Μέσσι, για πάντα

Αγαπητοί διευθυνταί του Χάρτη

Το «Μανιφέστο των “Φίλων του Πιερ Μενάρ”», που συνοδεύει το εξαίρετο κείμενο «Χαρτογράφηση μιας εναλλακτικής Ιστορίας της παγκόσμιας λογοτεχνίας» του κ. Αριστοτέλη Σαΐνη, το οποίο δημοσιεύσατε στο πρώτο τεύχος (Ιανουάριος 2019) του, επιτέλους, επανεμφανισθέντος ‒έστω ηλεκτρονικώς‒ Χάρτη, περιέχει όντως τη μόνη στις μέρες μας πραγματικά ανατρεπτική διακήρυξη λογοτεχνικής επανάστασης.
Επειδή με αυτό τo κείμενο, το «γραμμένο από τους αυθεντικούς [όπως επιμελώς διευκρινίζεται προς αποφυγήν συγχύσεων] “Φίλους του Πιερ Μενάρ”», εξαγγέλλεται η πίστη στη βεβαιότητα ‒την οποία ασπάζομαι ολοψύχως‒ ότι «η λογοτεχνία ήταν και θα είναι μιμητική ή δεν θα είναι λογοτεχνία», σας αποστέλλω συνημμένως μιαν επιφυλλίδα μου με την ελπίδα ότι θα την δημοσιεύσετε στο δεύτερο τεύχος του Χάρτη. Ο λόγος της αποστολής της είναι διττός: 1ον) η επιφυλλίδα αυτή είναι, όπως θα μπορούσατε να διαπιστώσετε, γραμμένη εξ ολοκλήρου σύμφωνα με τις αρχές του «Μανιφέστου των “Φίλων του Πιερ Μενάρ”»: αποτελεί πιστή μίμηση ‒κατά λέξη αντιγραφή‒ της δημοσιευθείσας στην εφημερίδα Το Βήμα (17 Ιουνίου 2018) επιφυλλίδας του κ. Νάσου Βαγενά «Μέσσι για πάντα»· και 2ον) έρχεται να συμπληρώσει την ωραία κατά τα άλλα, όμως ελλιπή ‒ιμπρεσσιονιστική υπό το πρίσμα του τίτλου της‒ μελέτη του κ. Γιώργου Β. Μονεμβασίτη «Είναι το ποδόσφαιρο τέχνη;», που δημοσιεύσατε στο τεύχος Ιανουαρίου, η οποία απαντά μεν καταφατικά στο ερώτημα, όμως χωρίς να εξηγεί το γιατί.

Με συναδελφικούς χαιρετισμούς
Μενέλαος Σοϊλεμετζίδης

ΥΓ.: Επισημαίνω ότι κατά το επτάμηνο διάστημα από τη δημοσίευση της επιφυλλίδας του κ. Βαγενά έως σήμερα έχουν παγκοσμίως λάβει χώρα τόσα γεγονότα, όσα δεν είχαν συμβεί από το έτος έκδοσης του Δον Κιχώτη του Θερβάντες έως εκείνο της συγγραφής του Δον Κιχώτη του Μενάρ (μεταξύ των οποίων ‒για να αναφέρω μόνο ένα‒ η ίδια η επιφυλλίδα του κ. Β).


Μέσσι, για πάντα

«Μέσσι, για πάντα»

Το γεγονός ότι στο ερώτημα «ποιος είναι ο κορυφαίος σήμερα ποδοσφαιριστής του κόσμου» οι γνώμες των ποδοσφαιρόφιλων, παγκοσμίως, διίστανται, δεν θα πρέπει να μας εκπλήττει. Διότι παρά τα γραφόμενα περί τέλους της μετανεοτερικότητας και περί εισόδου σε μια μετα-μεταμοντέρνα εποχή, αισθητικώς βρισκόμαστε ακόμη στην περιοχή του μεταμοντέρνου. Και μόνο το ότι οι μισοί από όσους απαντούν στο ερώτημα προτιμούν τον Ρονάλντο και όχι τον Μέσσι, είναι δηλωτικό της καλλιτεχνικής παρακμής της εποχής μας.
Δεν προσπαθώ να ευφυολογήσω, αλλά να είμαι ακριβής. Αναφέρομαι στο ποδόσφαιρο ως αισθητική ‒δηλαδή καλλιτεχνική‒ δραστηριότητα, γιατί ένας αγώνας ποδοσφαίρου δεν είναι ένα απλό αθλητικό γεγονός, όπως πιστεύεται γενικά. Είναι δέκαθλο εν συγχρονία. Ολυμπιονίκης των εκατό μέτρων ή και του δεκάθλου μπορεί να αναδειχθεί και ένας διανοητικά ηλίθιος. Ένας ποδοσφαιριστής, όμως, δεν μπορεί να είναι μεγάλος, αν τα σωματικά του προσόντα (ταχύτητα, δύναμη, αντοχή, σθένος, ευλυγισία, αλτική ικανότητα) δεν είναι ικανός να τα ασκεί συγχρόνως και συγκεκραμένα, δηλαδή εν ταυτώ, πράγμα αδύνατον αν δεν διαθέτει υψηλό δείκτη ευφυΐας, δηλαδή οξεία αντίληψη του χώρου και του χρόνου, η οποία είναι ο σημαντικότερος διαμορφωτής της τεχνικής του. Το οποίο σημαίνει ότι ένας ποδοσφαιρικός αγώνας, στις υψηλότερες στιγμές του, μπορεί να φτάσει (και συχνά φτάνει) στο επίπεδο ενός καλλιτεχνικού γεγονότος, ανάλογου με εκείνο οι κορυφαίοι συντελεστές του οποίου πρέπει να διαθέτουν προσόντα όμοια με τα προσόντα που διαθέτουν και με τον τρόπο που τα ασκούν οι μεγάλοι ποδοσφαιριστές. Εννοώ την τέχνη του χορού, με την οποία, στο αποκορύφωμά της, η τέχνη του ποδοσφαίρου είναι ομοούσια.
Αλλά ας επιστρέψουμε στον Ρονάλντο και στον Μέσσι, στο ερώτημα ποιος από τους δύο είναι μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής. Όπως σε όλες τις Καλές Τέχνες, έτσι και στην ποδοσφαιρική υπάρχουν δύο βασικές αισθητικές εκφράσεις, η κλασική και η ρομαντική. Το βλέπουμε αυτό σήμερα στην τεχνοτροπία του Μέσσι και του Ρονάλντο. Τα φυσικά προσόντα τους είναι ισοδύναμα, αφού τη μόνη υστέρηση του πρώτου, την αλτική, την αναπληρώνει η υπεροχή του στην ικανότητα αιφνίδιας μεταβολής των κινήσεών του. Όμως το ύφος του Μέσσι είναι κλασικό· του Ρονάλντο ρομαντικό. Στο παίξιμο του πρώτου το ποδοσφαιρικό συναίσθημα, παρά την περίπλοκη σύσταση και έντασή του, εκφράζεται υποβλητικά, στοχαστικά, ισορροπημένα. Στο παίξιμο του δεύτερου υπερεκχειλίζει το συναίσθημα, με συχνά τα παρεπόμενα του πλεονασμού του: πάθος αναιτιολόγητο, νευρικότητα, ποδοσφαιρικός βερμπαλισμός. Οι κατά τη διάρκεια των γαλήνιων κινήσεων του Μέσσι απροσδόκητα εκρηκτικές του εξάρσεις μεταφράζονται σε γκολ υψηλών καλλιτεχνικών προδιαγραφών· οι αξιοθαύμαστες στιγμές του Ρονάλντο είναι όντως υπέροχες, και δεν είναι λίγα τα εντυπωσιακά του, και αλησμόνητα, γκολ ‒ όμως τα λεγόμενα μαγικά του είναι μονότονα και αναμενόμενα, και λίγες φορές μπορούν να ξεγελάσουν τους αντίπαλους αμυντικούς. Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των γκολ ο Μέσσι υπερέχει όχι μόνο ως προς όσα σημειώνει ο ίδιος αλλά και με εκείνα που πραγματοποιεί με τις ασίστ του. Ενώ ο Ρονάλντο, ως απλός εκτελεστής, αξιοποιεί τις περισσότερες φορές τον κόπο των συμπαικτών του.

Για την ακρίβεια, τα γκολ που βάζει ο ίδιος ο Μέσσι, που τον ανέδειξαν πρώτο σκόρερ της εποχής μας, είναι λιγότερα από εκείνα που επιτυγχάνει δι’ αντιπροσώπων. Κι αυτό γιατί, εκτός από κορυφαίος εκτελεστής, ο Μέσσι είναι και κορυφαίος επιτελικός: ιδιοφυής οργανωτής της επιθετικής τακτικής της ομάδας του. Και δεν είναι τόσο η θαυμαστή ακρίβεια των μεταβιβάσεών του εκείνο που επιβεβαιώνει την ποδοσφαιρική του ιδιοφυΐα· είναι, κυρίως, ο περίπλοκος και ακαριαίος ‒αλγεβρικός, θα έλεγα‒ υπολογισμός του χώρου, του χρόνου και της ταχύτητας των μετακινήσεων των συμπαικτών του και της μπάλας, εκείνο που αναδεικνύει τον Μέσσι και δημιουργό ποδοσφαιρικών αραβουργημάτων.
Την αισθητική ενός ποδοσφαιριστή διαμορφώνει απαραίτητα και το αγωνιστικό του ήθος. Ο Μέσσι υπερτερεί κι εδώ, και μάλιστα καταφανώς. Γιατί το παίξιμό του δεν αποβλέπει μόνο αποκλειστικά στην ωφέλεια της ομάδας του, είναι και γενναιόδωρο. Πόσες μεταβιβάσεις του δεν θα μπορούσαν να τελειώνουν σε προσωπικά του γκολ, αν δεν διαπνεόταν ο Μέσσι από την προθυμία της δωρεάς στους συμπαίκτες του; Θαυμαστή είναι, ακόμη, και η μεγαλοθυμία του, που του επιτρέπει να υπομένει αγόγγυστα τα σκληρά μαρκαρίσματα των αντιπάλων, στην αγωνιώδη προσπάθειά τους να τον αναχαιτίσουν. Απεναντίας η συμπεριφορά του Ρονάλντο στο γήπεδο είναι εγωιστική και αυτάρεσκη, σχεδόν ναρκισσιστική, και η επιθυμία του να αποτελεί συνεχώς το κέντρο της προσοχής των θεατών ακατάσχετη· όπως ακαλαίσθητες είναι και οι εξάρσεις των πανηγυρισμών του και οι συνεχείς ‒τις περισσότερες φορές αδικαιολόγητες‒ διαμαρτυρίες του για υπέρμετρα βίαιο προς αυτόν παιχνίδι των αντιπάλων, με τις συχνές ‒ως επί το πλείστον απατηλές‒ προσπάθειές του να εκμαιεύσει κάποια τιμωρία τους.
Ο μεταμοντερνισμός είναι η ακρότατη μορφή του Ρομαντισμού. Είναι ο εντυπωσιοθηρικός ατομοκεντρισμός του Ρονάλντο, με όλα τα ποδοσφαιρικά συμπαρομαρτούντα που τον καρυκεύουν, τα στοιχεία που συνθέτουν τον μεταμοντέρνο χαρακτήρα του ποδοσφαίρου του.
Στο ερώτημα ποιος είναι ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών ‒ο Πελέ, ο Μαραντόνα ή ο Μέσσι;‒ η απάντηση δεν μπορεί να είναι αντικειμενική, γιατί την υπονομεύουν οι διαφορετικές ποδοσφαιρικές συνθήκες της κάθε εποχής. Ωστόσο, αν με ρωτούσαν (τους έζησα και τους τρεις), θα απαντούσα απερίφραστα: Μέσσι.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: