κι απ' τα μαλλιά τους ευωδίαζαν τα ποιήματα / σαν ένα φρέσκο σαμπουάν μπίρας / από μια παλιά διαφήμιση
μερικοί μεταλαμβάνουν και την ερωτεύονται με πάθος αμήχανο γιατί εκείνη σπάνια δίνεται σε κάποιον ενώ σε άλλους αδιάφορη φαντάζει
Απέναντι, στον άσπρο τοίχο που αχνοφέγγει κινούνται σπασμωδικά κάτι σκιές σαν ανθρωπόμορφα καραγκιοζάκια
Γι’ αυτό κι εδώ, σ’ ετούτον τον κόσμο από πέτρα, η γλώσσα είν’ η πέτρα...
Mέσα της να κρατάει ζωντανά τα έργα, το κορμί του / να τ᾽ αξιώνει, να φαίνονται στα μάτια της, στο βάδισμά της
Σήκωσα με το ματωμένο χέρι σαν τρόπαιο τον γωβιό ψηλά
Μπροστά από τον ξυλουργικό πάγκο εργασίας, στέκεται ένα παιδί έντεκα χρόνων με χαλκοκόκκινα μακριά μαλλιά
Μια ποιητική συνομιλία με έργα της Georgia O’ Keeffe
Μάζεψε το μολύβι και τα χαρτιά και πήγε ξανά στο γραφείο να περάσει τις σκέψεις της στον υπολογιστή.
Τα πιο όμορφα άνθη γεννιούνται σε έναν μυστικό κήπο, τα χρώματα τους το μόνο στοιχείο που διαταράσσει το τέλειο λευκό της.
Η ποίηση θα ήταν μια παρωχημένη μηχανή της βιομηχανικής εποχής θα βρισκόμασταν σε παλιά εγκαταλειμμένα εργοστάσια ποιημάτων
Μόνο τη νύχτα είναι επικίνδυνος. Aγαπητοί συνεπιβάτες, προσοχή: Aν προσπαθήσει να σας κλέψει ένα όνειρο κάντε τον πεθαμένο.