Δίνη εκτόνωσης αέρα απ’ την ουρά του βουητού στην άβυσσο με σήκωσε σα σβούρα κρατώντας στα δάχτυλα μια τούφα απ΄ τα μαλλιά μου
Οι γυναίκες των θείων εικόνων / Που πάλλονται μες τις καρδιές μας / Προσόψεις σε γαλάζιο ουρανό / Μυστική ορχήστρα που χάνεται
Σημασία έχει πως όποτε ο χρόνος περνούσε έξω από το σπίτι της, η γιαγιά έβρισκε μια πρόφαση για να λείπει
Του δικού του κόσμου που ήταν τόσο μικρός και περιορισμένος. Για την ώρα, όσο είναι και ένα πιάτο φακές. Μαγειρεμένες όμως σωστά
Γυναίκες ανελέητες κι ευάλωτες στο τραύμα και στον έρωτα η Μέδουσα δεν φανταζόταν ότι θα καταλήξει στην ασπίδα μιας θεάς παρθένας
Προσεκτικά συγκολλώ τις λέξεις άλλων, / πολλών ανθρώπων λέξεις, / προσδοκώντας κάποτε τις δικές μου
Βλέπω την καύτρα τους να ανάβει και είναι σαν να αναπτύσσουμε ένα σιωπηλό τρόπο επικοινωνίας με τα φωτεινά σηματάκια μας
Το φίδι / όταν δέρμα αλλάζει, / το αδιάκοπο μεταπλάθει. / Ακόμα / και ό,τι / στιγμιαία πάει να προσηλωθεί
Ο ανώνυμος ήρωάς μου που έγραψε το διήγημα, δε θα μάθαινε ποτέ τι πράγματι είχε συμβεί, αν ήταν αυτοκτονία ή όχι ο θάνατός της
Ν’ ατενίζει γονατιστός στη φεγγαράδα / το αργυρό σελίνι της Σελήνης και τον γύρω θόλο απορημένος
Στο όρος Αιγάλεω κάθε δυνατός ορίζοντας μας τέμνει. Τα πέρατα στραφτοκοπάνε. Ποιος νους συνέλαβε αυτή τη ναυμαχία;
Το μάτι του ακολουθεί ένα χελιδόνι· πετάει προς το Σηκουάνα· σκέφτεται να βουτήξει κι αυτός να το προλάβει