Ατάραχος επισκοπεί τα ερέβη των αιώνων βέβαιος ότι από τον δικό του δρόμο θα διαβείς, Ελευθερία.
Τρέχουν άλογα τη νύχτα / όταν γεννιέται κάτι./ Όταν γεννιέται κάτι άσωτο / και ξυπνά τη νύστα του ονείρου
Έμεινα ξάγρυπνη. Ο άνεμος σφύριζε. Οι ανάσες μου κοντές. Το βάρος στο στήθος όλο και μεγάλωνε. Με βασάνιζε η απόφασή μας.
Κάποτε ανάβει αίμα ο θόρυβος / Της τελευταίας ώρας / Με μαύρα ράμματα στενεύουνε / Οι κήποι και τα ξέφωτα.
Είμαστε το ίδιο το σκοτάδι που ενδύεται ξανά το ίδιο φαιό, τριμμένο ρούχο για να κρυφτεί υπό τον ήλιο.
Μιλάμε για ωραία γυναίκα και αυτό που λέμε δεν είναι απλό, γιατί το ωραία έχει όρια
Ήταν ένα μικρό θαύμα, μία από αυτές τις στιγμές που δημιουργούν μοναδική χαρά και ανεξίτηλες αναμνήσεις στους εκούσιους μάρτυρες
Όταν έφυγα απ’ το σπίτι για να ’ρθω εδώ, έκρυψα στην τσέπη της ζακέτας μου τις βέρες. Κάθε πρωί ανοίγω το συρτάρι και τις φοράω
Eκεί θα συζητήσουμε / για το χώρο και το χρόνο / για τον Σεφέρη και το γιασεμί / και το μέλλον θα φαίνεται σαν άχρηστο
Κι ένιωσα τότε όλη την κούραση που ερχόταν καθώς η αγάπη μου θα γινόταν αγάπη για ένα σώμα που θα επέμενε χωρίς εσύ να είσαι εκεί
Το φόρεμα την τραβάει για να προχωρήσει. Βλέπει το ρολόι της. Σε πέντε λεπτά πρέπει να είναι εκεί
Κοίταξε πάλι το ρολόι στις 3:24. Ανοιγόκλεισε τα μάτια της, γύρισε ανάσκελα και προσπάθησε να αφεθεί στην ταβανοθεραπεία