα ίσα φτάνει

      μεταμορφώνομαι σε βάτραχο πουλί παιδί
      ή σε γυμνό πέτρινο τείχος
      καλυμμένο από σκόνη περασμένων εποχών
      συγκρατεί οργισμένα νερά
      και κρύβει μέσα του
      μάτια λιμασμένα
      αιρετικών που φτάσαν’ έως τον παράδεισο ζωντανοί
      ή ίσως στέκομαι αναλλοίωτος
      καρτερώντας την επιστροφή
      σε μια διάφανη θάλασσα
      και αρκούμαι σε βράχους
      που κυλούν πάνω μου

      υπάρχει πολύ οξυγόνο
      που καταπίνει τα πάντα
      η ασφυξία αγρικά το αίμα
      για να νιώσει τα μονοπάτια του
      το χιόνι ξεθαρρεύει στο σκοτάδι
      και τρομάζει μες το φως
      μαραμένα λουλούδια χαμογελούν
      ρυτιδωμένα
      η μέρα ίσα φτάνει
      για να συνηθίσει το βλέμμα στο σκιόφως


      [ Ζώα περιμένουν έξω στο κατώφλι ]

      ζώα περιμένουν έξω στο κατώφλι
      αναρωτιέμαι ― αν καταφέρω σήμερα να ξεγλιστρήσω
      ή θα περιμένω ξανά έως αύριο;
      στο τερέτισμα των τζιτζικιών χάνομαι
      υπάρχουν άπειρες επιλογές
      πρέπει απλά να διαλέξουμε, να βρούμε μία
      σαν παίζουμε εβραϊκή άρπα
      σήμερα εγώ θα γίνω άνδρας και παιδί
      και συ κλαις γιατί σ’ αφήνω
      ενώ τον εαυτό μου σε μια ιδέα εγκαταλείπω
      που έχει μπαρκάρει από εδώ
      εδώ και πολύ καιρό
      πριν από πολύ, πολύ, πολύ καιρό



      Ο Άντρες Άλαν (1980)
      Ο Άντρες Άλαν (1980)
      Ο περιπλανώμενος ποιητής Άντρες Άλαν


      ___________
      Συνομιλώντας με τον φίλο του, ποιητή Λαούρι Σόμερ
      ________________


      μην ανάβεις φωτιά, άναψε κεριά μη σπάσει το λυκαυγές


      Έτσι γράφει ο Εσθονός ποιητής Άντρες Άλαν την δεκαετία του '80, που πήρε μέρος στην πρώιμη Punk της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Τα ποιήματα του δημοσιεύθηκαν κυρίως στον Τύπο. Δύο συλλογές (Urjamised, 1992 και Öötrükid,2009) εκδόθηκαν μετά τον πρόωρο θάνατό του.
      Έπεσα πάνω του κάνοντας μία έρευνα πάνω στον ανιψιό του, συγγραφέα και game designer Ρόμπερτ Κούρβιτζ. Σχετικά άγνωστος, ελάχιστα ποιήματα του Άλαν έχουν μεταφραστεί. Και μόνο με αυτά, ωστόσο, αποκαλύφθηκε ένας αξιομνημόνευτος καλλιτέχνης, ακόμα κι αν μπόρεσα να τον δω μόνο στο φως του κεριού και όχι όλης της αποκαλυπτικής φωτιάς.
      Ο Άντρες Άλαν (1964-1988) είναι ένας από τους λίγους μυστικές ποιητές της Εσθονίας. Κάποιες παλιές φωτογραφίες του τον κάνουν να μοιάζει με καουμπόι. Στην εφηβεία του, με τη βοήθεια των γονιών του και μαζί με φίλους, μπόρεσε να αγοράσει ένα σπίτι στην εξοχή. Χωρίς ρεύμα και θέρμανση, ανοίχτηκε εκεί στον κόσμο της ποίησης και της punk. Το 1988 μετά από όραμα «θεϊκής» επικοινωνίας μυήθηκε σε κάποιου είδους θρησκεία. Ήταν στο αίμα του. Αυτά μας αφηγείται ο ποιητής Λάουρι Σόμερ.1
      Συχνά φανταζόμαστε την οικογένεια ως μία μονάδα συνοχής. Ο μαρξιστής της πρώην ΕΣΣΔ μπορεί να την δει ως βασικό κύτταρο του κοινωνικού σώματος, ο φροϋδικός ως την βασική μεταφορά για το οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Εδώ: η καλλιτεχνική οικογένεια, όπου ο ένας ποιητής φέρνει τον επόμενο. Όμως ιχνηλατώντας στο σκοτάδι, δεν υπάρχουν κύτταρα ή άλλα σχήματα, μπορούμε μόνο να τραβάμε κόκκινες ευθείες γραμμές. Η πρώτη από αυτές μας οδηγεί στην μητέρα του ποιητή, Λέιλι.2

      όταν η γη ήπιε λαίμαργα ήλιο και βροχή
      έβγαλε από την αρχέγονη μήτρα της τον καρπό - εσένα και εμένα
      συρθήκαμε αβοήθητοι στο στήθος της
      προσπαθώντας να ρουφήξουμε από τη θηλή της
      αλλά η μάνα ήταν νεκρή ― ο αγώνας της γέννησής μας
      πολύ σκληρός για να τον αντέξει
      3

      Είναι ενδιαφέρον ότι οι δύο φιγούρες, που στην συνέχεια του ποιήματος υπονοούνται ως Αδάμ και Εύα, προέρχονται από μία Μητέρα-Γαία, νεκρή μάλιστα, αντί για την τυπική πατρική φιγούρα του Θεού.

      Τα έργα του Άλαν είναι γεμάτα σκοτάδι, μεταμορφώσεις, οράματα και ίσως κατέχουν ένα αποκαλυπτικό και παρανοϊκό ρεύμα, χωρίς αυτό να τα κάνει ακριβώς αρνητικά. Περιέχουν το σκοτάδι της επαρχιακής νύχτας. Η σύνδεση δεν είναι εμφανής· η μητέρα του ήταν νοσοκόμα, και ίσως η έρευνα θα σταματούσε στο γεγονός ότι και η ίδια αγαπούσε την ποίηση. Αλλά όπως και ο γιος της, και η ίδια η Λέιλι είχε προφητικά όνειρα, όπως μου μεταφέρει ο Σόμερ.
      Μία λίγο διαφορετική οπτική γωνία ίσως βρίσκουμε από μία διήγηση του ζωγράφου Ράουλ Κούρβιτζ, αδελφού τού ποιητή, ο οποίος σε ένα άρθρο του καταγράφει μία παιδική ιστορία: Τα δύο αδέλφια παίζουν με νερό, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει το μπάνιο του σπιτιού τους, κάτι που ο Ράουλ θεωρεί δράση παρόμοια με την ίδια την τέχνη.
      Ίσως όντως υπάρχει κάτι στο αίμα αυτής της οικογένειας. Το παιχνίδι, ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον, μία μητέρα με την δικιά της θρησκευτική χροιά που συμπίπτει με την ποιητική ευαισθησία του. Η ενέργεια που προϋπήρχε σε αυτόν τον οίκο διοχετεύτηκε χωρίς αμφιβολία και σ' αυτόν. Το εξοχικό τους υπήρξε η καλλιτεχνική του κάμινος, εξού και το σκοτάδι στην ποίηση του. Μέσα σε αυτό βρίσκεται και η δυνατότητα της μεταμόρφωσης η οποία έχει την δυναμική της ψυχεδέλειας. Σημειώνεται ότι αν και ο Άλαν είχε επαφές με τους χίπις της εποχής του, μάλλον δεν υπήρξε χρήστης ουσιών πέρα από την κάνναβη.

      μεταμορφώνομαι σε βάτραχο πουλί παιδί
      ή σε γυμνό πέτρινο τείχος
      καλυμμένο από σκόνη περασμένων εποχών
      συγκρατεί οργισμένα νερά
      4

      Σε αυτό το εξοχικό, μακριά πια από το μητρικό σπίτι βλέπουμε πλέον την επιρροή του Άλαν στους απογόνους του. Ο Ρόμπερτ Κούρβιτζ στο μυθιστόρημα του Sacred and Terrible Air (Ρόμπερτ Κούρβιτζ. Püha Ja Õudne Lõhn. 2013. ZA/UM), το περιγράφει γεμάτο απειλητικές σκιές, κάνοντας ένα σαφή παραλληλισμό.

      This is loners´ place, no-man´s frozen sea (Σόμερ, Μεταφράσεις του Άντρες Άλαν)
      [They] now walk flashlights in hand, through the labyrinth of dark rooms... (Ρόμπερτ Κούρβιτζ)


      Η κόκκινη γραμμή της επιρροής του συνεχίζει ακάθεκτη. Η κόρη του Γιοάννα, και η ίδια ποιήτρια, γράφει:

      Η γιαγιά μου βγαίνει από το ποτάμι ως νεαρή γυναίκα ― με όρεξη για ζωή. Ξάφνου αρχίζει μουσική να παίζει και εκείνη χορεύει και χορεύει και χορεύει. Όπως ακριβώς χόρεψε μέχρι θανάτου. Μέχρι τις έξι το πρωί.
      (Γιοάννα Έλμαν. “Omailm.” Blogspot.com, 26.5.2023. Πρόσβαση στις: 22.11.2024)

      Ανδρέας Μαράκης

      ΠΗΓΕΣ
      1. Sommer, Lauri. “Andres Allan Ellmann: One of the Few Mystics.Estonian Literary Magazine, Φεβρ. 2019. Πρόσβαση: 22.11.2024.
      2. Lauri Sommer. “Metskuldi Tants.” YouTube, 8 Ιαν. 2016. Πρόσβαση: 22.11.2024.
      3. Μεταφράσεις του Άντρες Άλαν
      .


       

      αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: