Ένα βιβλίο με τόσες ερμηνείες όσους και αναγνώστες

Ένα βιβλίο με τόσες ερμηνείες όσους και αναγνώστες

Πώς να παρουσιάσεις ένα βιβλίο που δεν περιγράφεται, μόνο διαβάζεται; Αυτή τη δυσκολία αντιμετώπισα την Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019, στο κατάμεστο Βιβλιοπωλείο «Επί λέξει», καθισμένη πλάι στον συγγραφέα Αντόνιο Μορέσκο, του οποίου το μυθιστόρημα Το φωτάκι, που κυκλοφόρησε πρόσφατα, είχα κληθεί να παρουσιάσω.
Η δονκιχωτική φιγούρα του συγγραφέα είναι από μόνη της ένα μικρό διήγημα. Ο γαλήνιος «οδοιπόρος» της ειρήνης, που πεζοπορεί για διευρύνει τα όρια της ύπαρξής του, όπως λέει ο ίδιος, και που εξέφρασε τη συμπαράστασή του στη χώρα μας, όταν ξέσπασε η κρίση, περπατώντας από τους Δελφούς στην Αθήνα, ενσαρκώνει την χαμηλόφωνη, στοχαστική, ακούραστη περιπλάνηση του ανήσυχου πνεύματος σε έναν κόσμο ανισορροπιών και αντιφάσεων.    

Το φωτάκι
είναι το απόσταγμα της φαντασίας αυτού του πράου, αντισυμβατικού, σχεδόν εξωπραγματικού καλλιτέχνη, που ατενίζει με απορία και γλυκιά μελαγχολία το σύμπαν. Ένα τόσο μικρό και μαγικό βιβλίο δεν επιτρέπεται να το αφηγηθώ, γιατί αξίζει να το ανακαλύψετε σελίδα-σελίδα. Εκείνο που μπορώ να κάνω είναι να σας προετοιμάσω για την ανάγνωσή του, να σας εισάγω στην ατμόσφαιρά του, όπως θα κοιτούσατε κλεφτά από μισάνοιχτη κουρτίνα το εσωτερικό ενός παράξενου σπιτιού.    

Ξεχάστε προς στιγμήν τα άγχη της καθημερινότητας, ξεχάστε ό,τι σας απασχόλησε τον τελευταίο χρόνο, ό,τι σας απασχόλησε τα τελευταία δέκα χρόνια – επιτρέπεται να πάθετε αμνησία για πέντε λεπτά, δε θα καταστραφεί ο κόσμος. Αφήστε τα όλα πίσω και φανταστείτε ότι βρίσκεστε σε ένα ορεινό και εγκαταλελειμμένο χωριό. Μένετε σε ένα παλιό σπίτι που θυμίζει εκείνα των ορεσίβιων παππούδων μας. Τριγύρω αγροτόσπιτα που κάποτε κατοικούνταν, τώρα βασιλεύει απόλυτη ερημιά. Ήρθατε εδώ πάνω επειδή θέλετε να εξαφανιστείτε από τον κόσμο.
Η φύση οργιάζει ανεξέλεγκτη, όπως συμβαίνει όταν αναχωρούν οι άνθρωποι, εξαπλώνεται με βουλιμία. Καταβροχθίζει φράχτες, έρημα σπίτια, την άσφαλτο του μοναδικού δρόμου, αναρριχάται σε τοίχους, μετακινεί κεραμίδια, χορταριάζει αυλές και κατώφλια. Μαζί με τη βλάστηση οργιάζει και η πανίδα, έντομα, πουλιά, τρωκτικά, ορατά και αόρατα, ανασαίνουν γύρω σας. Μάτια ανοιγοκλείνουν πίσω από τις φυλλωσιές, ρουθούνια πάλλονται ανάμεσα από τις σανίδες, βελούδινες πατούσες τρεχοβολούν τη νύχτα στη στέγη, ακούτε βιαστικά φτερουγίσματα, συρσίματα στα χόρτα, πνιχτά κρωξίματα.    
Πώς βρεθήκατε εδώ πάνω μόνος; – χρησιμοποιώ αρσενικό γένος, γιατί ο ήρωάς μας είναι άντρας. Από πού ήρθατε; Τι σχέση έχετε με τούτο το μέρος; Η αφήγηση δεν απασχολείται με αυτά τα ερωτήματα. Πάντως, δεν φαίνεστε δυστυχισμένος, ούτε βέβαια ξεχειλίζετε από ευτυχία. Βιώνετε την υπαρξιακή σας μοναξιά σαν μια μάλλον φυσιολογική συνθήκη. Ακολουθείτε ένα ήρεμο καθημερινό πρόγραμμα: ξυπνάτε, πλένετε τα ρούχα σας, μαγειρεύετε. Δυο φορές το μήνα κατεβαίνετε σε ένα χωριουδάκι στους πρόποδες του βουνού, όπου υπάρχει ένα μανάβικο της κακιάς ώρας, για να ψωνίσετε τρόφιμα. Κάνετε την τακτική σας βόλτα στην, σχεδόν εξαφανισμένη από τη βλάστηση, άσφαλτο. Και κυρίως ρεμβάζετε.    
Μπροστά στο σπίτι ανοίγεται ένα μεγάλο φαράγγι, που το κοιτάτε κάθε μέρα με τις ώρες. Φανταστείτε πόσο παρατηρητικοί θα γινόσασταν σε ανάλογες συνθήκες ηρεμίας και κοινωνικής αδράνειας. Θα προσέχατε κάθε καινούργιο μίσχο που εμφανίζεται στα κλαριά, την πρόοδο κάθε αναρριχώμενου, το πέταγμα των χελιδονιών – α, θα ήταν μια ολόκληρη επιστήμη το πέταγμα των χελιδονιών. Παρατηρώντας την εναέρια συμπεριφορά τους θα είχατε αναπτύξει ατέλειωτες θεωρίες, θα χανόσασταν σε δαιδαλώδεις αναρωτήσεις, αφού τίποτε δεν θα διέκοπτε τους συλλογισμούς σας.
Το σούρουπο σας βρίσκει συνήθως να κάθεστε σε μια παμπάλαια καρέκλα, έξω από το σπίτι και να ατενίζετε το φαράγγι, βυθισμένος όπως πάντα σε σκέψεις. Κάθε νύχτα, μόλις δύσει ο ήλιος, στην απέναντι μεριά του φαραγγιού ανάβει ένα φωτάκι. Μα τι είναι, αναρωτιέστε, αυτό το φωτάκι; Απέναντι υπάρχει μόνο δάσος, όχι χωριό ή οικισμός, δεν φαίνεται ούτε ένα σπίτι. Δεν λειτουργεί ο δημόσιος φωτισμός, ώστε να προέρχεται από λάμπα του δρόμου. Γιατί ανάβει αυτό το φως κάθε νύχτα, την ίδια ώρα; Τι φωτίζει, εκεί πέρα στο δάσος; Αποφασίζετε λοιπόν να πάτε ως εκεί και να ανακαλύψετε την πηγή του φωτός. Και τούτη η ανακάλυψη είναι όλο το βιβλίο.

Σταματώ εδώ, για να σας αφήσω να απολαύσετε την εξερεύνηση του ήρωα. Θα πω μόνο το εξής. Κάθε φορά που ανοίγουμε ένα βιβλίο, ανοίγουμε μια πόρτα στο χωροχρόνο. Μεταφερόμαστε νοερά σε ένα πεδίο μάχης ή σε μια αυτοκρατορική αυλή ή σε μια διαδήλωση ή σε μια άμαξα που ταξιδεύει στα βάθη της Ασίας. Ανάλογα με την τεχνική του συγγραφέα και την αφηγηματική του ικανότητα, παρακολουθούμε τα δρώμενα σαν σε κινηματογραφική ταινία – από απόσταση, έχοντας απόλυτη συναίσθηση ότι είμαστε θεατές – ή σαν σε μεταμοντέρνα θεατρική παράσταση, από εκείνες που καταργούν την διάκριση σκηνής πλατείας και οι ηθοποιοί παίζουν ανάμεσα στο κοινό και του απευθύνονται. Στην πρώτη περίπτωση η αφήγηση είναι συνήθως επική και φαντασμαγορική, στη δεύτερη αιχμηρή και διεισδυτική.
Υπάρχει κι ένα τρίτο είδος: τα μαγικά βιβλία. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει Το φωτάκι του Μορέσκο. Τι συμβαίνει εδώ. Ανοίγεις το εξώφυλλο και νιώθεις σαν να μπήκες σε ένα άγνωστο δωμάτιο. Τριγύρω έπιπλα που αναγνωρίζεις εύκολα – τα μαγικά βιβλία χρησιμοποιούν συνήθως απλές λέξεις και έννοιες – ένα σεντούκι, ένα σκαμνί, μια παλιά σερβάντα. Παρατηρείς τις λεπτομέρειές τους, το φαγωμένο κλειδί στο συρτάρι, το γδαρμένο μπράτσο της κουνιστής πολυθρόνας, το ξύλινο κρεβάτι, δεν υπάρχει αμφιβολία, γνωρίζεις πολύ καλά τούτα τα αντικείμενα κι όμως τα περιβάλλει μια απόκοσμη αύρα που τα κάνει να μοιάζουν πρωτόγνωρα και μυστηριώδη. Σαν να τα βλέπεις για πρώτη φορά με αυτή τη διάταξη. Και σε τέτοιο φωτισμό. Και από αυτή την οπτική γωνία.
Κι ενώ περπατάς ανάμεσα στα οικεία-ανοίκεια αντικείμενα, ακούς ολοένα και καθαρότερα τον ήχο των βημάτων σου στα σανίδια – την αντήχηση των σκέψεών σου – σάμπως το πάτωμα να είναι κούφιο και να προδίδει την παρουσία σου. Χρειάζεται μεγάλη μαστοριά για να πετύχει ο συγγραφέας τούτο το κενό ανάμεσα στα νοήματα, που θα επιτρέψει στις σκέψεις σου να αναπτυχθούν ανεμπόδιστα, να ελιχθούν ανάμεσα στα νήματα της αφήγησης και να εξαπλωθούν σαν την επιθετική φύση του Μορέσκο καταβροχθίζοντας το κείμενο, καλύπτοντας τοίχους, τυλίγοντας καμινάδες, χορταριάζοντας αυλές και κατώφλια. Ακούς την ηχώ των λογισμών σου πίσω από κάθε φράση, λες και το έργο είναι η προσωπική σου εξομολόγηση, εκμυστήρευση ή προσευχή. Και από αναγνώστης γίνεσαι δημιουργός, γιατί διαβάζοντας αναδιατυπώνεις τις δικές σου αγωνίες και τα δικά σου διλήμματα, ώσπου στο τέλος συνειδητοποιείς ότι μόνον εσύ, και όχι ο συγγραφέας, κατέχεις τη λύση, γιατί ο συγγραφέας σου την έχει ευγενικά παραδώσει.

Σας εύχομαι να περιπλανηθείτε ανεπιφύλακτα στο φιλόξενο βιβλίο του Αντόνιο Μορέσκο και να διαβάσετε σε αυτό τη δική σας ιστορία. Διότι «Το Φωτάκι» έχει τόσες ερμηνείες όσους και αναγνώστες.

ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.
Το φωτάκι του Αντόνιο Μορέσκο

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: